«Ανάθεμα τα τάλαρα»

«Ανάθεμα τα τάλαρα»: Μετά τον σάλο που ξέσπασε,
ο ίδιος ο εργαζόμενος φέρεται να δήλωσε,
ότι οικιοθελώς έμπαινε στη θάλασσα για να λάβει φιλοδώρημα 200 ευρώ.

Την ίδια μέρα που έκλεισαν 100 χρόνια
από τον θάνατο του Ντίνου Θεοτόκη (1/7/1923),
κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο η φωτογραφία του σερβιτόρου στη Ρόδο,
που μεταφέρει την παραγγελία κολυμπώντας.

  • της Σοφίας Χουδαλάκη

Η Ρήνη είναι η ατιμασμένη κόρη στο διήγημα «Η τιμή και το χρήμα» του Ντίνου Θεοτόκη. Κάπου στις αρχές του 1900, στο Μαντούκι, στην εργατογειτονιά πλάι στο λιμάνι της Κέρκυρας. Η Ρήνη χάνει την τιμή της από τον Αντρέα κι όταν εκείνος της λέει ότι η μάνα της δέχτηκε να του δώσει την προίκα που απαιτούσε, εκείνη καταλαβαίνει ότι δεν είναι η αγάπη ο λόγος που την παντρεύεται, αλλά η προίκα. Σε αυτό το ζύγι, που από τη μια βαραίνει η περηφάνια της και από την άλλη «τα τάλαρα», η ηρωίδα του Θεοτόκη κάνει το αδιανόητο για την εποχή της. Σπάει τη ζυγαριά!

«Όχι!» του ’πε μ’ απόφαση· «εδώ είναι ο χωρισμός μας. Θα πάω σε ξένα μέρη, σε ξένον κόσμο, σ’ άλλους τόπους· θα δουλέψω για με και για να κουναρήσω τα παιδί που θα γεννηθεί. […] Όχι, δεν έρχομαι! Είμαι δουλεύτρα· ποιόνε έχω ανάγκη;”

Μέσα σε τρεις γραμμές ο Θεοτόκης γκρεμίζει τα στερεότυπα αιώνων. Βάζει στην αρένα της ζωής να παλέψουν από τη μια η αξιοπρέπεια, η περηφάνια, η εντιμότητα και από την άλλη το συμφέρον, το μικρό, το ιδιοτελές, αυτό που μετριέται με τον χάρακα και πωλείται με το κιλό. Η Ρήνη σηκώνοντας το κεφάλι παύει να είναι το υποχείριο, το άβουλο, το κατατρεγμένο. Εκείνο το «Όχι» της δεν είναι μια άρνηση στον αγαπητικό, είναι κυρίως μια άρνηση σε κάθε παζάρι, σε κάθε αντίβαρο του αυτοσεβασμού της.

Την ίδια μέρα που έκλεισαν 100 χρόνια από τον θάνατο του Ντίνου Θεοτόκη (1/7/1923), κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο η φωτογραφία του σερβιτόρου στη Ρόδο, που μεταφέρει την παραγγελία κολυμπώντας. Μετά τον σάλο που ξέσπασε, ο ίδιος ο εργαζόμενος φέρεται να δήλωσε, ότι οικιοθελώς έμπαινε στη θάλασσα για να λάβει φιλοδώρημα 200 ευρώ.

Ακούς Ρήνη?… «οικειοθελώς» μας λένε. Αυτό θέλουν να κρατήσουμε, το «οικειοθελώς».

Μετά από περισσότερο από έναν αιώνα, η ζυγαριά που εσύ έκανες κομμάτια είναι ακόμα εδώ, ακόμα ζυγίζει, ακόμα μετρά τα γραμμάρια της ανθρωπιάς. Όπως πηγαίνεις στον έμπορα για να αγοράσεις κρέας με το κιλό, έτσι έχουμε γίνει κι εμείς, εμπόρευμα. Όχι, δεν πωλείται ο χρόνος μας, ούτε οι γνώσεις μας, ούτε οι δεξιότητές μας. Πωλείται ο ίδιος ο άνθρωπος, ολόκληρος. Σε ποιόν να μιλήσεις για την υπερηφάνεια του εργαζόμενου ανθρώπου, αυτή που δεν θα έπρεπε κανένας να καταδέχεται να την τοποθετήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων; Αυτή η περηφάνια κάνει τη Ρήνη να λέει «Είμαι δουλεύτρα· ποιόνε έχω ανάγκη;». Σε ποιόν να πεις ότι το εμπόριο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στην πραγματικότητα είναι δουλεμπόριο. Ανά τους αιώνες η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στον ελεύθερο άνθρωπο και στον δούλο ήταν η δυνατότητα του πρώτου να υπερασπίζεται την αξιοπρέπειά του σε αντίθεση με τον δεύτερο. Στο όνομα αυτής της αξιοπρέπειας, για να έχουν οι άνθρωποι το δικαίωμα στην άρνηση, έγιναν οι μεγαλύτερες επαναστάσεις της Ιστορίας. Για αυτό η άρνηση της Ρήνης είναι επαναστατική, πανανθρώπινη και διαχρονική.

Και έρχεται τώρα ένα ολόκληρο σύστημα να σου προσφέρει απλόχερα την «ελευθερία της επιλογής». Μια ελευθερία δεμένη χειροπόδαρα με τις αλυσίδες της ανάγκης. Διάλεξε, σου λέει, αν θα ζήσεις στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού ή αν θα δεχτείς χαμογελαστά μερικά πλήγματα στην προσωπικότητά σου, που όμως θα σου εξασφαλίσουν μια στοιχειώδη ζωή τον χειμώνα που έρχεται, όταν οι τουρίστες θα μας αποχαιρετίσουν. Τέλος πάντων ο αυτοσεβασμός δεν τρώγεται, δεν πληρώνει το ρεύμα, δεν σε ντύνει. Γίνε λίγο πιο «ευέλικτος», γίνε λίγο πιο «διαλλακτικός», παζάρεψε τον εαυτό σου, όπως θα παζάρευες για την αγορά ενός οποιουδήποτε αντικειμένου, γίνε και ‘συ λίγο αντικείμενο.

Η συγκεκριμένη φωτογραφία και ό,τι έχει συμβεί στη Ρόδο είναι απλώς η αφορμή για να προβληματιστούμε, δεν είναι το κυρίως θέμα. Μικρή σημασία έχει αν ο συγκεκριμένος εργοδότης επέβαλλε στον εργαζόμενο να κολυμπάει για να παραδίδει τις παραγγελίες ή αν ο ίδιος ο εργαζόμενος, ακούραστος «δουλευτής» και ο ίδιος, το επέλεξε με βάση αυτού του είδους την «ελεύθερη βούληση» για να πάρει τα 200 ευρώ φιλοδώρημα.

Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι συστηματικά μας υποβάλλουν σε μια εξοικείωση με το φιλοδώρημα, με τη δωρεά, με τη χορηγία. Αυτή η φωτογραφία αποτυπώνει ένα συμβάν, που, λόγω της εκτεταμένης διάδοσής του, προσφέρεται για να προβληθεί σαν κανονικότητα η ανταλλαγή του εαυτού μας με ένα ποσό, ένα οποιοδήποτε ποσό, το οποίο επαφίεται στη φιλάνθρωπη διάθεση του εκάστοτε «χορηγού» μας.

Αυτό που έχει σημασία είναι ότι μας εκπαιδεύουν να αντιλαμβανόμαστε την εργασία, όχι σαν το δίκαιο αντιστάθμισμα των δεξιοτήτων μας με έναν μισθό, όχι σαν αναφαίρετο δικαίωμα που εξασφαλίζει τη ζωή μας, αλλά σαν την ευκαιρία του εργαζόμενου να απολαύσει άτυπες δωρεές. Δηλαδή, η εργασία παύει να αντιστοιχίζεται με θεσμικό τρόπο με την νόμιμη αμοιβή της, παύει να διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες, νόμους, συνθήκες κτλ. και συνδέεται ευθέως με τα «τυχερά» της. Με αυτόν τον τρόπο αντιστρέφεται η πραγματικότητα, αφού αντί η εργασία να προηγείται και να καθορίζει στην αμοιβή της, έρχεται η ευέλικτη αμοιβή να καταστήσει αντίστοιχα ευέλικτες τις συνθήκες και τον τρόπο της εργασίας. Δηλαδή, αν για κάποιο ακόμα μεγαλύτερο φιλοδώρημα κάποιος ζητήσει από έναν εργαζόμενο να πράξει κάτι προσβλητικό, τότε το ύψος του φιλοδωρήματος δύναται να καταστήσει αυτή την πρόταση θεμιτή και τελικά να καθορίσει την εργασία, βεβαίως κοινή συναινέσει και εντός των ορίων του νόμου.

Σε αυτό το σχήμα από τη μια μεριά υπάρχει εκείνος που, αν και εργαζόμενος, απευθύνεται στη «φιλανθρωπία» κάποιου για να επιβιώσει, ενώ από την άλλη ο «χορηγός» γίνεται αντιληπτός ως «ευγενής φιλάνθρωπος». Αν αυτό το σχήμα το ανεβάσουμε ένα επίπεδο ψηλότερα και το πάμε από το ατομικό στο κοινωνικό, μπορούμε να φανταστούμε κοινωνικές λειτουργίες, όπως η εκπαίδευση, η περίθαλψη, η πρόνοια, η άμυνα κτλ, να βασίζονται εξολοκλήρου σε «ευγενικές χορηγίες»… παλιότερα τους λέγαμε «ευεργέτες». Είναι πραγματικά στρεβλό αυτό το μάθημα στο οποίο μας υποβάλλουν. Είναι επικίνδυνη, τόσο ατομικά, όσο και κοινωνικά η εξοικείωσή μιας ολόκληρης κοινωνίας με την ιδέα της κάλυψης των πάγιων αναγκών των πολλών από την φιλάνθρωπη προσφορά των λίγων. Για φανταστείτε, για παράδειγμα, ένα σχολείο που δεν θα χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Παιδείας, αλλά θα διαμορφώνει το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα ανάλογα με τις χορηγίες και τις δωρεές που θα μπορεί να εξασφαλίσει. Για φανταστείτε τις διαφορές δύο τέτοιων σχολείων όταν το ένα θα βρίσκεται σε περιοχές με υψηλότερα εισοδήματα και το άλλο σε φτωχογειτονιές όπου δεν θα υπάρχουν χορηγοί. Για φανταστείτε ένα γηροκομείο που η φροντίδα των ανθρώπων να μην είναι εξασφαλισμένη, αλλά να εξαρτάται από την καλή διάθεση που θα έχει κάποιος για να συμβάλλει στα έξοδά τους.

Κατάλαβες Ρήνη; …εσύ που νόμιζες ότι αυτονόητα η εργατικότητά σου θα σου εξασφάλιζε μια αξιοπρεπή ζωή. Εσύ, που σταμάτησες το παζάρι όταν διαπίστωσες ότι το εμπόρευμα ήταν ο ίδιος σου ο εαυτός. Γιατί Ρήνη μου δεν άπλωσες και συ το χέρι σου παρακλητικά στον επίδοξο γαμπρό και χορηγό σου; Γιατί δεν ζήτησες και συ μερτικό από την προίκα σου για να προσφερθείς στον έμπορα που σε παζάρεψε για χίλια τάλαρα; Αχ βρε Ρήνη… καλά το είπε η μάνα σου η κυρά Επιστήμη «…ανάθεμα τα τάλαρα…»

 

Πηγή

Τα ενυπόγραφα άρθρα που αναδημοσιεύουμε εκφράζουν τον συντάκτη τους,
χωρίς να συμπίπτουν κατ’ ανάγκη και εξ ολοκλήρου  με την άποψη μας

AgrinioStories