Καπνικός Σταθμός Αγρινίου
Ο καπνός ήταν η ταυτότητα της πόλης του Αγρινίου
για πάνω από τρεις αιώνες
Η ιστορία του Καπνικού Σταθμού (Μέρος 6o)
του Ηλία Ντζάνη Πηγή: «αρχείον Αγρινίου», τεύχη 16 και 17
Κατά την περίοδο της Κατοχής (1941-1944) στις εγκαταστάσεις του Κ. Σταθμού στρατοπεδεύουν μονάδες ιππικού του Ιταλικού Στρατού και όλη η έκταση χρησιμοποιείται για το στρατωνισμό των ανδρών, ως ιπποδρόμιο και ως χώρος ασκήσεων ιππικού. Δυστυχώς, την περίοδο αυτή καταστρέφεται, ό,τι υπόλοιπο είχε απομείνει από το αρχείο και τις εργαστηριακές υποδομές του Σταθμού. Αντίστοιχα κατά το ίδιο διάστημα το Ινστιτούτο Δράμας τελούσε υπό Βουλγαρική κατοχή και διοίκηση. Προς το τέλος της Κατοχής, κατά τη Γερμανική υποχώρηση, οι εγκαταστάσεις χρησιμοποιήθηκαν ως σταθμός προσωρινής διαμονής και ανεφοδιασμού των υποχωρούντων τμημάτων του γερμανικού στρατού.
Στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου και μέχρι το 1951 στις εν λόγω εγκαταστάσεις και σε πρόχειρα παραπήγματα βρήκαν καταφύγιο και προσωρινή στέγαση εσωτερικοί πρόσφυγες από ορεινές περιοχές, κυρίως της Ευρυτανίας (που σημειωτέον αποτελούσε ένα νομό με την Αιτ/ νία), για να αποφύγουν τα δεινά της εμφυλιοπολεμικής σύρραξης. Την ίδια περίοδο στεγάζεται προσωρινά η Υπηρεσία Μηχανικής Καλλιέργειας του Υπουργείου Γεωργίας και μία αποθήκη καταλαμβάνεται από την Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Αγρινίου για αποθήκευση εφοδίων, ως αντιστάθμισμα για την επίταξη από τη στρατιωτική υπηρεσία αντίστοιχου χώρου της εν λόγω Ένωσης.
Πρέπει να σημειωθεί, πως παρά τις τραγικές συνθήκες της χώρας εσωτερικά και εξωτερικά, από το 1945 ακόμα ο Σταθμός Αγρινίου σταδιακά προσπαθεί να επαναλειτουργήσει με επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό. Επιδιορθώνονται σιγά-σιγά οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις του και αργότερα, μετά από το 1948 ουσιαστικά, εξελίσσεται σε ένα από τα πιο δυναμικά ερευνητικά κέντρα καπνού της χώρας μας. Ο τομέας ευ-θύνης του επεκτείνεται σε όλη τη Δ. Ελλάδα (Δυτ. Στερεά – Ήπειρο) και Πελοπόννησο περιλαμβάνοντας στους στόχους έρευνας όλους τους τύ-πους των καπνών (Ανατολικά, Βιρτζίνια, Μπέρλεϋ, Αβάνες, Μέρυλαντ, N. rustica κ.λπ.).
Το 1948, με την υπ΄ αριθμόν 1165/26-8-1948 διαταγή του Καπνολογικού Ινστιτούτου Ελλάδας, αρχίζει και τυπικά η μετά τον πόλεμο επαναλειτουργία του ΚΣΕ Αγρινίου με τις όποιες δυσκολίες δημιουργούν οι συνθήκες της τότε εποχής.
Από το 1950 και εντεύθεν ο ΚΣΕΑ ξαναβρίσκει την προπολεμική ζωντάνια του και δραστηριότητα και αναπτύσσει ερευνητικά προγράμματα στη βάση του επιστημονικού γεωργικού πειραματισμού, δημιουργώντας έτσι ένα πολύ καλό όνομα στο χώρο της καπνικής έρευνας διεθνώς.
Με το ΝΔ 3758/14-18/9/1957 που ιδρύθηκε ο Εθνικός Οργανισμός Καπνού (ΕΟΚ) το Καπνολογικό Ινστιτούτο Δράμας εντάσσεται διοικητικά με όλες του τις Μονάδες στο οργανωτικό σχήμα του ΕΟΚ ως Διεύθυνση με την επωνυμία Καπνολογικό Ινστιτούτο Ελλάδος (ΚΙΕ). Ο ΚΣΕ Αγρινίου έκτοτε αποτελεί Τμήμα του ΚΙΕ, ενώ όλος ο ΕΟΚ και το ΚΙΕ με τους ΚΣΕ τίθενται υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εμπορίου και αργότερα υπό την εποπτεία του Υπουργείου Γεωργίας, που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Υπουργείο Αγροτικής ανάπτυξης και Τροφίμων. Με τη μορφή αυτή λειτούργησε μέχρι την κατάργηση του ΕΟΚ το 2001.
Στη λογική επαρκούς έκτασης για εντατικά και διαχρονικά πειράματα πεδίου αγοράζονται το 1959 ακόμη 6,1 στρέμματα, συνεχόμενα της ήδη υπάρχουσας έκτασης.
Κατά τους επόμενους χρόνους με τη διάνοιξη της εθνικής οδού Αντιρρίου – Ιωαννίνων, η όλη ενιαία έκταση του ΚΣΕΑ διατμήθηκε και προέκυψαν δύο τμήματα, που αποτέλεσαν δύο οικοδομικά τετράγωνα όταν η όλη περιοχή εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης του δήμου Αγρινίου. Στη συνέχεια με τις διαδοχικές αναθεωρήσεις των πολεοδομικών σχεδίων και τα δύο οικοδομικά τετράγωνα απομειώθηκαν και το μεν νότια της εθνικής οδού τμήμα/Ο.Τ.208, που είναι και το μεγαλύτερο χαρακτηρίστηκε ως χώρος πρασίνου και είχε παραχωρηθεί στο ΙΚΑ για ανέγερση εγκαταστάσεων, το δε βόρεια της εθνικής οδού που περιλαμβάνει και όλες τις εγκαταστάσεις του ΚΣΕΑ, αποτέλεσε ιδιαίτερο ΟΤ του σχεδίου πόλης Αγρινίου με αριθμό 237. Η έκταση αυτή, ως ενιαίο ΟΤ με τις εγκαταστάσεις της, είναι που αφορά στην εν λόγω πρόταση για ειδικό χαρακτηρισμό.
Από το 1985 όλος ο τομέας του καπνού εποπτεύεται από το Υπ. Γεωργίας μέχρι τη κατάργησή του το 2001, οπότε το αντικείμενο της καπνικής έρευνας υποβαθμίζεται και περνάει στο Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ). Από το 2001 και μετά, τελείως απερίσκεπτα, όπως εκ των υ-στέρων αποδεικνύεται, το ενδιαφέρον της πολιτείας για το καπνό ουσιαστικά παύει, η έρευνα σταματά και οι υπεύθυνοι φορείς δεν ενδιαφέρονται για την τύχη του Ιδρύματος.
Από το 2001 μέχρι το 2010 ο ΚΣΕΑ στρέφει το ενδιαφέρον της έρευνας στη κατάρτιση ολοκληρωμένων προγραμμάτων παραγωγής για τον καπνό. Εισάγει την καλλιέργεια του φυτού Στέβια και του φυτού Εκινόα. Διεξάγει πειραματικές εργασίες για τα ενεργειακά φυτά και μελετάει συστηματικά την προσαρμοστικότητα στο περιβάλλον της Αιτ/νίας 25 περί-που φυτικών ειδών Αρωματικών-Φαρμακευτικών Φυτών σε συνεργασία με ιδιωτικούς και συνεταιριστικούς φορείς και το Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών. Ας σημειωθεί, πως όλες οι ερευνητικές εργασίες της περιόδου αυτής, όπως και πολλές άλλες, του ΚΣΕΑ εξακολουθούν να είναι οι μοναδικές που υπάρχουν ακόμα και σήμερα στη χώρα μας.
Το 2010 σταματάει εντελώς η λειτουργία του ΚΣΕΑ, ύστερα από 80 σχεδόν χρόνια λειτουργίας και ανεκτίμητης προσφοράς στη Δ. Ελλάδα και όχι μόνο, αφού για πάνω από 60 χρόνια με την πρωτοποριακή έρευνά του αποτέλεσε κέντρο αναφοράς για την καλλιέργεια των καπνών, και ειδικά των καπνών Βιρτζίνια, από όλη την Ελλάδα και από το εξωτερικό. Με την κατάργηση του ΕΟΚ όλα τα περιουσιακά στοιχεία του ΚΣΕΑ μεταφέρθηκαν στο Υπ. Γεωργίας, νυν Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Δείτε όλες τις συνέχεις στο link που ακολουθεί:
Καπνικός Σταθμός Αγρινίου