Η ΕΑΜική αυτοδιοίκηση στο Αγρίνιο – Πρόλογος | Η «Φιλοπρόοδος Ένωσις Καροπλεσίου»


.

| Η ΕΑΜική αυτοδιοίκηση στο Αγρίνιο |

– Έρευνα | Επιμέλεια | Κείμενα: Λευτέρη Τηλιγάδα


Πρόλογος

[ Η «Φιλοπρόοδος Ένωσις Καροπλεσίου» ]

Η δημιουργία της λαϊκής αυτοδιοίκησης στην Ευρυτανία

Η Ελληνική Εθνική Αντίσταση δεν ήταν μόνο ένας δίκαιος πόλεμος ενάντια στο φασισμό και στο ναζισμό για την απελευθέρωση της Ελλάδας, αλλά «ήταν ταυτόχρονα ένα μεγάλο όραμα και ένα σχέδιο…, για την οικοδόμηση μιας νέας Ελλάδας της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης… με βασική ιδέα την Αυτοδιοίκηση του Λαού»[1]. Και μπόρεσε η Ελληνική Εθνική Αντίσταση να είναι ταυτόχρονα και ένα μεγάλο όραμα και σχέδιο γιατί κατάφερε να είναι παλλαϊκή, ιδιότητα που της προσέδωσε, όπως διαπιστώνει ο Μανώλης Γλέζος, το στοιχείο της πολύμορφης καθολικότητας:

  • «Καθολικότητα στο χρόνο. Η αντίσταση άρχισε από την πρώτη μέρα της φασιστικής εισβολής (28 Οκτ. 1940), από τις πρώτες μέρες της Κατοχής και συνεχίστηκε αδιάλειπτα, χωρίς κενά ως την τελευταία μέρα.
  • Καθολικότητα στο χώρο. Από τη μια άκρη της χώρας ως την άλλη. Το ίδιο σ’ όλες τις περιοχές. Το ίδιο στις πόλεις και στα χωριά, στους κάμπους και στα βουνά, στα νησιά και στη στεριά.
  • Καθολικότητα στη συμμετοχή. Στην κοινωνική διαστρωμάτωση, στα φύλα, στις ηλικίες, στα επαγγέλματα. Η παλλαϊκότητα στον αγώνα ξεπέρασε κάθε όριο.
  • Καθολικότητα στις μορφές πάλης. Από την αντίθεση στην ανυπακοή. Από την παθητική στην ενεργητική αντίσταση. Από την αντίδραση στη δολιοφθορά. Από την απεργία στη διαδήλωση. Από την άοπλη στην ένοπλη αντίσταση. Με το τραγούδι, το σύνθημα στον τοίχο, την ποίηση και τα έργα τέχνης, με τον τηλεβόα και το πινέλο»[2].

Ο ελληνικός λαός δεν σταμάτησε ποτέ να αναζωογονεί παλιούς και να δοκιμάζει καινούργιους θεσμούς, αλλά και να αναζητά νέες μορφές συλλογικότητας προκειμένου να αντιμετωπίσει την εχθρότητα του κεφαλαίου και να καλύψει την ανεπάρκεια των θεσμών, των δομών και των λειτουργιών του καπιταλιστικού κράτους. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί γνωρίζουν, εξ αιτίας της άγριας εκμετάλλευσης της φτωχής αγροτιάς που ακολούθησε την πτώχευση του ελληνικού κράτους, σημαντική αναγέννηση κατά τις δυο πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και μεγάλη πρόοδο κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Παράλληλα, οι κρατικο-ελεγχόμενοι και αποξενωμένοι από την τοπική κοινωνία θεσμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης είχαν υποταχθεί απόλυτα στις πελατειακές πολιτικές και στις οικονομικές συμμορίες, με αποτέλεσμα οι κοινωνίες να αναζητούν, έξω από τους επίσημους κρατικούς θεσμούς, τρόπους άμεσης αντιμετώπισης των τοπικών και των επαγγελματικών-κλαδικών προβλημάτων τους, με αποτέλεσμα την εμφάνιση και την εξάπλωση διάφορων τοπικών κι επαγγελματικών Συλλόγων με στόχο την καλλιέργεια πνεύματος συλλογικότητας και την επίλυση διάφορων τοπικών και επαγγελματικών προβλημάτων. Τέτοιοι γνήσιοι λαϊκοί θεσμοί εμφανίστηκαν μαζικά κατά την περίοδο από το 1900 μέχρι το 1936 και, όπως είναι φυσικό, σ’ αυτούς συσπειρώθηκαν τα πιο υποψιασμένα, τα πιο ανήσυχα και τα πιο δημιουργικά μυαλά στον κάθε τόπο και στον κάθε επαγγελματικό χώρο, με αποτέλεσμα να κλώθεται στις γραμμές τους το όνειρο για ένα καλύτερο κόσμο.

Η Ελληνική Εθνική Αντίσταση μπόρεσε, χάρη στους νέους συνεταιρισμούς[3], στους νέους Συλλόγους και στα νέα ταξικά Συνδικάτα, να θεριέψει και να συγκρουστεί αποτελεσματικά με τις δυνάμεις του Άξονα, προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες στον Ελληνικό Λαό, αλλά και στην ανθρωπότητα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ήττα τους. Έτσι, «από τους πρώτους κιόλας μήνες της Κατοχής, από το καλοκαίρι του 1941, σπέρματα μιας δυαδικής εξουσίας άρχισαν να εμφανίζονται, καθώς οι πρώτες ανταρτοομάδες, στις περισσότερες περιπτώσεις αυθόρμητα, «έβγαιναν στο κλαρί». Η εξουσία της κυβέρνησης των Κουίσλιγκ άρχισε να περιορίζεται στην Αθήνα (και όχι σε όλη) και στις μεγάλες πόλεις, όπου τα κρατικά όργανα δρούσαν ως συμπληρωματικές δυνάμεις των στρατευμάτων κατοχής. Στα χωριά, ιδίως στα ορεινά, μια νέα εξουσία άρχισε να εμφανίζεται, στηριγμένη στη δύναμη των όπλων των αντάρτικων ομάδων».[4] Όλα αυτά δείχνουν πως οι κοινωνικές διεργασίες που συντελούνταν δεν ήταν τυφλές, αλλά είχαν -ανεξάρτητα από τις μικροδιαφοροποιήσεις- μια κοινή προοπτική, τη Λαϊκή Εξουσία.

Έχει μεγάλη ιστορική και παιδαγωγική σημασία, να σταθούμε σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που μας δείχνει πώς η κοινωνική αναγκαιότητα εκφρασμένη αυθόρμητα ως ιδέα ενός ανθρώπου, γίνεται πρωτοβουλία μιας μικρής ομάδας, που αγκαλιάζεται στη συνέχεια από μια ολόκληρη τοπική κοινωνία, για να καταλήξει να είναι στόχος αγώνα ενός ολόκληρου λαού, αλλά και συγκροτημένη εναλλακτική πρόταση για ένα καλύτερο κόσμο.

Το καλοκαίρι 1933 στο Καροπλέσι Ευρυτανίας ρίχνει κάποιος την ιδέα για την ίδρυση πολιτιστικού σωματείου. Την πρόταση ενστερνίζονται πολλοί, και στις 23 Ιουλίου 1933, είκοσι δύο (22) άτομα αποφασίζουν την ίδρυση του πολιτιστικού σωματείου «Φιλοπρόοδος Ένωσις Καροπλεσίου»[5] με σκοπό «Να ενώσει κατά τρόπον διαρκή τις γνώσεις και τις ενέργειες των μελών της για την υλική και πνευματική εξύψωση των ίδιων και των άλλων κατοίκων του χωριού τους».[6] Η Φιλοπρόοδος Ένωση Καροπλεσίου εξελίσσεται σε ένα δημιουργικό εργαστήρι τοπικής αυτοδιεύθυνσης, με δράση σε όλα τα επίπεδα, η οποία φτάνει, το καλοκαίρι του 1934, μέχρι την ίδρυση της «Συμβιβαστικής Επιτροπής Καροπλεσίου[7], η οποία σύντομα εξελίχθηκε σε υποδειγματικό «Λαϊκό Δικαστήριο»[8], που επεβλήθη στη συνείδηση όλων των κατοίκων, που το σέβονταν όλοι οι χωριανοί και είχαν περισσότερη εμπιστοσύνη σε αυτό παρά στο δημόσιο Πταισματοδικείο. Το αποτέλεσμα ήταν να περιοριστεί η δικομανία γενικά και να λιγοστεύουν οι μηνύσεις και προς το πλημμελειοδικείο. Παρόμοιες Επιτροπές άρχισαν να λειτουργούν και στα άλλα χωριά της Ευρυτανίας.[9]

Η Φιλοπρόοδος Ένωση Καροπλεσίου κατάφερε σε πολύ σύντομο διάστημα να εξελιχθεί σε φυτώριο νέων λαϊκών θεσμών σε ολόκληρη την περιοχή, η δραστηριότητα των οποίων αλλάζει σταδιακά τη νοοτροπία όλων των κατοίκων και μαζί της αλλάζει σταδιακά τη ζωή στα χωριά. Ο ενθουσιασμός όλων των φορέων ξεχύνεται σε όλη την κοινωνία της Ευρυτανίας, σε βαθμό μάλιστα που το 1935 αποφασίζεται από όλους σχεδόν τους τοπικούς, επαγγελματικούς και πολιτιστικούς φορείς της Ευρυτανίας η συνδιοργάνωση «Πανευρυτανικού Συνεδρίου, με σκοπό τη μελέτη της κατάστασης της Ευρυτανίας από όλες τις πλευρές και την επεξεργασία προγράμματος οικονομικών, πολιτικών και πνευματικών διεκδικήσεων για την Ευρυτανία, αλλά και για να υποδείξει πρακτικά και αποτελεσματικά μέσα προς επίλυση όλων των προβλημάτων…».[10]

Οι επαγγελματίες απονομής δικαιοσύνης και τα όργανα της μεταξικής δικτατορίας, δυσανασχέτησαν από τη λειτουργία της ΦΕΚ, της «Συμβιβαστικής» και των άλλων φορέων και, φυσικά, με τη βοήθεια των σιδηρών βραχιόνων της φασιστικής δικτατορίας, κατάφεραν να τους καταργήσουν όλους και φυσικά να ματαιώσουν και το Πανευρυτανικό Συνέδριο, στέλνοντας τους φερόμενους ως πρωταγωνιστές στις φυλακές με την κατηγορία του επικίνδυνου κομμουνιστή, αφήνοντας έτσι να εννοηθεί πως οι καλοί πατριώτες είναι οι τοκογλύφοι, οι μεσάζοντες και οι τραμπούκοι του καθεστώτος, που λυμαίνονταν τον τόπο και τρομοκρατούσαν τον εργαζόμενο λαό.

Στις 28 Οκτωβρίου 1940 η φασιστική Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Ελλάδα και ο φασιστικός άξονας γνωρίζει τις πρώτες ήττες του στα ελληνοαλβανικά σύνορα, πράγμα που αναγκάζει τη ναζιστική Γερμανία να κηρύξει και αυτή, στις 6 Απριλίου 1941, τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας και να ρίξει σ’ αυτό το μέτωπο δυνάμεις που προορίζονταν για τη Σοβιετική Ένωση, με αποτέλεσμα την ανατροπή και καθυστέρηση των πολεμικών σχεδίων του Βερολίνου. Στις 22 Απριλίου 1941 ο αγγλόφιλος βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Β΄ με την κυβέρνησή του εγκατέλειψε τη χώρα και την επομένη, 23.04.1941, τα γερμανικά κατοχικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα. Ο λαός είχε ήδη αρχίσει την αντίστασή του ενάντια στις δυνάμεις κατοχής.

Λίγες μόνο μέρες μετά, και συγκεκριμένα στις 10 Μαϊου 1941, οι κάτοικοι των χωριών Πυθείου και Πετράδων Έβρου ανέτρεψαν τους διορισμένους από το καθεστώς Μεταξά και αποδεκτούς από τους κατακτητές προέδρους κοινοτήτων και εξέλεξαν μέσα από λαϊκές συνελεύσεις νέους προέδρους και νέα κοινοτικά συμβούλια.

Με τη βοήθεια των αντιστασιακών οργανώσεων γίνεται το ίδιο σε ολόκληρη τη χώρα και κύρια στις ορεινές περιοχές που δεν στρατοπεδεύουν κατοχικά στρατεύματα.[11] Στις 30 Μαΐου 1941 οι Γερμανοί πανηγυρίζουν την κατάληψη της Κρήτης, αλλά το βράδυ της ίδιας μέρας ο Μανώλης Γλέζος και ο Λάκης Σάντας κατεβάζουν τη σβάστικα από την Ακρόπολη της Αθήνας [12], αποδείχνοντας την υπεροχή της αγάπης για την πατρίδα και την ελευθερία απέναντι στην κτηνώδη δύναμη των κατακτητών.

Το ηθικό ανεβαίνει και η αντίσταση φουντώνει. Τον Αύγουστο 1941 στο χωριό Κορίτσα συγκαλείται Γενική Συνέλευση των κατοίκων με πρωτοβουλία του Γεωργούλα Μπέικου και αποφασίζεται η συγκρότηση της «Επιτροπής Επίλυσης Προβλημάτων Κορίτσας» στα πρότυπα της «Συμβιβαστικής Επιτροπής Καροπλεσίου».[13]

Στις 27 Σεπτέμβρη 1941 ιδρύεται, με τη συμμετοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας και του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), το οποίο γρήγορα απλώνεται σε όλη τη χώρα καθοδηγώντας τις τοπικές κοινωνίες να αναλάβουν οι ίδιες την αυτοδιοίκησή τους.

Στις 2 Φλεβάρη 1942 ιδρύεται το ένοπλο τμήμα του ΕΑΜ, ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ), για την απελευθέρωση της Ελλάδας, την υπεράσπιση των κατακτήσεων της αντίστασης και για να ανοίξει ο δρόμος για τη δημοκρατική μετεξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας.

Τον Αύγουστο 1942, μια ομάδα πέντε αγωνιστών του ΕΑΜ από τα χωριά του Δήμου Κτημενίων και Δολόπων της Ευρυτανίας, αποτελούμενη από το Γεωργούλα Μπέικο, το Στέφο Θάνο, το Βασίλη Μανούκα, το Δημήτρη Τραχανή και τον Κώστα Ράγκο, απογοητευμένοι από την ανικανότητα της παλιάς Κοινοτικής Αρχής και του κράτους που κατάρρευσε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του τόπου τους, φορτωμένοι  από τις εμπειρίες τόσων προσπαθειών για Λαϊκή Αυτοδιοίκηση και φλεγόμενοι από το όραμα της αντίστασης για ένα καλύτερο κόσμο, αποφάσισαν να συντάξουν, για λογαριασμό της Επιτροπής ΕΑΜ Ευρυτανίας, ένα Κώδικα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να ενεργοποιήσουν τον ίδιο το λαό στην κατεύθυνση της αυτοδιοίκησής του. [14] Αυτός ο Κώδικας τιτλοφορήθηκε «Εντολές για τη Λαϊκή Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή Δικαιοσύνη», κατατέθηκε στις 4 Δεκέμβρη 1942 και έμεινε στην ιστορία με το όνομα «Κώδικας Ποσειδών». Ο Κώδικας αποτελείται από οκτώ άρθρα[15] με τα οποία θεμελιώνεται η Άμεση Λαϊκή Εξουσία και η Λαϊκή Δικαιοσύνη με τρόπο που θυμίζει έντονα την αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία.[16]

 

————————————————————————-

|1. Τσουπαρόπουλος Θανάσης, Οι Λαοκρατικοί θεσμοί της Εθνικής Αντίστασης, Γλάρος, Αθήνα 1989, σελ. 9. | 2. Γλέζος Μανώλης, Εθνική Αντίσταση 1940-1945, Στοχαστής, τόμ. 1ος Αθήνα 2009, 5η έκδ., σελ. 51. | 3. Βλέπε αναλυτικά στο: Λάμπος Κώστας, Συνεταιρισμοί και ανάπτυξη, ΤΥΠΩΘΗΤΩ – ΔΑΡΔΑΝΟΣ, Αθήνα 1999. | 4. Κουτσουμπός Θεόδωρος, «Μορφές εναλλακτικής εξουσίας στην ελεύθερη Ελλάδα κατά την Κατοχή: http://library.panteion.gr:8080/dspace/bitstream /123456789/3504 /1/koytso | 5. Μπέικος Γεωργούλας, Η λαϊκή εξουσία στην ελεύθερη Ελλάδα, Θεμέλιο, Αθήνα 1979, 2η έκδ., τόμ. 1ος, σελ. 74. | 6. Τσουπαρόπουλος Θανάσης, Οι Λαοκρατικοί θεσμοί…, ό.π., σ. 21. | 7. Τη «Συμβιβαστική» αποτελούσαν δύο γεωργοί, δύο κτηνοτρόφοι εκλεγμένοι σε γενική συνέλευση από τους κατοίκους του χωριού, ο Πρόεδρος της Κοινότητας, ο δάσκαλος και ο παπάς. Χρέη Γραμματέα έκανε ο Γραμματέας της ΦΕΚ, Μπέικος Γεωργούλας, Η λαϊκή εξουσία…, ό.π., τόμ. 1ος, σ. 75. Βλ. ε-πίσης Τσουπαρόπουλος Θανάσης, Οι Λαοκρατικοί θεσμοί…, ό.π., σ. 21 κ.ε. | 8. Χαρακτηριστική για την περί δικαίου αντίληψη της Λαϊκής Δικαιοσύνης είναι η περίπτωση του γιατρού Κώστα Μπακόλα, ο οποίος καταδικάστηκε το 1937 από τη Συμβιβαστική Επιτροπή του χωριού Μαυρομάτα σε έξι μήνες δημόσιας περιφρόνησης, γιατί εκμεταλλευόταν τη θέση του, ως γιατρός του χωριού, και έκανε προπαγάνδα υπέρ της μεταξικής δικτατορίας και του χιτλερικού εθνικοσοσιαλισμού, βλ.: Μπέικος Γεωρ-γούλας, Η λαϊκή εξουσία…, ό.π., τόμ. 1ος, σελ. 76. | 9. ό.π., σελ. 75-77. | 10. ό.π., σελ. 71. | 11. Αναλυτικά βλ. σχετικά, Μανώλης Γλέζος, Εθνική Αντίσταση.., ό.π., σ. 813 κ.ε. | 12. Για περισσότερες σχετικές πληροφορίες από πρώτο χέρι βλ., ό.π., τόμ. 1ος, σ. 341 κ.ε., και τόμ. 2ος, σ. 913 κ.ε. | 13. Τσουπαρόπουλος Θανάσης, Οι Λαοκρατικοί θεσμοί…, ό.π., σ. 17 κ.ε. | 14. Ό.π., σ. 25. | 15. Ολόκληρο το κείμενο του Κώδικα στο: Μπέικος Γεωργούλας, Η Λαϊκή εξουσία…, ό.π., τόμ. 2ος, σ. 133-152 και Τσουπαρόπουλος Θανάσης, Οι Λαοκρατικοί θεσμοί…, ό.π., σ.111-124. | 16. «Αν και στελέχη του ΚΚΕ, οι υπεύθυνοι του ΕΑΜ (και συντάκτες του Κώδικα Ποσειδώνα) φαίνεται πως ενεργούσαν περισσότερο με βάση την ιδεολογική επίδραση των «σοβιέτ» και τη γνώση των συνθηκών της περιοχής, παρά σαν εντολοδόχοι της κεντρικής ηγεσίας τους, […]», Τυροβούζης Χρήστος, Αυτοδιοίκηση και Λαϊκή Δικαιοσύνη 1942-1945, Προσκήνιο, Αθήνα 1991, σελ. 57
Το κείμενο προδημοσιεύτηκε στο «Ημερολόγιο Αγρινίου 2019», που εξέδωσε η δημοτική παράταξη του Δήμου Αγρινίου «Ανυπότακτο Αγρίνιο» τον Δεκέμβρη του 2018

————————————————————————-

Φωτογραφία: Λαϊκό δικαστήριο στην Ευρυτανία
Ενδεχομένως στο Καροπλέσι.

Η μνήμη είναι μια δυνατότητα για να διευρύνουμε το μέλλον
και όχι για  να το συρρικνώσουμε στο ήδη ξεπερασμένο παρελθόν