Δευτέρα 8 Απριλίου 2024
Είναι η 99η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 267 ημέρες για τη λήξη του.
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:59 – Δύση ήλιου: 19:54
Διάρκεια ημέρας: 12 ώρες 56 λεπτά
🌑 Σελήνη 29.1 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Φλέγωνα και Φλόγα.
Γεγονότα
1820 – Ο αγρότης Γιώργος Κεντρωτάς, σκάβοντας στο κτήμα του στη Μήλο, ανακαλύπτει ένα γυναικείο άγαλμα. Είναι η πασίγνωστη σήμερα Αφροδίτη της Μήλου, που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου και την οποία απέκτησαν οι Γάλλοι με την απειλή των όπλων. Η Αφροδίτη της Μήλου (Venus de Milo για τους αλλόγλωσους) είναι ένα πιο διάσημα και πολυθρύλητα αγάλματα της αρχαιοελληνικής τέχνης. Ανακαλύφθηκε το 1820 στην τουρκοκρατούμενη Μήλο και από το 1821 κοσμεί το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι.
Δημιουργία της ύστερης ελληνιστικής περιόδου (τέλη του 2ου π.Χ αιώνα), το ύψους 2.02μ και βάρους 900 κιλών μαρμάρινο άγαλμα, εικονίζει την θεά της ομορφιάς και του έρωτα, ημίγυμνη να φοράει μόνο το ιμάτιο δεμένο γύρω από τους γοφούς της. Τα δύο χέρια που λείπουν, πρέπει να καταστράφηκαν είτε κατά την ανασκαφή είτε κατά την μεταφορά.
Αρχικά πιστευόταν ότι η Αφροδίτη της Μήλου ήταν έργο του Πραξιτέλη ή του Σκόπα, σήμερα πλέον είναι εδραία η πεποίθηση στους ειδικούς, ότι είναι έργο του γλύπτη Αλέξανδρου από την Αντιόχεια.
Το άγαλμα είχε μια περιπετειώδη διαδρομή μέχρι να φτάσει στο Μουσείο του Λούβρου. Ανακαλύφθηκε στις 8 Απριλίου 1820, όταν η σκαπάνη του χωρικού Γεωργίου Κεντρωτά, που καλλιεργούσε το χωράφι του,προσέκρουσε σε ένα λίθινο υπόγειο θόλο, κάτω από τον οποίο ήταν τοποθετημένο το άγαλμα. Ο Κεντρωτάς, όταν συνήλθε από την έκπληξη, παρέλαβε το πολύτιμο εύρημα και το έκρυψε με πάσα μυστικότητα στην οικία του.
Όμως το μυστικό γρήγορα κοινολογήθηκε και έφτασε στα αυτιά τόσο του προξενικού πράκτορα της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη όσο και των προκρίτων της Αθήνας. Ο πρώτος ενημέρωσε τον ελληνομαθή και αρχαιόφιλο σημαιοφόρο Ντ’ Ουρβίλ, μέλος του πληρώματος γαλλικού πολεμικού πλοίου που ναυλοχούσε στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ντ’ Ουρβίλ αμέσως έσπευσε στην Μήλο και επισκέφθηκε την οικία του Κεντρωτά. Τόσος ήταν ο θαυμασμός του για το άγαλμα, ώστε επέστρεψε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη και ενημέρωσε τον Γάλλο πρεσβευτή για την αξία του. Αυτός διέταξε το πολεμικό πλοίο να κατευθυνθεί στην Μήλο και να τό παραλάβει πάση θυσία.
Εν τω μεταξύ, οι πρόκριτοι της Αθήνας έστειλαν με τουρκικό πλοίο τον ιερέα Βέργη στο νησί με εντολή να μεταφέρει το πολύτιμο εύρημα στην Αθήνα. Ο Βέργης έφθασε στην Μήλο και έπεισε τους ντόπιους και τις τουρκικές αρχές να τού παραδώσουν το άγαλμα. Το συσκεύασε σε ξύλινο κιβώτιο και ήταν έτοιμος να το φορτώσει το πλοίο, όταν για κακή του τύχη έφθασαν οι Γάλλοι.
1896 – Κηρύσσεται απεργία των μεταλλωρύχων στο Λαύριο. Tα ξημερώματα της 8ης Απριλίου 1896 ξεσπά η μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων του Λαυρίου. 1.800 εργάτες ανέβηκαν από το μεταλλευτικό φρέαρ – βάθους 182 μέτρων όπου δούλευαν, έκλεισαν όλες τις εισόδους, περικύκλωσαν τον χώρο και κήρυξαν απεργία, διεκδικώντας από τον διαβόητο Σερπιέρι στοιχειώδη και αυτονόητα για το σήμερα πράγματα:
Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δημιουργία νοσοκομείου ή φαρμακείου στην Καμάριζα, έγκαιρη μεταφορά τους στο νοσοκομείο του Θορικού όταν τραυματίζονταν για να μην… πεθαίνουν στο δρόμο, αύξηση μισθού σε 3,5 δραχμές (από 2,5) και κατάργηση των λεγόμενων εργολάβων (μεσάζοντες που έπαιρναν το έργο μιας στοάς από τη διεύθυνση της εταιρείας και φρόντιζαν να βάζουν τους εργάτες να δουλεύουν για λογαριασμό τους).
Εκτός απ’ τα παραπάνω, οι εργάτες ζητούσαν απ’ την εταιρεία να μένουν σε σπίτια, διότι μέχρι τότε κατοικούσαν σε σπήλαια (!) ή σε αυτοσχέδιες καλύβες.
Η εταιρεία τους έδινε και το μεροκάματο των εργατών, αλλά εκείνοι έδιναν ψίχουλα στους μεταλλωρύχους.
«Κανείς από τ’ αφεντικά δεν τους πήρε μυρωδιά. Η απεργία εκδηλώθηκε την Κυριακή το βράδυ – 7 Απριλίου 1896 – στην αλλαγή της βραδινής βάρδιας των 10 και έγινε δημοσίως γνωστή τη Δευτέρα το πρωί», θα πει σε συνέντευξή του στον “Ριζοσπάστη” ο παλιός μεταλλεργάτης, Γιώργος Βουγιούκας.
Οι απεργοί θέλησαν από την πρώτη στιγμή να διαπραγματευτούν ειρηνικά τα αιτήματα τους με τη διεύθυνση. Όταν όμως πλησίασαν τα γραφεία της εταιρείας δέχτηκαν πυροβολισμούς από τους φύλακες.
Εξαγριωμένοι οι εργάτες άρχισαν να τους λιθοβολούν. Τα ορυχεία του Λαυρίου μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης, ώσπου δύο εργάτες σκοτώθηκαν από τους φύλακες.
Οργισμένοι οι μεταλλωρύχοι μπροστά στη θέα των δολοφονημένων συναδέλφων τους, όρμηξαν και έσπασαν τα γραφεία, έσκισαν τα έγγραφα και έβαλαν φωτιά στο κτίριο με δυναμίτες, με αποτέλεσμα να εξοντωθούν όλοι οι φύλακες εκτός από έναν.
Ο Σερπιέρι που κρυβόταν στην πολυτελή βίλα του, λίγα μέτρα πιο μακριά από τα μεταλλεία, φυγαδεύτηκε και σώθηκε την τελευταία στιγμή, μεταμφιεσμένος σε παπά.
Τις επόμενες μέρες έφτασαν ενισχύσεις της αστυνομίας για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα του Ιταλού επιχειρηματία.
Οι απεργοί όμως δεν έκαναν πίσω. Τότε η κυβέρνηση έστειλε στρατό για να καταστείλει την απεργία και ένα πολεμικό πλοίο για να τους τρομοκρατήσει!
Στις νέες συμπλοκές που ακολούθησαν σκοτώθηκαν άλλοι δύο εργάτες, τραυματίστηκαν πολλοί, ενώ συνελήφθησαν και δικάστηκαν δεκαπέντε απεργοί. Υπήρχαν εντάλματα για άλλους δέκα, αλλά πρόλαβαν και έφυγαν.
Έτσι στις 21 Απριλίου, μετά από 14 μέρες έληξε βίαια η απεργία. Τελικά οι εργάτες πέτυχαν την αύξηση του μεροκάματου που ζητούσαν, αν και τα υπόλοιπα αιτήματα δεν ικανοποιήθηκαν.
Μετά την απεργία, εγκαταστάθηκε μόνιμα στα μεταλλεία του Λαυρίου στρατιωτικό σώμα, προκειμένου να αποτρέψει τους εργάτες από νέες εξεγέρσεις.
Παρόλα αυτά ο Σερπιέρι αντιλήφθηκε ότι το εργατικό δυναμικό είχε πλέον απαιτήσεις και η ηρεμία στην τάξη των μεταλλωρύχων πολύ εύκολα μπορούσε να ανατραπεί.
1941 – Οι Γερμανοί «ραγίζουν» το μέτωπο της ελληνικής άμυνας στη «Γραμμή Μεταξά». Γραμμή Μεταξά ονομάζεται η σειρά οχυρωματικών έργων, υπόγειων και επίγειων, κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, που κατασκευάστηκαν με σκοπό την άμυνα της Ελλάδας σε περίπτωση εισβολής κατά τον επικείμενο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο και απετέλεσε τελικά τον κύριο προμαχώνα της. Η Γραμμή Μεταξά αποτελεί το μεγαλύτερο ελληνικό οχυρωματικό έργο στην νεότερη ιστορία. Λόγω της στρατηγικής της σημασίας κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, λήφθηκε η απόφαση να οχυρωθεί η οριογραμμή Ρούπελ στις Σέρρες και Λίσσε στη Δράμα με τα ομώνυμα οχυρά.
Αργότερα θεωρήθηκε ότι τα οχυρώματα εκείνα δεν ήταν αρκετά ισχυρά. Αποφασίστηκε, λοιπόν, να κατασκευαστούν περαιτέρω οχυρώσεις, όχι μόνο στην συγκεκριμένη περιοχή αλλά και καθ’ όλο το μήκος των βορείων ελληνικών συνόρων. Ο προγραμματισμός ολοκληρώθηκε το 1935 και οι εργασίες άρχισαν στην Κερκίνη το 1936. Στην περιοχή της «Γραμμής Μεταξά» δόθηκε ο κύριος αγώνας της Ελλάδας υπό την διοίκηση του Αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Θ. Μπακόπουλου εναντίον των Γερμανών, ο οποίος αγώνας έμεινε γνωστός με το όνομα «Μάχη των Οχυρών».
1989 – Το ΚΚΕ, η Ελληνική Αριστερά, η ΕΔΑ και ανεξάρτητοι αριστεροί συγκροτούν το Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου. Πρόεδρος ορίζεται ο Χαρίλαος Φλωράκης και γραμματέας ο Λεωνίδας Κύρκος. Ο Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας (Συνασπισμός ή ΣΥΝ) (παλαιότερα Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου) ήταν ελληνικό πολιτικό κόμμα της Αριστεράς. Ιδρύθηκε το 1989 ως εκλογική συμμαχία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, της Ελληνικής Αριστεράς και άλλων κομμάτων του κεντροαριστερού χώρου.
Το 1991, μετά την αποχώρηση του Κ.Κ.Ε., μετεξελίχθηκε σε ενιαίο κόμμα, ενώ το 2004 πρωτοστάτησε στο σχηματισμό του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥ.ΡΙΖ.Α.), του οποίου απετέλεσε τη μεγαλύτερη συνιστώσα. Το 2013, ο Συνασπισμός αυτοδιαλύθηκε, ενόψει της μετατροπής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. σε ενιαίο κόμμα.
Ο Συνασπισμός ήταν μέλος του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Γεννήσεις
1788 – Σπυρίδων Τρικούπης. Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1788 και ήταν γόνος της εύπορης ομώνυμης οικογένειας των της περιοχής. Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Τρικούπης και μητέρα του η Αλεξάνδρα Παλαμά. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στη Σχολή των Παλαμάδων στο Μεσολόγγι και μετά στην Πάτρα συνέχισε στην Ευρώπη, όπου σπούδασε φιλολογία στη Ρώμη και στο Παρίσι, τις οποίες όμως διέκοψε με την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης και επέστρεψε προκειμένου να συμμετάσχει ενεργά σ΄ αυτήν. Το 1824 πήρε μέρος στην Γ΄ Συνέλευση της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος στο Ανατολικό.
Από το 1824, που πέθανε ο πατέρας του, ασχολήθηκε με την πολιτική, όπου και εκλέχτηκε πληρεξούσιος του Μεσολογγίου για τις Εθνοσυνελεύσεις και από το 1826 μέλος της Προσωρινής Επαναστατικής Κυβέρνησης, όπου και εξακολούθησε σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα να μετέχει στην πρώτη γραμμή της πολιτικής κίνησης, έτσι ώστε ν΄ αποβεί από τους σπουδαιότερους τότε άνδρες του έθνους διευθύνοντας ιδίως τα εξωτερικά ζητήματα της κρίσιμης εκείνης περιόδου.
Επί Ιωάννη Καποδίστρια διορίσθηκε γενικός γραμματέας της Επικράτειας επί εξωτερικών θεμάτων.[Σημ. 2][4] Αργότερα, διαφώνησε με την πολιτική που ασκούσε ο Κυβερνήτης και παραιτήθηκε από τη θέση του, αλλά και από την ιδιότητα του πληρεξούσιου του Μεσολογγίου. Ως εχθρός του πλέον αντιπολιτευόμενος συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, του οποίου την αδερφή Αικατερίνη παντρεύτηκε και κατέφυγε μεταξύ άλλων αντιπολιτευομένων στην Ύδρα. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια επέστρεψε στο Ναύπλιο, όπου χρημάτισε υπεύθυνος επί των εξωτερικών και διεύθυνε τις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στην εκλογή του Όθωνα, πρώτου αλλά και μόνου υπό τον τίτλο «Βασιλεύς της Ελλάδος».
Στη διάρκεια της Αντιβασιλείας ο Σπυρίδων Τρικούπης διορίσθηκε Πρωθυπουργός και Γραμματέας (Υπουργός) της Επικράτειας επί του Βασιλικού Οίκου και επί των Εξωτερικών του Βασιλείου της Ελλάδος. Ερχόμενος όμως σε αντίθεση με τις απολυταρχικές διαθέσεις των περί τον Όθωνα βαυαρικών κύκλων παραιτήθηκε αναλαμβάνοντας τη διεύθυνση της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο. Το 1838, ερχόμενος σε αντιπαράθεση με τον Όθωνα, ανεκλήθη όπου και επανήλθε στη θέση του το 1841. Το 1843 επέστρεψε στην Ελλάδα και συμμετείχε στην Εθνοσυνέλευση του 1843 συμβάλλοντας στην ψήφιση του Συντάγματος του 1844 και μετέχοντας στην κυβέρνηση του Μαυροκορδάτου ως Γραμματέας της Επικράτειας επί του Βασιλικού Οίκου και επί των Εξωτερικών. και Παιδείας. Μετά την ανατροπή όμως της κυβέρνησης Μαυροκορδάτου ο Σπυρίδων Τρικούπης ως γερουσιαστής τάχθηκε με το τότε λεγόμενο Αγγλικό κόμμα, από το οποίο όμως απομακρύνθηκε, όταν άρχισε να παρουσιάζει στασιαστικές τάσεις. Στη συνέχεια υποστήριξε την κυβέρνηση του Κουντουριώτη και συνέδραμε το Βασιλέα Όθωνα. Όταν ανασυστάθηκαν οι Πρεσβείες, ο Σπυρίδων Τρικούπης ανέλαβε εκ νέου τη διεύθυνση της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο μέχρι το 1861, οπότε και παραιτήθηκε, αυτή τη φορά για λόγους υγείας. Πέθανε στην Αθήνα το 1873.
Το 1829 εκδίδονται οι Λόγοι του σε πρώτη συγκεντρωτική μορφή. Το 1857 κυκλοφόρησε στο Λονδίνο το τετράτομο έργο του, «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» ενώ είχε γράψει θούρια όπως: «Ο Δήμος», «Η λίμνη του Μεσολογγίου», «Ο καιρός αδελφοί της ελευθερίας φθάνει» κ.ά.
1798 – Διονύσιος Σολωμός (Ζάκυνθος, 8 Απριλίου 1798 − Κέρκυρα, 9 Φεβρουαρίου 1857) ήταν Έλληνας ποιητής, γνωστός για τη συγγραφή του ποιήματος «Ύμνος εις την Ελευθερίαν», οι πρώτες δύο στροφές του οποίου έγιναν ο εθνικός ύμνος της Ελλάδας και ύστερα της Κύπρου. Κεντρικό πρόσωπο της Επτανησιακής σχολής, ο Διονύσιος Σολωμός θεωρήθηκε και θεωρείται ο εθνικός ποιητής των Ελλήνων, όχι μόνο γιατί έγραψε τον Εθνικό Ύμνο, αλλά και διότι αξιοποίησε την προγενέστερη ποιητική παράδοση (κρητική λογοτεχνία, Δημοτικό τραγούδι) και ήταν ο πρώτος που καλλιέργησε συστηματικά τη δημοτική γλώσσα και άνοιξε το δρόμο για τη χρησιμοποίησή της στη λογοτεχνία, αλλάζοντας ακόμη περισσότερο τη στάθμη της. Σύμφωνα με τις απόψεις του δημιουργούσε «από το ρομαντισμό μαζί με το κλασικισμό ένα […]είδος μικτό, αλλά νόμιμο[…]».
Εκτός από τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν, τα σπουδαιότερα έργα του είναι: Ο Κρητικός, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Ο Πόρφυρας, Η Γυναίκα της Ζάκυθος, Λάμπρος. Το βασικό χαρακτηριστικό της ποιητικής παραγωγής του είναι η αποσπασματική μορφή: κανένα από τα ποιήματα που έγραψε μετά τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν δεν είναι ολοκληρωμένο και με ελάχιστες εξαιρέσεις, τίποτε δεν δημοσιεύτηκε από τον ίδιο. Ο Κώστας Βάρναλης περιέγραψε εύστοχα την αποσπασματικότητα του σολωμικού έργου με τη φράση «…(Ο Σολωμός) πάντα τα έγραφε, αλλά ποτές του δεν τα έγραψε».
Η ημερομηνία θανάτου του (9 Φεβρουαρίου) έχει οριστεί ως η Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας.
1929 – Ζακ Μπρελ. Γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1929. Οι πρώτες συνθέσεις του χρονολογούνται το 1950, αλλά η καριέρα του ουσιαστικά ξεκίνησε το 1953 με τις πρώτες εμφανίσεις του στο θέατρο Les trois baudets του Παρισιού. Από το 1957 απέκτησε διεθνή φήμη. Στη δεκαετία του ’50 υιοθέτησε ένα λυρικό ύφος, συνδυάζοντας το θρησκευτικό και ηθικό ζήλο με το νεανικό ρομαντισμό, ωθώντας τον Ζωρζ Μπρασένς να του αποδώσει το παρωνύμιο «Ηγούμενος» (γαλ. Abbé Brel). Το 1963 εμφανίστηκε στο Κάρνεγκι Χολ και αργότερα περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τη Σοβιετική Ένωση. Στη δεκαετία του ’70 πρωταγωνίστησε, υποδυόμενος τον Δον Κιχώτη, στο μιούζικαλ Homme de la Mancha (Ο άνδρας από τη Μάντσα), και συμμετείχε ως ηθοποιός ή παραγωγός σε αρκετές ακόμα ταινίες, μέχρι το 1973. Το 1971 σκηνοθέτησε την ταινία Franz. Για ένα μεγάλο διάστημα αποσύρθηκε στις Νήσους Μαρκέζας, στη Γαλλική Πολυνησία, και επέστρεψε στη μουσική το 1977, με το δίσκο Les Marquises, σημειώνοντας εκ νέου μεγάλη επιτυχία.
Οι στίχοι του διέπονται συχνά από σατιρικό και δραματικό ύφος, ασκώντας κριτική σε κοινωνικές και ηθικές αξίες, όπως ενδεικτικά αυτή αποτυπώνεται στα τραγούδια Les Bourgeois και Les Flamandes. Ερμηνευτής με μεγάλη εκφραστικότητα, ο Μπρελ ενσωμάτωσε θεατρικά στοιχεία στις εμφανίσεις του. Η μουσική του είχε επίδραση σε αρκετούς δημιουργούς, όπως στον Λέοναρντ Κοέν, στον Ντέιβιντ Μπόουι και κυρίως στον Σκοτ Γουόκερ, ο οποίος ερμήνευσε αρκετές συνθέσεις του Μπρελ. Ορισμένα τραγούδια του μεταφράστηκαν στην αγγλική γλώσσα και έγιναν διεθνείς επιτυχίες, όπως το Le moribοnd [Ο ετοιμοθάνατος] (1961), μεταφρασμένο ως Seasons in the Sun και το Ne me quitte pas [Μη με αφήνεις] με τον αγγλικό τίτλο If You Go Away.
Απεβίωσε στο Παρίσι από καρκίνο το 1978.
Θάνατοι
1867 – Δημήτριος Καλλέργης. Γεννήθηκε το 1803 στην Κρήτη και ήταν γόνος ιστορικής κρητικής οικογένειας του Μυλοποτάμου, οι ρίζες της οποίας εντοπίζονταν από την βυζαντινή περίοδο και η οποία διατήρησε την επιρροή της και επί βενετοκρατίας. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία και στάλθηκε νεαρός στη Ρωσία κοντά στον υπουργό εξωτερικών του τσάρου, Νέσελροντ, ο οποίος από κάποιες πηγές εμφανίζεται ως θείος του. Αφού ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, μετέβη στην Βιέννη με σκοπό να σπουδάσει ιατρική. Εγκατέλειψε τις σπουδές του για να συμμετάσχει στην ελληνική επανάσταση και στις 19 Ιανουαρίου του 1822 αποβιβάστηκε μαζί με τους συγγενείς του, Εμμανουήλ και Νικόλαο Καλλέργη και τον αξιωματικό Βαλιανό στην Ύδρα, προσκομίζοντας μαζί τους πολεμοφόδια αξίας εκατό χιλιάδων ρουβλίων και μια συστατική επιστολή του Ιγνατίου Ουγγαροβλαχίας.
Το καλοκαίρι του 1825 ανέλαβε μαζί με τον συμπατριώτη του, Εμμανουήλ Αντωνιάδη την ηγεσία εκστρατείας στην Κρήτη. Στις 2 Αυγούστου, 200 επαναστάτες κατέλαβαν το οχυρό της Γραμβούσας, το οποίο τους επόμενους μήνες εξελίχτηκε σε άνδρο πειρατείας. Η εκστρατεία τελικά απέτυχε, ενώ σύμφωνα με τον Αμερικανό φιλέλληνα Σάμιουελ Χάου, ο Καλλέργης ήταν ακατάλληλος για την θέση του αρχηγού.
Αργότερα συμμετείχε στην εκστρατεία του Καραϊσκάκη στη Ρούμελη όπου διακρίθηκε. Τον Οκτώβριο του 1826 έλαβε μέρος στην αποτυχημένη επίθεση του Φαβιέρου κατά της Θήβας (είχε σταλεί ως ενίσχυση από τον Καραϊσκάκη), στις 30 Ιανουαρίου 1827 πολέμησε στη νικηφόρα μάχη της Καστέλλας όπου είχε σημαντική συμβολή και στις 20 Φεβρουαρίου υπερασπίστηκε σθεναρά τη θέση των Τριών Πύργων, την οποία κατέλαβαν εν τέλει οι Οθωμανοί, έχοντας όμως υποστεί αρκετές απώλειες. Κατά την καταστροφική για τα ελληνικά στρατεύματα μάχη του Ανάλατου, κατά την οποία διετέλεσε αρχηγός των Κρητικών πολεμιστών, πιάστηκε αιχμάλωτος. Τελικά απελευθερώθηκε έπειτα από καταβολή μεγάλου χρηματικού ποσού από την οικογένειά του όμως κατά τη διάρκεια της ομηρίας του ακρωτηριάστηκε το ένα του αυτί.
1973 – Πάμπλο Πικάσο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Χοσέ Ρουίθ ι Μπλάσκο και ήταν επίσης ζωγράφος ενώ μητέρα του ήταν η Μαρία Πικάσο για Λόπεθ. Τα πρώτα έργα του τα υπέγραφε ως Ρουίθ Μπλάσκο αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του.
Γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας όπου πέρασε και τα δέκα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος δίδασκε σε διάφορες ακαδημαϊκές σχολές. Ο ίδιος ο Πικάσο ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε πολύ μικρή ηλικία και έδειξε από νωρίς δείγματα του ταλέντου του. Το 1891 η οικογένειά του μετακόμισε στην Λα Κορούνια όπου έζησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σπουδάζοντας στην τοπική σχολή καλών τεχνών. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Βαρκελώνη το φθινόπωρο του 1895, και ο Πάμπλο έγινε δεκτός στην τοπική Ακαδημία Καλών Τεχνών (La Llotja), όπου είχε προσληφθεί ο πατέρας του ως καθηγητής του σχεδίου. Η οικογένεια ήλπιζε ότι ο γιος της θα σημείωνε επιτυχία ως ακαδημαϊκός ζωγράφος και το 1897 η μελλοντική φήμη του στην Ισπανία φαινόταν εξασφαλισμένη. Τον ίδιο χρόνο το έργο του «επιστήμη και συμπόνοια», όπου για το πρόσωπο του γιατρού είχε ποζάρει ο πατέρας του, έτυχε διακρίσεως στην Έκθεση Καλών Τεχνών της Μαδρίτης. Ο Πάμπλο Ρούιθ έφυγε για τη Μαδρίτη το φθινόπωρο του 1897 και έγινε δεκτός στη βασιλική ακαδημία του Σαν Φερνάντο. Βρίσκοντας όμως τη διδασκαλία εκεί χωρίς νόημα, περνούσε όλο και περισσότερο τον καιρό του αποτυπώνοντας τη ζωή γύρω του, στα καφενεία, στους δρόμους, στα πορνεία και στο Πράδο, όπου ανακάλυψε την ισπανική ζωγραφική. Έγραψε «ο Βελάσκεθ πρώτης κατηγορίας, ο Ελ Γκρέκο έχει ζωγραφίσει μερικά υπέροχα κεφάλια, ο Μουρίγιο δεν με πείθει σε όλα του τα έργα». Τα έργα αυτών και άλλων καλλιτεχνών, όπως λ.χ., του Γκόγια, θα αιχμαλωτίσουν τη φαντασία του Πικάσο σε διάφορες περιόδους της μακρόχρονης σταδιοδρομίας του.
Ο Πικάσο αρρώστησε την άνοιξη του 1898 από οστρακιά και πέρασε την υπόλοιπη χρονιά αναρρώνοντας στο καταλανικό χωριό Όρτα ντε Εμπρο με συντροφιά το φίλο του από τη Βαρκελώνη Μανουέλ Παλάρες. Όταν ο Πικάσο επέστρεψε στη Βαρκελώνη στις αρχές του 1899, ήταν άλλος άνθρωπος, είχε παχύνει, είχε μάθει να ζει μόνος του στην ύπαιθρο, μιλούσε καταλανικά, και το σπουδαιότερο, είχε πάρει την απόφαση να διακόψει την καλλιτεχνική του εκπαίδευση σε σχολές ζωγραφικής και να αγνοήσει τα σχέδια της οικογένειας του για το μέλλον του. Άρχισε ακόμη να δείχνει σαφή προτίμηση στο επίθετο της μητέρας του και επέγραφε πιο συχνά τα έργα του ως Π. Ρ. Πικάσο (από τα τέλη του 1901 εγκατέλειψε εντελώς το επίθετο Ρουίθ). Το 1900 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Μονμάρτρη, που αποτελούσε σημαντικό κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής.
1990 – Απόστολος Καλδάρας. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας στις 7 Απριλίου 1922. Τέλειωσε το Γυμνάσιο και ασχολήθηκε στην αρχή ερασιτεχνικά με το μπουζούκι. Στη διάρκεια όμως της Κατοχής ασχολήθηκε επαγγελματικά με αυτό το μουσικό όργανο και βεβαίως με τη μουσική που αυτό εκπροσωπούσε. Αμέσως μετά την κατοχή ξεκίνησε τις ηχογραφήσεις, το 1946. Το τραγούδι το οποίο και τον ανέδειξε και τον κατέταξε στους μεγαλύτερους μουσικοσυνθέτες και στιχουργούς του είδους αυτού ήταν το “Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι”. Συνεργάστηκε με πολλά σπουδαία ονόματα της εποχής όπως το Βαγγέλη Περπινιάδη, το Στράτο Διονυσίου, το Μιχάλη Μενιδιάτη κ.ά. Στιχουργικά συνεργάστηκε με τους στιχουργούς Κώστα Βίρβο, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Λευτέρη Παπαδόπουλο, Πυθαγόρα, Σώτια Τσώτου και με πολλούς άλλους.
Ο Απόστολος Καλδάρας πέθανε στις 8 Απριλίου 1990 και κηδεύτηκε στο κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου με παρουσία πολύ κόσμου και καλλιτεχνών.
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο
Γεγονότα
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο