Γέγονε την 19η Ιουλίου


...

Ο γέγονε… Γέγονε|


Γεγονότα

 

1780 – Ο Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, πατέρας του Θεόδωρου, και άλλοι αγωνιστές, αφού πολιορκήθηκαν στη Μάνη από τους Τούρκους, βγαίνουν από τα οχυρά τους και κατακρεουργούνται.

Γεννήθηκε πιθανόν το 1745 και ήταν ένα από τα πέντε παιδιά του Ιωάννη Κολοκοτρώνη. Είχε ανάστημα μέτριο και ήταν μελαμψός και γρήγορος.

Νέος ακόμα ο Κωνσταντής διορίστηκε από τον Χαλήλ μπεη αρματολός της Κορίνθου, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια. Συνδέθηκε στενά με τις πιο ισχυρές οικογένειες του Μοριά, τους Πετιμεζαίους και απέκτησε σημαντική δύναμη. Έφθασε στο σημείο να επηρεάζει αποφασιστικά τους διορισμούς των πασάδων της Πελοποννήσου. Στα τέσσερα χρόνια που βαστούσε το αρματωλίκι της Κορίνθου γεννήθηκε μέσα του το μεγάλο σχέδιο να αποτινάξει τους Τούρκους από την Πελοπόννησο. Έγινε βλάμης με τον περίφημο κλέφτη του Ταϋγέτου τον Παναγιώταρο. Το 1762 άφησε το αρματωλίκι, ανέβηκε στον Ταΰγετο και μαζί με τον Παναγιώταρο έκτισε πύργο στην Καστάνιτσα της Μάνης, και κοντά σ΄ αυτόν δύο χαμόσπιτα. Από εκεί ξεκινούσαν καταστροφικές επιδρομές στους Τούρκους.

Το 1770 τάχθηκε υπέρ του κινήματος των Ορλωφικών και έδειξε ανδρεία στις μάχες που ακολούθησαν μάλιστα δυο από τους αδερφούς του σκοτώθηκαν καθώς και ο πατέρας του που βρήκε σκληρότατο θάνατο από τους Τούρκους. Πολέμησε τους Τούρκους σε όλη την Πελοπόννησο και τους έκανε μεγάλη ζημιά.

Κάποτε παραφύλαξε στην γέφυρα του Μπίρμπαγα στην Κατσάνα και σκότωσε τον Μπεκιάρη, τον πιο γενναίο και πιο αιμοβόρο από τους αρχηγούς των Αρβανιτών, με 36 παλληκάρια του. Μιά άλλη φορά πάλι, κοντά στην Ανδρούσα, ξέκανε άλλον γενναίο οπλαρχηγό Αρβανίτη, τον Βέιζο με 24 παλληκάρια του. Με τις πράξεις του αυτές ενθάρυνε τους Έλληνες να βγουν στα βουνά και να γίνουν πέντε χιλιάδες κλέφτες.

Μετά την αντιμετώπιση των Αλβανών που λυμαίνονταν την Πελοπόννησο ύστερα από τα Ορλωφικά, όπου ο Κολοκοτρώνης με τρεις χιλιάδες παλλικάρια του αντιμετώπισε δώδεκα χιλιάδες Αρβανίτες και τους ξετίναξε, το όνομα του Κολοκοτρώνη ακούστηκε σε όλο τον Ελληνισμό. Τόσο όμως ήταν το μίσος των Τούρκων, που ο Χασάν Τσεζάερλης, παρότι ο Κωνσταντής τον συνέτρεξε αποφασιστικά στην εκστρατεία του κατά των Αρβανιτών, δε του συγχώρεσε ότι δεν τον “προσκύνησε”, ώστε, μαζί με τον μεγάλο δραγουμάνο του στόλου, τον Μαυρογένη μάζεψαν καράβια και δεκατέσσερις χιλιάδες στρατό και ήρθαν στο Γύθειο για να τον πιάσουν.

Ο Κωνσταντής και ο βλάμης του ο Παναγιώταρος πολέμησαν γενναία στην πολιορκία της Καστανίτσας, και ο Παναγιώταρος πιάστηκε ζωντανός και κρεουργήθηκε. Ο Κωνσταντής πληγώθηκε θανάσιμα από μια σπαθιά. Έτσι πληγωμένο θανάσιμα και με πυρετό ετοιμοθάνατο τον βρήκαν εφτά Μπαρδουνιώτες και τον πετσόκοψαν. Πέταξαν το κεφάλι του σε μια τρύπα και το κορμί του στον γκρεμό αναμεσα στα χωριά Άρνα και Κοτσατινα Λακωνίας.Το σώμα του διατηρήθηκε λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών, εντοπίστηκε και ενταφιάστηκε στη Μηλιά της Μάνης, στο συνοικισμό Κυβέλεια, όπου σώζεται ο τάφος του.

 

1870 – Η Γαλλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Πρωσία. Είναι η αρχή μιας μακράς αλυσίδας πολέμων ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία, με έπαθλο τις περιοχές Αλσατίας και Λορένης και επακόλουθο τους παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα.

Ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος (Ιούλιος 1870 – Μάιος 1871) ήταν ένοπλη σύγκρουση της δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας υπό τον Ναπολέοντα ΙΑ’ με τον σύνδεσμο γερμανικών κρατών υπό την ηγεσία της Πρωσίας. Αφορμή στάθηκε η διαφωνία της Γαλλίας στην ανακήρυξη του Γερμανού πρίγκιπα Λεοπόλδου των Χοεντσόλερν σε υποψήφιο βασιλιά της Ισπανίας.

Οι Γάλλοι ηττήθηκαν στην μάχη του Σεντάν (Sedan) στη Βορειοανατολική Γαλλία την 1η Σεπτεμβρίου 1870. Την επομένη, 2 Σεπτεμβρίου 1870, ο αυτοκράτορας της Γαλλίας Ναπολέων Γ΄ μαζί με 100.000 στρατιώτες αιχμαλωτίστηκαν και η αυτοκρατορία κατέρρευσε. Ωστόσο η Γαλλία συνέχισε τον πόλεμο μέχρι την μάχη του Μετς (Metz) στη Βορειοανατολική Γαλλία όπου 180.000 Γάλλοι αιχμαλωτίστηκαν και υπογράφηκε η συνθηκολόγηση τον Φεβρουάριο του 1871 μεταξύ του Γάλλου πρωθυπουργού Αντόλφ Τιέρ (Adolphe Thiers, 1797–1877) και του πρωθυπουργού της Πρωσίας και αργότερα Καγκελάριου Όττο Φον Μπίσμαρκ (Otto von Bismarck, 1815–1895). Η Συνθήκη επέβαλε στην Γαλλία την καταβολή ενός ή δύο δισεκατομμυρίων φράγκων ως πολεμική αποζημίωση καθώς και την προσάρτηση της Αλσατίας και της Λωρραίνης στη Γερμανία.

Ωστόσο η εθνοφρουρά και οι εργάτες του Παρισιού αντέδρασαν, παρά το γεγονός ότι ήταν υπό πολιορκία από τους Γερμανούς από τον Σεπτέμβριο του 1870 έως τον Ιανουάριο του 1871, και τον Μάρτιο του 1871 κατέλαβαν το Παρίσι δημιουργώντας την Παρισινή Κομμούνα, η οποία κατεστάλη βίαια από τα γαλλικά στρατεύματα, που παρέμειναν πιστά στον Τιέρ, με την υποστήριξη των Πρώσων.

 

1974 – Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος μεταβαίνει από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη και μιλά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, καταγγέλλοντας το στρατιωτικό καθεστώς της Αθήνας για παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η ομιλία ολοκληρώθηκε γύρω στις 16.30 ώρα Νέας Υόρκης, δηλαδή 00.30 Κύπρου, 20 Ιουλίου (υπήρχε τότε διαφορά 8 ωρών). Εκείνη την ώρα τα αποβατικά σκάφη των Τούρκων ήταν ήδη εν πλω προς το Πέντε Μίλι της Κερύνειας όπου έμελλε να γίνει η απόβαση στις 4.30 το πρωί. Επομένως, ό,τι και να λέχθηκε από τον Μακάριο στο ΣΑ δεν θα μπορούσε να ήταν ποτέ δυνατό να απετέλεσε το έναυσμα της Τούρκικης εισβολής.

Κι όμως συντηρείται, ακόμα μέχρι σήμερα, η θεωρία ότι «ο Μακάριος έφερε τους Τούρκους στη Κύπρο» προφανώς από απληροφόρητους ή από πραξικοπηματίες και τις παραφυάδες τους για να μεταθέσουν την ευθύνη τους για την κυπριακή τραγωδία στους ώμους άλλων.

Κάποιοι άλλοι διατυπώνουν την άποψη ότι ο Μακάριος, με το να ισχυριστεί ότι αυτό που συνέβη στις 15 Ιουλίου 1974 ήταν ελληνική εισβολή κι όχι πραξικόπημα, δικαίωσε νομικά τη Τουρκία που εισέβαλε. Εν πρώτοις, πρέπει να διασαφηνισθεί ότι αυτό που έγινε εκείνη την ημέρα ήταν όντως εισβολή από την χουντοκρατούμενη Ελλάδα. Δεν ήταν μια κλασσική εισβολή αφού η εισβάλλουσα χώρα α) είχε στρατό στη Κύπρο (την ΕΛΔΥΚ) και β) αξιωματικοί της ήταν επικεφαλής της Εθνοφρουράς την οποία ήλεγχαν πλήρως. Επομένως την αποφράδα εκείνη μέρα η Ελλάδα, χρησιμοποιώντας την ΕΛΔΥΚ και την Εθνοφρουρά, ανέτρεψε την νόμιμη κυβέρνηση και την αντικατέστησε με μια κυβέρνηση-μαριονέτα.

Τα ξένα ΜΜΕ και όλες οι κυβερνήσεις ήταν ενήμεροι των εξελίξεων στη Κύπρο στις 15 Ιουλίου και έκριναν ότι ήταν εισβολή, που υποδήλωνε ξένη επέμβαση, κάτι που εμείς αρνιόμασταν. Άρα, όταν ο Μακάριος μίλησε για εισβολή στο Συμβούλιο Ασφαλείας στις 19/07/1974 δεν πρωτοτύπησε. Αυτά που είπε δεν ήταν αποκάλυψη σε κανένα διότι τα γνώριζαν. Επί λέξει είπε: «Πρόκειται σαφώς για εισβολή εκ των έξω, μαζί με κατάφωρη παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Δημοκρατίας της Κύπρου. Το λεγόμενο πραξικόπημα είναι δημιούργημα των Ελλήνων αξιωματικών, που αποτελούν και διοικούν την εθνοφρουρά». Μ’ άλλα λόγια, αυτά που είπε ήταν 100% αληθή. Η δε αναφορά του ότι η ελληνική εισβολή θα επηρέαζε όλους τους κατοίκους συμπεριλαμβανομένων και των Τουρκοκυπρίων (που είναι αυτονόητο) δεν σήμαινε ότι καλούσε την Τουρκία να επέμβει.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυτή η αναφορά per se δεν δίνει το νομικό δικαίωμα σε κανένα κράτος να επέμβει. Η Τουρκία εισέβαλε επειδή πρώτα η Ελλάδα εισέβαλε και ουδέποτε ανέφερε επίσημα την ομιλία του Μακαρίου για να δικαιολογήσει την εισβολή της. Άλλωστε πώς μπορεί να ήταν αλλιώς όταν ο Μακάριος στην ομιλία του δεν κάνει οιαδήποτε νύξη προς τις εγγυήτριες δυνάμεις για να επέμβουν; Ο ισχυρισμός, λοιπόν, ότι ο Μακάριος κάλεσε την Τουρκία να επέμβει ή είναι αποκύημα φαντασίας αδαών, ή εκδήλωση ευσεβούς πόθου κάποιων ένοχων ή αντι-Μακαριακό μένος από κεκτημένη ταχύτητα.

 

1989 – Η Βουλή αποφασίζει την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου, του Μένιου Κουτσόγιωργα, του Γιώργου Πέτσου, του Δημήτρη Τσοβόλα και του Παναγιώτη Ρουμελιώτη στην Ειδική Ανακριτική Επιτροπή για το σκάνδαλο των ΔΕΚΟ, που κατέθεσαν τα χρήματά τους στην Τράπεζα Κρήτης.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου  κατηγορήθηκε για ηθική αυτουργία και παθητική δωροδοκία στην  ”υπόθεση Πάμπερς”, αφού σύμφωνα με μαρτυρίες ο Κοσκωτάς έστελνε χρήματα μέσα σε κουτιά από πάνες.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου, παραδέχτηκε τους λάθος χειρισμούς της κυβέρνησης του, δεν αποδέχτηκε το κατηγορητήριο και αρνήθηκε να εμφανιστεί στο δικαστήριο και αθωώθηκε με την οριακή πλειοψηφία των 7–6 ψήφων.

Ο τότε υπουργός εθνικής οικονομίας Παναγιώτης Ρουμελιώτης, χρησιμοποίησε την ασυλία του ευρωβουλευτή, ο Μένιος Κουτσόγιωργας πέθανε μέσα στο ειδικό δικαστήριο, ο Δημήτρης Τσοβόλας αντιμετώπισε ποινή 2,5 ετών εξαγοράσιμη, ενώ στον Γιώργο Πέτσο επιβλήθηκε δεκάμηνη ποινή φυλάκισης.

 

Γεννήσεις

 

1834 – Εντγκάρ Ντεγκά. Ηταν Γάλλος ζωγράφος, γλύπτης και χαράκτης, από τους σημαντικότερους του 19ου αι. Θεωρείται από τους θεμελιωτές του ιμπρεσιονισμού, μολονότι ο ίδιος απέρριπτε τον όρο και προτιμούσε να αποκαλείται ρεαλιστής.

Ήταν σπουδαίος σχεδιαστής και δεξιοτέχνης στην απόδοση της κίνησης, όπως φαίνεται στους πίνακές του με θέματα τον χορό (περισσότερα από τα μισά έργα του απεικονίζουν χορεύτριες), τις ιπποδρομίες και τα γυναικεία γυμνά. Οι προσωπογραφίες του είναι αξιοπρόσεκτες για την απόδοση του σύνθετου ψυχισμού του εικονιζομένου και της ανθρώπινης απομόνωσης. Γεννήθηκε στο Παρίσι, γιος του τραπεζίτη Ωγκύστ και της Σελεστίν.

Στα 21 του, μετά από ολιγόχρονες σπουδές νομικής, μπήκε στη Σχολή Καλών Τεχνών και πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Λουί Λαμότ, παλαιό μαθητή του Ενγκρ. Ένα χρόνο μετά γνώρισε τον ίδιο τον Ενγκρ και την επόμενη χρονιά, πήγε στην Ιταλία για να μελετήσει ζωγράφους της Αναγέννησης. Επισκέφτηκε τη Φλωρεντία, την Ασσίζη, τη Νάπολη και τη Ρώμη.

Το 1859 επέστρεψε στο Παρίσι και άνοιξε ατελιέ. Τρία χρόνια μετά γνώρισε τον Εντουάρ Μανέ, και επηρεασμένος εντάχθηκε στον ιμπρεσσιονισμό. Το 1870 ξέσπασε ο Γαλλοπρωσικός Πόλεμος και επιστρατεύτηκε για να υπηρετήσει στο πυροβολικό, όπου άρχισε να εμφανίζει πρόβλημα όρασης. Δύο χρόνια μετά ταξίδευσε στη Νέα Ορλεάνη για να επισκεφθεί συγγενείς και επέστρεψε μετά από ένα χρόνο. Το 1874 πέθανε ο πατέρας του, αφήνοντάς του πολλά χρέη, κι έτσι αναγκάστηκε να πωλήσει μεγάλο μέρος απ’ τη συλλογή του.

 

Θάνατοι

 

1969 – Στρατής Μυριβήλης (πραγματικό ονοματεπώνυμο: Ευστράτιος Σταματόπουλος) ήταν Έλληνας συγγραφέας, από τους σημαντικότερους πεζογράφους της Γενιάς του ’30. Μέτριος μαθητής, στο δημοτικό αποφοιτά το 1909 από το Γυμνάσιο Μυτιλήνης. Από τα μαθητικά του χρόνια έρχεται σε επαφή με σημαντικά κείμενα του δημοτικισμού, που διαμορφώνουν τη λογοτεχνική και γλωσσική του συνείδηση.

Κείμενά του δημοσιεύονται ήδη σε περιοδικά της Σμύρνης και της Μυτιλήνης. Το 1912 τον βρίσκουμε να φοιτά στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, εργαζόμενος συγχρόνως ως δημοσιογράφος. Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς διακόπτει τις σπουδές του και κατατάσσεται ως εθελοντής στο στρατό. Λαμβάνει μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, τραυματίζεται στη μάχη του Κιλκίς το 1913 και επιστρέφει στην Αθήνα.

Η Λέσβος είναι ήδη απελευθερωμένη από τον τουρκικό ζυγό και ο Μυριβήλης αποφασίζει να επιστρέψει στα πάτρια εδάφη, όπου εργάζεται ως δημοσιογράφος. Το 1915 κυκλοφορεί το πρώτο βιβλίο του, τη συλλογή διηγημάτων «Κόκκινες Ιστορίες».

Το 1917, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στρατεύεται εκ νέου και λαμβάνει μέρος στις επιχειρήσεις στη Μακεδονία. Εκεί αρχίζει να γράφει το αριστούργημά του «Η Ζωή εν Τάφω». Το 1920 παντρεύεται την προσφυγοπούλα Ελένη Δημητρίου και αποκτούν τρία παιδιά. Λαμβάνει μέρος και στη Μικρασιατική Εκστρατεία και μετά την καταστροφή επιστρέφει δια μέσου Θράκης στη Μυτιλήνη. Θα παραμείνει στο νησί ως το 1932, οπότε επιστρέφει στην Αθήνα. Κύρια επαγγελματική του απασχόληση όλο αυτό το διάστημα παραμένει η δημοσιογραφία.

Ο Στράτης Μυριβήλης τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας το 1949 και προτάθηκε τρεις φορές για το Νόμπελ. Η αγάπη για τη ζωή, για τον άνθρωπο και το φυσικό του περιβάλλον θα παραμείνει ο συνεκτικός ιστός της σκέψης του και ολόκληρου του έργου του. Η αντιπολεμική θεματολογία, το λυρικό και ποιητικό ύφος, η καλοδουλεμένη γλώσσα ενός μεγάλου τεχνίτη του λόγου, κατατάσσουν τον Μυριβήλη ανάμεσα στους μεγάλους συγγραφείς μας. Πέθανε στις 19 Ιουλίου 1969, έπειτα από μακροχρόνια ασθένεια, σε ηλικία 78 ετών. Τα βιβλία του Στράτη Μυριβήλη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «ΕΣΤΙΑ».

 

————————————————————————
Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia