Τυπογραφία & δημοσιογραφία στο Αγρίνιο του 19ο αι. (Μέρος 2ο)

Τυπογραφία και δημοσιογραφία
στο παλιό Αγρίνιο του 19ου αιώνα (Μέρος 2ο)

  • του Μάρκου Γκιόλια
  • Πηγή: «Ρίζα των Αγρινιωτών»
  • Επιμέλεια: Λ. Τηλιγαδας

Γεώργιος Σταυρόπουλος:
Από το Μεσολόγγι στο Αγρίνιο

Η εκδοτική επιχείρηση Σταυροπούλου – Γιαννοπούλου αντιμετωπίζει ανυπέρβλητες οικονομικές δυσχέρειες. Ιδιαίτερα δυσκολεύεται η εφημερίδα στην κάλυψη των εξόδων της, καθώς στηρίζεται αποκλειστικά στους συνδρομητές. Ο Σταυρόπουλος αναγκάζεται να προβεί σε ενυπόγραφη ειδοποίηση, όταν η εφημερίδα συμπληρώνει ένα χρόνο ζωής: «Παρακαλούμεν και πάλιν τους οφείλοντας εκ των κ.κ. συνδρομητών μας, ίνα μας αποστείλωσι τας οφειλομένας συνδρομάς των και μας δηλώσωσι συνάμα εάν και κατά το ακόλουθον έτος ευαρεστούνται να είναι ουχί μόνον συνδρομηταί, αλλά και πληρωταί. Τοιαύτην ειλικρινή δήλωσιν θέλομεν υποδεχθή ως αληθή ευεργεσίαν καθ’ ην θέλομεν ρυθμίση την πορείαν ημών εν τω τόπω τούτω, όπου υπέστημεν ουκ ολίγας υλικάς ζημίας, διαφόρους περισπασμούς και όχι ολιγωτέρας προσβολάς απ’ ανθρώπους θρασύτατα καταφερομένους κατά του δημοσιογραφικού φωτισμού».[1]

Τα οικονομικά όμως προβλήματα είναι ασφυκτικά και δυσεπίλυτα. Οδηγούν αναπόφευκτα στη διάλυση της εταιρείας και στο σταμάτημα της εφημερίδας, το Φεβρουάριο του 1860. Ύστερα από έξι μήνες, ο Γιαννόπουλος επανεκδίδει μόνος του τα Ελληνικά Χρονικά, τα οποία συνεχίζει συρρικνωμένα και ακανόνιστα ως τον Ιούλιο του 1864. Ο Σταυρόπουλος βγάζει για σύντομο διάστημα τη μικρή εφημερίδα Ο Πολίτης. Το 1872 ο ίδιος εκδίδει στο Μεσολόγγι την εφημερίδα Αιτωλικός Αστήρ[2], η οποία διακόπτεται το 1875. Ύστερα από μερικά χρόνια, το 1884, ο Σταυρόπουλος επανεκδίδει την εφημερίδα, αλλά ο βίος της είναι βραχύτατος.

Για το Σταυρόπουλο, η τυπογραφία και η δημοσιογραφία είναι κάτι πολύ περισσότερο από επαγγελματική δραστηριότητα. Αποτελούν προσπάθεια κοινωνικής διακονίας. Στο πλαίσιο των επιδιώξεων αυτών ενδεικτική είναι και η χρήση του όρου στα γραπτά του: Δημοσιογραφικός φωτισμός. Πρόκειται για έναν περιεκτικό ιδεολογικοπολιτικό όρο, που παραπέμπει συνειρμικά στον προεπαναστατικό ελληνικό διαφωτισμό. Γιατί ο Σταυρόπουλος φαίνεται να έχει και αξιόλογη παιδεία, μολονότι δεν υπάρχουν τεκμήρια για τη σχολική μαθητεία του. Το τυπογραφείο, η κάσα των στοιχείων, αποτελεί γι’ αυτόν αληθινό πανεπιστήμιο.

Τα περιθώρια όμως για την ανάπτυξη του επαγγελματικού Τύπου στο Μεσολόγγι γίνονται στενά, αφού η δυνατότητα αύξησης των αναγνωστών είναι περιορισμένη. Στην πόλη εξάλλου εξακολουθεί να βγαίνει η Δυτική Ελλάς του Αρτέμη Γουρλουρίνη, καθώς και κάποιες άλλες βραχύβιες εφημερίδες. Ο Σταυρόπουλος διαβλέπει πως το Αγρίνιο, με την κατασκευή του συγκοινωνιακού δικτύου και την αξιοποίηση της πλούσιας παραγωγικής ενδοχώρας, έχει μεγαλύτερες προοπτικές ανάπτυξης. Και δε λαθεύει στην εκτίμησή του.

Σε ελάχιστα χρόνια η δημοσιογραφική εξέλιξη του Αγρινίου είναι σημαντική. Οι αντικειμενικοί αυτοί λόγοι ωθούν το Σταυρόπουλο στην απόφαση για μόνιμη εγκατάσταση στο Αγρίνιο μαζί με τον τυπογραφικό εξοπλισμό του. Ο ίδιος δεν απογοητεύεται από τ’ αλλεπάλληλα εγχειρήματά του. Έχει πλήρη συνείδηση των δυσκολιών, όταν γίνεται μεταλαμπαδευτής του Τύπου στη Δυτική Στερεά: «Αποφασίσαντες να μεταφέρωμεν τον Τύπον εις την Δυτικήν Ελλάδα, είχομεν υπόψιν το ακανθώδες της επιχειρήσεως».[3] Επιθυμεί να ριζώσει στη γενέτειρά του, εγκαινιάζοντας μια σημαντική περίοδο στην εκσυγχρονιστική ιστορία της πόλης.

Τον Αύγουστο του 1885, ο Φώτιος Μαυρογόνατος ή Παπαδημητρίου, απόστρατος μοίραρχος της χωροφυλακής από τον Αγιο Βλάσιο, εκδίδει την «Τριχωνία», εβδομαδιαία εφημερίδα του λαού, που διατηρείται λιγότερο από πέντε μήνες. Η μεταγενέστερη πληροφορία [21] του Μαυρογόνατου, ότι ιδρύει στο Αγρίνιο και τυπογραφείο, είναι ανακριβής. Ο ίδιος γράφει ότι μεταφέρει προς εκτύπωση την εφημερίδα του στο Μεσολόγγι και τελικώς αυτή κλείνει, ακριβώς γιατί δεν διαθέτει ιδιόκτητον τυπογραφείο.[4]

Τον ίδιο χρόνο, το 1885, τυπώνεται στο Αγρίνιο και το πρώτο βιβλίο: «Ο τελευταίος Έλλην χριστιανός βασιλεύς και οι αρματωλοί. Ποίημα υπό Φωτίου Μαυρογόνατου, αποστράτου αντιμοιράρχου και συντάκτου της εφημερίδος “Τριχωνία”. Εν Αγρινίω 1885». Η εκτύπωση του βιβλίου γίνεται προφανώς στο τυπογραφείο του Σταυρόπουλου. Είναι άλλωστε και το μόνο στο Αγρίνιο, που έχει την απαραίτητη τεχνική υποδομή, ιδίως πιεστήριο.

Το καλοκαίρι του 1885, ο Σταυρόπουλος αναστέλλει προσωρινά στο Αγρίνιο την έκδοση της εφημερίδας του Αιτωλία. Ανασυντάσσεται και σε λίγους μήνες, το Φεβρουάριο του 1886, την επανεκδίδει ανακαινισμένη υπό τον τίτλο «Παναιτώλιον». Η σχετική αναγραφή στον υπότιτλο προδίδει και την πρόθεση του εκδότη να την κάνει ίσως ημερήσια προσεχώς: Εκδίδεται επί του παρόντος άπαξ της εβδομάδος.

Αρχισυντάκτη προσλαμβάνει τον Τηλέμαχο Μπέλλο, γνωστό από τοπικές ανταποκρίσεις του στον πατραϊκό Τύπο. Οι στόχοι της εφημερίδας συνοψίζονται στον αγώνα για την οικονομική ανόρθωση της χώρας και την εθνική αποκατάσταση. Αναγνωρίζει πως η κυβέρνηση καταβάλλει πυρετώδη δραστηριότητα εις την προπαρασκευήν και την σύνταξιν των εθνικών δυνάμεων. Δεν την απαλλάσσει όμως από τις ευθύνες για τη μεγάλη δυσπραγία του λαού. Την θεωρεί συνυπαίτιον της σημερινής οικονομικής καχεξίας και εθνικής καταπτώσεως. Και επιλέγει ο Σταυρόπουλος: «Δεν δύνανται και οι σήμερον κυβερνήται ν’ απαλλαχθώσι της ευθύνης δια την ενεστώσαν της χώρας κατάστασιν».[5]

Ο προβολέας της εφημερίδας πέφτει στα ζητήματα και προβλήματα της τοπικής κοινωνίας. Προϋπόθεση για την κοινωνική πρόοδο η εφημερίδα θεωρεί την παγίωση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

Είναι η εποχή που η ληστεία λυμαίνεται ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα. Γι’ αυτό και επαινεί τη δημοτική αστυνομία: Μετ’ ευχαριστήσεως και αύθις αναγράφομεν εις τας στήλας της εφημερίδος ημών και ετέρας καλάς πράξεις του άρτι διορισθέντος δημάρχου Αγρινίου δια την εντελή παγίωσιν της δημοσίας τάξεως[6]. Η υγιεινή κατάσταση και ο ευπρεπισμός της πόλης απασχολούν επίσης την εφημερίδα: «Δέον να ληφθή πρόνοια και διά τους οικόσιτους χοίρους, οίτινες κατ’ αγέλας διέρχονται τας ωραίας οδούς της πόλεως, καταστρέφοντες την επιχαλίκωσιν και ζημιούντες το Δημοτικόν Ταμείον ουκ ολίγον. Ο νόμος προβλέπει την παρεμπόδισιν των τοιούτων ζώων εν ταις πόλεσι και παρακαλούμεν να ληφθώσιν τελέσφορα μέτρα»[7]. Το «Παναιτώλιον» του Σταυρόπουλου κυκλοφορεί ως «Εφημερίς του λαού» ενάμιση περίπου χρόνο, ως τον Ιούνιο του 1887. Τότε σταματά η έκδοσή του, πιθανόν για λόγους οικονομικούς. Τον ίδιο όμως μήνα του 1887, ο ελληνοδιδάσκαλος και ιστορικός συγγραφέας Θεόδωρος Χαβέλλας βγάζει την εβδομαδιαία εφημερίδα Αιτωλική Συμπολιτεία, ρίχνοντας το βάρος στην προώθηση των τοπικών ζητημάτων.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρεται για το καπνικό πρόβλημα, τόσο ζωτικό άλλωστε για ολόκληρη την περιοχή. Η εφημερίδα τυπώνεται ως το Μάιο του 1889 στο τυπογραφείο του Σταυρόπουλου, του οποίου η συμβολή είναι πρωτοποριακή στην ανάπτυξη της τοπικής δημοσιογραφίας. Το αίτημα για το «δημοσιογραφικό φωτισμό» της τοπικής κοινωνίας συνοδεύει το Σταυρόπουλο σε κάθε του σχετική προσπάθεια. Οι διάφορες συγκυριακές αντιξοότητες δε μαραίνουν τον έρωτά του για τον Τύπο και την τυπογραφία. Στα μέσα Μαΐου του 1889, ο ίδιος εκδίδει τον «Πολίτη, εβδομαδιαία εφημερίδα, πολιτική, φιλολογική και των ειδήσεων». Σημαία της εφημερίδας, που εκδίδεται ως το 1894, είναι η κοινωνική πρόοδος[8] σε όλους τους τομείς, όπως τονίζει σ’ ένα από τα πρώτα άρθρα της. Η εφημερίδα έχει ανταποκριτές σ’ όλες τις επαρχίες του νομού και συνδρομητές σε πολλά χωριά, ακόμα και στο Κερασοχώρι και τον Προυσό της Ευρυτανίας[9].

 

Πηγή: epoxi.gr

 

Από τους άμεσους συνεργάτες του Σταυρόπουλου είναι ο Ιωάννης Ρόκος, ο Γεώργιος Βλαχόπουλος και διάφοροι άλλοι που γράφουν με ψευδώνυμα. Και γράφουν, από ποιήματα και σατιρικές παρωδίες μέχρι επιστημονικά άρθρα. Ως πιο δραστήριος συντάκτης φέρεται ο νεαρός τότε φοιτητής της νομικής Παναγιώτης Ζωγράφος. Είναι από τους ανήσυχους νέους της πόλης, που οφείλει την κατοπινή δημοσιογραφική του ανάδειξη στο Σταυρόπουλο. Γίνεται ανταποκριτής του αθηναϊκού και πατραϊκού Τύπου για όλη τη Δυτική Στερεά.

Το πρώτο άμεσο πρόβλημα που θέτει ο Σταυρόπουλος με την εφημερίδα του, σε αλλεπάλληλα φύλλα, είναι η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Αγρινίου-Μεσολογγίου[10]. Σημειώνεται πως το αίτημα αυτό δεν θεωρείται καθόλου αυτονόητο για όλους τους κατοίκους: Σύμφωνα με μεταγενέστερη αποκάλυψη του Κώστα Χατζόπουλου, αρκετοί γαιοκτήμονες του Αγρινίου προβάλλουν σφοδρές αντιδράσεις στη συγκοινωνιακή αυτή επανάσταση[11]. Ισχυρά αντιδρούν επίσης και οι κατασκευαστές κάρων, όπως και οι καροτσέρηδες, οι οποίοι έχουν το μονοπώλιο στις μεταφορές ανθρώπων και εμπορευμάτων. Εδώ ισχύει όντως ο στίχος του Ερωτόκριτου: «Ευχές μεγάλες γίνονται με τον καιρό οι κατάρες».

Ο σιδηρόδρομος σύντομα διασχίζει τον κάμπο του Αγρινίου, διασαλπίζοντας την αυγή της προόδου. Τα αγαθά του πολιτισμού έρχονται για όλους τους κατοίκους της αγρινιώτικης ενδοχώρας, πλούσιους και φτωχούς, εμπόρους και δουλευτές στα χωράφια. Και σ’ αυτό βάζει το μικρό λιθαράκι της κοινωνικής συνειδητοποίησης και ο Γεώργιος Σταυρόπουλος, ο ταπεινός εκείνος τυπογράφος, ο οποίος κυριολεκτικά ακροβατεί ανάμεσα στη φτώχεια και στην αξιοπρέπεια, αλλά πάντοτε περήφανος σαν το βουνό της Κυρά-Βγένας. Από τις στήλες της εφημερίδας μιλάει η ίδια η πόλη με τα διάφορα προβλήματα και τα επιτεύγματά της. Άμεση προτεραιότητα δίνει η εφημερίδα στο φωτισμό της πόλης με φανούς[12] και στα εκπαιδευτικά ζητήματα[13]. Ιδιαίτερα ασχολείται με την ανάγκη για τη συμπλήρωση, τη στέγαση και το δημόσιο χαρακτήρα του Γυμνασίου[14] της πόλης.

Ας σημειωθεί πως αυτό μέχρι το 1892 ήταν δημοσυντήρητο, με μια μόνο τάξη. Ζωντανό επίσης είναι το ενδιαφέρον της εφημερίδας και για τα προβλήματα της καθαριότητας των δρόμων και την υγεία των κατοίκων. Υπενθυμίζει σχετικά ότι το 1855 ενσκήπτει στην πόλη χολέρα, ενώ τώρα θερίζει η «νόσος ιλαρά»[15].

Με πάθος η εφημερίδα αγωνίζεται εναντίον της κοινωνικής εγκληματικότητας. Με έμφαση επισημαίνει πως η περιοχή χειμάζεται πολλαπλά από τις εγκληματοπραγίες: Λαμβάνουσι χώραν ληστείαι, κλοπαί, αρπαγαί νεανίδων, εκβιάσεις νέων και τόσοι άλλοι μιαραί και στυγεροί πράξεις[16]. Η παγίωση της τάξης και της δημόσιας ασφάλειας, που προβάλλει ο Σταυρόπουλος με την εφημερίδα του, αποτελούν αιτήματα της ίδιας της τοπικής κοινωνίας.

Τα σωζόμενα φύλλα της εφημερίδας αποτελούν σήμερα πολύτιμη πηγή ιστορικών πληροφοριών. Τη νύχτα της 13 Αυγούστου 1889, στο Αγρίνιο γίνεται καταστροφικός σεισμός. Γκρεμίζονται τελείως 100 σπίτια και τα υπόλοιπα παθαίνουν σοβαρές ρηγματώσεις. Τα θύματα είναι εκατοντάδες, αλλά δεν αναφέρεται ο ακριβής αριθμός. Μόνον 20 σπίτια παραμένουν κατοικήσιμα. Ο Σταυρόπουλος επικρίνει ως ανεπαρκή τα μέτρα της κυβέρνησης: «Αι πεντήκοντα σκηναί, αι οποίαι εστάλησαν διά την προσωρινήν στέγασιν, είναι τελείως ανεπαρκείς. Χρειάζονται ακόμη τουλάχιστον 200 μεγάλαι σκηναί»[17].

Η εφημερίδα αναφέρει ότι στο Θέρμο εγκαινιάζεται για πρώτη φορά, στις αρχές Σεπτεμβρίου 1889, η οκταήμερη εμποροπανήγυρη. Στις στήλες της καταχωρίζει επίσης αναχωρήσεις και αφίξεις Αγρινιωτών, μεταθέσεις υπαλλήλων, αναγγελίες γάμων και θανάτων, αλλά και πωλήσεις ακινήτων, ενδεικτικές της ανάπτυξης μιας καπιταλιστικής κινητικότητας στην πόλη. Σε άλλα φύλλα περιγράφεται η επίσκεψη του Απόστ. Μακράκη στο Αγρίνιο και στο Καρπενήσι[18], όπου ο ίδιος αναλύει την εσχατολογική του διδασκαλία περί Χριστολογικού Πολιτεύματος.

Ο Μακράκης, γνωστός και για την πολεμική του εναντίον του Γερμανού βιολόγου Χαίκελ[19], είχε την έδρα της εξόρμησής του στην Πάτρα. Ο Σταυρόπουλος ήταν ήδη ενήμερος για την κίνησή του. Ένα άρθρο της εφημερίδας, που απηχεί μάλλον τις προσωπικές ιδέες του Σταυρόπουλου, έχει τον τίτλο Χριστιανισμός και Κοινωνισμός. Ο αρθρογράφος είναι οφθαλμοφανώς χριστιανοσοσιαλιστής. Γι’ αυτό και μυκτηρίζει την κοινωνία της αντίχριστου ατομικής ιδιοκτησίας, τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Χριστιανισμός και ιδιοκτησία δεν δύνανται να συνυπάρξωσι και μόνον ο κοινωνισμός είναι αναπόσπαστος της ουσίας του Χριστιανισμού. Η ιδιοκτησία είναι της Πανδώρας ο πίθος είναι ο λυκάνθρωπος άλλου κατατρώγων λυκανθρώπου».[20]

Ώστε, μαζί με την ανάπτυξη του εμπορίου και της συγκοινωνίας, στο Αγρίνιο σημειώνεται και κίνηση και πάλη των ιδεών. Και τα δύο είναι στοιχεία αστικής αφύπνισης το Σεπτέμβριο του 1890, ο Σταυρόπουλος γράφει ότι «το Αγρίνιον είναι μικρό Παρισάκι».[21] Αποκτάει την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή και λειτουργεί πλέον ως πόλη. Και συνεχίζει ο ίδιος: «Το ρυμοτομικόν σχέδιον επαναφέρεται, τα δημοτικά έργα εκτελούνται, βρώμα και δυσωδία δεν υπάρχει που εις την πόλιν».[22]

Οι παρατηρήσεις του Σταυρόπουλου επιβεβαιώνονται ελάχιστα χρόνια αργότερα και από εφημερίδα των Πατρών: «Ως πόλις το Αγρίνιον έχει λαμπράν ρυμοτομίαν, πλατείας κομψάς, δρόμους, δημοτικόν κατάστημα ευάερον και ευρύχωρον, οικίας περιτριγυρισμένας με πρασινάδας, με δένδρα, με περιβόλια, με τόσα καλά πράγματα, τα οποία παρουσιάζουν μίαν πόλιν οργώσαν».[23]

 

Συνεχίζεται

Δείτε όλα τα μέρη στο link που ακολουθεί:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ ΣΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ

 

Παραπομπές
1.Ελληνικά Χρονικά, φ. 47 (6.2.1860), 1. | 2. Δυτική Ελλάς, φ. 144 (15.7.1884). Πρβλ. Θ.Δ. Θωμόπουλου, Ο Τύπος της Δυτικής Ρούμελης, Αθήνα 1959, σ. 17. | 3. Ελληνικά Χρονικά, φ. 47 (6.2.1860), 1. | 4. Αχελώος, φ. 65 (30.3.1886), 2. | 5. Αχελώος, φ. 35 (5.4.1886), 3. | 6. Παναιτώλιον, φ. 2 (5.3.1886). | 7. Παναιτώλιον, φ. 2 (5.3.1886). | 8. Παναιτώλιον, φ. 4 (13.3.1886). | 9. Πολίτης, φ. 8 (6.7.1889), 1. | 10. Πολίτης, φ. 100(2.6.1891), 1.| 11. Πολίτης, φ. 7 (24.6.1889), 2′ φ. 12 (30.7.1889), 2-3, φ. 92 (13.4.1891), Ι φ. 115 (24.9.1891), 1-2. Πρβλ. Λένας Γιαννακοπούλου, Σιδηρόδρομοι Βορειοδυτικής Ελλάδος. Ρίζα Αγρινιωτών, τχ. 40 (2000), σσ.12-14. | 12. Νουμάς,φ.281(3.2.1908),8. | 13. Πολίτης, φ. 11 (23.7.1889), 3′ φ. 33 (22.12.1889), 3. | 14. Πολίτης, φ. 7 (24.6.1889), 1-2. | 15. Πολίτης, φ. 83 (8.2.1891), 2. | 16. Πολίτης, φ. 131 (29.1.1892), 1-2. | 17. Πολίτης, φ. 15 (20.8.1889), 1-2• φ. 58 (17.7.1890), 1-2. | 18. Πολίτης, φ. 151 (31.7.1892), 2• φ. 152 (118-1892), 1• φ. 156 (12.9.1892), 2. | 19. Απ. Μακράκη, Επιστημονικός έλεγχος του ζωολόγου Ερν. Χαίκελ, διδασκάλου του Καρλ Μαρξ και των εν Ελλάδι μαθητών του, Αθήνα 1891. | 20. Πολίτης, φ. 52 (5.6.1890), 1. | 21. Πολίτης, φ. 66(19.9.1890),1. | 22. Πολίτης, φ. 66 (19.9.1890), 1. | 23. Νεολόγος, Πατρών, φ. 1365 (23.5.1898), 2.
Πηγή φωτογραφίας εξωφύλλου: epoxi.gr
Πρωτοδημοσιεύτηκε στη «Ρίζα Αγρινιωτών»

AgrinioStories