.
Είναι μια ιστορία
Η μάχη των Εξαρχείων
Ο τραυματισμός του Ξενάκη*
Ο Ξενάκης δεν πρόλαβε να προστατευτεί και τα θραύσματα της οβίδας
τον πέτυχαν στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα τον βαρύ τραυματισμό του
και την απώλεια του αριστερού του ματιού
Επιμέλεια: Λευτέρης Τηλιγάδας
Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, πολλές από τις σκληρές μάχες που δόθηκαν στην Αθήνα, έγιναν μέσα στις πολυκατοικίες που οχυρώνονταν οι ΕΑΜίτες. Μία από τις πολυκατοικίες που χτυπήθηκαν από βρετανικό τανκ, ήταν και η δεύτερη γνωστή ως μπλε πολυκατοικία, στη συμβολή των οδών Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου.
Μια καταγραφή
«…ο λόχος σπουδαστών Λόρδος Μπάυρον είχε στις 30 Δεκεμβρίου καταλάβει την κλινική Σμπαρούνη, στη γωνία των οδών Χαριλάου Τρικούπη και Ναυαρίνου. Επρόκειτο για κίνηση αντιπερισπασμού στις επιθέσεις των αντιπάλων σε άλλα σημεία και για αποκτήσει ο ΕΛΑΣ ένα επιπλέον έρεισμα στην περιοχή των Εξαρχείων. Η κατάληψη έγινε αμέσως αντιληπτή από το Χημείο και βολές άρχισαν να έρχονται από τα παράθυρα. Οι άντρες του λόχου υποχρεώθηκαν σε έξοδο. Κατέφυγαν σε δύο καταστήματα στη Χαριλάου Τρικούπη και κατέλαβαν την πολυκατοικία στη γωνία Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου, πριν καταφτάσουν τα βρετανικά άρματα μάχης, οπότε οι σπουδαστές διέφυγαν ανοίγοντας τρύπες στους τοίχους από σπίτι σε σπίτι, όπως καλά ήξεραν να κάνουν.
Η 5η Δεκεμβρίου, οπότε ο λόχος σπουδαστών, κατέλαβε τα κτίρια του Πολυτεχνείου, με τον κύριο όγκο να εγκαθίσταται στην Αρχιτεκτονική, ανήκε πια στην ιστορία. Τότε από τη Γραμματεία, απέναντι από τη Γενική Ασφάλεια, τα παιδιά του λόχου είχαν ανοίξει πυρ ομαδόν, αλλά τα όπλα αχρηστεύτηκαν, οπότε μια μονάδα αντρών του ΕΛΑΣ ειδική στις ανατινάξεις, «φέρανε μαζί τους λάστιχα αυτοκινήτων, τα γεμίζανε δυναμίτη, βάζανε φιτίλι και τα κυλούσαν απέναντι από την πόρτα της Γενικής Ασφάλειας. Οι εκρήξεις ήταν απίστευτα ισχυρές και το κτήριο τυλίχτηκε στις φλόγες».
Θυμάται σχετικά ο σκηνοθέτης Μάνος Ζαχαριάς, μέλος του λόχου Λόρδος Μπάυρον: «Παίρναμε ρόδες αυτοκινήτων, τις γεμίζαμε με δυναμίτη, βάζαμε φιτίλι –από ψηλά που ήταν οι θέσεις οι δικές μας– , ανάβαμε το φιτίλι και είχαμε υπολογίσει το χρόνο που χρειάζεται, κατρακυλάγαμε τη ρόδα και ερχόταν η ρόδα και κατά υπολογισμούς έσκαγε εκεί που περίπου ήταν τα Εγγλέζικα πολυβολεία». Οι Βρετανοί έβαλαν κατά των Ελασιτών που ετοιμάζονταν να κυλήσουν τη ρόδα-βόμβα, οπότε αυτή δεν έπαιρνε την προγραμματισμένη κατεύθυνση, «έπιπτε εκεί πλησίον, μη εκραγείσα, ευτυχώς, διότι εν εναντία περιπτώσει η καταστροφή και τα θύματα θα ήσαν ανυπολόγιστα », όπως θυμάται ο Δημήτριος Καρανάσος, διοικητής του Β΄Λόχου του Α΄Τάγματος της Αστυνομίας Πόλεων.
Την ίδια μέρα το απόγευμα, βρετανικό άρμα μάχης γκρέμισε την κεντρική πύλη του ΕΜΠ – ήταν η πρώτη φορά που οι Βρετανοί επενέβαιναν στις συγκρούσεις.»[1]
Μέσα στο κτίριο είχαν οχυρωθεί φοιτητές, μέλη του λόχου Μπάυρον, που μάχονταν σκληρά. Ο αγώνας τους ήταν μια ακόμα αιματηρή αναμέτρηση στην περίφημη μάχη των Εξαρχείων. Κυρίως όμως, ήταν ένας άνισος αγώνας.
Όταν το τανκ των Βρετανών χτύπησε με οβίδες την πολυκατοικία, οι απώλειες ήταν αναπόφευκτες. Τρία άτομα σκοτώθηκαν ακαριαία, ενώ πολλοί τραυματίστηκαν σοβαρά. ‘Ένας από αυτούς ήταν και ο συνθέτης Ιάννης Ξενάκης, ο οποίος από την αρχή της δεκαετίας του ΄40 είχε ενταχθεί στην αριστερά.
Η μαρτυρία Ξενάκη
Ο Ξενάκης δεν πρόλαβε να προστατευτεί και τα θραύσματα της οβίδας τον πέτυχαν στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα τον βαρύ τραυματισμό του και την απώλεια του αριστερού του ματιού. Ο ίδιος έχει περιγράψει τη στιγμή που χτυπήθηκε:
«Ήμουν με άλλα τρία άτομα στο εσωτερικό της πολυκατοικίας. Ακούσαμε τους όλμους να πέφτουν. Κάποια έκρηξη πρέπει να μας βρήκε. Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι σκοτώθηκαν επί τόπου. Τα μυαλά του κοριτσιού είχαν πεταχτεί στον τοίχο. Έχασα τις αισθήσεις μου. Σε λίγο με μετέφεραν με μίαν άσπρη σημαία σε μια άλλη πολυκατοικία, όπου υπήρχαν κάτι πρώτες βοήθειες. Τους άκουσα να λένε: Θα ζήσει μόνο λίγες ώρες, τουλάχιστον ας πεθάνει ήσυχος. Και μου έκαναν ενέσεις για να μην πονάω. Ούτε τίποτε το αντισηπτικό, ούτε πρώτες βοήθειες. Όμως, δεν πέθανα.
Όταν συνήλθα, η Μάχη, μια φίλη, κι αυτή στρατευμένη φοιτήτρια, μου κρατούσε το χέρι. Ούτε ξέρω πώς με ανακάλυψε. Επιτέλους, ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος, γιατί πίστευα πως θα πέθαινα. Το ίδιο βράδυ οι δικοί μας υποχώρησαν.
Την επομένη, οι Άγγλοι, οι συνεργάτες και η Εθνοφρουρά έφτασαν. Μας εγκατέλειψαν στα χέρια του εχθρού. Άρχισα να βρίζω και να ουρλιάζω. Μου φαινόταν όμως, πως ούρλιαζα γιατί το στόμα μου …αχ… μια καταστροφή. Ο ουρανίσκος ήταν τρύπιος. Εδώ κι εκεί κομμάτια δόντια, σάρκες, τρύπες. Η οδοντοστοιχία μου, κομμάτια. Το αριστερό μάτι είχε χτυπηθεί. Το ίδιο μου το αίμα με έπνιγε. Έκανα εμετό, ούτε θυμάμαι… Μας άφησαν εκεί μερικές ώρες κι ύστερα ξαναγύρισαν και με πήγαν σ’ ένα νοσοκομείο».