...
Γιάννης και Μίλτος Μανάκης

| Τα «Μανάκια» των Βαλκανιών |
Πρωτοπόροι του Βαλκανικού κινηματογράφου
Περισσότερες από 12.000 φωτογραφίες
και 67 ταινίες μικρού μήκους, συνολικού μήκους 1.500 μέτρων|
Έλληνες στην καταγωγή, από την Αβδέλα Γρεβενών, ένα κεφαλοχώρι της Πίνδου, οι αδελφοί Γιαννάκης και Μίλτος Μανάκη σφράγισαν με το έργο τους τα πρώτα βήματα της έβδομης τέχνης στα Βαλκάνια. Η εθνικότητά τους αποτέλεσε πεδίο διεκδικήσεων και αντιπαραθέσεων – Σέρβοι, Σκοπιανοί, Τούρκοι και Ρουμάνοι εξακολουθούν να τους θεωρούν «δικούς τους» – ωστόσο η ελληνική τους ρίζα είναι αδιαμφισβήτητη. Όπως οι αδελφοί Λυμιέρ στο Παρίσι και ο Τόμας Έντισον στην Αμερική, οι Μανάκηδες άνοιξαν τον δρόμο του κινηματογράφου στην περιοχή, αφήνοντας πίσω τους πολύτιμα ντοκουμέντα της καθημερινής ζωής και των ιστορικών γεγονότων στις αρχές του 20ού αιώνα.
Ο Γιαννάκης Μανάκης γεννήθηκε στις 18 Μαΐου 1878 και ο μικρότερος αδελφός του, Μίλτος, στις 9 Σεπτεμβρίου 1882. Ο πρώτος έδειξε από νωρίς κλίση στη ζωγραφική, σπούδασε στο γυμνάσιο του Μοναστηρίου και απέκτησε δίπλωμα δασκάλου με ιδιαίτερες ικανότητες στην ιχνογραφία και την καλλιγραφία. Ο δεύτερος, πιο γήινος και δεμένος με τη φύση, ακολούθησε τον δρόμο της φωτογραφίας και με τον καιρό εξελίχθηκε σε κινηματογραφιστή, έχοντας πάντα τον αδελφό του στο πλευρό του. Ξεκίνησαν με φωτογραφείο στα Ιωάννινα, όμως οι Οθωμανικές Αρχές τους καταδίωξαν, και έτσι μετέφεραν τη δραστηριότητά τους στο Μοναστήρι (σημερινή Μπίτολα). Το 1905 ταξίδεψαν στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στο Βουκουρέστι, όπου παρακολούθησαν για πρώτη φορά γύρισμα ταινίας. Ο ενθουσιασμός τους υπήρξε τέτοιος που ο Γιαννάκης ταξίδεψε στο Λονδίνο για να αγοράσει την κινηματογραφική μηχανή Bioscop – το εργαλείο με το οποίο θα άλλαζαν την ιστορία του βαλκανικού κινηματογράφου.

Η πρώτη τους ταινία γυρίστηκε το ίδιο έτος στην Αβδέλα. Τίτλος: «Οι Υφάντρες». Πρωταγωνίστρια, η γιαγιά τους κυρά-Λουκία, 117 ετών, να γνέθει μαλλί και να υφαίνει στον αργαλειό. Η εικόνα αυτή – τόσο απλή, τόσο βαθιά ριζωμένη στην παράδοση – αποτέλεσε το πρώτο κινηματογραφικό καρέ των Βαλκανίων. Σύντομα ακολούθησαν άλλα έργα, όπως «Το υπαίθριο σχολείο στην Πίνδο», όπου καταγράφηκε ζωντανά η λειτουργία του ελληνικού σχολείου της Αβδέλας, μοναδικό τεκμήριο της παιδείας στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας. Οι Μανάκηδες κινηματογράφησαν επίσης τον «Βλάχικο γάμο» και την «Εμποροπανήγυρη», ντοκουμέντα που αναδεικνύουν τον κοινωνικό και οικονομικό βίο της Μακεδονίας. Με την κάμερα Bioscop 300 κατέγραψαν περισσότερα από 40 σπουδαία γεγονότα: το κίνημα των Νεότουρκων το 1908, στρατιωτικές ασκήσεις υπό τον Νιάζι Μπέη, την επίσκεψη του Σουλτάνου Μεχμέτ Ε΄ στη Θεσσαλονίκη και στη Μπίτολα, ακόμη και σκηνές από τους Βαλκανικούς Πολέμους. Υπήρξαν παρόντες σε όλα, κινούμενοι με άνεση ακόμη και σε περιοχές όπου δρούσαν αντάρτικες ομάδες, χάρη στις άδειες και τα φιρμάνια που εξασφάλιζαν από την οθωμανική αυλή.
Η διαδρομή τους δεν υπήρξε ανέφελη. Το 1916-1919 ο Γιαννάκης εξορίστηκε στη Φιλιππούπολη, κατηγορούμενος από τους Βουλγάρους ως κατάσκοπος, αφού στο φωτογραφείο τους είχαν βρεθεί όπλα και πυρομαχικά. Εκεί, ωστόσο, δεν έπαψε να δημιουργεί: άνοιξε φωτογραφείο και φωτογράφισε ακόμη και τον βασιλιά Φερδινάρδο. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δύο αδελφοί επέστρεψαν στο Μοναστήρι και το 1921 άνοιξαν τον δικό τους κινηματογράφο – τον πρώτο της πόλης. Αρχικά με ενοικιασμένα μηχανήματα και γεννήτρια, και από το 1922 με δική τους αίθουσα, έστησαν μια οικογενειακή επιχείρηση που έμεινε γνωστή ως «Κινηματογράφος Μανάκια». Το 1939, όμως, η αίθουσα καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, σηματοδοτώντας και το τέλος μιας εποχής.
Έκτοτε οι δρόμοι των δύο αδελφών χώρισαν. Ο Γιαννάκης εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε ως φωτογράφος στην παραλία και δίδαξε στη Ρουμανική Εμπορική Σχολή. Έμεινε πιστός στην τέχνη του, αλλά έζησε τα τελευταία χρόνια φτωχικά και μοναχικά, μέχρι τον θάνατό του στις 19 Μαΐου 1954, σε ηλικία 76 ετών, συντετριμμένος από την απώλεια του νεαρού γιου του. Ο Μίλτος, αντίθετα, έμεινε στη Γιουγκοσλαβία, όπου αναγνωρίστηκε ως «εθνικός κινηματογραφιστής». Παρασημοφορήθηκε από τον στρατάρχη Τίτο, φωτογράφισε τον ίδιο και είδε το πρόσωπό του να τυπώνεται σε γραμματόσημο. Παρά την επιθυμία του να επιστρέψει στην Ελλάδα, έμεινε μέχρι τέλους στη Μπίτολα, όπου πέθανε στις 5 Μαρτίου 1964, σε ηλικία 82 ετών, τιμημένος από το γιουγκοσλαβικό κράτος.
Το έργο των Μανάκηδων είναι τεράστιο: περισσότερες από 12.000 φωτογραφίες και 67 ταινίες μικρού μήκους, συνολικού μήκους 1.500 μέτρων. Το αρχείο τους πέρασε μέσα από περιπέτειες και πουλήθηκε τελικά στο «Αρχείο της Μακεδονίας» της τότε Γιουγκοσλαβίας, για να καταλήξει στο Ιστορικό Αρχείο της Μπίτολα. Παρότι στην Ελλάδα το όνομά τους έμεινε για δεκαετίες στη σκιά, η συμβολή τους αναγνωρίζεται σήμερα ως θεμελιώδης. Δεν ήταν απλώς φωτογράφοι και κινηματογραφιστές· ήταν μάρτυρες της Ιστορίας, καταγραφείς ενός κόσμου που χανόταν, πρωτοπόροι που άνοιξαν δρόμους για τους επόμενους. Με αγάπη για την τέχνη και με τη δίψα να χρησιμοποιούν κάθε νέα τεχνολογία, οι αδελφοί Μανάκη άφησαν ένα έργο που υπερβαίνει τα σύνορα και τις εθνικές διεκδικήσεις – ένα έργο που ανήκει στην κοινή μνήμη των Βαλκανίων και στον παγκόσμιο κινηματογράφο.
————————————————————————————————————————-
Πηγή: https://www.istorikathemata.com/
——–————————————————
Επιμέλεια: Lef.T

