Ελύτης | Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο


.

Ο Ελύτης στο Αγρίνιο

– Επιμέλεια: Λ. Τηλιγάδας –


«Τελικά στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε»

Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο
πυροβολήθηκε οχτώ φορές από τα «στούκας»

«…στο υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες»

Η συμμετοχή του Ελύτη στον ελληνοϊταλικό πόλεμο το χειμώνα του 1940-41 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ποιητική και ιδεολογική του διαμόρφωση και σήμανε την αρχή μιας νέας περιόδου στην πνευματική του πορεία. Η εμπειρία του πολέμου ώθησε το νομπελίστα ποιητή να στραφεί πιο άμεσα προς την ιστορία και το συλλογικό αίσθημα στο έργο του. Όπως σημειώνει ο ίδιος στην «Αυτοπροσωπογραφία» του: «Η Αλβανία, για τη σωματική μου υπόσταση ήταν μια περιπέτεια αβάσταχτη, αλλά για την ψυχική μου, όμως, ιστορία, μια τομή βαθιά. (…) έγινε αιτία ο πόλεμος να συνειδητοποιήσω τι είναι ο αγώνας, ο ομαδικός πλέον και όχι ο προσωπικός. Θέλω να πω τι σημαίνει να μάχεσαι ενταγμένος σε μια ομάδα, που έχει ορισμένα ιδανικά, και να μάχεσαι κι εσύ γι’ αυτά».

Το 1965 ο Οδυσσέας Ελύτης έδωσε μία συνέντευξη στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική», η οποία είδε το φως της δημοσιότητας κάτω από τον τίτλο «Έζησα το θαύμα της Αλβανίας». Σ’ αυτή τη συνέντευξή του έκανε αναφορά και στην τριήμερη παραμονή του στο Αγρίνιο και πιο συγκεκριμένα «στο υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες»

«Προσωπικά εσείς», τον ρώτησε ο συνομιλητής του, «ως έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα;»

«Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας; Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στο πρόσωπο των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν’ αναδύσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από πολύ κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου.

Στο μέτωπο, αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε, όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήτανε μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με ζώο σε βατόδρομο και να διακομισθώ στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων. Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχανε αποφασίσει αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου. Θυμάμαι, ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στο μικρό θάλαμο των ετοιμοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο. Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια.

Έτσι πέρασα όλες τις τρομερές πρώτες μέρες της γερμανικής επιθέσεως. Κατάμονος, σ’ έναν έρημο θάλαμο, και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία. Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλυτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το Νοσοκομείο. Με βάλανε όπως-όπως σ’ ένα φορείο, που το χώσανε σ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο.

Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο πυροβολήθηκε οχτώ φορές από τα «στούκας». Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατον να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή. Τελικά στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλα, εθελοντής νοσοκόμος με άλλη αποστολή, με βοήθησε και μ’ έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες (…) Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την Επιστήμη, θα έπρεπε με την πρώτη παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω (…) αν «έζησα το θαύμα» σώθηκα και από ένα θαύμα.».

 

Φωτογραφία:
——————————————————————————————————-
Η μνήμη είναι μια δυνατότητα για να διευρύνουμε το μέλλον
και όχι για  να το συρρικνώσουμε στο ήδη ξεπερασμένο παρελθόν