5 Αυγούστου 2024
Είναι η 218η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 148 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:32 – Δύση ήλιου: 20:30
Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 58 λεπτά
🌑 Σελήνη 0.8 ημέρας
Χρόνια πολλά στις: Νόννα και Νόνα
Γεγονότα
1824 – Ο Γεώργιος Σαχτούρης καταναυμαχεί τον τουρκικό στόλο στη Σάμο. Το νησί δεν θα απειληθεί ποτέ ξανά από τους Τούρκους. Στις 4 Αυγούστου, ο εχθρικός στόλος πραγματοποίησε μεγάλης κλίμακας εξόρμηση κατά των ελληνικών πλοίων, που τον υποδέχθηκαν με σφοδρό κανιοβολισμό. Ο Κανάρης προσπάθησε να πυρπολήσει την τουρκική ναυαρχίδα, αλλά απέτυχε. Πέτυχε, όμως, να ματαιώσει την έφοδο του εχθρού, που φοβισμένος απομακρύνθηκε μέσα στη νύχτα. Την άλλη μέρα το πρωί, 5 Αυγούστου 1824 (17 Αυγούστου με το νέο ημερολόγιο), δόθηκε η αποφασιστική ναυμαχία. Τα ελληνικά πυρπολικά πρωταγωνίστησαν για μία ακόμη φορά και καθόρισαν την έκβαση της αναμέτρησης. Με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κανάρη και άξιους συμπαραστάτες τούς Δημήτριο Τσάπελη, Λέκα Ματρόζο, Δημήτριο Ραφαλιά, Αναστάσιο Ρομπότση και Ιωάννη Βατικιώτη, κατόρθωσαν να κάψουν τρία εχθρικά πλοία: τη φρεγάτα «Μπρουλότ-Κορκμάζ» («Ατρόμητος στο Πυρπολικό»), ένα «φρεγαδόνι Τριπολίνικον» κι ένα μεγάλο «Τουνεζίδικο βρίκι».
Από την πλευρά τους, τα υδραίικα και σπετσιώτικα πλοία με τα πυροβόλα τους εμπόδισαν τον εχθρό να προχωρήσει. Μάλιστα, σε κάποια φάση της αναμέτρησης πέρασαν στην αντεπίθεση, με επικεφαλής τον Ανάργυρο Λεμπέση. Ο Χοσρέφ Πασάς, διαπιστώνοντας τον αποσυντονισμό του στόλου του, προτίμησε να τερματίσει τη ναυμαχία και να οπισθοχωρήσει, μετά τα μεσάνυχτα, προς το Αγαθονήσι. Οι απώλειες για το τουρκικό ναυτικό, εκτός από τα τρία πλοία, ήταν 100 κανόνια και περίπου 1000 άνδρες. Οι Έλληνες θρήνησαν τον θάνατο τριών μπουρλοτιέρηδων.
Η Ναυμαχία της Σάμου, με την επακολουθήσασα Ναυμαχία του Γέροντα (29 Αυγούστου 1824), διασφάλισε την ανεξαρτησία της νήσου, καθ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα. ‘Ομως, η Σάμος δεν συμπεριελήφθη στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, καθώς αναγορεύτηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις σε αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελής στο σουλτάνο. Στον εθνικό κορμό θα ενσωματωθεί στις 2 Μαρτίου 1913, κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου.
1903 – Η διδασκαλική ομοσπονδία της Γαλλίας συμφωνεί με την απόφαση της κυβέρνησης να καταργηθεί η διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία. Το πρόβλημα του μη θρησκευτικού χαρακτήρα του σχολείου είχε τεθεί ήδη από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης αλλά η μεγάλη τομή, που εκδηλώθηκε με βαθιά ρήξη Εκκλησίας και Κράτους, τοποθετείται στη δεκαετία του 1880 με μια σειρά νόμων που θεσπίζουν την υποχρεωτική, δωρεάν και μη θρησκευτική εκπαίδευση. Ετσι, το 1881 θεσμοθετείται η δωρεάν πρωτοβάθμια εκπαίδευση και το 1882 ψηφίζεται και ο υποχρεωτικός της χαρακτήρας ενώ καταργείται η διδασκαλία της κατήχησης. Την προσευχή και την κατήχηση αντικαθιστούν τώρα η ηθική και η πολιτική αγωγή. Εγκαθιδρύεται με αυτόν τον τρόπο η αρχή του «λαϊκού», μη θρησκευτικού σχολείου (laicitι). Την ίδια χρονιά, με ειδική εγκύκλιο, απομακρύνονται τα θρησκευτικά σύμβολα από τα σχολεία. Από το 1886 αρχίζει στα δημόσια σχολεία η αντικατάσταση των κληρικών δασκάλων από λαϊκούς, διαδικασία που ολοκληρώνεται το 1889. Επειτα από μια δεκαετή περίοδο αμοιβαίου συμβιβασμού, θα ξεσπάσει νέα κρίση. Το 1901 αφαιρείται από τις θρησκευτικές αδελφότητες το δικαίωμα να ασκούν εκπαιδευτικό έργο ενώ το 1905 θα γίνει ο χωρισμός Εκκλησίας και Κράτους. Το 1909, η περίφημη «διακήρυξη των επισκόπων» καταδικάζει κατηγορηματικά το ουδέτερο λαϊκό σχολείο και καταρτίζει κατάλογο (index) απαγορευμένων σχολικών βιβλίων. Πολλά από αυτά τα βιβλία θα καούν δημόσια με συμβολικό τρόπο.
1966 – Οι Beatles κυκλοφορούν το άλμπουμ τους «Revolver», είναι ο τίτλος του έβδομου άλμπουμ του συγκροτήματος The Beatles. Κυκλοφόρησε στις 5 Αυγούστου του 1966 και έμεινε στην πρώτη θέση των τσαρτ της Αγγλίας επί επτά εβδομάδες. Το περιοδικό Rolling Stone τοποθέτησε τον δίσκο στην τρίτη θέση στην λίστα με τα 500 καλύτερα άλμπουμ στην ιστορία της μουσικής. ενώ τοποθετήθηκε πρώτο στο All Time Top 1000 Albums του Κόλιν Λάρκιν. Ο δίσκος ανέβηκε στην κορυφή των καταλόγων επιτυχιών και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, παραμένοντας στο βρετανικό # 1 για επτά εβδομάδες και άλλες έξι εβδομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έχει βραβευθεί ως πενταπλά πλατινένιος.
Δείτε περισσότερα στο link που ακολουθεί: Οι Beatles κυκλοφορούν με «Revolver»
1973 – Παλαιστίνιοι κομάντος της τρομοκρατικής οργάνωσης «Μαύρος Σεπτέμβρης» ανοίγουν πυρ στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κατά αεροσκάφους της TWA που κατευθύνεται στο Τελ Αβίβ. Τρία άτομα χάνουν τη ζωή τους και 55 τραυματίζονται. Ήθελαν να κάνουν αεροπειρατεία αλλά έχασαν την πτήση για Τελ Αβίβ και κτύπησαν της TWA.
Περίπου 1.500 επιβάτες ανέμεναν στην αίθουσα τράνζιτ στο ανατολικό αεροδρόμιο τις πτήσεις τους για Γενεύη και Νέα Υόρκη. Την ώρα που βρίσκονταν στον έλεγχο αποσκευών και σωματικής έρευνας, δύο Άραβες με χειροβομβίδες και όπλα ξεκίνησαν τους πυροβολισμούς. Ο κόσμος σε αλλόφρων κατάσταση άρχισε να ουρλιάζει και να τρέχει από τον φόνο του, ενώ αρκετοί έπεσαν κάτω κτυπημένοι από σφαίρες. Οι δύο Άραβες (που κατά άλλες μαρτυρίες έκαναν λόγο για τρεις) πήραν 30 περίπου ανθρώπους για ομήρους που τους χρησιμοποίησαν σαν «ασπίδα». Η αστυνομία και δη ο αστυνομικός διευθυντής Λουκάς Χριστολουκάς- ο οποίος λίγους μήνες αργότερα ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις και με τους έγκλειστους φοιτητές του Πολυτεχνείου- ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστίνιους που ζήτησαν αρχικά να μεταβούν στο αεροδρόμιο, οι πρέσβεις της Αιγύπτου και της Συρίας. Το αίτημά τους αυτό δεν έγινε αποδεκτό και μετά από πολύωρες διαπραγματεύσεις συνεννοήσεις, οι δύο Άραβες παραδόθηκαν. Ήθελαν αεροπειρατεία αλλά έχασαν την πτήση για Τελ Αβίβ
Οι δράστες ήταν οι Ταλαάτ Χουσεΐν Αμπντάλλα και Ζεμέντ Μοχάμεντ Αχμέντ και ο πρωταρχικός τους στόχος ήταν να κάνουν αεροπειρατεία σε αεροσκάφος με προορισμό το Τελ Αβίβ, αλλά δεν το πρόλαβαν καθώς η πτήση μόλις είχε αναχωρήσει. Τότε, οι δύο Άραβες αποφάσισαν να επιτεθούν στους επιβάτες που ετοιμάζονταν για την πτήση της TWA προς τη Νέα Υόρκη, καθώς το αεροπλάνο είχε προσγειωθεί νωρίτερα από το Τελ Αβίβ και πίστευαν πως είχε Ισραηλίτες ανάμεσα στους επιβάτες.
Μετά τη σύλληψή τους και κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, οι δύο Άραβες δήλωσαν πως είναι Παλαιστίνιοι και μέλη της οργάνωσης «Μαύρος Σεπτέμβρης», που είχε κτυπήσει και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου (1972). Είπαν στην αστυνομία πως στόχος τους ήταν να κτυπήσουν επιβάτες δύο πτήσεων που κατευθύνονταν προς το Τελ Αβίβ, ενώ στον εισαγγελέα είπαν ότι επιτέθηκαν… κατά λάθος στους επιβάτες άλλων πτήσεων, επειδή παραπλανήθηκαν από τις ενδείξεις του φωτεινού πίνακα δρομολογίων. Μια αεροσυνοδός- για την ιστορία- υποστήριξε ότι στην αίθουσα υπήρχε και τρίτος δράστης, ο οποίος όμως διέφυγε, όταν τους παρέδωσε τον οπλισμό.
Το μακελειό στο αεροδρόμιο του Ελληνικού καταδικάστηκε αμέσως από την παλαιστινιακή ηγεσία, η οποία αποκήρυξε την πράξη των δραστών, χαρακτηρίζοντάς την «πρόσχημα για τρομοκρατικές επιχειρήσεις κατά του ταλαιπωρημένου λαού εκ μέρους του Ισραήλ». Λίγες ημέρες αργότερα, οι εφημερίδες ανέφεραν ότι την ευθύνη για την επίθεση ανέλαβε η άγνωστη οργάνωση «Το έβδομο απόσπασμα αυτοκτονίας», η οποία όμως χαρακτηρίστηκε οργάνωση… «φάντασμα».
1975 – Ο τραγουδιστής των Led Zeppelin Ρόμπερτ Πλαντ και η σύζυγός του τραυματίζονται σοβαρά σε αυτοκινητιστικό ατύχημα στη Ρόδο. Το ημερολόγιο έδειχνε 4 Αυγούστου του 1975, και οι Led Zeppelin είχαν κυκλοφορήσει λίγους μήνες πριν τον έκτο studio δίσκο τους, ‘Physical Graffiti’, σημειώνοντας τεράστια εμπορική επιτυχία και πατώντας κορυφή τόσο στα αμερικάνικα όσο και στα βρετανικά charts. Ο Robert Plant, ξέκλεψε λίγο χρόνο από τις περιοδείες για την προώθησή του, και μαζί με την οικογένειά του βρέθηκε στη χώρα μας και πιο συγκεκριμένα στη Ρόδο, για τις καλοκαιρινές του διακοπές. Όπως αποδείχθηκε όμως, είχε κλείσει ραντεβού με την ατυχία του.
Νοίκιασε στο νησί ένα αυτοκίνητο για να επισκεφθεί τα αξιοθέατα και τις παραλίες του, αλλά καθώς οδηγούσε έχασε τον έλεγχο του οχήματος, βγήκε από τον δρόμο και προσέκρουσε σε ένα δέντρο… Μάλιστα, οι διασώστες απεγκλώβισαν τον Robert Plant από τα συντρίμμια, με σύνθετα κατάγματα στον αγκώνα και στους αστραγάλους, η σύζυγός του, Maureen υπέστη διάσειση από χτύπημα στο κρανίο και κατάγματα σε πόδια και λεκάνη, ενώ κατάγματα αποκόμισαν και τα δύο του παιδιά.
Ένα ιδιωτικό αεροπλάνο μετέφερε την οικογένεια εσπευσμένα στο Λονδίνο, με τον ίδιο να δηλώνει: «Είμαι τυχερός που είμαι ζωντανός! Αν δεν είχαμε τα χρήματα για να μεταβούμε απευθείας στο Λονδίνο και να λάβουμε την καλύτερη ιατρική φροντίδα, εγώ και η σύζυγός μου ίσως να μην ήμασταν ζωντανοί τώρα… Μετά τη σύγκρουση κοίταξα τη γυναίκα μου και νόμισα προς στιγμήν ότι είχε σταματήσει να αναπνέει…Ήταν σε άθλια κατάσταση… Δεν υπήρχε κάποιο ασθενοφόρο για να μας μεταφέρει στο νοσοκομείο, και ανεβήκαμε σε ένα φορτηγάκι που κουβαλούσε φρούτα. Αν είχαμε καθυστερήσει περισσότερο, είμαι σίγουρος πως η γυναίκα μου θα είχε πεθάνει…»
Ο σπασμένος αγκώνας του τον ταλαιπώρησε για περίπου δυο χρόνια, η περιοδεία τους στη Βόρεια Αμερική ακυρώθηκε ενώ καθυστέρησε και το επόμενο album των Led Zeppelin. Ήταν η απαρχή για μια σειρά από ατυχίες για τον ίδιο, με τον γιο του Karac, να φεύγει από τη ζωή δυο χρόνια μετά, από μόλυνση στομάχου, ενώ η μπάντα βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η απώλεια αυτή τσάκισε ψυχολογικά ολόκληρη την μπάντα, ενώ και ο Bonham επηρεάστηκε πολύ από το θάνατό του, με το συγκρότημα να σκέφτεται ακόμα και να σταματήσει. Αφού συνήλθε από το σοκ, ο Robert Plant επέστρεψε στους Zep για να συνθέσουν το ‘In Through the Out Door’, τον προτελευταίο τους δίσκο.
Γεννήσεις
1681 – Βίτους Μπέρινγκ (12 Αυγούστου 1681 – 19 Δεκεμβρίου 1741) ήταν εξερευνητής, θαλασσοπόρος αξιωματικός του ρωσικού ναυτικού, δανικής καταγωγής. Στα 1725-30 υπό την ιδιότητα του αρχηγού της 1ης ρωσικής αποστολής, που ονομάσθηκε «1η αποστολή Καμτσάτκας» και με βοηθό το Ρώσο θαλασσοπόρο Αλεξέι Τσίρικωφ, περιέπλευσε τις ανατολικές ακτές της Καμτσάτκας, τη νότια και ανατολική ακτή της χερσονήσου Τσουχόσκι και μπήκε στον πορθμό που χωρίζει την Ασία από την Αμερική (Βερίγγειος Πορθμός) και στη συνέχεια ανακάλυψε το νησί Άγιος Λαυρέντιος κ.ά.
Στη 2η αποστολή Καμτσάτκας (1733-1743) είχε και πάλι την αρχηγία της αποστολής. Αυτή τη φορά έφτασε από τον ίδιο δρόμο στις ακτές της Βόρειας Αμερικής και στη συνέχεια ανακάλυψε μερικά νησιά, από τη συστάδα των Αλεουτίων. Το 1741 ανακάλυψε τα νησιά που προς τιμήν του ονομάστηκαν «Νήσοι του Κυβερνήτη». Πέθανε στο ένα από τα δύο νησιά που μαζί με μερικά μικρότερα αποτελούν την ομάδα αυτή των «νησιών του Κυβερνήτη», όπου είχε μείνει να ξεχειμωνιάσει (χειμώνας 1741). Στο νησί που πέθανε δόθηκε το όνομα του.
Το όνομα του φέρει επίσης και η ομώνυμη θάλασσα του ΒΑ τμήματος του Ειρηνικού ωκεανού (Βερίγγειος θάλασσα).
1850 – Γκι Ντε Μοπασάν. Γεννήθηκε στο Château de Miromesnil, κοντά στη Διέππη. Τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια σημαδεύτηκαν από τον χωρισμό των γονέων του. Έμεινε ως τα δεκατρία του με τη μητέρα του, στην οποία ήταν αφοσιωμένος, και έτρεφε εχθρικά αισθήματα προς τον πατέρα του (που προβάλλονται σε πολλά από τα έργα του) παρά την κάθε είδους βοήθεια που έπαιρνε από αυτόν.
Αποφοίτησε από το λύκειο της Χάβρης, αφού πρώτα φρόντισε να αποβληθεί από ένα ημιθρησκευτικό εκπαιδευτήριο, και το 1869 άρχισε να σπουδάζει νομικά στο Παρίσι. Πολέμησε ως εθελοντής στον Γαλλο-πρωσικό πόλεμο του 1870 στην πρώτη γραμμή αλλά ο πατέρας του πέτυχε τη μετάθεσή του σε λιγότερο επικίνδυνη μονάδα. Μετά την αποφοίτησή του από τη νομική σχολή, με τη βοήθεια πάντα του πατέρα του, ο Μωπασσάν διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος. Η μητέρα του ήταν γνώριμη του Φλωμπέρ, ο οποίος ανέλαβε τη λογοτεχνική αγωγή του. Στο σπίτι του Φλωμπέρ ο Μωπασσάν γνώρισε τον Ζολά, τον Τουργκένιεφ, τον Εντμόν ντε Γκονκούρ και τον Χένρυ Τζαίημς. Κάποια διηγήματά του δημοσιεύτηκαν με ψευδώνυμο σε επαρχιακά περιοδικά.
Το 1880 κυκλοφόρησε το βιβλίο Les Soirées de Médan που περιείχε έξι πολεμικές ιστορίες ισάριθμων συγγραφέων μεταξύ των οποίων και ο Ζολά. Την καλύτερη εντύπωση έκανε το Boule de Suif («Η Χοντρομπαλού») του Μωπασσάν. Αμέσως έγινε περιζήτητος από εφημερίδες και περιοδικά, όπου άρχισε να δημοσιεύει άρθρα και τις μάλλον πικάντικες ιστορίες του. Μεταξύ 1880 και 1890 δημοσίευσε 300 διηγήματα, τρία ταξιδιωτικά, μια ποιητική συλλογή και έξι μυθιστορήματα, με γνωστότερο το Bel-Ami (Ο Φιλαράκος). Σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία, ο Μωπασσάν ταύτιζε τον εαυτό του με τον ασυνείδητο και αρριβίστα ήρωα του έργου του — ή τουλάχιστον θα ήθελε να ταυτιστεί.
Είχε πια μεγάλη οικονομική άνεση, άρχισε τα ταξίδια και αγόρασε θαλαμηγό την οποία ονόμασε «Bel-Ami». Οι σχέσεις του με τις γυναίκες έφταναν στα όρια της ερωτομανίας. Τακτικός θαμώνας των οίκων ανοχής (που περιγράφονται σε κάποια διηγήματά του), άρχισε μετά την επιτυχία του να συναναστρέφεται τις εταίρες της εποχής, τις λεγόμενες horizontales, και προχώρησε σε κυρίες της υψηλής κοινωνίας. Αλλά από τα 20 χρόνια του έπασχε από σύφιλη. Ίσως η ασθένεια να οφειλόταν στην σεξουαλική του ασυδοσία. Αλλά, το γεγονός ότι και αδελφός του έπασχε και πέθανε από αυτή, δείχνει ότι μάλλον ήταν κληρονομική. Όσο προχωρούσε η δεκαετία του 1880, τόσο τα συμπτώματα γίνονταν εντονότερα, ιδιαίτερα στον ψυχολογικό τομέα, με χαρακτηριστικότερο τη μανία μετακίνησης από το ένα μέρος της Γαλλίας στο άλλο. Ενδεικτικό της κατάστασης πανικού που τον διακατείχε και προφητικό ήταν το διήγημά του Le Horla. Έντονος άλλωστε ήταν ο πεσιμισμός του και φανερή η επίδραση του Σοπενχάουερ.
Το 1889 ο αδελφός του πέθανε σε άσυλο ψυχοπαθών. Η λύπη του Μωπασσάν και ο τρόμος για την δική του μοίρα επιδείνωσαν την κατάστασή του. Το 1892 αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Μεταφέρθηκε σε ψυχιατρική κλινική όπου και πέθανε στα 43 του χρόνια.
1906 – Τζον Χιούστον (αγγλ.: John Marcellus Huston, 5 Αυγούστου 1906 – 28 Αυγούστου 1987) ήταν Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου για την ταινία του 1948 Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre). Ο Χιούστον έγραψε το σενάριο στις περισσότερες από τις 37 ταινίες που σκηνοθέτησε στην καριέρα του, αρκετές από τις οποίες θεωρούνται κλασσικές μέχρι και σήμερα (Το Γεράκι της Μάλτας (The Maltese Falcon, 1941), Η ύαινα (In this our Life, 1942), Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre, 1948), Στη βοή της καταιγίδος (Key Largo, 1948), Η Ζούγκλα της Ασφάλτου (The Asphalt Jungle, 1950), Η Βασίλισσα της Αφρικής (The African Queen, 1951), Μουλέν Ρουζ (Moulin Rouge, 1952), Οι Αταίριαστοι (The Misfits, 1961), Ο Άνθρωπος που θα Γινόταν Βασιλιάς (The Man Who Would Be King, 1975) και Η Τιμή των Πρίτσι (Prizzi’s Honor, 1985). Κατά την διάρκεια της καριέρας του έλαβε 15 υποψηφιότητες για Όσκαρ, είτε για τη σκηνοθεσία είτε για τη συγγραφή σεναρίου. Σκηνοθέτησε τόσο τον πατέρα του ηθοποιό Γουόλτερ Χιούστον στην ταινία Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε, όσο και την κόρη του Αντζέλικα Χιούστον στην ταινία Η Τιμή των Πρίτσι σε ρόλους που τους απέφεραν Όσκαρ Β’ Ανδρικού και Β’ Γυναικείου Ρόλου αντίστοιχα.
Έχοντας σπουδάσει Καλές Τέχνες στο Παρίσι, ο Χιούστον ήταν γνωστός για το γεγονός ότι σκηνοθετούσε έχοντας το όραμα του καλλιτέχνη. Εξερευνούσε την οπτική προοπτική των ταινιών του σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του, σχεδιάζοντας την κάθε σκηνή σε χαρτί πριν τη γυρίσει κι έπειτα απαθανάτιζε τους ηθοποιούς του με το φακό του. Σε αντίθεση με τους περισσότερους σκηνοθέτες της περιόδου, που βασίζονταν στο τελικό μοντάζ του έργου τους για να του δώσουν μορφή, ο Χιούστον δημιουργούσε τις ταινίες του ενώ γυρίζονταν, καθιστώντας τις περισσότερο οικονομικές κι εγκεφαλικές κι ελαττώνοντας το χρόνο του τελικού τους μοντάζ.
Η θεματολογία του σκηνοθέτη είναι ποικίλη. Πολλές από τις ταινίες του ήταν βασισμένες σε σημαντικά μυθιστορήματα με έντονο το ηρωικό στοιχείο, ενώ άλλες ανήκουν στην κατηγορία των Φιλμ Νουάρ. Τα θέματα τα οποία απασχόλησαν σε μεγαλύτερο βαθμό το σκηνοθέτη ήταν η θρησκεία, η ελευθερία, η αλήθεια, η ψυχολογία, η αποικιοκρατία και ο πόλεμος.
Πριν γίνει δημιουργός ταινιών του Χόλιγουντ, ο Χιούστον υπήρξε ερασιτέχνης πυγμάχος, δημοσιογράφος, συγγραφέας διηγημάτων, ζωγράφος στο Παρίσι και στρατιώτης του ιππικού στο Μεξικό. Στους κύκλους του Χόλιγουντ συχνά αναφερόταν ως Τιτάνας, Επαναστάτης κι Άνδρας της Αναγέννησης. Ο συγγραφέας Ίαν Φριρ τον περιγράφει, ως τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ του Χόλιγουντ, καθώς δεν φοβήθηκε ποτέ να πραγματευτεί θέματα ταμπού για την εποχή τους
1930 – Νιλ Άρμστρονγκ. Γεννήθηκε κοντά στο Ουαπακονέτα του Οχάιο (ΗΠΑ). Ως χειριστής αεροσκάφους στην αεροπορία ναυτικού (1949-1952), συμμετείχε στον Πόλεμο της Κορέας πετώντας σε 78 αποστολές με ένα αεροπλάνο Grumman F9F-2 Panther. Αφού σπούδασε αεροναυπηγός, το 1955 μπήκε στην Εθνική Συμβουλευτική Επιτροπή Αεροναυτικής (NACA) — τη μετέπειτα NASA — και εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους δοκιμαστές αεροσκαφών του κόσμου, πραγματοποιώντας 7 πτήσεις με ταχύτητα άνω των 5,74 μαχ (6.000 χιλιόμ./ώρα), σε ύψος άνω των 207.500 ποδών (60.000 μέτρων) με το πυραυλοκίνητο αεροσκάφος Χ-15.
Το 1962 επιλέχθηκε για το σώμα αστροναυτών και το 1966 ήταν κυβερνήτης της αποστολής Τζέμινι 8, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η πρώτη σύνδεση δύο διαστημοπλοίων στο διάστημα. Η αποστολή παραλίγο να καταλήξει σε τραγωδία, όταν ο πύραυλος Agena με συνδεδεμένο πάνω του το Τζέμινι άρχισε να περιστρέφεται ανεξέλεγκτα γύρω από τον εγκάρσιο άξονά του, όμως παρά τη ζάλη λόγω της περιστροφής ο Άρμστρονγκ κατάφερε με ψύχραιμους χειρισμούς να αποσυνδέσει το Τζέμινι.
Η δεύτερη διαστημική του πτήση ως κυβερνήτης της αποστολής Απόλλων 11, τον έφερε στη Σελήνη, όπου στις 21 Ιουλίου 1969 πάτησε πρώτος το πόδι του, λέγοντας: “That’s one small step for [a] man, one giant leap for mankind”. (“Ένα μικρό βήμα για έναν άνθρωπο, ένα μεγάλο άλμα για την ανθρωπότητα”.)
Το 1970 διορίστηκε υπεύθυνος των αεροπορικών δραστηριοτήτων στη NASA, αλλά τον επόμενο χρόνο παραιτήθηκε για να γίνει καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι. Σε αντίθεση με τον Μπαζ Όλντριν, δεν έκανε πολλές δημόσιες εμφανίσεις και, παρά τις προσφορές που είχε, δεν φαίνεται να αποκόμισε κάποιο σημαντικό οικονομικό κέρδος. Ζούσε στο Ίντιαν Χιλ του Οχάιο, και ένας μικρός κρατήρας κοντά στο σημείο όπου πάτησε στη Σελήνη έχει το όνομά του. Την Ελλάδα έχει επισκεφθεί λίγα χρόνια πριν πεθάνει, τον Φεβρουάριο του 2006, αλλά και παλιότερα, το 1998.
Ο Νιλ Άρμστρονγκ πέθανε στις 25 Αυγούστου 2012 σε ηλικία 82 ετών στο Σινσινάτι των Ηνωμένων Πολιτειών λίγες μέρες αφότου υποβλήθηκε σε εγχείρηση καρδιάς.
Θάνατοι
1832 – Δημήτριος Υψηλάντης. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν δεύτερος γιος του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας και γόνου εύπορης και ισχυρής φαναριώτικης οικογένειας, Κωνσταντίνου Υψηλάντη, και της δεύτερης συζύγου του, Ελισάβετ Βακαρέσκου. Ένας εκ των πρώτων δασκάλων του ήταν ο Μακάριος Καββαδίας. Αδελφός του ήταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Στάλθηκε στη Γαλλία για να σπουδάσει σε στρατιωτικές σχολές και στη συνέχεια κατατάχθηκε στην αυτοκρατορική φρουρά του Τσάρου στην Πετρούπολη, φτάνοντας έως το βαθμό του λοχαγού. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Από τον Οκτώβριο του 1820 και έως την έναρξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, υπηρετούσε στο Κίεβο ως υπασπιστής του στρατηγού Ραγέφσκι.
Κατά την εκφώνηση του επικήδειου λόγου για τον Υψηλάντη, ο Γεώργιος Τερτσέτης, είπε χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων: “Επέλεξε να θυσιάσει τα πάντα για την πατρίδα, χωρίς να σκιάσει την ψυχή του το μίσος για τους άλλους”. Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος χαρακτηρίζει τον Δημήτριο Υψηλάντη ως τον «αγνότερο ίσως και περισσότερο ανιδιοτελή από τους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης». Προς τιμήν του, τρεις πόλεις των ΗΠΑ φέρουν το όνομά του (Ypsilanti): στις πολιτείες Μίσιγκαν, όπου βρίσκεται η έδρα του Eastern Michigan University, Βόρεια Ντακότα και Τζόρτζια.
1895 – Φρίντριχ Ένγκελς (γερμανικά: Friedrich Engels, Μπάρμεν, Βασίλειο της Πρωσίας, 28 Νοεμβρίου 1820 – Λονδίνο, Βρετανική Αυτοκρατορία, 5 Αυγούστου 1895) ήταν Γερμανός φιλόσοφος, δημοσιογράφος, κοινωνικός επιστήμονας και επιχειρηματίας που επεξεργάστηκε μαζί με τον Καρλ Μαρξ την θεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού και του διαλεκτικού υλισμού. Συνέγραψε επίσης, μαζί με τον Μαρξ, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο και Το Κεφάλαιο. Αποτελεί σημαντική φυσιογνωμία του διεθνούς κομμουνισμού. Είναι γνωστός και με το προσωνύμιο Στρατηγός λόγω του ενδιαφέροντός του για τα στρατιωτικά θέματα.
Γεννήθηκε στις 28 Νοεμβρίου του 1820 στο Μπάρμεν της τότε πρωσικής Ρηνανίας, στη σημερινή Γερμανία. Έναν αιώνα αργότερα (το 1929), η γενέτειρά του ήταν μια από τις τέσσερις γειτονικές πόλεις που ενώθηκαν δημιουργώντας το σημερινό Βούπερταλ.
Γόνος θρησκευόμενης προτεσταντικής επιχειρηματικής οικογενείας[15] μετριοπαθών φιλελεύθερων απόψεων, ήταν το μεγαλύτερο από τα οκτώ παιδιά του βιομηχάνου υφαντουργίας Φρίντριχ Ένγκελς (1796–1860) και της Ελίζαμπετ Φραντσίσκα Μαουριτία φαν Χάαρ (1797–1873).
Οι πρώτες ιστορικές πληροφορίες για την οικογένειά του ανάγονται στη Ρηνανία των τελών του 16ου αιώνα. Στο δεύτερο μισό του 18ου, ο Κάσπαρ Ένγκελς εγκαταστάθηκε στο Μπάρμεν, όπου ασχολούμενος με τη βιομηχανία κατάφερε να αποκτήσει σημαντική περιουσία την οποία μεταβίβασε στα παιδιά του. Με το πέρασμα των ετών, οι απόγονοί του διοίκησαν τις επιχειρήσεις τους διακρινόμενοι για την καλή συμπεριφορά έναντι των εργατών τους και την αποφυγή τακτικών όπως π.χ. η παιδική εργασία. Γεννημένος σε αυτό το περιβάλλον, ο Ένγκελς εξοικειώθηκε από την παιδική του ηλικία στη συναναστροφή με την εργατική τάξη, εμπειρία που του χρησίμευσε αργότερα όταν βρέθηκε στις κομμουνιστικές λέσχες του Παρισιού ή στις υποβαθμισμένες γειτονιές του Μάντσεστερ.
Από την πλευρά της μητέρας του, καταγόταν από οικογένεια ολλανδικής καταγωγής που είχε αναδείξει αρκετούς λόγιους και εκπαιδευτικούς, ενώ ο παππούς του, Γκέρχαρντ φαν Χάαρ, ήταν προτεστάντης πάστορας. Η επιρροή της μητέρας του σε πατέρα και γιο ήταν τόσο ισχυρή, ώστε ακόμη και όταν αργότερα ο Ένγκελς αγωνιζόταν φανερά υπέρ των επαναστατικών του ιδεών που έθεταν σε κίνδυνο τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειας, ουδέποτε διαταράχτηκαν οι σχέσεις τους και ο ίδιος μπορούσε πάντα να υπολογίζει στην οικονομική ενίσχυση της οικογένειάς του.
1962 – Μέριλιν Μονρόε. Νόρμα Τζιν Μόρτενσον ήταν το όνομα με το οποίο τη δήλωσε η μητέρα της στο ληξιαρχείο από το όνομα ενός περιστασιακού συντρόφου της, ο οποίος είχε σκοτωθεί σε δυστύχημα. Νόθο παιδί της Γκλάντυς Περλ Μπαίηκερ και άγνωστου πατέρα, πέρασε άσχημη παιδική ηλικία: η μητέρα της νοσηλεύτηκε αρκετές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα, ενώ η ίδια φιλοξενήθηκε ως ψυχοπαίδι σε διάφορες οικογένειες. Εννέα ετών μπήκε σε ορφανοτροφείο, στα έντεκά της έμενε σε μια φίλη της μητέρας της και σε ηλικία δεκαέξι ετών εγκατέλειψε το σχολείο για να παντρευτεί έναν νεαρό εργάτη. Κατά την περίοδο του πολέμου εργάστηκε σε εργοστάσιο κατασκευής αλεξιπτώτων. Σε ηλικία είκοσι ετών ήταν ήδη παντρεμένη και διαζευγμένη. Αλλά ήταν μία πολύ όμορφη νεαρή γυναίκα με αισθησιακό σώμα που εξέπεμπε έντονο ερωτισμό. Πρώτος ο φωτογράφος του στρατού Ντ. Κόνοβερ ανακάλυψε αυτή τη σχεδόν μυστικιστική, σαγηνευτική σχέση που είχε με τον φακό, την έκανε από καστανή ξανθιά και της άνοιξε το δρόμο για την 20th Century Fox. Τα πρώτα χρόνια δεν ήταν ρόδινα, καθώς ξεκίνησε ως μοντέλο – κομπάρσος. Οι πρώτες της επιτυχίες ως ηθοποιού ήρθαν το 1950 με τις ταινίες Η ζούγκλα της ασφάλτου του Τζον Χιούστον και Όλα για την Εύα με τη Μπέτι Ντέιβις. Την ίδια περίοδο προκλήθηκε σκάνδαλο όταν και γνωστοποιήθηκε ότι παλιότερα είχε ποζάρει γυμνή για το περιοδικό «Playboy».
Η πλευρά της αθώας και σεξουαλικής καλλονής εκφράστηκε με τον πειστικότερο τρόπο στο Οι άντρες προτιμούν τις ξανθές (1953) δίπλα στην Τζέιν Ράσελ. Το 1955 πρωταγωνίστησε στην ταινία Επτά χρόνια φαγούρα. Ο δεύτερος σύζυγός της ήταν ο παίκτης του μπέιζμπολ Τζο ντι Μάτζιο με τον οποίο και χώρισε μετά από εννεάμηνη συμβίωση. Ήθελε να παίξει σε σοβαρούς ρόλους γι’ αυτό και φοίτησε στο Άκτορς Στούντιο της Νέας Υόρκης. Το 1956 έπαιξε στην ταινία Στάση του λεωφορείου για την οποία προτάθηκε για χρυσή σφαίρα. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ. Είχε συνεργαστεί με τον Σερ Λόρενς Ολίβιε. Το 1959 συμπρωταγωνίστησε μαζί με τον Τζακ Λέμον και τον Τόνι Κέρτις στην ταινία Μερικοί το προτιμούν καυτό, όπου και θριάμβευσε.
Η ταινία του Τζον Χιούστον Οι αταίριαστοι αποδείχθηκε προφητική για την πρωταγωνίστρια Μέριλιν Μονρόε. Το σενάριο υπέγραψε ο Άρθουρ Μίλερ, ο οποίος το έγραψε ειδικά για την Μέριλιν. Η ταινία γυρίστηκε το 1960 και προβλήθηκε το 1961 όταν το ζευγάρι είχε χωρίσει. “Πρόκειται”, όπως έλεγε ο συγγραφέας, “για την αδυναμία των ανθρώπων να συνάψουν μεταξύ τους σχέσεις σταθερές και ασφαλείς. Πρόκειται για την τραγωδία του χωρισμού”. Τον Ιανουάριο του 1961 η 35χρονη τότε σταρ υπέβαλε αίτηση διαζυγίου στο δικαστήριο του Χουάρεθ στο Μεξικό εναντίον του συζύγου της Άρθουρ Μίλερ λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων. Αργότερα εισήχθη σε ψυχιατρική κλινική. Το 1962 απολύθηκε από την εταιρεία 20th Century Fox, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Κάτι πρέπει να δώσεις, που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, λόγω της ασυνέπειας, των αργοποριών και των ιδιοτροπιών της. Η αποζημίωσή της ήταν 200.000 δολάρια.
Η Μέριλιν Μονρόε βρέθηκε νεκρή στις 3:45 π.μ., ξημερώματα Κυριακής 5 Αυγούστου του 1962, στο σπίτι της στο προάστιο Μπρέντγουντ του Λος Άντζελες. Ο θάνατός της αποδόθηκε σε υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών. Η είδηση του τόσο απροσδόκητου τέλους της έκανε τον γύρο του κόσμου. Οι συνθήκες του θανάτου της παραμένουν ανεξήγητες. Το μυστήριο δεν έχει ακόμη λυθεί ενώ εκδοχές και σενάρια διατυπώνονται από τότε αδιαλείπτως. Ποιο ρόλο έπαιξε η σχέση της με τους αδελφούς Κένεντι και σε ποιο βαθμό είναι αναμεμιγμένη η CIA; Ο δεύτερος σύζυγός της, πρωταθλητής του μπέιζμπολ Τζο Ντι Μάτζιο, κατηγόρησε ευθέως το Χόλιγουντ και τους Κένεντι, ενώ ο τρίτος, ο θεατρικός συγγραφέας Άρθουρ Μίλερ απέκλεισε το ενδεχόμενο της αυτοκτονίας. “Σε κάθε 100 κυβικά εκατοστά του αίματος της νεκρής υπήρχαν 4,5 χιλιοστόγραμμα υπνωτικού φαρμάκου. Αρκούν 2,5 για να προκαλέσουν τον θάνατον”, απεφάνθησαν μετά την ιατροδικαστική εξέταση. Η Μονρόε βρέθηκε νεκρή από την οικονόμο της. Στο ένα χέρι κρατούσε το ακουστικό του τηλεφώνου ενώ δίπλα της υπήρχε ένα κενό φιαλίδιο υπνωτικών. Έσβησε στα 36 της. Ο θάνατός της γέννησε τον μύθο του αιώνιου θηλυκού. Είπε, κάποτε, για τη ζωή της: “Θα ήταν μια ανακούφιση εάν τελείωνε. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε έναν αγώνα δρόμου, να φτάνεις κάπου κι έπειτα να ξαναρχίζεις από την αρχή”. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την έχει κατατάξει έκτη στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες σταρ όλων των εποχών.