Ο τίτλος και μόνο «Λυκοχαβιά», μου δημιούργησε απορίες
και μια διάθεση σασπένς για το τι θα διαβάσω.
Η δράση εξελίσσεται στη επαρχία Ξηρόμερου αλλά και στη Ήπειρο
- του Στέλιου Μερμίγκη
Περιμένοντας με ανυπομονησία αλλά και βαθιά συγκίνηση να φτάσει στα χέρια μου το πρώτο βιβλίο του παιδικού φίλου και γείτονα Κώστα Μπαρπάτση, έφερνα συνεχώς στο μυαλό μου αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων με τον Κώστα και τον αδερφό μου, με ποδήλατα, ποδόσφαιρο, την ΑΕΚ και όλα τα όμορφα της παιδικότητας μας.
Το τελευταίο που θα φανταζόμουν όμως είναι ότι κάποιος από όλους αυτούς θα ασχοληθεί στο μέλλον με τη λογοτεχνία μιας και τέτοιες προσλαμβάνουσες δεν είχαμε από πουθενά. Άρα απόλυτα δικαιολογημένη η συγκίνηση και η προσδοκία για το περιεχόμενο με την είδηση του χαρμόσυνου νέου που έφθασε σ’ εμένα απευθείας πριν από λίγους μήνες από τον ίδιο τον συγγραφέα. Έτσι και αλλιώς έχω πάντα ένα θαυμασμό για όλους εκείνους που γράφουν ένα βιβλίο, ανεξάρτητα αν αυτό θα ανήκει τελικά στα αγαπημένα μου, αν θα ανταποκρίνεται στα δικά μου ενδιαφέροντα, στα δικά μου γούστα. Ο κόπος που καταβάλει κάποιος για να γράψει κάτι, είναι για μένα πάντα άξιος θαυμασμού.
Το βιβλίο όμως αυτό ξεπέρασε αμέσως από τις πρώτες του κιόλας σελίδες την όποια συμπάθεια και συγκίνηση είχα για το συγγραφέα. Πολύ σύντομα από τη πρώτη του ιστορία, θα ακολουθούσαν άλλες 5, βρέθηκα έκπληκτος μπροστά σ ένα μικρό θησαυρό. Ο τίτλος και μόνο «Λυκοχαβιά», μου δημιούργησε απορίες και μια διάθεση σασπένς για το τι θα διαβάσω.
Η δράση εξελίσσεται στη επαρχία Ξηρόμερου μια περιοχή της Αιτωλοκαρνανίας αλλά και στη Ήπειρο τις δεκαετίες 40 και 50. Οι ιστορίες του σε εισάγουν σε ένα κόσμο πολύ μακρινό αλλά συνάμα πολύ κοντινό με το σήμερα. Οι λέξεις του Κώστα – και δεν αναφέρομαι μόνο στη χρήση της ντοπιολαλιάς – ξεπηδάνε μέσα από τις σελίδες του λειτουργώντας σαν πρόκες, όπως έλεγε και ο ποιητής Αναγνωστάκης, καθηλώνοντας σε, ενώ το φινάλε τους είναι τόσο δυνατό που σε παραλύει συναισθηματικά από την ένταση του.
Η σκληράδα της εποχής με όλα τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά σε συνδυασμό με το τραχύ τοπίο της ελληνικής επαρχίας είναι το φόντο, ο καμβάς για να μας μιλήσει ο συγγραφέας για ανθρώπους που βιώνουν ακραίες καταστάσεις όπως αυτή της απώλειας.
Ο αναγκαστικός ξεριζωμός και η ξενιτιά, ο απαγορευμένος έρωτας ενάντια και πέρα από τα πατριαρχικά πρότυπα και η τραγική τιμωρία που ακολουθεί, η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, ο κυνισμός αλλά και η αίσθηση καθήκοντος, η τρυφεράδα και ο ανεκπλήρωτος έρωτας είναι μερικά από αυτά που καταπιάνεται με τρόπο συγκλονιστικό ο συγγραφέας.
Ο Μπαρπάτσης έχει σηκώσει τόσο ψηλά τον πήχη από τη πρώτη του κιόλας δουλειά που δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες για τα μελλοντικά λογοτεχνικά του βήματα. Μέχρι τότε όμως σπεύστε να προμηθευτείτε τη «Λυκοχαβιά» και να τη διαβάσετε τη ξανά και ξανά. Πιστέψτε με αξίζει το κόπο και με το παραπάνω.
«”Θα φύγω, ξάδερφε”, έλεγε και ξανάλεγε ο Πάνος, μπας και τελικά το έπαιρνε απόφαση και γύριζε στο χωριό… Σπάραζε όλη μέρα η Σεβαστή, ζητώντας να της φέρουν πίσω τον Ζαχαρία. Τον πατέρα του παιδιού που είχε στην κοιλιά… Μόνο το λύκο είχε για παρέα ο Τσίλιας στο λόγγο. Κι ό,τι κι αν έλεγαν οι άλλοι, δε θα άφηνε κανέναν να τον πάρει από κοντά του… Ο Λευτέρης, λοχαγός στο αλβανικό μέτωπο, είχε υποσχεθεί πως ακόμη κι ένας φαντάρος να έμενε ζωντανός, θα τον πήγαινε στον τόπο του… Είκοσι τόσα χρόνια βολοδέρνει στα λεωφορεία η Γιωργία, ξεροσταλιάζοντας για μια κουβέντα, για ένα βλέμμα του Κωσταντή… Βροντερά γέλαγε ο Λόλος. Και κάθε που τον άκουγαν οι καλιακούδες, παράταγαν τις καλαμποκιές και πέταγαν τρομαγμένες μακριά…» (Από το οπισθόφυλο του βιβλίου)
Έτος έκδοσης: 2022
ISBN: 978-960-04-5262-4
ΣΕΛ.: 184
Σχήμα: 14 Χ 20,6
Βάρος: 283.00 γραμ.
Μαλακό εξώφυλλο
Ο Κώστας Μπαρμπάτσης γεννήθηκε στο Αγρίνιο. Εδώ και πολλά χρόνια ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Εφαρμοσμένη Πληροφορική στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού διπλώματος με ειδίκευση στην εκπαιδευτική τεχνολογία και στα πολυμεσικά τρισδιάστατα εικονικά περιβάλλοντα. Παρακολουθεί το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημιουργική γραφή» της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του ΕΑΠ. Έχει διδάξει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ από το 2004 διδάσκει Πληροφορική στο δημόσιο σχολείο. Διήγημά του έχει δημοσιευθεί στο συλλογικό έργο Κι αν τα κτίρια μιλούσαν… των εκδόσεων Κέδρος. Η συλλογή Λυκοχαβιά είναι το πρώτο του βιβλίο.