Guardian: «Τα γλυπτά του Παρθενώνα ανήκουν στην Ελλάδα
τότε γιατί είναι τόσο δύσκολο να αποδεχτούμε την επανένωση;»
Ο βρετανικός Guardian, τρεις εβδομάδες μετά το κύριο άρθρο των Times του Λονδίνου, θέτει το θέμα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα. Το άρθρο γνώμης της δημοσιογράφου Σάρλοτ Χίγκινς που δημοσιεύθηκε το Σάββατο 5 Φεβρουαρίου, έχει τον αρκετά καυστικό τίτλο, «Τα γλυπτά του Παρθενώνα ανήκουν στην Ελλάδα – τότε γιατί είναι τόσο δύσκολο να αποδεχτούμε την επανένωση;».
Και έτσι με αυτή την ερώτηση συνεχίζει ξεκαθαρίζοντας ότι πρόκειται για μία υπόθεση που η ευθύνη της μετατίθεται από τον έναν στον άλλον.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει, η βρετανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η επανένωση δεν εξαρτάται από αυτήν αλλά από τους διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου. Οι διαχειριστές του Βρετανικού Μουσείου τώρα – εκτός ότι δεν έχουν τη «διάθεση» για να τα επιστρέψουν – υποστηρίζουν ότι υπάρχει και ο νόμος του 1963 (1963 British Museum Act) που τους δεσμεύει.
Το Γούεστμινστερ προσκολλημένο στο αυτοκρατορικό παρελθόν;
Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι για να φύγει οποιοδήποτε έκθεμα εκτός Βρετανικού Μουσείου θα πρέπει ή να έχει υποστεί ζημιές ή να είναι αντίγραφο ή να πρόκειται για έκθεμα που έχει λεηλατηθεί ή αγοραστεί υπό εξαναγκασμό την περίοδο του Ολοκαυτώματος. Παράλληλα, οι διαχειριστές υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατός ούτε ο δανεισμός των γλυπτών, με ευθύνη αυτή τη φορά των ίδιων των Ελλήνων, που δεν αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία του βρετανικού μουσείου.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό σημείο του άρθρου είναι, ότι η δημοσιογράφος επιλέγει να χαρακτηρίσει την γκαλερί Ντουβίν του μουσείου, όπου και βρίσκεται η ζωφόρος των 75 μέτρων και μερικά από τα γλυπτά των αετωμάτων του Παρθενώνα, «κάπως ζοφερή και καταθλιπτική, σε σύγκριση με την φανταστική αφήγηση που αναπαρίσταται στο μουσείο της Ακρόπολης».
Τελειώνοντας και ενώ έχει αναφερθεί στον φιλέλληνα Μπόρις Τζόνσον – ο οποίος ως μαθητής έγραφε υπέρ της επανένωσης – καταλήγει ότι το Γούεστμινστερ δε φαίνεται να ξεκολλάει από το αυτοκρατορικό παρελθόν της Βρετανίας, το οποίο είναι ίσως εκείνο που πραγματικά αποτρέπει την επανένωση.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «όσοι θα έβλεπαν τα Γλυπτά του Παρθενώνα να επιστρέφουν στην Ελλάδα θα αισθάνονταν μια αλλαγή στην ατμόσφαιρα». Καθώς, όπως επισημαίνει, η πολιτική της ταυτότητας των γλυπτών ξαναζωντανεύει και τα κληροδοτήματα της αποικιοκρατίας πλέον επανεξετάζονται εξονυχιστικά.
Στο άρθρο υπάρχει επίσης αναφορά στα Χάλκινα του Μπενίν, από τα διασημότερα γλυπτά της αφρικανικής τέχνης, που λεηλατήθηκαν από τους Βρετανούς το 1897 και την επιστροφή τους στη Νιγηρία, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «είναι μια πολύ διαφορετική περίπτωση από τα γλυπτά που κάποτε κοσμούσαν τον μεγάλο ναό της θεάς προστάτιδας της Αθήνας στην Ακρόπολη, που αποκτήθηκαν (ή έτσι υποστηρίζεται) νόμιμα από τον Λόρδο Έλγιν το 1801» και επισημαίνοντας την επιστροφή στην Ελλάδα του θραύσματος Fagan από το Παλέρμο, το τμήμα της ζωφόρου που μετά από δύο αιώνες πήρε τη θέση του στο Μουσείο Ακρόπολης.
«Το γλυπτό του Παλέρμο είναι ένα θραύσμα σε μέγεθος κουτιού παπουτσιού που δείχνει μέρος του ποδιού της θεάς Άρτεμης, αντί της ζωφόρου των 75 μέτρων συν το υπέροχο αέτωμα που φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά παρόλα αυτά, αποτελεί ένα είδος προηγούμενου. Ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έκανε την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα θέμα συζήτησηςκατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Λονδίνο. Ακόμη και οι Times άλλαξαν τη γραμμή τους υποστηρίζοντας τον επαναπατρισμό των γλυπτών».