13 Δεκεμβρίου | «Unternehmen Kalavryta»


...

Παγκόσμιες και Διεθνείς ημέρες

| 13 Δεκεμβρίου |

«Unternehmen Kalavryta»

| Οι διεθνείς ημέρες είναι αφορμές ενημέρωσης σε θέματα που απασχολούν,
την παγκόσμια κοινωνία, για την κινητοποίηση της πολιτικής βούλησης και την εξεύρεση πόρων
για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων, καθώς και την ενίσχυση των επιτευγμάτων της ανθρωπότητας. |

Η 13η Δεκεμβρίου 1943 χαράχθηκε ανεξίτηλα στην ιστορία των Καλαβρύτων και της χώρας ως η ημέρα της απόλυτης καταστροφής. Εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό, δυνάμεις της ναζιστικής Βέρμαχτ προχώρησαν στη μαζική εκτέλεση σχεδόν όλων των ανδρών της πόλης, σε μια επιχείρηση αντιποίνων που δεν στόχευε μόνο στην εκδίκηση, αλλά στη συντριβή ενός ολόκληρου κοινωνικού ιστού.

Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων εντάσσεται στο τελευταίο, ιδιαίτερα αιματηρό έτος της γερμανικής Κατοχής, όταν η κυριαρχία των κατακτητών κλονιζόταν καθημερινά από τη δράση της ελληνικής Αντίστασης. Οι δυνάμεις τους δεν επαρκούσαν για τον πλήρη έλεγχο της χώρας και η απάντησή τους ήταν η κλιμάκωση της τρομοκρατίας απέναντι στους αμάχους. Σε αυτό το πλαίσιο, η μοίρα των Καλαβρύτων άρχισε να προδιαγράφεται μετά τη Μάχη της Κερπινής, στις 20 Οκτωβρίου 1943, όταν τμήματα του ΕΛΑΣ κατάφεραν σοβαρό πλήγμα στους Γερμανούς, σκοτώνοντας δεκάδες στρατιώτες και αιχμαλωτίζοντας 78.

 

 

Η εκτέλεση αυτών των αιχμαλώτων από τους αντάρτες χρησιμοποιήθηκε από το γερμανικό στρατηγείο ως το πρόσχημα για μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση αντιποίνων. Έτσι τέθηκε σε εφαρμογή η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με δηλωμένο στόχο την περικύκλωση και εξόντωση των ανταρτικών δυνάμεων στην ορεινή Αχαΐα. Την αποστολή ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, με έδρα την Πελοπόννησο, υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Καρλ φον Λε Ζουίρ, ο οποίος έδωσε σαφείς εντολές: τα αντίποινα δεν έπρεπε να γνωρίζουν όρια. Η συλλογική τιμωρία του άμαχου πληθυσμού ήταν πάγια πρακτική των αρχών κατοχής. Για κάθε Γερμανό στρατιώτη που σκοτωνόταν, δεκάδες Έλληνες άμαχοι πλήρωναν με τη ζωή τους.

Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου 1943. Γερμανικές δυνάμεις κινήθηκαν προς τα Καλάβρυτα από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη, σφίγγοντας σταδιακά τον κλοιό. Στο πέρασμά τους άφηναν πίσω καμένα χωριά, λεηλασίες και εκτελέσεις αμάχων. Ιεροί τόποι, όπως το Μέγα Σπήλαιο και η Αγία Λαύρα, δεν εξαιρέθηκαν. Οι μοναχοί δολοφονήθηκαν και τα μοναστήρια πυρπολήθηκαν, σε μια επίδειξη ωμής βίας και συμβολικής καταστροφής.

Στις 9 Δεκεμβρίου, οι γερμανικές μονάδες έφτασαν στα Καλάβρυτα. Δημιούργησαν ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη, αλλά ταυτόχρονα επιδόθηκαν σε έναν επικίνδυνο εφησυχασμό του πληθυσμού. Διαβεβαίωναν τους κατοίκους ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά οι αντάρτες και καλούσαν όσους είχαν καταφύγει στα γύρω χωριά να επιστρέψουν άφοβα στα σπίτια τους. Για να ενισχύσουν αυτή την εικόνα, περιορίστηκαν –προσωρινά– σε επιλεκτικές πυρπολήσεις σπιτιών που ανήκαν σε γνωστούς αντάρτες και σε έρευνες για την τύχη των τραυματιών της μάχης της Κερπινής.

Η παγίδα έκλεισε το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου. Οι Γερμανοί συγκέντρωσαν όλους τους κατοίκους στην κεντρική πλατεία. Άνδρες και αγόρια άνω των 13 ετών αποσπάστηκαν από τις οικογένειές τους και οδηγήθηκαν σε μια επικλινή τοποθεσία έξω από την πόλη, τη «Ράχη του Καπή». Γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι κλείστηκαν στο σχολείο. Λίγες ώρες αργότερα με ριπές πολυβόλων, τα γερμανικά εκτελεστικά αποσπάσματα θέρισαν τους συγκεντρωμένους. Περίπου 800 άνθρωποι εκτελέστηκαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί σώθηκαν, επειδή καλύφθηκαν από τα πτώματα των νεκρών και θεωρήθηκαν κι αυτοί νεκροί. Το σήμα για την έναρξη της εκτέλεσης δόθηκε με φωτοβολίδα από το κέντρο της πόλης, με εντολή του ταγματάρχη Χανς Εμπερσμπέργκερ, ενώ επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ.

Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με την πυρπόληση σχεδόν όλων των σπιτιών των Καλαβρύτων. Η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες. Τα γυναικόπαιδα σώθηκαν την τελευταία στιγμή, χάρη στη στάση ενός Αυστριακού στρατιώτη, ο οποίος άφησε ανοιχτή την είσοδο του σχολείου και διευκόλυνε τη διαφυγή τους. Η πράξη του αυτή τού κόστισε τη ζωή Καταδικάστηκε και εκτελέστηκε από τους ίδιους τους Γερμανούς.

Ο συνολικός απολογισμός της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» ήταν συντριπτικός: 1.101 νεκροί, πάνω από 1.000 σπίτια κατεστραμμένα και λεηλατημένα, χιλιάδες ζώα κατασχεμένα και τεράστια οικονομική αφαίμαξη. Κανείς από τους βασικούς υπευθύνους δεν λογοδότησε ουσιαστικά. Ο Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο, ο Ακαμπχούμπερ έζησε ανενόχλητος μέχρι το 1972. Μόνο ο στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι καταδικάστηκε στη Νυρεμβέργη, αλλά αποφυλακίστηκε πρόωρα.

Η επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου Γιοχάνες Ράου στα Καλάβρυτα, το 2000, συνοδεύτηκε από εκφράσεις λύπης, όχι όμως από ανάληψη ευθύνης ή αναφορά στις αποζημιώσεις. Έτσι, τα Καλάβρυτα παραμένουν μέχρι σήμερα σύμβολο ενός εγκλήματος που αναγνωρίστηκε ηθικά, αλλά δεν δικαιώθηκε ούτε ιστορικά ούτε πολιτικά.

Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων όμως δεν ανήκει μόνο στο παρελθόν. Ανήκει στο παρόν. Και κάθε φορά που η ιστορία απονευρώνεται και μετατρέπεται σε «επέτειο» χωρίς ευθύνη, κάθε φορά που οι θύτες δεν λογοδοτούν και δεν καταβάλονται οι ηθικές και οι εν πράγματες αποζημιώσεις παραπέμπονται διαρκώς στο μέλλον, η βία δικαιώνεται εκ των υστέρων. Ας γνωρίζουμε όλοι ότι η μνήμη των Καλαβρύτων δεν μπορεί να είναι ούτε ουδέτερη ούτε συμφιλιωτική, είναι ένα αμείλικτο κατηγορητήριο απέναντι στον φασισμό, αλλά και απέναντι στις σύγχρονες εκδοχές του κυνισμού κάθε εξουσίας που επιχειρεί να βαφτίσει την τρομοκρατία «αναγκαιότητα». Γιατί αν η ιστορία χρησιμοποιεί τη λήθη ως συγχωροχάρτι για τους θύτες χωρίς να αποδίδει ευθύνες και τιμωρία, τότε ετοιμάζει το έδαφος για την επανάληψη των εγκλημάτων.

Η διατήρηση της ιστορικής αλήθειας για την «Unternehmen Kalavryta» δεν είναι τελετουργικό καθήκον, είναι πράξη αντίστασης, τότε, τώρα και πάντα.

 

——————————————————————————-
Με πληροφορίες από: sansimera.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *