Θα μου πείτε, μικρό ή μεγάλο,
έχει νόημα να μιλάμε για κόστος
ή τιμή της ανθρώπινης ζωής;
- του Χρήστου Λάσκου
Βάσει των ανακοινώσεων της κυβέρνησης, μετά το έγκλημα των Τεμπών, η ανθρώπινη ζωή τιμάται περίπου όσο ο διορισμός στο Δημόσιο ή η ισόβια σύνταξη στους πρωτοβάθμιους συγγενείς. Μερικές εκατοντάδες χιλιάδες, δηλαδή. Μην πιστέψετε, βέβαια, πως πρόκειται για «πάγιες κοστολογήσεις» (είναι σωστότερο να μιλάμε για κόστος, παρά για τιμή, στο μέτρο που για το κράτος είμαστε κόστος, αφού αποζημιώνει!). Είναι υπό την πίεση των περιστάσεων και της διαχείρισης του πολιτικού κόστους, που ο Μητσοτάκης εμφανίζεται γαλαντόμος (!)
Χαρακτηριστικό της αθλιότητας των κυβερνητικών κύκλων είναι ότι, πριν από λίγες μέρες έγινε γνωστό πως το κράτος άσκησε έφεση σε μια από τις πρώτες δικαστικές αποφάσεις αποζημιώσεων, σχετικά με το Μάτι. Επιδικάστηκε ποσό 300.000 ευρώ σε συγγενείς 77χρονης γυναίκας, που απανθρακώθηκε στην τρομακτική πυρκαγιά του 2018. Το κράτος εφεσιέβαλε την απόφαση ισχυριζόμενο ότι η ίδια η παθούσα είχε ευθύνη για τον τραγικό θάνατό της. Στο δικόγραφο του Δημοσίου σημειώνεται: το κακό έγινε «λόγω της ενέργειας της ίδιας της θανούσας να αποχωρήσει αυτοβούλως, πεζή, από την οικία της, που, εν τέλει, παρέμεινε αλώβητη από την πυρκαγιά, οπότε εάν αυτή είχε παραμείνει εκεί, θα ήταν ασφαλής»(!). Αυτό είναι το πραγματικό κράτος κι όχι το σημερινό «γενναιόδωρο».
Οι «πάγιες κοστολογήσεις», λοιπόν, την προηγούμενη δεκαετία, είχαν υπολογιστεί σε 25.000, έως το πολύ 150.000, για τον θάνατο ενός ανθρώπου. Φυσικά, κι εδώ ακόμη, είμαστε, ως χώρα, επιπλέον, θλιβεροί έως μακάβριοι. Το αντίστοιχο ποσό, για τον ΟΗΕ είναι 3.000.000 ευρώ, ενώ για την ΕΕ 500.000 – αν και, σε πρόσφατες περιπτώσεις, στη Βρετανία, π.χ., θεωρήθηκαν αρκετές μερικές χιλιάδες λίρες.
Θα μου πείτε, μικρό ή μεγάλο, έχει νόημα να μιλάμε για κόστος ή τιμή της ανθρώπινης ζωής; Προφανώς και όχι. Και δεν είναι μόνο ηθικό το ζήτημα. Στην πραγματικότητα, μια καλή κοινωνία θα φρόντιζε όλα της τα μέλη να ζουν μια αξιοπρεπή ζωή, ώστε οι προσβλητικές αποτιμήσεις να μην έχουν καμιά θέση. Η καθολικότητα της αξιοπρέπειας δεν θα επέτρεπε την χρήση ενός αγοραίου λογιστικού φύλλου για τους απαράδεκτους υπολογισμούς-συμψηφισμούς. Η μη αναγώγιμη υπαρξιακή διάσταση της ανθρώπινης ζωής θα προφυλάσσονταν, όπως της αξίζει.
Όμως, ζούμε σε κοινωνία «ελεύθερης» αγοράς. Όλα, λοιπόν, θα πρέπει να ρυθμίζονται από αυτήν -μάλλον, να απορρυθμίζονται, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα.
Αντιγράφω, από κείμενο ειδικών (sic) στην τιμολόγηση της ζωής:
«Πώς μπορεί να ορισθεί μια τιμή για έναν άνθρωπο; Αυτή είναι μια ερώτηση που πολλοί άνθρωποι θέτουν οι ίδιοι και η οποία εγείρει πολλά ηθικά ταμπού. Πρέπει ένας άνθρωπος να εξομοιωθεί με ένα εμπόρευμα; Στην πραγματικότητα, ναι. Η ανθρώπινη ζωή έχει μια οικονομική αξία. Μπορεί να αξιολογηθεί με νομισματικούς όρους. Η αξία αυτή χρησιμοποιείται σε ευρεία κλίμακα από τις δημόσιες αρχές, ιδίως στους τομείς της οδικής ασφάλειας και της υγείας. Για παράδειγμα, οι αρχές λαμβάνουν υπόψη την αξία μιας ζωής όταν αποφασίζουν να εγκαταστήσουν ένα φανάρι ή έναν κυκλικό κόμβο. Αυτές οι ενέργειες συνεισφέρουν στη σωτηρία ζωών και κάνουν την κοινωνία να χάσει λιγότερα χρήματα. Πρόκειται για την εκτίμηση των δαπανών επένδυσης πάνω στον κίνδυνο θανάτου».
Καταλάβατε; Είναι ο τρόπος που τα ορθόδοξα economics και οι πολιτικοί οπαδοί τους αντιλαμβάνονται τα πράγματα.
Στη συνέχεια, παρουσιάζονται «τρεις μέθοδοι για τον προσδιορισμό μιας τιμής στη ζωή». Δεν θα τους παραθέσω, από σεβασμό όχι στα «ηθικά ταμπού», αλλά στη στοιχειώδη νοημοσύνη.
Θα σχολιάσω, μόνο, κάποιες διαστάσεις αυτής της οικονομολογίας της ζωής και του θανάτου.
Πρώτον, όλες οι ζωές δεν τιμώνται το ίδιο, αφού δεν κοστίζουν το ίδιο. Άλλη τιμή έχει ο απόφοιτος του δημοτικού, άλλη ο πτυχιούχος, άλλη ο διδάκτορας. Το ίδιο και με τα επαγγέλματα: άλλο ο τσέο -πάνω από όλους-, άλλο ο γιατρός, άλλο ο μπογιατζής. Η διαφορά βρίσκεται στο ανθρώπινο κεφάλαιο (μπρρρ!) του καθενός. Δεν μπορεί, λοιπόν, η τιμή να είναι η ίδια. Είναι σα να λέμε ότι ένα βιολογικό κοτόπουλο έχει την ίδια τιμή με ένα βιομηχανικής παραγωγής. Απλώς, δεν γίνεται.
Από την άλλη, «από στατιστική άποψη, η αξία μιας ανθρώπινης ζωής μπορεί να εκτιμηθεί με νομισματικούς όρους (πρόληψη κινδύνων, ασφάλιση, κλπ.) δια μέσου του οριακού κόστους των μέτρων πρόληψης». Όσο μεγαλύτερο το οριακό κόστος πρόληψης, άρα και το αντίστοιχο κόστος ασφάλισης, τόσο μεγαλύτερη η αξία της ζωής. Εδώ έχουμε χρήση της οριακής θεωρίας, που αποτελεί τη βάση των σύγχρονων economics. Μάλιστα, το 2005, το βραβείο Νόμπελ απονεμήθηκε στους πρωτοπόρους της θεωρίας, Jacques Dreze και Thomas Schelling. Δεν είναι φανερό πως οι πλούσιοι πληρώνοντας, απλησίαστα για τους κοινούς ανθρώπους, ασφάλιστρα, αξίζουν και περισσότερο; Η οικονομική τιμή τους είναι εκατονταπλάσια, τουλάχιστον.
Να και η νομική περιγραφή που αφορά ειδικά τα τρένα: «Στα ανώτατα όρια κάλυψης της αστικής ευθύνης της σιδηροδρομικής επιχείρησης για κάθε ατύχημα περιλαμβάνονται το κεφάλαιο, οι τόκοι, τα δικαστικά έξοδα, τα ποσά που επιδικάζονται για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη και κάθε φύσεως αμοιβές τρίτων, ωστόσο δεν είναι δυνατόν να υπερβούν τα αναγραφόμενα, στα ασφαλιστήρια συμβόλαια ή στις εγγυητικές επιστολές, ποσά για κάθε είδος κινδύνου ο οποίος καλύπτεται με αυτά ή αυτές. Ατυχήματα ή ζημίες που οφείλονται σε ένα και το αυτό γεγονός ή αίτιο, θεωρούνται ότι αποτελούν ένα και το αυτό γεγονός ή αίτιο».
Πρόκειται, όπως είναι φανερό, για διατυπώσεις, που κάνουν εύκολη την ωφέλιμη ερμηνεία. Έτσι ώστε, σε κάθε περίπτωση, οι δολοφόνοι να υφίστανται τις μικρότερες συνέπειες. Η έφεση, στην οποία αναφέρθηκα, στην αρχή, με όλη της την προκλητικότητα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα θεωρηθεί αβάσιμη!
Πηγή | Απλοϊκά μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας