.
Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν»
13 Νοεμβρίου 2024
Είναι η 318η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 48 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:04 – Δύση ήλιου: 17:14 – Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 11 λεπτά
🌔 Σελήνη 11.9 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Δαμασκηνό, Δαμασκηνή, Χρυσόστομο,
Χρυσοστόμη, Χρυσοστόμη, Χρυσοστομία, Χρυσοστομίτσα.
Γεγονότα
1824 – Μεσούσης της Ελληνικής Επανάστασης, ξεσπά εμφύλιος πόλεμος στην Αρκαδία, μεταξύ «κυβερνητικών» (Βάσος Μαυροβουνιώτης) και «αντικυβερνητικών» (Κολοκοτρωναίοι). Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, φονεύεται ο γιος του «γέρου του Μοριά», Πάνος Κολοκοτρώνης, σε ηλικία 26 ετών.
Το Φθινόπωρο του 1823 συγκεντρώθηκαν στη Σιλίμνα της Τρίπολης οι Θεόδωρος και Πάνος Κολοκοτρώνης, Θ. Νέγρης, Γεώργιος Σισίνης, Φωτήλας, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Δημήτριος Πλαπούτας, Νικηταράς, Δημήτριος Υψηλάντης, Γ. Καραμάνος, Μούρτζινος κ.α. Εκεί αποφασίστηκε από κοινού η αντίσταση κατά του εκτελεστικού, δηλαδή του κυρίαρχου οργάνου εξουσίας, και όλοι μαζί ορκίστηκαν «ενώπιον της εικόνας του Χριστού» ότι θα αγωνιστούν ενωμένοι.
Παρόλο που το μέλλον των κοτζαμπάσηδων προδιαγραφόταν δυσοίωνο λόγω της μεγάλης δημοτικότητας που είχαν οι αντίπαλοι τους στα λαϊκά στρώματα, ο Κολοκοτρώνης εντελώς ξαφνικά προσχωρεί στο κόμμα των κοτζαμπάσηδων με αντάλλαγμα τον διορισμό του γιου του Πάνου ως φρουράρχου του Ναυπλίου και τον διορισμό του ίδιου στη θέση του αντιπροέδρου του εκτελεστικού. Επίσης στη συμφωνία αποφασίστηκε να αρραβωνιάσει τον γιό του, Κολίνο, με την κόρη του Κανέλλου Δεληγιάννη, προκρίτου της Γορτυνίας. Η απόφαση αυτή του Κολοκοτρώνη εξόργισε τους συναγωνιστές του και ιδιαίτερα τον Δημήτριο Πλαπούτα.
Αν και στην θέση του αντιπροέδρου του εκτελεστικού, ο Κολοκοτρώνης παρέμενε πολιτικά ανίσχυρος, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ως πρόεδρος του βουλευτικού και ο Κολοκοτρώνης έρχονται σε σύγκρουση. Ο Κολοκοτρώνης τον απείλησε λέγοντας του «μην καθίσεις πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες». Ύστερα από αυτή την προειδοποίηση ο Μαυροκορδάτος αναχώρησε για την Ύδρα, όπου μπορούσε ελεύθερα να σχεδιάσει τις πολιτικές του κινήσεις.
Η αποχώρηση του Μαυροκορδάτου θεωρήθηκε επιτυχία του Κολοκοτρώνη που δεν μπορούσε τότε να συνειδητοποιήσει τα μελλούμενα. Ο Μαυροκορδάτος έχοντας στενές επαφές με την αγγλική κυβέρνηση, είχε σχεδόν εξασφαλίσει την υπόσχεση τους για δάνειο. Αλλά και η κίνηση του να καταφύγει στην Ύδρα φανέρωσε τις στενές του σχέσεις με την οικογένεια Κουντουριώτη, η οποία από αυτό το σημείο και μετά θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις εμφύλιες διαμάχες.
Η αντιπαράθεση μεταξύ του εκτελεστικού σώματος (ε.σ.) στο οποίο ηγείτο ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ως πρόεδρος (έχοντας στη θέση του αντιπροέδρου τον Κολοκοτρώνη) και του βουλευτικού σώματος (β.σ.) που είχε επικεφαλής τον Μαυροκορδάτο επιδεινώθηκε το φθινόπωρο του 1823. Αμφότερα τα σώματα έδρευαν εκείνη την περίοδο στη Σαλαμίνα.
1864 – Δημοσιεύεται το νέο Σύνταγμα της Ελλάδας, με το οποίο καταργείται η Συνταγματική Μοναρχία και καθιερώνεται η Βασιλευόμενη Δημοκρατία. Το Σύνταγμα του 1864 θεσπίσθηκε από Συντακτική Συνέλευση (την Β’ Εθνική Συνέλευση) χωρίς τη σύμπραξη του βασιλιά. Κορυφαίο χαρακτηριστικό του νέου Συντάγματος αποτελεί η εισαγωγή της δημοκρατικής αρχής, με την οποία αναβιώνει κατά κάποιο τρόπο το δημοκρατικό κεκτημένο των συνταγμάτων της Επανάστασης, αν και μετριασμένο από τον θεσμό του «ισόβιου και κληρονομικού ανωτάτου άρχοντος».
Ο συνδυασμός των δυο αυτών στοιχείων, της δημοκρατικής αρχής και του βασιλικού θεσμού, συνεπάγεται την εγκαθίδρυση του πολιτεύματος της «βασιλευόμενης δημοκρατίας», το οποίο έμελλε να διαρκέσει, με ορισμένα διαλείμματα, για έναν αιώνα περίπου (μέχρι το 1967).
Με το Σύνταγμα του 1864, το πιο μακρόβιο στην ελληνική συνταγματική ιστορία, δημιουργούνται οι θεσμικές προϋποθέσεις για τον εξορθολογισμό του πολιτικού συστήματος – ο οποίος εδραιώνεται με την εισαγωγή της «αρχής της δεδηλωμένης» το 1875 – και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας.
Το Σύνταγμα του 1864 αποτελείται από 110 άρθρα κατανεμημένα σε δώδεκα μέρη: «Περί θρησκείας», «Περί του δημοσίου δικαίου των Ελλήνων», «Περί Συντάξεως της Πολιτείας», «Περί του Βασιλέως», «Περί διαδοχής και αντιβασιλείας», «Περί της Βουλής», «Περί των Υπουργών», «Περί Συμβουλίου Επικρατείας», «Περί Δικαστικής Εξουσίας», «Γενικαί διατάξεις» και «Ειδικαί διατάξεις».
Κυριότερα πρότυπά του υπήρξαν τα δημοκρατικά Συντάγματα του Βελγίου του 1831 και, λιγότερο, της Δανίας του 1849. Η σπουδαιότερη καινοτομία του νέου Συντάγματος σε σχέση με εκείνο του 1844 είναι αναμφίβολα η ρητή και πανηγυρική καθιέρωση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και, γενικότερα, η εδραίωση του δημοκρατικού του χαρακτήρα. Παράλληλα, ενισχύονται και τα φιλελεύθερα στοιχεία του Συντάγματος.
1887 – Διαδήλωση αριστερών στο Λονδίνο κατά της βρετανικής καταπίεσης στην Ιρλανδία πνίγεται στο αίμα από την αστυνομία. Τρεις νεκροί και 400 τραυματίες, ο απολογισμός. Θα μείνει στην ιστορία ως Ματωμένη Κυριακή (Bloody Sunday), η πρώτη από τις συνολικά τέσσερις της βρετανικής ιστορίας.
Τεράστιος ο απολογισμός. Τρεις νεκροί και εκατοντάδες τραυματίες.
Θα μείνει στην ιστορία ως Ματωμένη Κυριακή (Bloody Sunday). Είναι η πρώτη από τις συνολικά τέσσερις της βρετανικής ιστορίας. Οι διαδηλωτές βρέθηκαν αντιμέτωποι με 2.000 αστυνομικούς και 400 στρατιώτες oι οποίοι ήταν αποφασισμένοι να μην τους αφήσουν να πλησιάσουν την πλατεία. Οι επικεφαλής της πορείας συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν για έξι εβδομάδες.
Η «Ματωμένη Κυριακή» του 1887 στάθηκε η αφορμή οι διάσπαρτες αριστερές δυνάμεις της Μεγάλης Βρετανίας, να αποσύρουν την υποστήριξή τους στο Κόμμα των Ουίγων και να προχωρήσουν στην ίδρυση του Εργατικού Κόμματος στις 27 Φεβρουαρίου 1900.
1970 – Ο πτέραρχος Χαφέζ ελ Άσαντ καταλαμβάνει με πραξικόπημα την εξουσία στη Συρία. Ο Άσαντ συμμετείχε στο Συριακό πραξικόπημα του 1963 και η νέα ηγεσία τον διόρισε αρχηγό της αεροπορίας. Το 1966 ο Άσαντ συμμετείχε σε δεύτερο πραξικόπημα, το οποίο ανέτρεψε τους συντηρητικούς ηγέτες και έφερε στην ηγεσία του κράτους τους πιο ριζοσπαστικούς του κόμματος Μπάαθ. Ο Άσαντ διορίστηκε υπουργός εθνικής Άμυνας από την νέα κυβέρνηση. Τέσσερα χρόνια αργότερα έκανε τρίτο πραξικόπημα και έθεσε τον εαυτό του ως πλέον τον αδιαφιλονίκητο αρχηγό της Συρίας.
Ο Άσαντ αποριζοσπαστικοποίησε το Μπάαθ όταν ανέλαβε την εξουσία, δίνοντας περισσότερο χώρο στην προσωπική ιδιοκτησία και ενισχύοντας τις σχέσεις με χώρες που οι προκάτοχοι του θεώρησαν οπισθοδρομικές. Συμμάχησε με την Ε.Σ.Σ.Δ. στον ψυχρό πόλεμο με αντάλλαγμα υποστήριξη ενάντια στο Ισραήλ. Όταν ήλθε στην εξουσία οργάνωσε τις κρατικές υπηρεσίες με φανατικό τρόπο (οι Σουνίτες πήραν τον έλεγχο των πολιτικών θεσμών και οι Αλεβίτες τον έλεγχο του στρατού). Η εξουσίες του κόμματος να παίρνει αποφάσεις συλλογικά μεταφέρθηκαν στον πρόεδρο. Η Συριακή κυβέρνηση έπαψε να έχει μονοκομματικό σύστημα με την κανονική έννοια του όρου και μετατράπηκε σε μονοκομματική πολιτεία με ισχυρή προεδρία. Για να παραμείνει αυτό το σύστημα, το κόμμα εγκαθίδρυσε μια προσωπολατρεία γύρω από τον Άσαντ και την οικογένεια του.
Έχοντας γίνει η κύρια πηγή αποφάσεων στην Συριακή κυβέρνηση, άρχισε να ψάχνει για διάδοχο. Η πρώτη του επιλογή ήταν ο αδελφός του, Ριφάατ, εκείνος όμως προσπάθησε να πάρει την εξουσία το 1983 – 84 όταν η υγεία του Χαφέζ είχε επιδεινωθεί. Αργότερα, όταν ο Χαφέζ ανάκαμψε, ο Ριφάατ εξορίστηκε. Η δεύτερη του επιλογή ήταν ο πρωτότοκος γιος του, Μπασέλ. Αυτός όμως πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 1994 και έτσι ο Χαφέζ διάλεξε την τρίτη του επιλογή, τον μικρότερο γιό του, Μπασάρ, ο οποίος τότε δεν είχε καθόλου πολιτική εμπιρία.
Η κίνηση αυτή δεν έγινε αποδεκτή από την Συριακή άρχουσα τάξη, ο Άσαντ όμως συνέχισε με το σχέδιο του και όποιος επίσημος ήταν αντίθετος τον απομάκρυνε. Ο Χαφέζ πέθανε το 2000 και ο Μπασάρ τον διαδέχθηκε στην προεδρία.
1973 – Ο υπουργός Παιδείας, Παναγιώτης Σιφναίος, επισκέπτεται το Πολυτεχνείο και προσπαθεί, σε κοινή συνεδρίαση με τη Σύγκλητο, να εκφοβίσει τις επιτροπές αγώνα των φοιτητών, ώστε να σταματήσουν τη δράση τους για άμεση διενέργεια ελεύθερων εκλογών στις σχολές.
Ο υπουργός της δοτής κυβέρνησης Μαρκεζίνη τους απειλεί με χρήση βίας, σε περίπτωση διαδηλώσεων και απεργιών.
«Την 20ην Νοεμβρίου 1972 είχον διεξαχθή αρχαιρεσίαι εις άπαντας τους φοιτητικούς Συλλόγους των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων προς ανάδειξιν νομίμων εκπροσωπήσεων. Αποτέλεσμα όμως των αρχαιρεσιών τούτο ήτο η εις τας περισσοτέρους Σχολάς, πλήν των τοιούτων Τοπογράφων και Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, ανάδειξις εκπροσώπων ασχέτων και ξένων προς την αληθή βούλησιν των εκπροσωπουμένων. Διʼ ο και σταθερόν, αμετάθετον και θερμόν ήτο το σύνθημα μεταξύ του σπουδαστικού κόσμου δια γνήσιας και αδιάβλητους αρχαιρεσίας.
Το ειλικρινές και δίκαιον τούτο αίτημα απετέλεσε την απαρχήν των κατά Νοέμβριον 1973 γνωστών αιματηρών γεγονότων του Πολυτεχνείου. Από των αρχών ήδη του μηνός Νοεμβρίου, συμπληρουμένου του κατά νόμον ετησίου κύκλου των φοιτητικών εκπροσωπήσεων, το αίτημα τίθεται, καθίσταται γενικόν και εμφανίζεται σταθερόν, εμπνέον τους σπουδαστάς εις αποφασιστικήν, προς ικανοποίησιν του, αγωνιστικότητα.
Το έναυσμα του αγώνος δίδεται δια της υπο των Συλλόγων Τοπογράφων και Χημικών του ΕΜΠ δημοσιεύσεως δια του τύπου του από 8-11-1973 ψηφίσματος αναφερομένου εις σπουδαστικά μόνον ζητήματα και αιτήματα.
Την 13ην Νοεμβρίου 1973 επισκέπτεται το Πολυτεχνείον ο τότε Υπουργός Παιδείας και Κυβερνήσεως Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη Παναγιώτης Σιφναίος, όστις εις μάτην προσπαθεί να κατευνάση τα πνεύματα, να πείση περί των αγαθών του προθέσεων και να αναβάλη προς καιρόν τας αρχαιρεσίας, ελπίζων προφανώς εις την δια των ενεργηθησομένων βουλευτικών εκλογών εκτόνωσιν της καταστάσεως. Απέρχεται του Πολυτεχνείου άπρακτος και ανήσυχος, μη δυνηθείς να εφοδιάση τον πρύτανιν δια του όπερ είχεν υποσχεθή διατάγματος περί αναβολής των αρχαιρεσιών, ίνα δυνηθή να αρνηθή την υπο των σπουδαστών αιτηθείσαν ήδη, εν τω πλαισίω του νόμου, άδειαν συγκλήσεως των συνελεύσεων, διότι το διάταγμα τούτο –κατά την χαρακτηριστικήν έκφρασιν του τότε Υπουργού- «περιεπλανάτο εισέτι μεταξύ Αγαθαγγέλου και Παρασκευά Ιωαννίδη, καίτοι υπογραφέν υπ΄αυτού από δεκαημέρου και πλέον». (Απόσπασμα από το πόρισμα του εισαγγελέα Δ. Τσεβά για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου)
2000 – Αναστέλλεται η λειτουργία της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης. Είχε συσταθεί το 1948 με τη συνθήκη των Βρυξελλών, με σκοπό την κοινή άμυνα των μη κομμουνιστικών ευρωπαϊκών κρατών.
Η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ; Γαλλικά: Union de l’Europe occidentale, UEO) ήταν ένας διεθνής οργανισμός και μια στρατιωτική συμμαχία, επιφορτισμένη με την εφαρμογή της Τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών (1954), μια τροποποιημένη έκδοση της αρχικής συνθήκης των Βρυξελλών (1948). Η ΔΕΕ ιδρύθηκε από επτά ευρωπαϊκά έθνη που συμμάχησαν με τις ΗΠΑ (σύμφωνο της Βαρσοβίας και μέλη του ΝΑΤΟ) κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, τα καθήκοντα και τα θεσμικά όργανα της ΔΕΕ σταδιακά μεταφέρθηκαν στην Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας της γεωγραφικά μεγαλύτερης, και από την άποψη της πιο ολοκληρωμένης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε το 2009, όταν μια ρήτρα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ήταν παρόμοια (αλλά όχι πανομοιότυπη) με τη ρήτρα αμοιβαίας άμυνας της ΔΕΕ, τέθηκε σε ισχύ με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας. Τα κράτη-μέλη της Τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών, κατά συνέπεια, αποφάσισαν να τερματίσουν την εν λόγω συνθήκη στις 31 Μαρτίου 2010, με όλες τις δραστηριότητες του απέμεναν στη ΔΕΕ. Στις 30 Ιουνίου 2011, η ΔΕΕ διαλύθηκε και επίσημα.
Γεννήσεις
1718 – Τζον Μόνταγκιου, Άγγλος πολιτικός και στρατιωτικός, τέταρτος κόμης του Σάντουιτς, [Sandwich], ιστορικής πόλης στην κομητεία του Κεντ στη Νοτιοανατολική Αγγλία, γεννήθηκε 13 Νοεμβρίου 1718 και πέθανε στις 30 Απριλίου 1792.
Ήταν παντρεμένος από τις 14 Μαρτίου 1741 με τη Dorothy Fane, την οποία παντρεύτηκε στο ναό St James του Westminster και απέκτησαν ένα γιο, τον John, ο οποίος αργότερα τον διαδέχθηκε ως 5ος κόμης του Σάντουιτς.
Ήταν γιος του υποκόμη Edward Montagu ο οποίος πέθανε και καθώς η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε, διατήρησε ελάχιστες σχέσεις μαζί της. Το 1729 σε ηλικία 10 ετών διαδέχθηκε τον παππού του, τον Edward Montagu, 3ο κόμη του Σάντουιτς. Ταξίδεψε στην Ελλάδα, την Τουρκία και την Αίγυπτο, που ήταν τότε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σπούδασε στο Eton και στο Trinity College του Cambridge και το 1739 με την επιστροφή του στην Αγγλία πήρε τη θέση του στη Βουλή των Λόρδων, ως οπαδός του Δούκα του Bedford, που ήταν ένας από τους πλουσιότερους και ισχυρότερους πολιτικούς της εποχής.
Για πολλά χρόνια και ενώ η σύζυγός του έπασχε από παραφροσύνη, διατηρούσε σχέση με την τραγουδίστρια της όπερας Μάρθα Ρέι και μαζί απέκτησαν πέντε ή σύμφωνα με άλλη πηγή εννέα παιδιά, μεταξύ τους ο Βασίλειος Montagu (1770-1851), συγγραφέας και νομικός. Η Μάρθα Ρέι δολοφονήθηκε τον Απρίλιο του 1779, όταν δολοφονήθηκε ο Ray στο φουαγέ της Βασιλικής όπερας στο Covent Garden του από τον Τζέιμς Χάκμαν. Ο συγγραφέας Herbert Croft περιέγραψε το 1780, τα περιστατικά της δολοφονίας στο μυθιστόρημα «Η αγάπη και η τρέλα».
1850 – Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον (Robert Louis Balfour Stevenson, 13 Νοεμβρίου 1850 – 3 Δεκεμβρίου 1894) ήταν Σκωτσέζος μυθιστοριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, μουσικός και ταξιδιωτικός συγγραφέας. Τα πιο διάσημα έργα του είναι Το νησί των θησαυρών, το Δόκτωρ Τζέκυλ και Κύριος Χάυντ και Η Απαγωγή. Άλλα έργα του είναι Ο Άρχοντας του Μπάλαντρι και Το Μαύρο Βέλος: Μια ιστορία των Δύο Ρόδων.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον ήταν μία λογοτεχνική διασημότητα ενώ σήμερα συγκαταλέγεται στους 26 πιο μεταφρασμένους συγγραφείς στον κόσμο. Τα έργα του έχουν γίνει αντικείμενα θαυμασμού από πολλούς άλλους συγγραφείς, συμπεριλαμβανομένων των Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Μαρσέλ Προυστ, Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, Χένρυ Τζέημς, Τσέζαρε Παβέζε, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Τζακ Λόντον, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και Τζέιμς Μάθιου Μπάρρυ.
Ο Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον υπήρξε πολυγραφότατος. Οι ιστορίες και οι χαρακτήρες που έπλασε, όπως ο πειρατής με το ξύλινο πόδι και τον παπαγάλο, τον έκαναν ιδιαίτερα αγαπητό στους πολυπληθείς αναγνώστες του σε όλο τον κόσμο. Ο Στήβενσον ήταν διασημότητα στην εποχή του, αλλά με την άνοδο της σύγχρονης λογοτεχνίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα θεωρούνταν συγγραφέας δευτέρας διαλογής, σχετιζόμενος μόνο με παιδική λογοτεχνία και λογοτεχνία τρόμου.
Μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας, όπως η Βιρτζίνια Γουλφ (κόρη του μέντορά του Λέσλι Στήβεν) όπως και ο σύζυγός της Λέοναρντ, τον καταδίκασαν στη λήθη, εξαιρώντας τον από τον κανόνα της διδακτέας σε σχολεία λογοτεχνίας. Ο αποκλεισμός του έφτασε στα άκρα όταν στα 1973, η 2.000 σελίδων Ανθολογία Αγγλικής Λογοτεχνίας της Οξφόρδης ούτε καν τον ανέφερε. Επιπλέον απουσίαζε οποιαδήποτε αναφορά στον Στήβενσον από την Ανθολογία Αγγλικής Λογοτεχνίας του Νόρτον από το 1968 ως το 2000 (1η-7η έκδοση), αναφέροντάς τον για πρώτη φορά στην 8η έκδοση (2006). Το τέλος του 20ου αιώνα έγινε το εφαλτήριο για μία επανεκτίμηση του Στήβενσον ως λογοτέχνη μεγάλου βεληνεκούς και ανάλογης οξυδέρκειας, ενός θεωρητικού της λογοτεχνίας, δοκιμιογράφου και κοινωνικού κριτικού, μάρτυρα της αποικιακής ιστορίας της Πολυνησίας και ανθρωπιστή.
Ήδη από το 1965 η πλάστιγγα είχε γείρει: ο Ρότζερ Λάνσλυν Γκριν, ένας από την ομάδα Φίλων Λογοτεχνίας της Οξφόρδης και συγγραφέας της “Εποχής των Αφηγητών” μαζί με τον Χένρυ Ράιντερ Χάγκαρντ, τον επαινούσε ως συγγραφέα σταθερά υψηλού επιπέδου “λογοτεχνικών δεξιοτήτων και τρομερού μυθοπλαστικού δυναμικού”. Πλέον έχει επανεκτιμηθεί ως ισάξιος συγγραφέων όπως ο Τζόζεφ Κόνραντ (τον οποίο επηρέασε με τα μυθιστορήματά του στις θάλασσες του Νότου) και ο Χένρυ Τζέημς, ενώ επιπλέον, ακαδημαϊκές μελέτες και οργανισμοί έχουν τον Στήβενσον ως κεντρικό αντικείμενο. Όποια και αν είναι η αποδοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας, ο Στήβενσον παραμένει δημοφιλής παγκοσμίως. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων της UNESCO “Μεταφραστικό Ευρετήριο”, κατατάσσεται στον 26ο πιο μεταφρασμένο συγγραφέα του κόσμου, μπροστά από άλλους συγγραφείς του 19ου αιώνα.
1957 – Άννα Βερούλη (γεννήθηκε 13 Νοεμβρίου 1956) είναι Ελληνίδα πρώην πρωταθλήτρια του ακοντισμού και σήμερα στέλεχος της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Υπήρξε μαζί με τη Σοφία Σακοράφα μία από τις κορυφαίες παγκοσμίως αθλήτριες στο αγώνισμα του ακοντισμού κατά το ξεκίνημα της δεκαετίας του 1980, ενώ αποτέλεσαν παράλληλα το πρώτο μεταπολεμικό δείγμα ανάκαμψης του ελληνικού γυναικείου αθλητισμού σε υψηλό επίπεδο διακρίσεων.
Γεννήθηκε στην Καβάλα στις 13 Νοεμβρίου 1956. Ξεκίνησε τον αθλητισμό στα 14 χρόνια της και αποσύρθηκε από την ενεργό δράση το 1993, σε ηλικία 36 ετών. Σημαντικότερη στιγμή στη σταδιοδρομία της υπήρξε η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Πανευρωπαϊκούς αγώνες στίβου το 1982 στην Αθήνα με επίδοση 70,02 μέτρα (πρώτο χρυσό μετάλλιο για Ελληνίδα στη διοργάνωση), ενώ ακολούθησε ένα χρόνο μετά στο Ελσίνκι το χάλκινο μετάλλιο στο Α΄ Παγκόσμιο πρωτάθλημα στίβου με 65,72 μέτρα.
Την επόμενη χρονιά στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λος Άντζελες ήταν η μεγάλη ελπίδα της Ελλάδας για ένα μετάλλιο στο στίβο μετά από πολλά χρόνια, ωστόσο πιάστηκε να έχει χρησιμοποιήσει την απαγορευμένη ουσία νανδρολόνη και αποκλείστηκε από τους αγώνες. Είχε ούτως ή άλλως και αγωνιστικά αποκλειστεί στον προκριματικό γύρο με επίδοση 58,62 μέτρα και η επίδοση θεωρήθηκε ως μη γενόμενη.
Μετείχε επίσης και στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1988 και του 1992, όπου και πάλι δεν κατάφερε να προκριθεί στον τελικό, με επιδόσεις 57,60 μέτρα και 59,56 μέτρα, αντίστοιχα.
Το 1993 ο Δήμος Καβάλας έδωσε στο στάδιο ποδοσφαίρου που βρίσκεται μέσα στον αστικό ιστό της πόλης το όνομά της (Δημοτικό Στάδιο Άννα Βερούλη), θέλοντας να την τιμήσει. Το στάδιο αυτό είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στο νομό με πρώτο το «Ανθή Καραγιάννη». Το στάδιο είχε χωρητικότητα περίπου 5.000 θεατών ωστόσο έχουν γίνει κάποιες αλλαγές το 2010.
Θάνατοι
1974 – Βιτόριο Ντε Σίκα (Vittorio de Sica, 7 Ιουλίου 1901 – 13 Νοεμβρίου 1974) ήταν Ιταλός κινηματογραφικός σκηνοθέτης και ηθοποιός. Υπήρξε ένας από τους κύριους εκπροσώπους του ιταλικού νεορεαλισμού. Ο Βιτόριο ντε Σίκα γεννήθηκε το 1901 στο Σόρα (Sora) της επαρχίας Φροζινόνε του Λατίου. Γιος Ιταλού επιχειρηματία, αρχικά ξεκίνησε σπουδές για σταδιοδρομία τραπεζικού, πλην όμως οικονομική ανάγκη τον υποχρέωσε το 1923 να συμμετάσχει ως μέλος σε θεατρικό θίασο όπου και ακολούθησε το επάγγελμα του ηθοποιού.
Το 1926, παράλληλα με την ενασχόλησή του με το θέατρο, στράφηκε προς τον κινηματογράφο. Πρώτος του ρόλος στον κινηματογράφο, που τον καθιέρωσε και ως κινηματογραφικό αστέρι, ήταν στην ταινία Οι άντρες, τι παλιάνθρωποι! (1932) σε σκηνοθεσία του Μάριο Κομερίνι. Η δε πρώτη του ταινία ως σκηνοθέτης ήταν το Δυο ντουζίνες κόκκινα τριαντάφυλλα (1940).
Οι επόμενες ταινίες του, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως Λούστρο Παπουτσιών (Sciuscia, 1946), Κλέφτης ποδηλάτων (Ladri Di Biciclette, 1948), Θαύμα στο Μιλάνο (Miracolo A Milano, 1951), Ό,τι μου αρνήθηκαν οι άνθρωποι (Umberto D., 1952) θεωρούνται κορυφαία έργα του νεορεαλισμού, καθώς εκφράζουν με πόνο και ανθρωπιά τη δραματική κοινωνική κατάσταση της μεταπολεμικής Ιταλίας (εγκαταλειμμένα παιδιά, άνεργοι, άστεγοι).
Με την ταινία Η Ατιμασμένη (La Ciociara, 1960), βασισμένη στο μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια και με πρωταγωνίστρια τη Σοφία Λόρεν, έκλεισε η νεορεαλιστική περίοδος. Έπειτα, ο Βιτόριο ντε Σίκα σκηνοθέτησε κυρίως εμπορικές ταινίες όπως Φιλουμένα Μαρτουράνο – Γάμος Αλά Ιταλικά (Matrimonio All’ Italiana, 1964) βασισμένη στο θεατρικό του Εντουάρντο ντι Φιλίππο Φιλουμένα Μαρτουράνο. Ακόμα δύο ταινίες του, πάντως, κέρδισαν το βραβείο Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας: Χθες, σήμερα, αύριο (Ieri, Oggi E Domani, 1963) και Ο κήπος των Φίντζι-Κοντίνι (Il Giardino Dei Finzi Contini, 1970) που βασίζεται στο δημοφιλές μυθιστόρημα του Τζόρτζο Μπασάνι. Τελευταίες του ταινίες ήταν Το ιντερμέντσο μιας παντρεμένης (Una Breve Vacanza, 1974) και το Τελευταίο ταξίδι (Il Viaggio, 1974). Πέθανε στο Παρίσι το ίδιο έτος, 1974. Υπήρξε υποστηρικτής του Κομμουνιστικού κόμματος Ιταλίας.
1979 – Δημήτρης Ψαθάς (Τραπεζούντα Πόντου 21 Οκτωβρίου 1907 – Αθήνα 13 Νοεμβρίου 1979) ήταν πολυγραφότατος Έλληνας χρονογράφος, δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Τα περισσότερα από τα θεατρικά του έργα έχουν γίνει κινηματογραφικές ταινίες με τεράστια επιτυχία.
Τα έργα του γνώρισαν τη διεθνή αναγνώριση και μεταφράστηκαν στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ρωσικά, τα ρουμανικά και τα τουρκικά, και παίχτηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου. Υπήρξε σύμβουλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων καθώς και μέλος της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Πέθανε στις 13 Νοεμβρίου 1979 στην Αθήνα.
1979 – Γιάννης Μαρής (πραγματικό όνομα, Γιάννης Τσιριμώκος), που καταγόταν από γνωστή οικογένεια της Φθιώτιδας, γεννήθηκε στη Σκόπελο τον Ιανουάριο του 1916, όπου υπηρετούσε ο δικαστικός πατέρας του, Δημοσθένης Τσιριμώκος. Ο πολιτικός Ηλίας Τσιριμώκος (μετέπειτα βουλευτής, υπουργός και πρωθυπουργός) ήταν δεύτερός του εξάδελφος. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Χίο και στη Λάρισα, και αργότερα φοίτησε στη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα και εντάχθηκε στον χώρο των σοσιαλιστών. Συμμετείχε μαζί με τον Ηλία Τσιριμώκο και τον Αλέξανδρο Σβώλο στην ίδρυση της «Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΕΛΔ), ενώ αργότερα προσχώρησε στο ΕΑΜ.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου ξεκινάει να ασχολείται επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία. Εργάζεται στην εφημερίδα «Μάχη» ως αρχισυντάκτης, σχολιογράφος και κριτικός κινηματογράφου. Μετά τις αποκαλύψεις που κάνει η εφημερίδα για τη Μακρόνησο θα διωχθεί και θα φυλακιστεί. Αποφυλακίστηκε με παρέμβαση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και του Αλέξανδρου Σβώλου. Θα εργαστεί στις εφημερίδες Προοδευτικός Φιλελεύθερος, Ελεύθερος Λόγος, Αθηναϊκή για να καταλήξει τελικά στο συγκρότημα Μπότση (Ακρόπολις, Απογευματινή, περιοδικό Πρώτο).
Ξεκίνησε το συγγραφικό του έργο στις αρχές της δεκαετίας του ’50 δημοσιεύοντας σε συνέχειες στο εβδομαδιαίο περιοδικό Οικογένεια το μυθιστόρημά του Έγκλημα στο Κολωνάκι (1953), μέχρι τη διακοπή της έκδοσης. Το μυθιστόρημά αυτό εκδόθηκε σε τόμο λίγο αργότερα σε αυτοέκδοση και στη συνέχεια από τις εκδόσεις Ατλαντίς (κόκκινη σειρά). Θα γνωρίσει τεράστια επιτυχία και το 1959 θα μεταφερθεί με παρόμοια επιτυχία στον κινηματογράφο. Συνεχίζει να γράφει ακούραστα για 25 και πλέον χρόνια αφήνοντας πίσω του πλειάδα αστυνομικών μυθιστορημάτων, περίπου είκοσι σενάρια και δύο θεατρικά. Τα αστυνομικά του μυθιστορήματα γνώρισαν πολλαπλές ανατυπώσεις και προσφέρθηκαν, κατά καιρούς, ως ένθετα καθημερινών εφημερίδων, ενώ στο έργο του αναφέρθηκαν πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί του είδους.
Ο Ιωάννης Τσιριμώκος ήταν μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, της Εταιρίας Θεατρικών Συγγραφέων, καθώς και της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Είχε λάβει μέρος σε δημοσιογραφικές αποστολές στη Κίνα, ΗΠΑ, Ρωσία, Ισπανία, Πορτογαλία, και ανατολικές Χώρες. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών, ένθερμος οπαδός της ΑΕΚ και μιλούσε επίσης γαλλικά.
Υπήρξε πολυμαθέστατος και διέθετε το «χάρισμα του προφορικού λόγου», πήρε μάλιστα μέρος στο ρεπορτάζ για τη διαλεύκανση της δολοφονίας του ανεξάρτητου βουλευτή της αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη.
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia