...
Ο γέγονε… Γέγονε
| Γεγονότα
1867 – Αλάσκα. Το ημερολόγιο έγραφε 30 Μαρτίου 1867, όταν οι Ρώσοι πούλησαν την Αλάσκα στην Αμερική έναντι του ποσού των 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων, μη γνωρίζοντας ότι κάτω από τους πάγους κρύβεται μαύρος χρυσός. Τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης της εποχής κατηγορούσαν την κυβέρνησή τους ότι διασπάθισε το δημόσιο χρήμα για να αγοράσει ένα… παγόβουνο.
Η Αλάσκα μέχρι το 1867 ανήκε στη Ρωσία, χρονιά κατά την οποία πωλήθηκε στις ΗΠΑ, από τον τσάρο Αλέξανδρο Β΄ έναντι του ποσού των 7.200.000 δολαρίων και το 1959 ανακηρύχθηκε ομόσπονδη πολιτεία τους. Η εξερεύνηση της άρχισε το 1741 από τον Βίτους Μπέρινγκ, για λογαριασμό της Ρωσίας. Την συνέχισε το 1778 ο Τζέιμς Κουκ και στις αρχές του 19ου αιώνα αποστολές εξερεύνησαν τις ακτές από τον Ειρηνικό ως τον Βόρειο Παγωμένο ωκεανό.
Η συστηματική εξερεύνηση της Αλάσκας και ο αποικισμός της που ακολούθησε οφείλονται κυρίως στους Σιβηριανούς και Αμερικανούς κυνηγούς, οι οποίοι από το 1784 ίδρυσαν εταιρίες για το κυνήγι ζώων και την πώληση γουναρικών. Οι Ρώσοι ήταν αυτοί που έβαλαν πρώτοι πόδι στην Αλάσκα, στα μέσα του 18ου αιώνα, επωφελούμενοι της γειτνίασής της με τη Σιβηρία, από την οποία χωρίζεται με τον Βερίγγειο Πορθμό. Ασχολήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά με το εμπόριο της γούνας, παραμερίζοντας τους ιθαγενείς Εσκιμώους Ινουίτ. Ο οξύς ανταγωνισμός με τους Γάλλους και Άγγλους εμπόρους μείωσε βαθμιαία το ενδιαφέρον τους για την περιοχή.
Μετά την ήττα των Ρώσων στον Κριμαϊκό Πόλεμο, το 1856, ο τσάρος έψαχνε τρόπους για να την ξεφορτωθεί. Προφανώς, ο φυσικός πλούτος της περιοχής ήταν άγνωστος στον Αλέξανδρο Β’ και την κυβέρνησή του. Η αμερικανική κυβέρνηση δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη, παρότι η χώρα επούλωνε τις πληγές της από τον αιματηρό Εμφύλιο Πόλεμο. Πρόλαβε Ισπανούς και Καναδούς και μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις με τους Ρώσους, αγόρασε την Αλάσκα αντί 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων, στις 30 Μαρτίου 1867.
Η είδηση της εξαγοράς προκάλεσε την αντίδραση του αμερικανικού τύπου, αλλά και μελών του Κογκρέσου. Οι εφημερίδες επιτέθηκαν με δριμύτητα στον υπουργό Εξωτερικών, Ουίλιαμ Σιούαρντ, που πρωτοστάτησε στη συμφωνία. Θεώρησαν παρανοϊκό να ξοδευτούν τόσα πολλά χρήματα για ένα έρημο και απόμακρο μέρος, μονίμως χιονισμένο. Η συμφωνία αγοράς επικυρώθηκε τελικά από το Κογκρέσο στις 9 Απριλίου 1867 και στις 18 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου η Αυτοκρατορική Ρωσία μεταβίβασε την κυριαρχία της Αλάσκας στις ΗΠΑ. Ο χρόνος δικαίωσε πλήρως τον Σιούαρντ. Η Αλάσκα αποδείχθηκε ευλογημένη γη, με απίστευτο φυσικό πλούτο: χρυσό, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ξυλεία και αλιεία.
1870 – Βρετανοί περιηγητές κι ένας ιταλός διπλωμάτης συλλαμβάνονται στο Πικέρμι και κρατούνται ως όμηροι από τη συμμορία των αδελφών Αρβανιτάκη.
Είναι 30 Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή και μια χαρούμενη παρέα από ξένους διπλωμάτες και περιηγητές ξεκινά πρωί πρωί να πάνε στον Μαραθώνα να δούν τον τόπο της γνωστής μάχης. Είναι ο Αγγλος βαρώνος Μουγκάστερ και η λαίδη σύζυγός του , το ζεύγος Λοϋντ με της κόρη τους Μπάρμπαρα, οι γραμματείς της Αγγλικής πρεσβείας Χέμπερτ και της ιταλικής Αλβέρτος Μπόυλ καθώς ο Φρειδερίκος Βίγκνερ , εγγονός του κόμητος Γκρέυ.
Μαζί τους τα υψηλά αυτά πρόσωπα έχουν 4 έφιππους χωροφυλάκους για προστασία από τους ληστές. Πήγαν είδαν θαύμασαν και το απομεσήμερο πήραν τον δρόμο του γυρισμού. Ξάφνου εκεί στις ανηφόρες του Πικερμιού ξεπροβάλουν άγριοι ληστές και γίνεται μια σύντομη μάχη με τους χωροφυλάκους. Δύο χωροφύλακες πέφτουν νεκροί και οι άλλοι παραδίδονται. Οι ληστές 21 πάνοπλα άτομα στο σύνολο, ανήκουν στην φοβερή συμμορία των αδελφών Αρβανιτάκηδων του Χρήστου και του Τάκου. Ηταν ο φόβος και ο τρόμος της Αττικοβοιωτίας . Ολοι τους επικηρυγμένοι για φόνους και ληστείες με το πρωτοπαλίκαρο τον Καταραχία να έχει την μερίδα του λέοντος από φόνους.
Καταλαβαίνουν ότι έπεσαν σε χρυσορυχείο και οδηγούν τους ομήρους σε μια σπηλιά βορειανατολίκά της Πεντέλης. Εκεί απελευθερώνουν τις γυναίκες και τους χωροφυλάκους για να μεταφέρουν το μήνυμα: «25.000 χιλλιάδες χρυσές λίρες και αμνηστία αλλιώς οι λόρδοι θα αφήσουν τα κοκαλάκια τους στο βουνό.» Στο άκουσμα του γεγονότος και των αιτημάτων γίνεται μέγας χαμός στην Αθήνα πασχαλιάτικα . Η κυβέρνηση Ζαϊμη είναι σε δύσκολη θέση για το τί θα κάνει. Ξεκινούν διαπραγματεύσεις με τους ληστές .
1980 – Οι Police εμφανίζονται στο γήπεδο του Σπόρτινγκ, στην πρώτη μεγάλη ροκ συναυλία στην Αθήνα, μετά το επεισοδιακό κοντσέρτο των Rolling Stones τον Απρίλιο του 1967. Συναυλία με πέτρες και ξύλα»! Έτσι περιέγραψαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής το μουσικό ραντεβού των Police στο Σπόρτιγκ μία ημέρα μετά την επεισοδιακή εμφάνισή τους. Τα στενά γύρω από την Πατησίων μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης, όμως ταυτόχρονα άνοιγε ξανά ο «δρόμος» για τις ροκ συναυλίες στην Αθήνα…
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 η Ελλάδα βρισκόταν ακόμη κάτω από το μεταχουντικό σύνδρομο. Τον Απρίλιο του 1967 οι Ρόλινγκ Στόουνς έδωσαν την πρώτη και την τελευταία ροκ συναυλία, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Τα κόκκινα γαρίφαλα με τα οποία έρανε ο Μικ Τζάγκερ τους θεατές έγιναν αφορμή για να διακοπεί η συναυλία στο τρίτο μόλις τραγούδι. Από τότε χρειάστηκε να περάσουν 13 χρόνια για να εμφανιστεί κάποιο μεγάλο ροκ συγκρότημα στην Αθήνα. Η ροκ μουσική όμως ήταν παρούσα σε μεγάλη μερίδα της νεολαίας. Τις ομάδες των «μαλλιάδων», τους πειρατικούς σταθμούς και τα στέκια της πόλης δονούσε ο αγαπημένος ήχος της μουσικής.
Οι αλλαγές ήταν το χαρακτηριστικό της δεκαετίας του ’80 και δεν γίνονταν μόνο σε πολιτικό επίπεδο! Η εμφάνιση των Police άτυπα έδωσε το σύνθημα για το πέρασμα σε μια άλλη εποχή. Και κάτω από τον ήχο τους βρήκαν «στέγη» όσοι ήθελαν να ακολουθήσουν κάτι διαφορετικό ή δεν μπορούσαν να αρκεστούν στο ροκ της εποχής. Ηταν η άλλη πρόταση για τους μέταλ, πανκ, μπλούζμεν, ρόκερ! Κάπως έτσι βίωναν το underground στοιχείο της εποχής: μέσα σε μπαράκια και δισκοπωλεία, όπως το Happening στη Χαριλάου Τρικούπη!
Η είδηση για τη συναυλία των Police στο κλειστό γυμναστήριο του Σπόρτιγκ έδωσε μια ανάσα διεθνούς μουσικής ακτινοβολίας στη μεταπολιτευτική λειψυδρία. Και αυτό οφειλόταν στο καλλιτεχνικό γραφείο του Θεόδωρου Κρίτα που μέχρι τότε δραστηριοποιούνταν με καλλιτέχνες που εμφανίζονταν κυρίως στο Ηρώδειο. Αποφάσισε όμως να φέρει στην Αθήνα κάτι πιο ροκ.
Πολλοί είναι εκείνοι που θα ισχυριστούν ότι οι Police ήταν μια ασφαλής επιλογή, για δύο λόγους: μεγάλη συναυλία ξένου καλλιτέχνη στην Αθήνα είχε να πραγματοποιηθεί από την εμφάνιση των Ρόλινγκ Στόουνς και, φυσικά, ήταν το συγκρότημα που σημείωνε τεράστια εμπορική επιτυχία στους λάτρεις των φρέσκων ήχων – και όχι μόνο! Ετσι, στο απόγειο της επιτυχίας τους και τρία χρόνια προτού διαλυθούν, οι Police δίνουν ραντεβού στο αθηναϊκό κοινό την Κυριακή 30 Μαρτίου 1980 για να τους τραγουδήσουν διά ζώσης το πρόσφατο χιτ τους «Message in a bottle». Το εισιτήριο ιδιαιτέρως τσουχτερό, αφού για να περάσει κάποιος τις πολυπόθητες – για εκείνη τη βραδιά – πύλες του Σπόρτιγκ έπρεπε να καταβάλει 350 δραχμές.
Το κλειστό γυμναστήριο γέμισε ασφυκτικά με όσους είχαν καταφέρει να εξασφαλίσουν το πολυπόθητο χαρτάκι για να ακούσουν τα είδωλά τους. Ομως έξω από τον χώρο που γηπέδου είχαν μαζευτεί κι εκείνοι που δεν μπόρεσαν να βρουν ή να αγοράσουν εισιτήριο. Περίπου 2.000 άτομα διεκδίκησαν την είσοδό τους προσπαθώντας να σπάσουν τις πόρτες. Οι δυνάμεις της Αστυνομίας καταφθάνουν και οι συμπλοκές ξεκινούν. Οι δρόμοι γύρω από την Πατησίων μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης. Οι νεαροί απαντούσαν στις επιθέσεις της Αστυνομίας με μπουκάλια, πέτρες και ξύλα και από τις μάχες προκλήθηκαν ζημιές σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα και στις βιτρίνες καταστημάτων. Οι τραυματισμοί ήταν φυσικό επακόλουθο.
Οι εφημερίδες την επόμενη ημέρα περιγράφουν τις σκηνές των συμπλοκών ως εξής: «Οταν λίγο πριν από τις 9 επενέβησαν τα ΜΑΤ οι συμπλοκές γενικεύτηκαν. Οι νεαροί άρχισαν να πετούν πέτρες. Εβαλαν ένα αυτοκίνητο ως οδόφραγμα, μπροστά από το γυμναστήριο, της λεωφόρο Ιωνίας. Εσπαζαν τα τζάμια των καταστημάτων και των αυτοκινήτων». Οι μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής φιλοξενήθηκαν στις σελίδες του Τύπου: «Οι διαμαρτυρίες μετατράπηκαν σε διαδήλωση. Τα επεισόδια άρχισαν από τη στιγμή που ομάδες διαδηλωτών προσπάθησαν να παραβιάσουν τις πόρτες του γηπέδου. Οι νεαροί έξω από το γήπεδο ήταν πάνω από 2.000. Κατά τις συμπλοκές τραυματίστηκαν ελαφρά ένας αστυφύλακας και αρκετοί από τους διαδηλωτές, αλλά κανείς από τους νεαρούς δεν κατέφυγε στον Σταθμό Α’ Βοηθειών ή σε νοσοκομείο. Δέκα άτομα συνελήφθησαν». Τελικά η συναυλία έληξε με «Police εναντίων… police», τραυματισμούς και συλλήψεις.
Γεννήσεις
1937 – Γουόρεν Μπίτι (αγγλικά: Henry Warren Beatty, 30 Μαρτίου 1937) είναι Αμερικανός ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός ταινιών, βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας για την ταινία του 1981 Οι Κόκκινοι (Reds, 1981).
Στην πολύχρονη καριέρα του ο Μπίτι έλαβε συνολικά 14 υποψηφιότητες για βραβείο Όσκαρ, 4 εκ των οποίων ήταν για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου, ενώ οι υπόλοιπες ήταν για τη σκηνοθεσία, τη συγγραφή σεναρίων και την παραγωγή ταινιών. Έχει επίσης βραβευτεί με 4 Χρυσές Σφαίρες, έχει λάβει το Βραβείο Cecil B. DeMille και βραβείο του Αμερικανικού Ινστιτούτο Κινηματογράφου για την προσφορά του στην έβδομη τέχνη.
Όταν ο Γουόρεν Μπίτι ξεκινούσε την καριέρα του κάνοντας την πρώτη εμφάνιση στην τηλεόραση το 1957 η αδελφή του Σίρλεϊ Μακ Λέιν είχε ήδη λάβει αναγνώριση στο χώρο του κινηματογράφου έχοντας συμμετάσχει στην ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Ποιος σκότωσε τον Χάρι (The Trouble With Harry) το 1955 και στην ταινία που κέρδισε Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας το 1956 την κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Ιούλιου Βερν Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες.
Ο Μπίτι συνέχισε παράλληλα να σπουδάζει δράμα στο Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν, αφήνοντας πίσω του το χώρο του αμερικανικού ποδοσφαίρου στο οποίο είχε διαπρέψει κατά την εφηβεία του. Μετά το πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο αποφάσισε να μεταφερθεί στη Νέα Υόρκη για να συνεχίσει τις σπουδές του στη σχολή της Στέλλα Άντλερ. Εμφανίστηκε σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και το 1960 έλαβε υποψηφιότητα για βραβείο Τόνυ για τη συμμετοχή του στο θεατρικό του Γουίλιαμ Ινγκ A Loss of Roses. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ.
1945 – Έρικ Κλάπτον (αγγλικά: Eric Patrick Clapton, 30 Μαρτίου 1945) είναι Άγγλος κιθαρίστας, συνθέτης και τραγουδιστής της ροκ και της μπλουζ.
Γεννήθηκε στο Ρίπλεϊ (Ripley) της κομητείας του Σάρεϊ στο σπίτι των γονέων της ανύπαντρης μητέρας του, Πατρίσια Μόλλυ Κλάπτον (Patricia Molly Clapton). Πατέρας του ήταν ο Έντουαρντ Ουόλτερ Φράιερ (Edward Walter Fryer), Καναδός στρατιώτης ο οποίος τελικά παντρεύτηκε την Πατρίσια και μετακόμισαν στον Καναδά και αργότερα στη Γερμανία.
Μεγάλωσε με τους γονείς της μητέρας του Rose και Jack Clapp οι οποίοι όμως δεν τον υιοθέτησαν ποτέ επισήμως. Εκείνοι ήταν και αυτοί που αγόρασαν την πρώτη του κιθάρα στα 13α γενέθλιά του.
Στην αρχή δυσκολεύτηκε και την παράτησε για δύο χρόνια. Μετά από 3 χρόνια, στα 16 του ξεκίνησε τη συνεχή ενασχόλησή του με την κιθάρα και την blues μουσική της εποχής που τον είχε έντονα επηρεάσει. Αγαπημένοι του καλλιτέχνες ήταν ο B.B. King, ο Robert Johnson και ο Muddy Waters.
Θάνατοι
1872 – Νικόλαος (Χαλκιόπουλος) Μάντζαρος. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από εύπορη οικογένεια ευγενών γαιοκτημόνων της νήσου, που ιδιοκτησιακά της στοιχεία βρίσκονται σε έγγραφα από τα μέσα του 16ου αιώνα.
Ο πατέρας του, Ιάκωβος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, ήταν έγκριτος νομικός με τίτλους σπουδών από την Ιταλία και ήταν ιππότης που αργότερα προάχθηκε και σε ταξίαρχος του τάγματος των ιπποτών.
Η μητέρα του, Ρεγγίνα Τουρίνη, ποιήτρια και μουσικός, προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια, τους Ζάρα (λίμνη της Δαλματίας).
Λόγω της ευγενικής και πλούσιας καταγωγής του, ο Μάντζαρος πήρε κληρονομικά τον τίτλο του ιππότη. Το πνευματικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο της οικογένειας είχε όλες τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί το ξεχωριστό ταλέντο του Νικολάου.
1992 – Μανώλης Ανδρόνικος Γεννήθηκε στην Προύσα στις 23 Οκτωβρίου 1919. Ο πατέρας του, Λεωνίδας, ήταν από τη Σάμο και η μητέρα του από την Ίμβρο. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένειά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Μπήκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1936, όπου προσωπικότητες όπως αυτή του καθηγητή Κωνσταντίνου Ρωμαίου, του κίνησαν σε πρώτο στάδιο το αρχαιολογικό του ενδιαφέρον. Ενώ ήταν φοιτητής, ο Ανδρόνικος εργάστηκε σαν βοηθός δίπλα στον Ρωμαίο στην ανασκαφή της Βεργίνας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του το 1941, διορίστηκε φιλόλογος σε γυμνάσιο του Διδυμότειχου.
Στη συνέχεια διέφυγε στη Μέση Ανατολή, κατατάχτηκε στον Ελληνικό Στρατό και πήρε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις όπου υπηρέτησε ως λοχίας στο 8ό τάγμα της ΙΙ ταξιαρχίας η οποία εστάλη στην Τρίπολη της Κυρηναϊκής να φυλάει αιχμαλώτους λόγω ότι ήταν «δημοκρατική».
Μετά τον πόλεμο εργάστηκε στη σχολή «Σχοινά» της Θεσσαλονίκης και το 1949 διορίστηκε επιμελητής αρχαιοτήτων στην εφορεία Κεντρικής Μακεδονίας. Το 1952 έγινε καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το διάστημα 1954-1955 μετεκπαιδεύτηκε στην Οξφόρδη, δίπλα στον Σερ Τζον Μπίζλι (Sir John D. Beazley, 1954-1955). Το 1957 εξελέγη υφηγητής της Αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) με τη διατριβή «Λακωνικά ανάγλυφα». Το 1961 εκλέχτηκε έκτακτος καθηγητής της Β΄ έδρας Αρχαιολογίας και το 1964 τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα.
Ήταν παντρεμένος με την Ολυμπία Κακουλίδου (1921-2012), την οποία γνώρισε στη σχολή «Σχοινά». Αγαπούσε ιδιαίτερα τις τέχνες και τα γράμματα. Διάβαζε πολύ και υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου «Η τέχνη». Αγαπούσε την ποίηση του Κωστή Παλαμά, Γιώργου Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη. Σημαντική υπήρξε και η συμβολή του ως ιστορικού τέχνης.
Πραγματοποίησε πολλές ανασκαφικές έρευνες στη Βέροια, τη Νάουσα, το Κιλκίς, τη Χαλκιδική, τη Θεσσαλονίκη, αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο συγκεντρώθηκε στη Βεργίνα. Η Βεργίνα ανεσκάφη πρώτη φορά υπό του L. Heuzey το 1861 και μεταξύ των ανασκαφών υπήρξε και το Ανάκτορο. Ανασκαφές στην περιοχή έγιναν και κατά την περίοδο 1937-1940, από τον Κ. Ρωμαίο, ενώ η ανασκαφική εμπλοκή του Μ. Ανδρονίκου ξεκίνησε το 1949, αρχικά έως το 1960, όπου ειδικά στο Ανάκτορα συνεργάσθηκε με τους Γ. Μπακαλάκη εκ μέρους του ΑΠΘ και Χ. Μακαρονά από πλευράς Εφορίας Αρχαιοτήτων. Μέχρι το 1970, είχαν περατωθεί ουσιαστικά οι ανασκαφές στο Ανάκτορο, και αυτήν περίπου την εποχή ο N. Hammond υποστήριξε το ενδεχόμενο πως ανασκάπτονταν πιθανότατα οι Αρχαίες Αιγές. Με την μεταπολίτευση και συγκεκριμένα το 1976 ο Μ. Ανδρόνικος, άρχισε ν΄ ανασκάπτει την Μεγάλη Τούμπα.