.
Diego María de la Rivera
Μπορεί το πιο γνωστό κομμάτι της ζωής του Ντιέγκο Ριβέρα να ήταν ο γάμος του με τη Φρίντα Κάλο,
όμως η κληρονομιά του έργου που άφησε είναι μέχρι σήμερα ανεκτίμητη
κρατώντας ζωντανή την ιστορία της χώρας του και τους προβληματισμούς της εποχής του
– Επιμέλεια: Λ. Τηλιγάδας –
Γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1886, στο Γκουαναχουάτο του Μεξικού
Ο ζωγράφος του Μεξικού
Πέθανε στις 24 Νοεμβρίου 1957 στην πόλη του Μεξικού
Ο Ντιέγκο Ριβέρα (πλήρες όνομα: Diego María de la Concepción Juan Nepomuceno Estanislao de la Rivera y Barrientos Acosta y Rodríguez, 8 Δεκεμβρίου 1886 – 24 Νοεμβρίου 1957) ήταν Μεξικανός ζωγράφος, που έγινε γνωστός κυρίως για τις μεγάλες τοιχογραφίες του, σε δημόσια κτίρια στο Μεξικό αλλά και σε κτίρια στις Η.Π.Α., στις οποίες απεικονίζονται η ιστορία και η κοινωνία του Μεξικού, όσο και γενικότερα κοινωνικά θέματα. Υπήρξε κομμουνιστής και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Μεξικού.
Μια κυβερνητική υποτροφία επέτρεψε στον Ριβέρα να σπουδάσει τέχνη στην Ακαδημία του Σαν Κάρλος στην Πόλη του Μεξικού από την ηλικία των 10 ετών και μια υποτροφία από τον κυβερνήτη της Βερακρούς του επέτρεψε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ευρώπη το 1907. Σπούδασε στην Ισπανία και το 1909 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι , όπου έγινε φίλος του Πάμπλο Πικάσο , του Ζωρζ Μπρακ και άλλους κορυφαίους ζωγράφους. Περίπου το 1917 εγκατέλειψε το κυβιστικό στυλ στο δικό του έργο και πλησίασε πιο κοντά στον μετα-ιμπρεσιονισμό του Πωλ Σεζάν , υιοθετώντας μια οπτική γλώσσα απλουστευμένων μορφών και τολμηρών χρωματικών περιοχών.
Ο Ριβέρα επέστρεψε στο Μεξικό το 1921 μετά από συνάντησή του με τον άλλο Μεξικανό ζωγράφο Ντέιβιντ Αλφάρο Σικέιρος. Και οι δύο προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια νέα εθνική τέχνη με επαναστατικά θέματα που θα διακοσμούσε δημόσια κτίρια στον απόηχο της Μεξικανικής Επανάστασης .
Επιστρέφοντας στο Μεξικό, ο Ριβέρα ζωγράφισε την πρώτη του σημαντική τοιχογραφία για το Bolívar Auditorium του Εθνικού Προπαρασκευαστικού Σχολείου στην Πόλη του Μεξικού. Το 1923 άρχισε να ζωγραφίζει τους τοίχους του κτιρίου του Υπουργείου Δημόσιας Παιδείας στην Πόλη του Μεξικού, δουλεύοντας στην τοιχογραφία και ολοκλήρωσε την αποστολή το 1930. Αυτές οι τεράστιες τοιχογραφίες, που απεικονίζουν τη μεξικανική γεωργία, τη βιομηχανία και τον πολιτισμό , αντανακλούν ένα πραγματικά εγγενές θέμα και σηματοδοτούν εμφάνιση του ώριμου στυλ του Ριβέρα. Ο Ριβέρα ορίζει τις συμπαγείς, κάπως στυλιζαρισμένες ανθρώπινες φιγούρες του με ακριβή περιγράμματα και όχι με εσωτερική μοντελοποίηση. Οι πεπλατυσμένες, απλοποιημένες φιγούρες τοποθετούνται σε πολυσύχναστους, ρηχούς χώρους και ζωντανεύουν με πολύ έντονα χρώματα. Οι Ινδιάνοι, οι αγρότες, οι κατακτητές και οι εργάτες εργοστασίων που απεικονίζονται συνδυάζουν τη μνημειακότητα της φόρμας με μια διάθεση που είναι λυρική και μερικές φορές ελεγειακή.
Το επόμενο σημαντικό έργο του Ριβέρα ήταν ένας κύκλος νωπογραφίας σε ένα πρώην παρεκκλήσι σε αυτό που σήμερα είναι η Εθνική Σχολή Γεωργίας στο Τσαπίνγκο (1926–27). Οι τοιχογραφίες του εκεί αντιπαραβάλλουν σκηνές φυσικής γονιμότητας και αρμονίας μεταξύ των Ινδιάνων της προ-Κολομβίας με σκηνές της υποδούλωσης και της θηριωδίας των Ισπανών κατακτητών. Οι τοιχογραφίες του Ριβέρα στο Παλάτι Κορτές στην Κουερναβάκα (1930) και στο Εθνικό Παλάτι στην Πόλη του Μεξικού (1930–35) απεικονίζουν διάφορες πτυχές της μεξικανικής ιστορίας με ένα πιο διδακτικό αφηγηματικό στυλ.
Ο Ριβέρα βρέθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1930 έως το 1934, όπου ζωγράφισε τοιχογραφίες για τη Σχολή Καλών Τεχνών της Καλιφόρνια. Επίσης έργα του βρίσκονται στο Σαν Φρανσίσκο (1931), στο Ινστιτούτο Τεχνών του Ντιτρόιτ (1932) και στο Κέντρο Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη (1933).
Η τοιχογραφία Crossroads που βρίσκεται στο Rockefeller Center καταστράφηκε επειδή προσέβαλε τους χορηγούς για το λόγο ότι σ΄αυτή βρισκόνταν και η φιγούρα του Βλαντιμίρ Λένιν. Αργότερα αυτή την τοιχογραφία ο Ριβέρα την έφτιαξε ξανα στο Παλάτι των Καλών Τεχνών, στην Πόλη του Μεξικού.
Η πιο φιλόδοξη και γιγαντιαία τοιχογραφία του, ήταν ένα έπος στην ιστορία του Μεξικού για το Εθνικό Παλάτι, στην Πόλη του Μεξικού, η οποία όμως παρέμεινε ημιτελής λόγω του θανάτου του. Η αυτοβιογραφία του Ριβέρα, Η Τέχνη μου, η Ζωή μου , δημοσιεύτηκε μετά θάνατον το 1960.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα είναι ο σημαντικότερος τοιχογράφος του Μεξικού και ένας μεγάλος καλλιτέχνης του 20ού αιώνα, διατύπωσε μια επαναστατική αντίληψη για την Αμερική όταν εμπνεύστηκε το μνημειώδες έργο «Ο γάμος της καλλιτεχνικής έκφρασης του Βορρά και του Νότου σε αυτή την ήπειρο», μια τοιχογραφία μήκους 74 και ύψους 22 μέτρων που ζωγράφισε, ζωντανά μπροστά σε κοινό, για τη Διεθνή Έκθεση Golden Gate του Σαν Φρανσίσκο το 1940.
Γνωστή και ως «Παναμερικανική Ενότητα», η τοιχογραφία απεικονίζει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Αμερικής μέσα από ήρωες όπως ο Σιμόν Μπολιβάρ, ο Σάμιουελ Μορς και η ηθοποιός Πολέτ Γκόνταρ, και ήταν η ευκαιρία να διακηρύξει ο Ριβέρα την αντίληψή του για την ένωση της γενέτειράς του και των ΗΠΑ.
Χρησιμοποιώντας απλουστευμένες μορφές, με στρογγυλεμένα σχήματα που μερικές φορές περιορίζονται σχεδόν σε περιγράμματα, και επιλέγοντας συχνά γήινα χρώματα, απεικόνιζε την καθημερινή ζωή, την εργασία, τις γιορτές και τις τελετουργίες των ιθαγενών και των μεστίζο με έργα απλά και ευαίσθητα. Σε πιο περίπλοκα έργα, όπως η «Αγορά» (1923-24), μια τοιχογραφία στην Πόλη του Μεξικού που σφύζει από πωλητές, αγοραστές και θεατές, ανακάλεσε την κυβιστική του περίοδο στο Παρίσι, ενώνοντας ελαφρώς διαφορετικές οπτικές γωνίες σε μια ενιαία εικόνα. Τότε κατοχύρωσε το ενδιαφέρον του για την αλληγορία, τη λαϊκή κουλτούρα, την οικογένεια, την εργασία και την προλεταριακή επανάσταση, θέματα που θα αποτελέσουν το επίκεντρο των διάσημων τοιχογραφιών του στο Σαν Φρανσίσκο, το Ντιτρόιτ και τη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και που θα αντηχούν στους πίνακες και τα σχέδιά του μέχρι τη δεκαετία του 1940.
Πηγές: bovary.gr, lifo.gr, britannica.com,
———————————————————————————————
«Εσύ κι εγώ είμαστε ιερόσυλοι για τους θρησκόληπτους,
χυδαίοι για τους ηθικολόγους, ανατρεπτικοί για τους καπιταλιστές
και πουλημένοι στους καπιταλιστές για τους κομμουνιστές…
Είμαστε μόνοι Ντιέγκο. Ολομόναχοι.»
[Φρίντα Καλό (Από το βιβλίο «¡Viva la vida!» του Pino Cacucci)]