Γιασουτζίρο Όζου | Ο πρόδρομος του νεορεαλισμού


.

Γιασουτζίρο Όζου

Ο πρόδρομος του νεορεαλισμού

«Η ζωή είναι απλή, μα ο άνθρωπος την κάνει περίπλοκη,
αναταράσσοντας τα νερά που κοιμούνται»


O  Γιασουτζίρο Όζου[1] άρχισε την καριέρα του με τον βωβό κινηματογράφο και την τελείωσε με έγχρωμες ταινίες. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στον κόσμο και το έργο του «Ταξίδι στο Τόκιο» ένα από τα αριστουργήματα του διεθνούς κινηματογράφου.

Ο ‘Οζου γεννήθηκε στην γειτονιά Φουκουγκάουα του Τόκιο, τελευταίο παιδί της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν χονδρέμπορος λιπασμάτων. Το ενδιαφέρον του για τον κινηματογράφο εκδηλώθηκε όταν ήταν ακόμα εσωτερικός στο γυμνάσιο, όπου το έσκαγε από τα μαθήματα για να πηγαίνει σινεμά. Μετά από την αποτυχία του στις εισαγωγικές εξετάσεις του πανεπιστημίου, εργάστηκε για λίγο σαν αναπληρωτής δάσκαλος σε μια ορεινή περιοχή. Ένα χρόνο αργότερα μετακόμισε στο Τόκιο και έπιασε δουλειά σαν βοηθός οπερατέρ στο Shōchiku Kinema. Σκηνοθέτησε το πρώτο του έργο το 1926 και την δεκαετία του 1930 είχε ήδη αναγνωρισθεί σαν ένας από τους πιο διάσημους Ιάπωνες σκηνοθέτες.

Ο Όζου, θεωρείται πρόδρομος του νεορεαλισμού. Πρωτοτύπησε τόσο ως προς την τεχνική του κινηματογράφου[6] όσο και ως προς το περιεχόμενο των έργων του. Οι ταινίες του περιγράφουν την συνηθισμένη ροή της ζωής χωρίς την παρεμβολή συγκλονιστικών επεισοδίων: γάμους, θανάτους, σχέσεις ανάμεσα σε γονιούς και παιδιά, προβλήματα που απορρέουν από την δυτικοποιήση της κοινωνίας μετά τον πόλεμο. Τα έργα του, όπου συναντά κανείς τους ίδιους ηθοποιούς, είναι συχνά παραλλαγές της ίδιας αφήγησης.

Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο Gilles Deleuze, η άποψη το Όζου συνοψίζεται ως εξής. «Η ζωή είναι απλή, μα ο άνθρωπος την κάνει περίπλοκη, αναταράσσοντας τα νερά που κοιμούνται. Υπάρχει η ώρα της ζωής, η ώρα του θανάτου, η ώρα της μητέρας, η ώρα της κόρης, αλλά οι άνθρωποι τους μπερδεύουν όλους και δημιουργούν συγκρούσεις.»

Τα μόνα του ενδιαφέροντα εκτός από τον κινηματογράφο ήταν η λογοτεχνία, η μουσική, η ζωγραφική και το πιοτό. Ζούσε με την μητέρα του και δεν παντρεύτηκε ποτέ. Πέθανε από καρκίνο στα εξήντα, την ημέρα των γενεθλίων του.

 

 

«Το 1984 επισκέφθηκα για πρώτη φορά την Ιαπωνία για να προωθήσω την ταινία μου Stranger than Paradise», είχε γράψει ο Jim Jarmusch[2] για την επίσκεψη του αυτή στην Ιαπωνία, η οποία συνδυάστηκε με την επίσκεψή του σε μια μικρή έκθεση με αντικείμενα του Όζου και τον τάφο του.

«Πολύ πριν απ’ αυτό το ταξίδι είχα δώσει πολλές συνεντεύξεις στις οποίες ανέφερα τον Γιασουτζίρο Όζου/ Yasujirō Ozu ως έναν από τους σκηνοθέτης που μ’ είχαν επηρεάσει πιο έντονα. Αφού είχα ολοκληρώσει πολύ περισσότερες συνεντεύξεις στο Τόκιο αντιλήφθηκα ότι μεταξύ των νεότερων και πιο μοντέρνων Ιαπώνων κινηματογραφικών κριτικών και δημοσιογράφων, ο Όζου εκείνη την εποχή, ήταν εκτός μόδας. Οι ταινίες του ήταν από την “παλιά σχολή”: συντηρητικές στο ύφος και ως προς την θεματολογία πληκτικές, μεσοαστικές και κλεισμένες σε εσωτερικούς χώρους. Ερωτώμενος για την επιρροή του ήταν ως να διέπραττα μια σκανδαλώδη πράξη αντίφασης.

»Αυτή η στάση απέναντι στο Όζου μου φάνηκε παράξενη, όμως μ’ έκανε να συνειδητοποιήσω ότι δεν ενδιαφερόμουν πραγματικά για την μόδα -αλλά από την άλλη πλευρά ήταν το στυλ που παρουσιάζει για μένα μεγάλο ενδιαφέρον. Σε τελική ανάλυση όλοι οι σκηνοθέτες είναι στυλίστες είτε το γνωρίζουν είτε όχι -και αυτοί που δεν το γνωρίζουν πολύ συχνά δημιουργούν ταινίες με το πιο μονότονο στυλ. Η μόδα φαίνεται να συνδέεται με την δημοτικότητα ενώ το στυλ είναι αξεχώριστο από την ανθρώπινη έκφραση. […]

»Με την άφιξη μας, ο σταθμός της Kamakura ήταν ανατριχιαστικό οικείος. Ακόμα και οι κερασιές ήταν ανθισμένες. Εκεί ένα μικρό μουσείο, μια έκθεση με προσωπικά αντικείμενα από την ζωή και το έργο του Όζου είχε ανοίξει πρόσφατα: ο κυριότερος λόγος γι’ αυτό το ταξίδι στην Kamakura. Υπήρχαν σημειώματα γεμάτα γραπτά, πένες και σενάρια επίσης γεμάτα από σημειώσεις και διορθώσεις στα Ιαπωνικά. (Εντυπωσιάστηκα από την συνειδητοποίηση ότι η σκηνοθεσία συνδέεται άμεσα με την καλλιγραφία).

»Η πίπα του Όζου ήταν εκεί μαζί με πακέτα τσιγάρων, το σταχτοδοχείο και το αγαπημένο του φλιτζάνι του τσαγιού με την εικόνα ενός κάστανου να γυαλίζει στην επιφάνεια. Επίσης εκτιθόταν το αγαπημένο του καπέλο (αυτό που αναγνώρισα από μια συγκεκριμένη φωτογραφία κατά την διάρκεια γυρίσματος) όπως και ένα ζευγάρι γυαλιά. Σε μια γωνία του εκθεσιακού χώρου ήταν ένα τρίποδο που είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Όζου. Είχε μόνο δύο θέσεις στις οποίες κλείδωνε το ύψος της κάμερας -μια θέση περίπου ένα μέτρο από το έδαφος (περίπου το επίπεδο ματιού ενός προσώπου που παραδοσιακά κάθεται στο πάτωμα) και η δεύτερη θέση μισό μέτρο υψηλότερα. Ο Όζου δεν είχε ανάγκη για εναλλακτικές δυνατότητες. Αντίθετα αυτοί οι περιορισμοί θα καθόριζαν τον πυρήνα του στυλ του.

»Επίσης εκτιθόταν αρκετά σχέδια από σκηνικά εσωτερικών χώρων για διάφορες σκηνές από τις ταινίες του. Τα σκηνικά είχαν ειδικά δημιουργηθεί για το μήκος εστίασης και το βάθος πεδίου των απλών φακών που ο Όζου προτιμούσε: των 50mm. Πάλι, εναλλακτικοί φακοί δεν πολυενδιέφεραν τον Όζου και σχεδόν ποτέ δεν τους χρησιμοποίησε. Οι κινήσεις της κάμερας είτε κατά μήκος ενός οριζόντιου άξονα είτε με την κάμερα να κινείται, σχεδόν δεν υπάρχουν στο ύστερο του στυλ όπως και fades, dissolves ή άλλα οπτικά εφε.

»Διαμέσου αυτής της κομψής γαλήνης ο Όζου ναυσιπλοεί τις λεπτεπίλεπτες ιστορίες του γύρω από τα αναμενόμενα ορόσημα δραματικών καμπύλων και τονισμένων συναισθημάτων. Τίποτε δεν εκβιάζεται. Όλα αυτά που απομένουν στην οθόνη είναι οι μικρότερες των λεπτομερειών της ανθρώπινης φύσης και αλληλεπιδράσεις που αποδίδονται μέσω ενός φακού που είναι κομψός, παρατηρεί, απλοποιεί και είναι αγνός. […]

»Αφήνοντας την έκθεση με τα αντικείμενα του Όζου βρέθηκα στο κοιμητήριο του ναού Engakuzi. Εκεί ένα απλό από μαύρο μάρμαρο ταφικό μνημείο υπομνύει την ζωή αυτού του πέρα από το συνηθισμένο σκηνοθέτη. Δεν υπάρχει όνομα στη ταφόπετρα, ούτε ημερομηνία γέννησης ή θανάτου -μόνο ένας απλός κινέζικος χαρακτήρας, που οι Kazuko και Hayo αναγνώρισαν ως “μου”. Εξήγησαν σε μένα ότι η έννοια του είναι φιλοσοφική και πνευματική, σχεδόν αδύνατο να μεταφραστεί στα Αγγλικά. Με διστακτικότητα μια κατά προσέγγιση ερμηνεία θα ήταν “ο χώρος που υπάρχει ανάμεσα στα πράγματα”. Οι φίλοι μου μού υπέδειξαν, ακολουθώντας την παράδοση, να δείξω τον σεβασμό μου γεμίζοντας μια ξύλινη κουτάλα με νερό και με ευγένεια αδειάζοντας το περιεχόμενο της στην ταφόπλακα. Το έκανα και είδα το καθαρό νερό να κυλά μαλακά πάνω στο γωνιώδες ιδεόγραμμα το χαραγμένο στην επιφάνεια της σκληρής πέτρας. και μετά να απορροφάται από το έδαφος.»

 

 

«Ο Γιασουχίρο Όζου άρχισε να σκηνοθετεί σε ηλικία 24 ετών», έγραψε ο Ηλίας Χουρζαμάνης [3]. Η πρώτη του ταινία ανήκε στο είδος των ιστορικών, αλλά σύντομα στράφηκε στις ταινίες με θέμα τη σύγχρονη ζωή. Το διάστημα 1928 με 1937 γύρισε 35 ταινίες μεγάλου μήκους που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ειδών από σλάπστικ με ήρωες μαθητές (Wakaki Hi – Μέρες της Νιότης, 1929) μέχρι την αστική κωμωδία καταστάσεων (Kekkongaku nyumon – Μια εισαγωγή στο Γάμο, 1930) και την γκανγκστερική ταινία (Hogaraka ni ayume – Περπάτα χαρούμενα, 1930). Ο Όζου έγινε ευρύτατα γνωστός με τρία αριστουργήματα, γυρισμένα όλα το 1933 (Tokyo no onna – Γυναίκα του Τόκυο, Hijosen no onna – Μαχόμενη γυναίκα, και Degigokoro – Ένα καπρίτσιο). Η πρώτη ομιλούσα ταινία του ήταν το Hitori musuko (Ο μοναχογιός, 1936), που ανήκει στο είδος των ταινιών με θέμα τη ζωή των κατωτέρων τάξεων. Μια μητέρα που ακολουθεί τον γιο της στο Τόκυο ανακαλύπτει ότι, παρά τη μόρφωση που του παρείχε με πολύ κόπο για χρόνια, αυτός δεν τα έχει καταφέρει στη ζωή του. όπως και σε άλλες περιπτώσεις στο έργο του Όζου, την ταινία αυτή με το διακριτικό αλλά απελπισμένο τόνο διαδέχτηκε μια ελαφριά σάτιρα της μεγαλοαστικής τάξης, με τίτλο Shuzo wa nani o asuretaka (Τι ξέχασε η κυρία;, 1937).

Ένα πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι η συστηματική άρνηση του Όζου να καταφύγει σε συγκεκριμένες κινηματογραφικές τεχνικές. Ήταν ο τελευταίος σημαντικός σκηνοθέτης που στράφηκε στον ομιλούντα κινηματογράφο. Μείωσε, επίσης, στο ελάχιστο τις κινήσεις της κάμερας, κινηματογραφώντας μόνο από ένα χαμηλό ύψος ανεξάρτητα από το θέμα. Αυτή η τακτική του επέτρεψε να στρέψει την προσοχή του στη σύνθεση του πλάνου, εξισορροπώντας έτσι τη δραματουργική σημασία του ηθοποιού και του περιβάλλοντος με τον καθαρό εικαστικό σχεδιασμό του κάδρου. Το ύφος του Όζου  προσέδιδε μια αίσθηση οικειότητας στις ταινίες του. Οι κωμωδίες του, όπως και των Lubitsch και Loyd, βασίζονται στην αμηχανία των χαρακτήρων και την αποκάλυψη των συναισθημάτων τους, στοιχεία που μπορούν μέσα από ένα συνετά τοποθετημένο γκρο πλάνο μιας έκφρασης ή μιας χειρονομίας του χαρακτήρα. Τα κοινωνικά του δράματα, που παρατηρούν αργά τον κύκλο της ζωής μέσα σε μια αδιάφορη πόλη, αποκτούν μεγαλύτερη ένταση μτ ην παρεμβολή κάποιων αινιγματικών αστικών τοπίων.

Αρκετές ταινίες του Όζου αναμειγνύουν κωμωδία και δράμα με τέτοια μεθοδικότητα, ώστε το ύφος τους εναλλάσσεται μεταξύ του χιουμοριστικού σχολίου και της ποιητικής αφαίρεσης. Η ταινία Umaret wa mita keredo (Γεννήθηκα, αλλά…, 1931), για παράδειγμα, αποτελεί ταυτόχρονα σάτιρα για έναν χαμερπή υπάλληλο, κωμωδία για τα κακομαθημένα παιδιά και νηφάλια μελέτη των απραγματοποίητων ονείρων. Στις ταινίες του, η εικόνα μπορεί ανά πάσα στιγμή να δημιουργήσει ένα χαμηλών τόνων χιουμοριστικό σχόλιο. Η ακρίβεια στην απόδοση μιας ατμόσφαιρας που χαρακτηρίζεται από τη θλίψη για τις χαμένες ευκαιρίες και τη συνειδητοποίηση του επικείμενου χωρισμού ενισχύεται από ένα προσεγμένο κινηματογραφικό ύφος, που χρησιμοποιεί ακόμα και τα πιο βαρετά καθημερινά αντικείμενα ως ευκαιρία για περισυλλογή. Ο ξεχωριστός τρόπος χειρισμού της αφήγησης και της τεχνικής του Όζου επηρέασε σκηνοθέτες όπως ο Γιαμανάκα, ο Σιμίζου κι ο Ναρούζε.

 

 

————————————————————————————————————————-

Πηγές: 1. Γιασουτζίρο Όζου, λήμμα της el.wikipedia.org | 2. Δύο, τρία πράγματα για τον Γιασουτζίρο Όζου, ανακτήθηκε από http://www.cinephilia.gr, 17.2.2025 | 3. Ηλίας Χουρζαμάνης, Όζου, ο ποιητής, ανακτήθηκε από https://cinedogs.gr/, 17.2.2025
Πηγές φωτογραφιών: 1. Γιασουτζίρο Όζου, https://cinedogs.gr | 2. από αγνωστος, http://thumbnail.image.rakuten.co.jp/@0_mall/book/cabinet/6220 /62204269.jpg, Κοινό Κτήμα, 17.2.2025 | 3. 4.5. από Γιασουτζίρο Όζου, https://cinedogs.gr
——–————————————————
Επιμέλεια Λ.Τ.