Μνήμη χρονολογίου της 7ης Αυγούστου

7 Αυγούστου 2024

Είναι η 220η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 146 ημέρες για τη λήξη του
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:33 – Δύση ήλιου: 20:28
Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 54 λεπτά
🌒  Σελήνη 2.7 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Αστέριο, Αστέρη, Αστρινό, Αστερινό,
Αστρινή, Αστέρω, Αστερία, Αστρούλα, Αστερινή και Νικάνωρα

Γεγονότα

 

626 – Ο Βυζαντινός Στόλος καταναυμαχεί και διασκορπίζει τον στόλο των Αβάρων και Σλάβων που πολιορκούν την Κωνσταντινούπολη. Η νίκη αποδίδεται στην «Υπέρμαχο Θεοτόκο», στην οποία αφιερώνεται ο «Ακάθιστος Ύμνος».
Ο Ακάθιστος Ύμνος ψάλλεται τμηματικά το βράδυ της Παρασκευής των τεσσάρων πρώτων εβδομάδων των Νηστειών και ολόκληρο το βράδυ της Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας των Νηστειών, κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου. Αποτελείται από το προοίμιο «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» και 24 οίκους (στροφές) με αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α έως το Ω. Το πρώτο μέρος του ποιήματος (Α-Μ) αναφέρεται σε επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας (Ευαγγελισμός, Γέννηση του Ιησού, Υπαπαντή κ.ά.) και το δεύτερο μέρος (Ν-Ω) σε θεολογικά θέματα. Αναφέρεται γενικότερα στην ενανθρώπιση του Ιησού και τη σωτηρία των ανθρώπων, ενώ εξαίρεται η συμβολή της Παναγίας.
Ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου δεν είναι γνωστός, καθώς οι μακροχρόνιες έρευνες δεν έχουν καταλήξει σε αναμφισβήτητα συμπεράσματα. Έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Ρωμανού του Μελωδού, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιου, του διάκονου και ιαμβογράφου Γεωργίου Πισίδη, του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α’, του μητροπολίτη Νικομηδείας Γεωργίου Σικελιώτη, της Κασσιανής και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου.
Η επικρατούσα παράδοση υποστηρίζει ότι ο Άκάθιστος Ύμνος γράφτηκε για τη διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων, ενός ταταρομογγολικού φύλου, το 626. Η σωτηρία της Βασιλεύουσας αποδόθηκε στην Υπέρμαχο Στρατηγό, την Υπεραγία Θεοτόκο.

 

1863 – Ιδρύεται η γερμανική χημική και φαρμακευτική βιομηχανία «Μπάγερ» (BAYER), που παρασκευάζει την «Ασπιρίνη». Η Bayer AG (προφέρεται: [ˈbaɪ̯ɐ]) είναι χημική και φαρμακευτική εταιρία που ιδρύθηκε στο Μπάρμεν της Γερμανίας το 1863. Σήμερα έχει την έδρα της στο Λεβερκούζεν, Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, Γερμανία. Είναι γνωστή για το σήμα κατατεθέν της ασπιρίνης.
Το σημαντικότερο προϊόν της Bayer αρχικά ήταν το ακετυλοσαλικυλικό οξύ (που εφευρίσκεται αρχικά από Γάλλο χημικό Charles Frederic Gerhardt στο 1853), η τροποποίηση του σαλικυλικού οξέος ή σαλικίνης. Μέχρι το 1899 η ασπιρίνη έγινε το διεθνώς γνωστότερο προϊόν από ακετυλοσαλικυλικό οξύ. Σήμερα η «ασπιρίνη» έχασε την ιδιότητα της ως σήμα κατατεθέν (trade mark) στις Ηνωμένες Πολιτείες, στη Γαλλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, σε περισσότερες από 80 άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς, το Μεξικό, η Γερμανία και η Ελβετία, εξακολουθεί να αποτελεί σήμα κατατεθέν της Bayer. Το 1904, η εταιρεία Bayer παρουσιάζει το σταυρό της Bayer ως εταιρικό λογότυπο της.
Στο πλαίσιο της επανόρθωσης μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Bayer αντιμετώπισε την κατάσχεση σε πολλά περιουσιακά της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων στο όνομά της και τα εμπορικά σήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και πολλές άλλες χώρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά, περιουσιακά στοιχεία και τα εμπορικά σήματα της Bayer αποκτήθηκαν από την Sterling Drug, προκατόχου της Sterling Winthrop. Η εταιρεία Bayer στη συνέχεια αποτέλεσε μέλος της κοινοπραξίας IG Farben, μιας συσπείρωσης της γερμανικής βιομηχανίας χημικών, που αποτελούσε μέρος τους οικονομικού πυρήνα του γερμανικού ναζιστικού καθεστώτος. Όταν οι Σύμμαχοι διέσπασαν την IG Farben σε επιμέρους εταιρείες μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω συμμετοχής της στα ναζιστικά εγκλήματα πολέμου, (κατασκευάστρια του Κυκλώνα Β και εκμετάλλευση της καταναγκαστικής εργασίας των κρατουμένων), η Bayer εμφανίζεται εκ νέου ως μεμονωμένη επιχείρηση.

 

1933 – Η Αγλαΐα Κυριακού αποφασίζει με μυστική διαθήκη να αφήσει ολόκληρη την περιουσία της, που ανήρχετο τότε σε 15.000.000 δρχ., για να ιδρυθεί μία παιδιατρική κλινική με την επωνυμία «Κλινική Παίδων Παν. & Αγλαΐας Κυριακού και οικογένειας Σπυρίδωνος Αντωνιάδη». Το Νοσηλευτικό Ίδρυμα δεν είναι άλλο από το «Νοσοκομείο Παίδων Παναγ. & Αγλαΐας Κυριακού» στου Γουδή. Το Νοσοκομείο παρέχει ολοκληρωμένη πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια περίθαλψη καλύπτοντας τις ανάγκες του παιδικού πληθυσμού όχι μόνο της Αττικ“-ής αλλά και ολόκληρης της χώρας. Διαθέτει 395 κλίνες και νοσηλεύει ετησίως περίπου 25.000 παιδιά ηλικίας μέχρι 14 ετών. Κάθε χρόνο, το νοσοκομείο, συμβάλλει στην εκπαίδευση περισσότερων από 100 ειδικευόμενων ιατρών στα διάφορα Τμήματα και Κλινικές του. Το 1979, μετά από μισό αιώνα συνεχούς λειτουργίας και κοινωνικής προσφοράς, η δύναμή του ενισχύθηκε με την δημιουργία δύο νέων παραρτημάτων η λειτουργία των οποίων συνάδει με τις σύγχρονες εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης.

 

1942 – Διεξάγεται η Μάχη του Γκουανταλκανάλ. Πρόκειται για την πρώτη επιθετική ενέργεια των Αμερικανών στον Ειρηνικό, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στους πρώτους έξι μήνες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στον Ειρηνικό η στρατοκρατική Ιαπωνία έφθασε πολύ κοντά στην απόλυτη κυριαρχία του μεγάλου ωκεανού. Οι Δυτικοί Σύμμαχοι έχαναν το ένα μετά το άλλο τα στρατηγικά τους ερείσματα, υποκλινόμενοι στην άριστη τακτική και την τόλμη των στρατιωτών του Χιροχίτο. Επειτα από τις εκπληκτικές νίκες της στο Περλ Χάρμπορ, την Ταϊλάνδη, τη Μαλαισία, τη Σιγκαπούρη, τις Φιλιππίνες, τις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, τη Βιρμανία και τη νήσο Γουέηκ, η ιαπωνική πολεμική μηχανή φαινόταν ανίκητη, αλλά τον Ιούνιο του 1942 υπέστη το πρώτο της οδυνηρόπλήγμα στο Μιντγουέη, όταν το Αμερικανικό Ναυτικό κατέστρεψε τέσσερα πολύτιμα αεροπλανοφόρα της. Ο Ιαπωνικός Στρατός όμως δεν είχε γνωρίσει ακόμη την ήττα σε χερσαία μάχη. Οι σφοδρές επιθέσεις που είχε εξαπολύσει με την ξιφολόγχη τρομοκράτησαν και σάρωσαν με ευκολία αυστραλιανά, βρετανικά, κινεζικά, ολλανδικά, ινδικά και φιλιππινέζικα στρατεύματα. Ωστόσο οι Ιάπωνες στρατιώτες δεν είχαν δοκιμαστεί, ως τότε, απέναντι σε έναν εξίσου ικανό αντίπαλο. Θα τον συναντούσαν στο πρόσωπο των σκληροτράχηλων Αμερικανών πεζοναυτών οι οποίοι, τον Αύγουστο του 1942, αποβιβάστηκαν αιφνιδιαστικά στο, υπό ιαπωνική κατοχή, νησί Γκουανταλκανάλ. Μετά από έξι μήνες σκληρών συγκρούσεων ο Ιαπωνικός Στρατός υποχρεώθηκε για πρώτη φορά στην ιστορία του να εγκαταλείψει ηττημένος το πεδίο της μάχης. Στο εξής θα ήταν μόνιμα αμυνόμενος και θα πιεζόταν ασφυκτικά μέχρι την τελική ήττα της Αυτοκρατορίας του Ανατέλλοντος Ηλίου.

 

1964 – Η Τουρκία βομβαρδίζει θέσεις των Ελληνοκυπρίων στην Κύπρο. Στην περιοχή της Τηλλυρίας ξεσπούν αιματηρές συγκρούσεις, που θα κρατήσουν τέσσερις μέρες, σε απάντηση της προσπάθειας του στρατηγού Γρίβα να καταλάβει τους τουρκοκυπριακούς θύλακες της Μανσούρας και των Κοκκίνων.
Η Τουρκία απείλησε ότι θα εισβάλει στην Κύπρο δυο φορές, μια τον Φεβρουάριο και μια άλλη φορά τον Ιούνιο το 1964. Οι παρεμβάσεις όμως των Αμερικανών και των Σοβιετικών εμπόδισαν την Τουρκία να εισβάλει στο νησί. Τότε ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζόνσον κάλεσε τους δυο ηγέτες, της Ελλάδας Παπανδρέου και της Τουρκίας Ινονού που ήταν σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, να έρθουν στις Ενωμένες Πολιτείες για να συνομιλήσουν σχετικά με το Κυπριακό. Οι τρεις ηγέτες συμφώνησαν να βρουν μια λύση στο Κυπριακό Πρόβλημα, και όρισαν τον πρώην υπουργό των Ενωμένων Πολιτειών Ατσεσον για να επεξεργαστεί μια λύση.
Η Αμερική δεν ήθελε μια σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας γιατί θα επέφερε μια διάσπαση στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Το Σχέδιο Ατσεσον προνοούσε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα , παραχωρώντας ορισμένα ανταλλάγματα στην Τουρκία. Ο Μακάριος όμως απέρριψε το Σχέδιο. Μετά την απόρριψη του Σχεδίου Ατσεσον η Τουρκία άρχισε ετοιμασίες για εισβολή στην Κύπρο.
Τον Αύγουστο του 1964 βομβάρδισε την περιοχή Τηλλυρίας και έγιναν σκληρές μάχες σε όλη την περιοχή. Η αντίσταση των Ελληνοκυπρίων υπήρξε αποτελεσματική και απέτρεψε την διχοτόμηση που επεδίωκε η Τουρκία. Ο Μακάριος έκανε διαβήματα προς την Σοβιετική Ένωση και τον Κρούτσιεφ, ο οποίος προειδοποίησε την Τουρκία να σταματήσει τους βομβαρδισμούς, γιατί υπήρχε κίνδυνος επέκτασης των συγκρούσεων. Η Τουρκία σταμάτησε τους βομβαρδισμούς, αλλά τους συνέχισε μετά από δέκα χρόνια όταν της δόθηκε πάλι η ευκαιρία με το πραξικόπημα του Ιουλίου το 1974. Αυτή την φορά κατάφερε να διχοτομήσει το Νησί καταβάλλοντας 37% του εδάφους του.

 

2004 – Εγκαινιάζεται η γέφυρα Ρίου – Αντίρριου, η μεγαλύτερη καλωδιωτή γέφυρα του κόσμου. Το μήκος της γέφυρας που στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες, ανέρχεται στα 2.252 μέτρα, ενώ μαζί με τις προσβάσεις φτάνει γύρω στα 2.883 μέτρα (βλέπε σχεδιάγραμμα παρακάτω). Η γέφυρα αναπτύχθηκε και ολοκληρώθηκε, παρά τις δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες, ενώ το μέγιστο βάθος θεμελίωσης φθάνει τα 65 μέτρα υπό την επιφάνεια της θάλασσας. Πρόκειται για μία καλωδιωτή γέφυρα, οι αντοχές της οποίας είναι εντυπωσιακές. Σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε με προδιαγραφές να αντέξει σε σεισμό μεγαλύτερο από αυτόν που σημειώθηκε στις 17 Αυγούστου 1999 στη Νικομήδεια της Τουρκίας, ο οποίος ήταν μεγέθους 7,4 της Κλίμακας Ρίχτερ. Έχει υπολογιστεί, επίσης, πως αντέχει σε ενδεχόμενη σύγκρουση δεξαμενοπλοίου με εκτόπισμα 180.000 τόνων, καθώς και σε ταχύτητα ανέμου 265 χλμ./ώρα, ταχύτητα που αντιστοιχεί σε τυφώνα Κατηγορίας 5, το ανώτατο δυνατό επίπεδο στην Κλίμακα Σαφίρ-Σίμπσον. Τέλος, η γέφυρα είναι σχεδιασμένη να απορροφά πιθανές μετατοπίσεις μεταξύ δύο βάθρων, σε οποιαδήποτε κατεύθυνση.
Η γέφυρα περιλαμβάνει και πεζόδρομο/ποδηλατόδρομο, η χρήση των οποίων απαλλάσσεται πληρωμής διοδίων.

 

Γεννήσεις

 

1932 – Αμπέμπε Μπικίλα (7 Αυγούστου 1932 – 25 Οκτωβρίου 1973) ήταν Αιθίοπας μαραθωνοδρόμος και δύο φορές χρυσός ολυμπιονίκης.
Θρυλική μορφή του παγκόσμιου αθλητισμού, ο Αμπέμπε Μπικίλα ήταν ο πρώτος που κατέκτησε δύο χρυσά μετάλλια στο μαραθώνιο. Κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο τόσο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960 στη Ρώμη, τρέχοντας μάλιστα ξυπόλυτος, όσο και σε εκείνους του 1964 στο Τόκιο, αυτή τη φορά φορώντας παπούτσια[4] και καταρρίπτοντας το παγκόσμιο ρεκόρ με χρόνο 2 ώρες, 12 λεπτά και 11 δευτερόλεπτα (21 Οκτωβρίου 1964). Σήμερα στην πρωτεύουσα της χώρας του, την Αντίς Αμπέμπα, ένα στάδιο φέρει τιμητικά το όνομά του.

 

 

1966 – Τζίμι Γουέλς. Ο Γουέιλς γεννήθηκε στο Χάντσβιλ της Αλαμπάμα στις 7 Αυγούστου 1966. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής παντοπωλείου και η μητέρα του και η γιαγιά του είχαν ένα μικρό ιδιωτικό σχολείο, όπου και μαθήτευσε ο Γουέιλς. Αργότερα σπούδασε οικονομικά σε ένα πρωτοποριακό γυμνάσιο και στα πανεπιστήμια του Ώμπερν και της Αλαμπάμα. Ακολούθως έγινε χρηματιστής, κερδίζοντας αρκετά χρήματα ώστε να μπορεί να συντηρεί την οικογένειά του για το υπόλοιπο της ζωής τους.
Το 1996 ο Γουέιλς ίδρυσε μια Διαδικτυακή πύλη αναζήτησης με το όνομα Bomis, η οποία πωλεί πρωτότυπο υλικό και στην οποία δεν κατέχει πλέον διοικητική θέση, καθώς ξοδεύει τον χρόνο του σε εγχειρήματα βασισμένα σε wiki.
Τον Μάρτιο του 2000, ίδρυσε μια υπό αξιολόγηση ανοικτού περιεχομένου εγκυκλοπαίδεια, την Nupedia.com και προσέλαβε τον Λάρι Σάνγκερ ως αρχισυντάκτη.
Στις 15 Ιανουαρίου 2001, ο Γουέιλς δημιούργησε την Wikipedia, έναν ιστότοπο παρόμοιο με τη Nupedia. Η Wikipedia ήταν βασισμένη στο λογισμικό κοινής επεξεργασίας wiki, με σκοπό τη συνεργασία επάνω στην αρχική μορφή εγκυκλοπαιδικού υλικού, πριν αυτό εισαχθεί στην Nupedia για αξιολόγηση. Η ταχύτατη ανάπτυξη της Wikipedia υπερσκέλισε την Nupedia.
Ο Σάνγκερ είχε κάνει την αρχική ανάπτυξη της Nupedia, ενώ ο Γουέιλς την είχε χρηματοδοτήσει. Ο Γουέιλς θεωρεί τον εαυτό του μοναδικό ιδρυτή της Wikipedia, ενώ ο Σάνγκερ είχε την αρχική ιδέα να βασιστεί η εγκυκλοπαίδεια στο λογισμικό wiki και επινόησε το όνομα «wikipedia». Ο Σάνγκερ έχει αποχωρήσει από το εγχείρημα και έχει κάνει κριτική για την προσέγγιση του Γουέιλς επάνω στο έργο, χαρακτηρίζοντας τον Γουέιλς «συνειδητά αντι-ελιτιστή». Ο Γουέιλς διαφωνεί με τον Σάνγκερ, λέγοντας ότι δεν είναι αντι-ελιτιστής, αλλά «ίσως αντι-διαπιστευτηριακός. Για εμένα το κύριο θέμα είναι η σωστή λειτουργία. Και αν ένα άτομο είναι πραγματικά έξυπνο και κάνει καταπληκτική δουλειά δεν με ενδιαφέρει αν είναι μαθητής γυμνασίου ή καθηγητής του Χάρβαρντ· είναι η δουλειά που έχει σημασία. […] Δεν μπορείς να επαναπαύεσαι στα διαπιστευτήριά σου στην Wikipedia… πρέπει να μπεις στην αγορά ιδεών και να έρθεις σε επαφή με το κοινό.»
Στα μέσα του 2003 ο Γουέιλς ίδρυσε το Ίδρυμα Wikimedia, ως μη κερδοσκοπικό οργανισμό με έδρα την Φλόριντα, για να στηρίξει την Wikipedia και τα νεότερα αδερφικά εγχειρήματα. Έχει αφιερώσει σημαντικό χρόνο σε διαλέξεις και προωθητικές ενέργειες σε όλο τον κόσμο σχετικά με τις δραστηριότητες του ιδρύματος. Συχνά συμμετέχει σε συναντήσεις και συνέδρια του Wikimedia, όπως η συνάντηση Wikimania την οποία συνήθως κλείνει με την ομιλία του για την «Κατάσταση του Wiki». Μέχρι σήμερα, ο Γουέιλς είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου και επίτιμος πρόεδρος του ιδρύματος. Το 2004 αναφέρθηκε ότι ξόδεψε περίπου 500.000 δολάρια για την δημιουργία και την λειτουργία των εγχειρημάτων του. Από το τέλος της καμπάνιας ενίσχυσης του ιδρύματος τον Φεβρουάριο του 2005, το Ίδρυμα Wikimedia υποστηρίζεται αποκλειστικά από επιδοτήσεις και δωρεές.

 

1975 – Σαρλίζ Θέρον. Γεννήθηκε το 1975 στην περιοχή Μπενόνι του Τράνσβααλ της Νότιας Αφρικής, μοναχοπαίδι των κατασκευαστών δρόμων Γκέρντα και Τσαρλς Θέρον και μεγάλωσε στη φάρμα των γονιών της. Στις 21 Ιουνίου 1991, η μητέρα της σκότωσε τον πατέρα της, ο οποίος ήταν μέθυσος και βίαιος απέναντι τους, πυροβολώντας τον μπροστά σε εκείνη. Η θάνατος του αποδόθηκε νομικά σε αυτοάμυνα και η μητέρα της δεν καταδικάστηκε. Η Θερόν φοίτησε στο Εθνικό Καλλιτεχνικό Σχολείο του Γιοχάνεσμπουργκ, ασχολήθηκε με το μπαλέτο και παράλληλα με το modeling. Στα δεκαέξι της, κέρδισε ένα συμβόλαιο με πρακτορείο μοντέλων κι έτσι μετακόμισε με τη μητέρα της στο Μιλάνο, όπου έμεινε για ένα χρόνο κι ύστερα εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, φοιτώντας στη σχολή Ballet Joffrey της Νέας Υόρκης. Η φιλοδοξία της ήταν να γίνει χορεύτρια όμως ένας τραυματισμός στο γόνατο την ανάγκασε να σταματήσει το χορό.
Το 1994, ταξίδεψε στο Λος Άντζελες με εισιτήριο χωρίς επιστροφή, το οποίο της είχε δώσει η μητέρα της, παροτρύνοντας την να ασχοληθεί με την υποκριτική. Κατά τους πρώτους μήνες εκεί, πήγε σε μια τράπεζα για να εξαργυρώσει την επιταγή που της είχε στείλει η μητέρα της ως οικονομική βοήθεια αλλά απορρίφθηκε επειδή ήταν εκτός κράτους. Όπως υποστήριξε αργότερα η Θερόν, παρακαλούσε μάταια τον τραπεζικό υπάλληλο, ώσπου ο πράκτορας ταλέντων Τζον Κρόσμπι, ως επόμενος πελάτης την είδε και προσφέρθηκε να τη βοηθήσει, εξαργυρώνοντας την επιταγή και δίνοντας της την κάρτα του. Την καθοδήγησε σε ατζέντες casting και σε σχολή υποκριτικής. Το 1995 πήρε τον πρώτο της μικρό ρόλο στη ταινία τρόμου “Children of the Corn III: Urban Harvest”.

 

Θάνατοι

 

1957 – Όλιβερ (Νόρβελ) Χάρντι. Ο Νόρβεν Χάρντι, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ξεκίνησε τη ζωή του ως όμορφος μπέμπης σε μία πολυμελή οικογένεια στην Τζόρτζια και ήταν το μικρότερο από έξι παιδιά. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και πέθανε όταν ο Όλιβερ ήταν 10 ετών. “Νομίζω ότι δεν αποφάσισα ποτέ τη ζωή μου το οριστικό μου επάγγελμα. Θέλησα να ακολουθήσω τα νομικά αλλά σύντομα εγκατέλειψα τις σπουδές”. Είχε φυσική κλίση στο τραγούδι (όλη η οικογένεια αγαπούσε τη μουσική) και σπούδασε μάλιστα τενόρος στη Μουσική Ακαδημία της Ατλάντας. Πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1914 (στην ταινία Outwitting Dad) και στα επόμενα χρόνια ερμήνευσε δευτερεύοντες ρόλους. Ζύγιζε 127 κιλά και είχε ύψος 1,88 μ. Η αγάπη του στο φαγητό τον βοήθησε να διατηρήσει τον όγκο του, αν και νέος ασχολιόταν με τα σπορ, έπαιζε ποδόσφαιρο και λάτρευε (ως μεγάλος) το γκολφ. Ήταν ευκίνητος και πολύ καλός χορευτής.
Πριν γνωρίσει τον Σταν Λόρελ, ο Όλιβερ Χάρντι είχε παίξει σε περισσότερες από 250 ταινίες. Μαζί με τον Σταν Λόρελ, όμως, αποτέλεσαν το διασημότερο κωμικό δίδυμο στην ιστορία του κινηματογράφου. Το δίδυμο δημιουργήθηκε από τον παραγωγό Χολ Ρόουτς, πνευματικό πατέρα -μαζί με τον σκηνοθέτη Λίο Μακ Κάρεϊ- του Χοντρού και του Λιγνού. Πρωτοσυναντήθηκαν στην οθόνη στο The Lucky Dog (1921)[8] και έπαιξαν μαζί και σε άλλες ταινίες, όπως στο Duck Soup (1927), αλλά ως πραγματικό ντουέτο εμφανίστηκαν στο Φορώντας παντελόνια στον Φίλιπ (Putting Pants on Philip, 1927), όπου ο Σταν υποδύεται έναν νεαρό Σκωτσέζο που έρχεται στην Αμερική στον θείο του Όλι. Το 1927 ο Χοντρός και ο Λιγνός γύρισαν 13 ταινίες και το 1928 11 και ως το 1932 εμφανίζονταν σε μικρού μήκους και, ως επί το πλείστον, βουβές. Μεταξύ αυτών οι: Η μάχη του αιώνα, Μουσικοί για κλάματα, Μια τέλεια μέρα (1929), Ο Χοντρός και ο Λιγνός φορτοεκφορτωτές (The Music Box, 1932), που απέσπασε ένα από τα Όσκαρ για μικρού μήκους ταινία εκείνης της χρονιάς, κ.α. Μετά το 1932 άρχισαν την παραγωγή μεγάλου μήκους και ομιλουσών, ανάμεσα στις οποίες ορισμένες από τις πιο απολαυστικές: Ο Χοντρός και ο Λιγνός πάνε στον πόλεμο, Τα παιδιά της ερήμου, Δυο εύθυμοι Σκωτσέζοι, Ο Χοντρός και ο Λιγνός καουμπόηδες, Οι δύο βλάκες, Βάρδα Φουρνέλο, Τα κούτσουρα της Οξφόρδης, κ.α.
Περισσότερες από 100 ταινίες γύρισαν ως ζευγάρι. Ο Λόρελ και ο Χάρντι είχαν μία επαγγελματική φιλοδοξία και μόνο: ήθελαν να κάνουν τους ανθρώπους να γελούν. Δεν έτρεφαν αυταπάτες για τους εαυτούς τους. Οι μέθοδοι και η τεχνική τους είχαν πολλά στοιχεία από τους κλόουν, το χιούμορ της μία αλληλοδιαδοχή από γκαγκ, τα αστεία τους έκαναν τα παιδιά να ξεκαρδίζονται γιατί αναγνώριζαν στα πρόσωπα των δύο κωμικών τη δική τους αδεξιότητα και αθωότητα. Ανάμεσα στον Σταν (Λόρελ) και τον Όλι (Χάρντι) ο πρώτος ήταν ο πιο κουτός. Ανήγγελλε στον Όλι από το τηλέφωνο ότι τον δάγκωσε σκύλος και όταν εκείνος τον ρωτούσε σε ποιο σημείο, τότε ο Σταν τοποθετούσε το ακουστικό ακριβώς πάνω από την πληγή σαν ο συνομιλητής του να ήταν σε θέση να δει μέσα από τη γραμμή. Κατά μία άλλη εκδοχή ο Όλι ήταν πιο κουτός γιατί θεωρούσε τον εαυτό του έξυπνο. Και όπως έλεγε και ο ίδιος: “Δεν υπάρχει πιο βλάκας από τον βλάκα που νομίζει ότι είναι έξυπνος”. Για τον Όλι έγραψαν ότι ήταν ευχαριστημένος με το να πέφτει συνέχεια μέσα στον ασβέστη. Πολλοί λίγοι κωμικοί έπεφταν τόσο συχνά και τόσο καλά μέσα στον ασβέστη. Όπως κανείς άλλος δεν μπορούσε να κινηθεί με τόση χάρη έχοντας τόσο μεγάλες διαστάσεις ή να παίξει με τη γραβάτα του έτσι ώστε να αποτελέσει σημείο αναφοράς.
Οι κωμωδίες τους απλές σε δράση, γίνονταν απολαυστικές από τις συνεχείς ανατροπές των καταστάσεων, τα εναλλασσόμενα γκαγκ. Ήρωες μικροαστικής προέλευσης, ήθελαν να γίνουν κοινωνικά σεβαστοί αλλά και αρεστοί. Φορούσαν αξιοπρεπή κοστούμια, σκληρά καπέλα και απευθύονταν ο ένας στον άλλον με την προσφώνηση μίστερ. Αποκτούσαν μία καθωσπρέπει απασχόληση ως μεταφορείς πιάνων ή πωλητές χριστουγεννιάτικων δέντρων κι αν στο τέλος τα έκαναν θάλασσα, αυτό δεν έβλαπτε παρά τους ίδιους.
Άτολμοι και γκαφαδόροι παρά το σοβαροφανές ύφος τους, βυθίζονταν μεγαλοπρεπώς σε λακκούβες, έβαφαν καλοσχηματισμένα οπίσθια ανύποπτων κυριών, προσπαθούσαν, με απόγνωση, να απαλλαγούν από μία κατσίκα και κατόρθωσαν να ανεβάσουν ένα άλογο πάνω σε ένα πιάνο. Ο Χοντρός και ο Λιγνός, το διασημότερο δίδυμο στην ιστορία του κινηματογράφου, έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει πριν από τον κλινικό θάνατο του ζεύγους. Την τελευταία τους ταινία τη γύρισαν στη Γαλλία το 1950 (Οι Νέοι Ροβινσώνες). Οι βασιλιάδες του γέλιου ήταν ήδη εξασθενημένοι και κουρασμένοι. Αλλά από τη στιγμή που συναντήθηκαν, τέλη του 1920, ως τη χρονιά που ο Όλιβερ Χάρντι πέθανε παρέμειναν στενά συνδεδεμένοι όχι μόνο γιατί το ντουέτο τους πωλούσε αλλά γιατί ήταν και καλοί φίλοι: “Ο Όλι ήταν σαν αδελφός μου. Νιώθαμε ο ένας τον άλλον, αν και δεν κάναμε συχνά παρέα έξω από τα πλατό. Η ζωή του έξω από το στούντιο ήταν αφιερωμένη στα σπορ και κυρίως στο γκολφ, που λάτρευε. Η δική μου ζωή, ήταν δουλειά και τίποτα άλλο. Μου άρεσε να παρακολουθώ την ταινία σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν μαλώσαμε ποτέ”. Ο Όλιβερ Χάρντι πέθανε το 1957, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια, σε ηλικία 65 χρόνων. Δύο αστεροειδείς, οι 2865 και 2866 ονομάστηκαν «Λόρελ» και «Χάρντι» στη μνήμη των Σταν Λόρελ και Όλιβερ Χάρντι.

 

1960 – Σαλβατόρε Φεραγκάμο. Ο Ferragamo γεννήθηκε το 1898 σε μια φτωχή οικογένεια στο Bonito της Ιταλίας, κοντά στο Avellino, το ενδέκατο από τα δεκατέσσερα παιδιά του Antonio Ferragamo και της Mariantonia Ferragamo (και οι δύο είχαν το ίδιο επώνυμο, το οποίο συνέβαινε συχνά στο μικρότερες ιταλικές πόλεις). Αφού έφτιαξε το πρώτο του ζευγάρι παπούτσια για τον εαυτό του, ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνα, σε ηλικία εννέα ετών (και τις αδερφές του να φορέσουν στην επιβεβαίωσή τους ), ο νεαρός Salvatore αποφάσισε ότι είχε βρει την κλήση του.
Αφού σπούδασε υποδηματοποιία στη Νάπολη για ένα χρόνο, ο Ferragamo άνοιξε ένα μικρό κατάστημα με έδρα το σπίτι των γονιών του. Το 1915, μετανάστευσε στη Βοστώνη της Μασαχουσέτης , όπου ένας από τους αδερφούς του εργαζόταν σε ένα εργοστάσιο μπότες καουμπόηδων. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα στο εργοστάσιο, ο Ferragamo έπεισε τα αδέρφια του να μετακομίσουν στην Καλιφόρνια , πρώτα στη Σάντα Μπάρμπαρα και μετά στο Χόλιγουντ . Εκεί βρήκε την επιτυχία ο Ferragamo, ανοίγοντας αρχικά ένα κατάστημα για επισκευές και έτοιμα παπούτσια, οδηγώντας σε μια μακρά περίοδο σχεδιασμού υποδημάτων για τον κινηματογράφο.
Απρόθυμος να δεχτεί ότι τα παπούτσια του θα μπορούσαν να είναι όμορφα αλλά δεν φορούν άνετα, σπούδασε ανατομία στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια .
Αφού πέρασε δεκατρία χρόνια στις ΗΠΑ, ο Ferragamo επέστρεψε στην Ιταλία το 1927, εγκαθιστώντας στη Φλωρεντία . Άρχισε να φτιάχνει παπούτσια για εξέχουσες γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των Μαχαράνι του Cooch Behar , της Eva Peron και της Marilyn Monroe . Άνοιξε ένα εργαστήριο στη Via Mannelli, πειραματιζόμενος με το design, ενώ έκανε αίτηση για πατέντες για τις καινοτομίες του. Κατέθεσε αίτηση πτώχευσης το 1933 λόγω κακής διαχείρισης και οικονομικής πίεσης, αλλά μπόρεσε να επεκτείνει τις δραστηριότητές του τη δεκαετία του 1950, συμπεριλαμβανομένου ενός εργατικού δυναμικού 700 τεχνιτών που έφτιαχνε 350 ζευγάρια παπούτσια την ημέρα, με το χέρι.
Το “The Rainbow” δημιουργήθηκε από τον Salvatore Ferragamo το 1938 και ήταν η πρώτη περίπτωση του παπουτσιού πλατφόρμας που επέστρεψε στη σύγχρονη εποχή στη Δύση. Το σανδάλι πλατφόρμα σχεδιάστηκε για την Αμερικανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιό Judy Garland . Το παπούτσι ήταν ένας φόρος τιμής στο χαρακτηριστικό τραγούδι του Garland ” Over the Rainbow ” που ερμηνεύτηκε στην ταινία μεγάλου μήκους The Wizard of Oz (1939). Το παπούτσι κατασκευάστηκε χρησιμοποιώντας διαμορφωμένες πλάκες από φελλό καλυμμένες με σουέτ με χρυσά λουριά από παιδικό δέρμα . Εμπνεύστηκε να πειραματιστεί με νέα υλικά για να βρει αυτά που δεν είχαν διανεμηθεί σε μερίδες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

 

1972 – Ασπασία Μάνου. Η Ασπασία Μάνου (1896-1972), σύζυγος του Βασιλιά Αλέξανδρου Α΄ των Ελλήνων, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 4 Σεπτεμβρίου 1896. Ήταν κόρη του Πέτρου Μάνου και της Ελένης Αργυροπούλου, εγγονής του Περικλή Αργυρόπουλου. Η οικογένεια της Ασπασίας είχε τίτλους που την κατέτασσαν στην τότε αριστοκρατία. Και από τις δύο πλευρές είχε ρίζες Φαναριώτικες (με απώτερη καταγωγή από την Καστοριά της Μακεδονίας), που έφθαναν μέχρι τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η μητέρα της είχε διαζευχθεί τον Πέτρο Μάνο, από τον οποίο είχε αποκτήσει και μία άλλη κόρη, τη Ρωξάνη. Πολύ αργότερα ο Μάνος θα νυμφευτεί -για δεύτερη φορά- μία καλλονή της Αθήνας, τη Σοφία Τομπάζη, εγγονή του Γεωργίου Τομπάζη. Απέκτησαν την κατά είκοσι χρόνια νεότερη ετεροθαλή αδελφή της Ασπασίας, την κορυφαία χορογράφο Ραλλού Μάνου.
Το ειδύλλιό της με τον μετέπειτα Βασιλιά Αλέξανδρο άρχισε το 1915. Τον Σεπτέμβριο του επόμενου έτους, όταν εκείνος της υποσχέθηκε γάμο, πολύ τολμηρό για την εποχή, δεν φανταζόταν ότι επρόκειτο να γίνει Βασιλιάς. Εκείνος όμως ήταν αποφασισμένος να τηρήσει την υπόσχεσή του, παρά την άρνηση του πατέρα του Κωνσταντίνου Α’, ο οποίος τότε βρισκόταν στην εξορία, αλλά και στους δισταγμούς του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος επιδίωκε τον γάμο του Αλέξανδρου με την Βασιλική Πριγκίπισσα της Αγγλίας. Η τέλεση του μοργανατικού γάμου έγινε το φθινόπωρο του 1919. Η ρομαντική ιστορία είχε δραματικό τέλος με τον τραγικό θάνατο του Βασιλιά Αλέξανδρου στις 25 Οκτωβρίου 1920. Η μητέρα του Βασίλισσα Σοφία εθλίβη βαθύτατα, είναι δε χαρακτηριστικό ότι χάρη στην επιμονή της η τελευταία πράξη που υπέγραψε ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ και από τα πρώτα διατάγματα του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ το 1922 ήταν η αναγνώριση του γάμου εκείνου. Χρειάστηκε εν τούτοις να περάσουν δέκα και πλέον έτη για την νομική τακτοποίηση στα τέλη του 1936.
Απέκτησε με τον Βασιλιά Αλέξανδρο μία θυγατέρα (γεννήθηκε πέντε μήνες μετά τον θάνατό του), την Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (25 Μαρτίου 1921 – 30 Ιανουαρίου 1993), η οποία παντρεύτηκε τον Βασιλιά Πέτρο Β΄ της Γιουγκοσλαβίας (1923-1970), ο οποίος βασίλευσε μετά από τη δολοφονία του πατέρα του (1934), Βασιλιά Αλέξανδρου Α΄ της Γιουγκοσλαβίας, με Αντιβασιλέα τον Πρίγκιπα Παύλο. Όταν ο Αντιβασιλέας το 1941 συνεννοήθηκε με τον Χίτλερ, προκάλεσε εξέγερση του λαού. Ο Πέτρος ανέλαβε τότε επίσημα ως Βασιλιάς (είχε συμπληρώσει τα 18 έτη), αλλά μετά τη γερμανική εισβολή αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αγγλία. Εκεί, το 1944, νυμφεύθηκε την κόρη της Ασπασίας Μάνου και του Βασιλιά Αλέξανδρου Α΄ και απέκτησαν τον σημερινό διεκδικητή του σερβικού θρόνου, Πρίγκιπα Διάδοχο Αλέξανδρο Β΄ της Σερβίας. Η Ασπασία με την επιβολή της Δικτατορίας το 1967, έφυγε μαζί με τη κόρη της και έζησε στην Ιταλία και την Αγγλία.
Πέθανε στη Βενετία της Ιταλίας στις 7 Αυγούστου 1972 και τα οστά της, μαζί με αυτά της κόρης της Αλεξάνδρας, μεταφέρθηκαν και ενταφιάστηκαν στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι, το 1993, από τον εγγονό της, Πρίγκιπα Διάδοχο της Σερβίας, Αλέξανδρο Β΄.

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia