...
|Νέα οδηγία |

Ίση αμοιβή ανδρών και γυναικών έως το 2026
| Η ΕΕ θεσπίζει κανόνες διαφάνειας στις αμοιβές,
επιβάλλει υποχρέωση λογοδοσίας στις επιχειρήσεις και επιχειρεί να κλείσει
το μισθολογικό χάσμα που παραμένει στο 13% – με στόχο μια πιο δίκαιη και ισότιμη αγορά εργασίας |
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σε ένα φιλόδοξο εγχείρημα: να εξαλείψει τις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών. Στις 24 Απριλίου 2023, το Συμβούλιο της ΕΕ ενέκρινε την οδηγία για τη μισθολογική διαφάνεια, η οποία επιβάλλει στα κράτη-μέλη να υιοθετήσουν έως τον Ιούνιο του 2026 συγκεκριμένα μέτρα για ίση αμοιβή σε ίση εργασία. Η οδηγία έρχεται να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα που παραμένει ανθεκτικό στο χρόνο: το μισθολογικό χάσμα των φύλων, που αγγίζει ακόμη το 13% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη.
Η ανισότητα αυτή δεν αφορά μόνο τον μηνιαίο μισθό. Ακολουθεί τις γυναίκες σε όλη τους τη ζωή, καταλήγοντας σε ένα συνταξιοδοτικό χάσμα 30%, όπως δείχνουν τα στοιχεία του 2018. Η πανδημία COVID-19 ήρθε να επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση, αποκαλύπτοντας τις διαρθρωτικές ανισορροπίες της αγοράς εργασίας. Οι γυναίκες, αναγνωρίζει η ίδια η ΕΕ, επωμίστηκαν δυσανάλογα τα βάρη της φροντίδας και της οικογενειακής ευθύνης — μια αόρατη εργασία που σπάνια αποτιμάται οικονομικά.
Η νέα ευρωπαϊκή οδηγία επιχειρεί να θεσπίσει διαφάνεια εκεί όπου βασίλευε η σιωπή. Οι εργοδότες υποχρεώνονται να δηλώνουν από την αγγελία πρόσληψης ή το αργότερο πριν τη συνέντευξη τον αρχικό μισθό ή το εύρος αμοιβής κάθε θέσης, ενώ απαγορεύεται πλέον να ζητούν από τους υποψήφιους πληροφορίες για το μισθολογικό τους παρελθόν. Οι εργαζόμενοι θα έχουν δικαίωμα να ζητούν αναλυτικά στοιχεία για τα μέσα επίπεδα αμοιβών ανδρών και γυναικών σε ίδιες ή παρόμοιες θέσεις, με κριτήρια που θα πρέπει να είναι αντικειμενικά και ουδέτερα ως προς το φύλο.
Οι επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζομένους θα υποχρεώνονται να δημοσιοποιούν ετησίως τα στοιχεία για το μισθολογικό χάσμα, ενώ οι μικρότερες θα το κάνουν ανά τριετία. Αν προκύπτει διαφορά άνω του 5% που δεν δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια, θα επιβάλλεται κοινή αξιολόγηση αμοιβών από τη διοίκηση και τους εκπροσώπους των εργαζομένων. Επιπλέον, η οδηγία θεσπίζει αποζημίωση για τα θύματα διακρίσεων και πρόστιμα για τους εργοδότες που δεν συμμορφώνονται, ενώ για πρώτη φορά το βάρος της απόδειξης μεταφέρεται στον εργοδότη: εκείνος οφείλει να αποδείξει ότι δεν υπήρξε διάκριση.
Το νέο πλαίσιο είναι πιο περιεκτικό, καθώς λαμβάνει υπόψη και τις διατομεακές διακρίσεις, όταν δηλαδή το φύλο συνδυάζεται με παράγοντες όπως η εθνικότητα, ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή η αναπηρία. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει ότι πρόκειται για βήμα προς μια πιο δίκαιη και ισότιμη αγορά εργασίας, ενώ η οδηγία εντάσσεται στη Στρατηγική για την Ισότητα των Φύλων 2020–2025, η οποία είχε αναγάγει τη μισθολογική διαφάνεια σε κορυφαία προτεραιότητα.
Ωστόσο, όσο προοδευτική κι αν φαίνεται αυτή η πρωτοβουλία, η ΕΕ εξακολουθεί να αποφεύγει να θίξει τις βαθύτερες ρίζες της ανισότητας. Η διαφάνεια μπορεί να ρίχνει φως στην αδικία, αλλά δεν την εξαλείφει. Το χάσμα των αμοιβών δεν είναι τεχνικό σφάλμα. Είναι το αποτέλεσμα ενός οικονομικού μοντέλου που στηρίζεται στη συστηματική υποτίμηση της γυναικείας εργασίας. Από τα επαγγέλματα φροντίδας έως τη μερική απασχόληση, η γυναικεία παρουσία συνδέεται με χαμηλότερη αμοιβή, λιγότερη αναγνώριση και μεγαλύτερη επισφάλεια.
Κατά τα άλλα η ΕΕ παραμένει εκκωφαντικά σιωπηλή, για τα μισθολογικά χάσματα μεταξύ κρατών, όπου μια καθαρίστρια στην Αθήνα αμείβεται με το ένα τρίτο μιας συναδέλφου της στη Γερμανία και η ισότητα των φύλων μέσα στην ίδια την Ευρώπη των δύο ταχυτήτων παραμένει, ακόμα, μια ρητορική άσκηση.
Η ΕΕ, αντί να αμφισβητήσει αυτό το παραγωγικό παράδειγμα, περιορίζεται στη «βελτίωσή» του. Η διαφάνεια στους μισθούς είναι χρήσιμη, αλλά δεν είναι επανάσταση· είναι απλώς το καθρέφτισμα ενός συστήματος που θεωρεί θεμιτό οι αδικίες να είναι γνωστές, αρκεί να παραμένουν νόμιμες. Και όσο η οικονομία της Ευρώπης παραμένει ιεραρχημένη πάνω στην ανταγωνιστικότητα και όχι στην κοινωνική δικαιοσύνη, οι αριθμοί μπορεί να αλλάξουν, αλλά η ουσία θα μένει πάντα η ίδια.
Η νέα οδηγία αποτελεί, αναμφίβολα, ένα σημαντικό εργαλείο διαφάνειας και προστασίας. Όμως η πραγματική ισότητα δεν θα έρθει μόνο με ρυθμίσεις και πίνακες σύγκρισης. Θα έρθει όταν η αξία της εργασίας (ανδρικής και γυναικείας) πάψει να καθορίζεται από το φύλο, το επάγγελμα ή το «κόστος» της παραγωγής, και αρχίσει να μετριέται με όρους αξιοπρέπειας, κοινωνικής αναγνώρισης και συλλογικού δικαιώματος. Μέχρι τότε, η Ευρώπη θα συνεχίζει να φωτίζει το πρόβλημα με «φτηνούς φακούς» και όχι με προβολείς ακριβείας.
————————————————————————
Με πληροφορίες από https://www.dnews.gr/

