Πόση «βία» μπορεί να αντέξει ένα σώμα;

Παραδοξότητα ή κανονικοποίηση της βίας
και οι εκσπλαχνισμένες σύγχρονες Μήδειες.
Με όση βία απωθεί κάποιος καθετί «ξένο» και διαφορετικό,
με άλλη τόση βία αυτό επιστρέφει

  • της Βασιλικής Ρούσσου*

«Τρέχουμε ξένοιαστοι προς τον γκρεμό, αφού βάλαμε μπροστά μας κάτι για να μας εμποδίζει να τον βλέπουμε» διαβάζουμε στους στοχασμούς του Πασκάλ.

Τον τελευταίο καιρό γινόμαστε, σε καθημερινή βάση, αποδέκτες μιας βίας, μεταπράτες σε «μια ψυχοπαθολoγία» ιδεών και πράξεων, που διαθλάται σε όλα τα επίπεδα. Σαν να υπάρχει ένας ανοίκειος κόσμος εκεί έξω, πέρα από εμάς, που συνεχώς μας κυνηγά για να αποκαλυφθεί με διαφορετικά πρόσωπα – παιδοκτονίες, γυναικοκτονίες, ιός, πόλεμος.

Η βία της θετικότητας του σύγχρονου νεωτερικού κόσμου μάς άφησε ακάλυπτους, γυμνούς, εκτεθειμένους στον τρόπο που λειτουργεί κάθε μορφή πραγματικής βίας στις μέρες μας. Με όση μανία το σύγχρονο υποκείμενο προσπαθεί να κρατήσει σαν σφιχτοδεμένο πουκάμισο μια ταυτότητα, άλλο τόσο αυτή οδηγείται σε μια εξάντληση. Σαν απανωτά εμφράγματα να τροφοδοτούν με εμπλοκή τον μηχανισμό της υπέροχης κανονικότητας που πίστευε ότι έχει κατακτήσει.

Ο άνθρωπος, μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρίσκεται εκ νέου εκτεθειμένος μπροστά σε ορατούς ή αόρατους κινδύνους, που αποκτούν διαρκώς νέα ονόματα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να εμπεριέχει και να μεταβολίσει τη βία που συνεπάγονται, σε ένα υπό διαμόρφωση ψυχοπαθολογικό τοπίο. Διαρκώς «εξαντλημένα» μπεκετικά υποκείμενα βρίσκονται αντιμέτωπα με καινούργιες αρνητικότητες και προσπαθούν να γαντζωθούν στις όποιες θετικότητες, αποδιώχνοντας με το δίκρανο καθετί μπορεί να θεωρηθεί ξένο.

Πώς λοιπόν αυτή η εποχή της αναζήτησης μόνο μιας «κανονικότητας» να τα χωρέσει όλα αυτά; Πώς να αντιπαρατεθεί τόσος πόνος στο σλόγκαν «αξίζω-αξίζω», που ακούγεται από τις αίθουσες αυτοβελτίωσης μέχρι τις τηλεοπτικές διαφημίσεις; Σαν να βρισκόμαστε σε μια τύφλωση που δεν θέλει να βρει γιατρειά, σαν να πρέπει να συνδιαλλαγούμε με το δικό μας πέτρινο βλέμμα της Μέδουσας.

Ένα παράδοξο της προσοχής, που όσο επικεντρωνόμαστε και αποζητάμε κάτι τόσο αυτό και ό,τι υπάρχει γύρω του μας διαφεύγει. Άραγε, στο μεγάλο υπέροχο δωμάτιο των επιθυμιών, στην αίθουσα του θρόνου τι υπάρχει πια; Στο βάθος άγνοια και φόβος, στην επιφάνεια άρνηση του διαφορετικού. Τίποτα ρηγματώδες. Σαν το αποκλειστικό προνόμιο να το ‘χουν οι άλλοι και όχι εμείς, οι περιχαρακωμένοι στην ασφάλειά μας, απέναντι στη βία που συμβαίνει κάπου άλλου, σε μια δυστοπία, στα βιβλία, στις ειδήσεις, τις ταινίες και τα νέα ενός παράξενου κόσμου!

Με όση βία απωθεί κάποιος καθετί «ξένο» και διαφορετικό, με άλλη τόση βία αυτό επιστρέφει, αποκαλύπτεται κάποια στιγμή, συμπαρασύροντας μαζί του κάθε μύχια επιθυμία αυτο/ετεροκαταστροφής.

Μεταπράτες μιας συνολικής βίας, που κυρίως τη βιώνουμε σωματικά γιατί η άρνηση της ετερότητας εγγράφεται με μεγαλύτερη βαρβαρότητα στο σώμα. Σαν να είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα διαρκές στάδιο negation, με δυο άκρα. Αρνητές κορωνοϊού, όχι δεν υπάρχει ο όρος «γυναικοκτονία», όχι είναι ο τέλειος πρίγκιπας, πώς μπορεί να σκότωσε, όχι δεν είναι σεξουαλική παρενόχληση, όχι δεν είναι βιασμός, όχι δεν σκότωσε αυτή η γυναίκα τα παιδιά της.

Η βία που συναντιέται στις αρνητικές πλευρές βρίσκει τις ρίζες της στις αντίστοιχα θετικές. Όπως λέει και ο Baudrillard, «όποιος ζει από το όμοιο, πεθαίνει από το όμοιο». Όλα θετικά και όμοια στην επιφάνεια, αλλά τίποτα ανάλογο στην ουσία, όπου η βία μάς φανερώνεται.

Σαν να έχουμε το δικαίωμα να είμαστε μόνο παραγωγικοί, μόνο τέλειοι, μήπως αυτό όμως τελικά μας οδηγεί στη βίαιη αποκάλυψη και τροφοδότηση μιας ψυχικής ασθένειας που τόσο φοβόμαστε, μήπως αυτό θέτει την εκκίνηση στο πλήγμα, σ’ αυτούς τους εαυτούς, τους κομμένους χίλια κομματάκια. Με όση βία απωθεί κάποιος καθετί «ξένο» και διαφορετικό, με άλλη τόση βία αυτό επιστρέφει, αποκαλύπτεται κάποια στιγμή, συμπαρασύροντας μαζί του κάθε μύχια επιθυμία αυτο/ετεροκαταστροφής.

Από νωρίς στο «Δυσφορία μέσα στον Πολιτισμό», ο Φρόιντ μιλά για μια κοινωνία φτιαγμένη με ευταξία και καθαρότητα που προβάλλει, μέσω της υστερίας, τις καταπιεσμένες επιθυμίες. Η σύγχρονη βία των ημερών αντικατοπτρίζει εκείνη την ανθρωπότητα η οποία κάνει πόλεμο διαρκώς με τον εαυτό της γιατί αποφάσισε στην επιφάνεια να λειτουργεί ως θεός με τα τεχνητά μέλη μιας υπέρμετρης θετικότητας, ενώ παρέλειψε να συμπεριλάβει οτιδήποτε δεν είναι κανονικοποιημένο και να στριμώξει καθετί που θεωρεί προβληματικό, ξένο, αλλότριο, σε μια τεράστια άρνηση.

Το τελευταίο χτύπημα των ημερών είναι η εκσπλαχνισμένη «Μήδεια της Πάτρας».

Όχι δεν μπορεί να σκότωσε τα παιδιά της, όχι η μάνα δεν θα μπορούσε ποτέ να το κάνει, κάτι άλλο συμβαίνει. Κ όμως η αλήθεια ήταν φανερή σχεδόν εξαρχής, αυτό το ίδιο πλήθος που αρνιόταν πεισματικά την αλήθεια, μέρος του είναι εκείνο που ζητά στο Κολοσσαίο της Πάτρας, εξαγριωμένο, «να θανατώσει» ένα κομμάτι του. Αναλαμβάνει να τιμωρήσει ένα δικό του μέρος αυτής της ναρκισσιστικής κατασκευής. Να απαντήσει με βία στις αποτρόπαιες πράξεις μιας σύγχρονης Μήδειας, με άλλους όρους.

Μήπως λοιπόν είμαστε όλοι συμμέτοχοι σ’ αυτή την τεράστια εκσπλαχνισμένη εικόνα του σώματος και του εαυτού μας, μήπως τελικά αυτές οι σύγχρονες Μήδειες είναι πιο πολλές αλλά κρύβονται πίσω από τα υπέροχα ενδύματα της θετικότητας με τεράστια logo που αναγράφουν «αξίζω-αξίζω;».

Η άγνοια της ξενότητας του εαυτού τροφοδοτεί, μεταξύ των άλλων, θυμό, θλίψη, απόγνωση, ο θυμός τροφοδοτεί και αναπαράγει «βία» κάθε μορφής, ως ελεγκτικό μηχανισμό. Αδυνατούμε να σταθούμε απέναντι στην ξενότητα του εαυτού μας, παράγουμε έλεγχο προς τους άλλους, μέσω της βίας.

αχ! και κάνουμε λάθος στο μέτρημα…

Μένουμε κατ’ ανάγκην ξένοι προς τον εαυτό μας, δεν τον καταλαβαίνουμε, συγχέουμε τον εαυτό μας με άλλους·
για μας ισχύει ο νόμος στους αιώνες των αιώνων «Κανένας δεν είναι πιο ξένος προς τον εαυτό του από τον εαυτό του», όσον αφορά στον εαυτό μας δεν είμαστε από εκείνους που «αναζητούν τη γνώση»

 

 

(Φ. Νίτσε, Απόσπασμα από τον πρόλογο της «Γενεαλογίας της Ηθικής», μτφρ. Ζ. Σαρίκας, εκδόσεις Νησίδες)
*Βασιλική Ρούσσου, ψυχολόγος-ψυχαναλύτρια (Ms, Phd cand.), μέλος της Διεθνούς και Ελληνικής Εταιρείας Daseinsanalysis και Φαινομενολογίας. (Επί του πιεστηρίου βρίσκεται η συγκριτική μελέτη της για τον Σ. Μπέκετ και την ερμηνευτική φαινομενολογία με τίτλο «Σφάλλω άρα Υπάρχω» από τις εκδόσεις Κέδρος)
Πηγή

AgrinioStories