.
Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν»
14 Δεκεμβρίου 2024
Είναι η 349η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 17 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:33 – Δύση ήλιου: 17:06 – Διάρκεια ημέρας: 9 ώρες 33 λεπτά
🌕 Σελήνη 13.7 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Αρριανό, Αριανό, Αρρειανό, Αρειανό,
Αρριανή, Αριάνα, Λευκή, Λεύκια, Λευκούλα, Λευκάδα,
Λεύκιο, Λεύκη, Λεύκο, Λεύκα και Λευκό.
Γεγονότα
1822 – Η Ιερά Συμμαχία καταδικάζει την Ελληνική Επανάσταση, θεωρώντας τη διακήρυξή της «αυθάδη και αδεξία». Καταδικάστηκε η Ελληνική επανάσταση αλλά δεν αποφασίστηκε επέμβαση, λόγω μη συμφωνίας του τσάρου που επηρεαζόταν από τον Ι. Καποδίστρια. Σημειωτέον πάντως, ότι στο συνέδριο απαγορεύτηκε η παρουσία εκπροσώπων των Ελλήνων επαναστατών (Παλαιών Πατρών Γερμανός, Γεώργιος Μαυρομιχάλης, Ανδρέας Μεταξάς) που στάλθηκαν κατ’ εντολήν της προσωρινής ελληνικής κυβέρνησης, ώστε να παρουσιάσουν στους συνέδρους τα επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς.
Το καταδικαστικό ανακοινωθέν σε βάρος της ελληνικής επανάστασης εκδόθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1822 και έχει ως εξής: «Μέγα πολιτικόν γεγονός εξερράγη περί τα τέλη της τελευταίας συνελεύσεως (του Συνεδρίου του Λάιμπαχ). Ό,τι το ανατρεπτικόν των κοινωνιών πνεύμα ήρχισεν εν τη δυτική χερσονήσω, ό,τι εδοκίμασε να πράξη εν τη Ιταλία, το κατώρθωσεν εις τας ανατολικάς εσχατιάς της Ευρώπης. Καθ’ ον καιρόν κατευνάσθησαν αι εν τοις βασιλείοις της Νεαπόλεως και της Σαρδηνίας στρατιωτικαί επαναστάσεις διά της δυνάμεως, ερρίφθη ο επαναστατικός δαυλός εν μέσω της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι άνακτες, έχοντες σταθεράν απόφασιν ν’ απωθήσωσι την αρχήν της επαναστάσεως καθ’ οποίον μέρος και εν οποία μορφή και αν εφαίνετο, έσπευσαν να την καταδικάσωσιν εκ συμφώνου, ασχολούμενοι δε αμεταθέτως εις το έργον της κοινής φροντίδος των, αντέκρουσαν παν ό,τι εδύνατο να τους παρεκτρέψη της οδού των. Αλλ’ ακούοντες και την φωνήν της συνειδήσεως και του ιερού χρέους συνηγόρησαν υπέρ των θυμάτων ασυνέτου και εγκληματικού επιχειρήματος. Αι πολλαί και φιλικαί των πέντε αυλών προς αλλήλας διακοινώσεις διαρκούσης της εποχής ταύτης, μιας των σημαντικωτέρων της συμμαχίας των, έφεραν εις σύμπνοιαν όλας ως προς το ζήτημα της Ανατολής, απέκειτο δε εις την εν Βερώνη συνέλευσιν να καθιερώση και επιβεβαιώση τα ορισθέντα. Αι δε σύμμαχοι της Ρωσίας αυλαί ελπίζουν ότι διά των κοινών προσπαθειών θα εξομαλυνθούν τα μέχρι τούδε εμπόδια διά την ευόδωσιν των ευχών αυτών».
1911 – Ο νορβηγός εξερευνητής Ρόαλντ Αμούντσεν είναι ο πρώτος άνθρωπος που φτάνει στο Νότιο Πόλο. Η νέα Πολική ομάδα, με τους Μπγιάαλαντ, Χάνσσεν, Βίστινγκ, Χάσσελ και Άμουνδσεν αναχώρησε στις 19 Οκτωβρίου 1911. Πήραν μαζί τους τέσσερα έλκηθρα και 52 σκυλιά. Στις 23 Οκτωβρίου έφτασαν στην αποθήκη στις 80°Ν και στις 3 Νοεμβρίου στην Αποθήκη των 82°Ν. Στις 15 Νοεμβρίου έφτασαν στο γεωγραφικό πλάτος των 85°Ν και έφτασαν στην βάση των Υπερ-Ανταρκτικών Ορέων. Η αναρρίχηση κατά μήκος του Παγετώνα Άξελ Χέιμπεργκ ήταν ευκολότερη από ότι περίμεναν. Έφτασαν στην άκρη του Πολικού Οροπεδίου στις 21 Νοεμβρίου. Εκεί κατασκήνωσαν στην τοποθεσία που ονόμασαν “Χασάπικο”, όπου σκότωσαν 24 από τα εναπομείναντα σκυλιά. Μερικά από τα πτώματα ταΐστηκαν στα υπόλοιπα σκυλιά. Οι μεγάλες χιονοπτώσεις και ο άσχημος καιρός βαθμιαία αυξάνονταν καθώς διέσχιζαν την ‘Αίθουσα χορού του διαβόλου’, μια περιοχή με τεράστια ρωγμή. Διέσχισαν τις 87°Ν στις 4 Δεκεμβρίου και στις 7 Δεκεμβρίου έφτασαν στο γεωγραφικό πλάτος του απώτερου νότου του Σάκλετον, στις 88°23’Ν, 180 χλμ. από το Νότιο Πόλο.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1911 η ομάδα των πέντε, με 16 σκυλιά έφτασε στον Πόλο. Έφτασαν 35 μέρες πριν από την ομάδα του Σκοτ. Ο Άμουνδσεν ονόμασε τη βάση του στο Νότιο Πόλο Πόλχεϊμ, ‘Σπίτι του Πόλου’. Επίσης μετονόμασε το Ανταρκτικό Οροπέδιο σε Οροπέδιο του Βασιλιά Χάακον Ζ’. Άφησαν μια μικρή σκηνή και γράμμα που δήλωνε το κατόρθωμά τους για την περίπτωση που δεν επέστρεφαν ασφαλείς στο Φράμχεϊμ.
Η μεγάλη εμπειρία του Άμουνδσεν, η προσεκτική προετοιμασία και η χρήση των καλύτερων σκύλων έλξης ελκήθρου που ήταν διαθέσιμοι (Γροιλανδικά χάσκυ) απέδωσαν. Επέστρεψαν στο Φράμχεϊμ στις 25 Ιανουαρίου 1912 με ένδεκα σκύλους. Το ταξίδι είχε διαρκέσει 99 ημέρες, η απόσταση που διανύθηκε ήταν περίπου 1.860 μίλια.
Η επιτυχία του Άμουνδσεν δεν κοινοποιήθηκε δημοσίως μέχρι τις 7 Μαρτίου 1912, όταν κατέφτασε στο Χόμπαρτ της Αυστραλίας. Ο Άμουνδσεν αφηγήθηκε το ταξίδι του στο βιβλίο Ο Νότιος Πόλος: Μια Αφήγηση της Νορβηγικής Ανταρκτικής Αποστολής στο ‘Fram’, 1910-1912.
1914 – Ιδρύεται στην Αθήνα η Ένωση Συντακτών, με πρόεδρο τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Ιωάννη Κονδυλάκη. Το 1947 θα μετονομασθεί σε ΕΣΗΕΑ. Η Ένωσις Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) είναι επαγγελματικό σωματείο των συντακτών των ημερησίων εφημερίδων και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων ενημέρωσης που έχουν έδρα την Αθήνα. Ιδρύθηκε το 1914 στην Αθήνα.
Αρχικά ήταν γνωστή σαν «Ένωσις Συντακτών», πήρε όμως τη σημερινή της ονομασία το 1947. Σήμερα είναι η σημαντικότερη ελληνική ένωση συντακτών με πάνω από 3.000 μέλη. Ακόμη είναι τακτικό μέλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ) και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων.
Ο Ιωάννης Κονδυλάκης (1861−1920) ήταν Έλληνας λογοτέχνης, διηγηματογράφος, δημοσιογράφος και χρονογράφος. Από τα γνωστότερα έργα του είναι ο Πατούχας και “Όταν ήμουν δάσκαλος”. Ως λογοτέχνης, θεωρείται από τους κύριους εκπροσώπους του ελληνικού νατουραλισμού και “πατέρας του χρονογραφήματος”, όπως τον ονόμασε πρώτος ο Παύλος Νιρβάνας. Από το 1885 υπηρέτησε ως δάσκαλος στην Κρήτη (Μώδι Χανίων), θέση την οποία γρήγορα εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία. Συνεργαζόταν με την εφημερίδα «Άμυνα» των Χανίων, ενώ το 1889 για σύντομο χρονικό διάστημα εξέδιδε και δική του εφημερίδα, την «Νέα Εβδομάδα». Αλλά η αρθρογραφία του ενόχλησε τις τουρκικές αρχές που τον εκτόπισαν.
Εγκαταστάθηκε τότε (1889) οριστικά στην Αθήνα, όπου και πάλι ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Άστυ, Σκριπ και Εστία. Αρχικά χρησιμοποιούσε πολλά ψευδώνυμα (όπως Κονδυλοφόρος, Δον Κανάγιας καί Jean Sans Terre ή στα ελληνικά Ιωάννης Ακτήμων, αλλά στη πορεία κράτησε το «Διαβάτης» ενώ τα δύο τελευταία τα έκανε για να υποδηλώσει την φτώχεια του από την οποία πάντα υπέφερε. Τα ψευδώνυμα του είναι χαρακτηριστικά για τον αυτοσαρκασμό και για το χιούμορ τους. Για είκοσι χρόνια έγραφε το καθημερινό χρονογράφημα της εφημερίδας Εμπρός, της οποίας ήταν και αρχισυντάκτης. Τα χρονογραφήματα του (έγραψε συνολικά περισσότερα από 6.000) διακρίνονται για το κομψό προσωπικό ύφος τους, το χιούμορ και την οξύτητα της παρατήρησης.
1976 – Η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» δολοφονεί στην Αθήνα τον χουντικό βασανιστή Ευάγγελο Μάλλιο. O Μάλλιος δολοφονήθηκε μετά από ενέδρα της 17Ν στο Παλαιό Φάληρο. Μετά από πυροβολισμό από μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου εξέπνευσε τα ξημερώματα της επόμενης μέρας. Την «ευθύνη» της δολοφονίας ανέλαβε η ακρο-αριστερή επαναστατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» με προκήρυξη της που εγκατέλειψαν οι δολοφόνοι στο σημείο της επιθέσεως κατά του Αστυνόμου Ευάγγελου Μάλλιου.
Η 17Ν θεώρησε τη δολοφονία ως ηθική πράξη, καθώς ο Μάλλιος ήτανε αρχιβασανιστής στη Χούντα. Έγραψαν σε προκήρυξη τους: «Κανείς όμως από τον ελληνικό λαό δεν τρομοκρατείται όταν εκτελείται δίκαια ο βασανιστής και άρα τρομοκράτης του λαού Μάλλιος…» Επιπλέον, θεωρούσαν δίκαιη την πράξη τους επειδή ούτε η κυβέρνηση ούτε η Δικαιοσύνη κατάφερε να τιμωρήσει τους βασανιστές της χούντας. Η 17Ν ισχυρίστηκε άλλη της προκήρυξη πως η δολοφονία του Μάλλιου αντανακλούσε τη λαϊκή θέληση για κάθαρση Σε άλλη τους προκήρυξη διερωτηθήκανε ρητορικά αν είναι τρομοκρατία η εκτέλεση ενός τρομοκράτη-βασανιστή.
Γεννήσεις
1793 – Δημήτριος Υψηλάντης. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν δεύτερος γιος του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας και γόνου εύπορης και ισχυρής φαναριώτικης οικογένειας, Κωνσταντίνου Υψηλάντη, και της δεύτερης συζύγου του, Ελισάβετ Βακαρέσκου. Ένας εκ των πρώτων δασκάλων του ήταν ο Μακάριος Καββαδίας.
Αδελφός του ήταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Στάλθηκε στη Γαλλία για να σπουδάσει σε στρατιωτικές σχολές και στη συνέχεια κατατάχθηκε στην αυτοκρατορική φρουρά του Τσάρου στην Πετρούπολη, φτάνοντας έως το βαθμό του λοχαγού. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Από τον Οκτώβριο του 1820 και έως την έναρξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, υπηρετούσε στο Κίεβο ως υπασπιστής του στρατηγού Ραγέφσκι.
Η κάθοδός του στην Ελλάδα στάθηκε περιπετειώδης επειδή στην αρχή (Μάιος 1821) στο Τσέρνοβιτς (σημερινό Τσερνιφτσί, Ουκρανία), αναγνωρίστηκε από κάποιον τυχοδιώκτη Σαλόνσκη, πρώην υπηρέτη διωγμένο από το σπίτι του γαμπρού του Υψηλάντη. Μέχρι να φτάσει στην Τεργέστη, τον είχε μαζί του ως αιχμάλωτο και όταν επιβιβάστηκε στο καράβι τον άφησε δίνοντάς του 600 δίστηλα. Στις 17 Μαΐου στο Xέρμανστατ αναγνωρίστηκε από κάποιον Μολδαβό, ο οποίος εξαφανίστηκε και κατόπιν πήγε στη Βιέννη να καταγγείλει τον Υψηλάντη. Αυτός ήταν ο λόγος αλλαγής του δρομολογίου του Υψηλάντη: από το Xέρμανστατ πήγε στην Τεργέστη μέσω Τέμεσβαρ, Έσσεγκ Κάρλστατ και Φιούμε. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται από τον Ιωάννη Φιλήμωνα στα έργα του Περί της Φιλικής Εταιρείας και Περί της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Την 1η Ιουλίου 1821, 22 οπλαρχηγοί αναγνώρισαν στα Τρίκορφα τον Υψηλάντη ως αρχιστράτηγο και του ζήτησαν να αναλάβει την αρχηγία της πολιορκίας της Τριπολιτσάς. Είχε προηγηθεί η διαφωνία μεταξύ προκρίτων και Υψηλάντη σχετικά με το θέμα της οργάνωσης και διοίκησης των πολιτικών και στρατιωτικών πραγμάτων. Τελικά οι πρόκριτοι συνεργάστηκαν με τον Υψηλάντη, χωρίς όμως να τον αναγνωρίσουν ως αρχιστράτηγο. Όταν όμως μαθεύτηκε κατά το β΄ δεκαπενθήμερο του Αυγούστου η αρνητική έκβαση των γεγονότων στις Ηγεμονίες, η θέση του εξασθένισε. Δύο πρόσωπα που θέλησαν να τον υπονομεύσουν ήταν ο Κωστάκης Καρατζάς, γιος του πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά, και ο Θεόδωρος Νέγρης.
Με την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια, ο Υψηλάντης διορίστηκε στρατάρχης του Στρατού και ανέλαβε την οργάνωσή του και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ο Κυβερνήτης τού ανέθεσε την αρχηγία του στρατού της Ανατολικής Ελλάδας. Τον Οκτώβριο του 1828, ως στρατάρχης Δημητρής Υψηλάντης, επικεφαλής των έξι χιλιαρχιών που είχαν συγκροτηθεί, πραγματοποίησε νικηφόρες επιχειρήσεις κατά των Τούρκων στη Βοιωτία και διατήρησε την περιοχή υπό ελληνικό έλεγχο. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1829, διηύθυνε την τελευταία μάχη του Αγώνα στην Πέτρα της Βοιωτίας. Παρ’ όλα αυτά, ο Αυγουστίνος Καποδίστριας πέτυχε την απομάκρυνση του Υψηλάντη για να διευθύνει το στρατό της Ρούμελης.
Ο Δημήτριος Υψηλάντης σκόπευε να νυμφευθεί τη Μαντώ Μαυρογένους. Όμως ο Ιωάννης Κωλέττης τη διέβαλε στον Υψηλάντη και ο τελευταίος αθέτησε την υπόσχεση που της είχε δώσει και τελικά χώρισαν.
Κατά την εκφώνηση του επικήδειου λόγου για τον Υψηλάντη, ο Γεώργιος Τερτσέτης, είπε χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων: “Επέλεξε να θυσιάσει τα πάντα για την πατρίδα, χωρίς να σκιάσει την ψυχή του το μίσος για τους άλλους”. Ο ιστορικός Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος χαρακτηρίζει τον Δημήτριο Υψηλάντη ως τον «αγνότερο ίσως και περισσότερο ανιδιοτελή από τους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης».
Προς τιμήν του, τρεις πόλεις των ΗΠΑ φέρουν το όνομά του (Ypsilanti): στις πολιτείες Μίσιγκαν, όπου βρίσκεται η έδρα του Eastern Michigan University, Βόρεια Ντακότα και Τζόρτζια.
1883 – Μανώλης Καλομοίρης. Ο Μανώλης Καλομοίρης (14 Δεκεμβρίου 1883 – 3 Απριλίου 1962) ήταν Έλληνας μουσικός και συνθέτης.
Ο μουσικός γλωσσοπλάστης της νεώτερης Ελλάδας, όπως χαρακτηρίστηκε, υπήρξε η επιβλητικότερη μορφή της Εθνικής Σχολής. Η μουσική του δημιουργία, αν και πνευματικό τέκνο του βαγκνερικού μουσικού δράματος και της ρωσικής εθνικής «σχολής των Πέντε», είναι δημιουργία βαθύτατα προσωπική, θεμελιωμένη κυρίως επάνω στο δημοτικό τραγούδι. Συνέθεσε πολλά έργα, μεταξύ αυτών πέντε όπερες, τρεις συμφωνίες, ένα κοντσέρτο για πιάνο, κύκλους τραγουδιών για φωνή και ορχήστρα ή για φωνή και πιάνο, έργα για πιάνο, μουσική δωματίου, χορωδιακά, καθώς και έργα για παιδιά. Υπήρξε ακόμη συγγραφέας παιδαγωγικών βιβλίων για την θεωρία της μουσικής.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883 και ήταν γιος του φιλόλογου και φαρμακοποιού Γιάννη Καλομοίρη από τη Σάμο. Σε νεαρή ηλικία βρέθηκε στην Αθήνα, όπου μαζί με τις γυμνασιακές του σπουδές ξεκίνησε και συστηματικές σπουδές στο πιάνο. Το 1899 τον βρίσκει στην Κωνσταντινούπολη, όπου τελειώνει το γυμνάσιο. Μετά από μια μικρή σύγκρουση με την οικογένειά του (η μητέρα του τον προόριζε για γιατρό) φεύγει για τη Βιέννη όπου σπουδάζει πιάνο και ανώτερα θεωρητικά. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του και τον γάμο του με τη Χαρίκλεια Παπαμόσχου πηγαίνει στο Χάρκοβο της Ρωσίας (1906-1910) όπου διδάσκει για ένα χρονικό διάστημα μέχρι να πάρει την απόφαση να εγκατασταθεί για πάντα στην Ελλάδα το 1910. Ερχόμενος στην Ελλάδα διορίζεται καθηγητής πιάνου και ανώτερων θεωρητικών στο Ωδείο Αθηνών. Σκοπός του ήταν η δημιουργία μιας «εθνικής σχολής» στα πρότυπα ανάλογων κινημάτων από άλλες χώρες, η οποία θα συνδύαζε τον γερμανικό ρομαντισμό με ελληνικά μοτίβα. Παράλληλα, κατηγορούσε την Επτανησιακή Σχολή για «ιταλισμό» και για μη χρήση ελληνικών θεμάτων, δημιουργώντας ρήξη μεταξύ της Εθνικής και Επτανησιακής Σχολής. Ακολούθησε μια πλούσια μουσική δημιουργία, όπου ο Καλομοίρης αντλεί τις εμπνεύσεις του από τη δημοτική νεοελληνική ποίηση κυρίως του Κωστή Παλαμά. Το 1919 ίδρυσε το «Ελληνικό Ωδείο», που διεύθυνε μέχρι το 1926, οπότε και ίδρυσε το «Εθνικό Ωδείο», το οποίο διηύθυνε ως το 1948. Επίσης το 1919 διορίσθηκε γενικός Επιθεωρητής, αρχιμουσικός, σε όλες τις στρατιωτικές μπάντες Αθηνών. Από τότε όμως παράλληλα με τη συνθετική του εργασία ανέπτυξε ένα τεράστιο παιδαγωγικό έργο, σφραγίζοντας κάθε πτυχή της μουσικής ζωής του τόπου. Το 1945 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Εκτός των άλλων τιμήθηκε και με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών (1919) αλλά και με πολλά ελληνικά παράσημα.
Ο Μανώλης Καλομοίρης ήταν ανάμεσα στις μορφές που προσδιόρισαν την πολιτιστική φυσιογνωμία της Ελλάδας κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου του 1962, σε ηλικία 79 ετών. Την Τετάρτη 4 Απριλίου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και με τιμές που άρμοζαν στο μέγεθος και στην προσφορά του. Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Μητροπολιτικό Ναό και την παρακολούθησε πλήθος κόσμου[11].
1911 – Γεώργιος Ιβάνοφ. Ο Γεώργιος Ιβάνωφ-Σαϊνόβιτς γεννήθηκε στη Βαρσοβία στις 14 Δεκεμβρίου 1911. Πατέρας του ήταν ο κόμης Βλαδίμηρος Ιβάνωφ, συνταγματάρχης του τσαρικού στρατού. Στη Θεσσαλονίκη ήρθε το 1926 με την Πολωνίδα μητέρα του Λεονάρδα Σαϊνόβιτς και τον Έλληνα Ιωάννη Λαμπριανίδη, δεύτερο σύζυγό της.
Ως αθλητής του γυμναστικού συλλόγου «Ηρακλής» κατάφερε νίκες τόσο στους εσωτερικούς όσο και σε διεθνείς αθλητικούς κολυμβητικούς αγώνες και το όνομα του έγινε γνωστό στο Πανελλήνιο. Το 1934 στους Αγώνες Βορείου Ελλάδος που έγιναν στη Θεσσαλονίκη βγήκε πρώτος στα 100 μέτρα ελεύθερο με χρόνο 1΄12΄΄. Το 1936 κατέλαβε την πρώτη θέση στους Ιστιοπλοϊκούς Αγώνες του Θερμαϊκού μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του Αντώνιο Λαμπριανίδη.
Σπούδασε γεωπόνος – μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Λουβαίν (Louvain) στο Βέλγιο. Το 1933 κατέρριψε το πανεπιστημιακό ρεκόρ κολύμβησης του Βελγίου στα 50 μέτρα ελεύθερο με 35΄΄. Πήρε μέρος με την ομάδα του πόλο της Α.Ζ.Σ. Βαρσοβίας σε διεθνείς αγώνες υδατοσφαίρισης με υψηλή επιθετική απόδοση και έτσι επιλέχθηκε να παίξει στο πόστο του φουνταριστού της Εθνικής Πολωνίας. Ανακηρύχθηκε ως ο καλύτερος παίκτης της Πολωνίας για το έτος 1938. Ο προπονητής Ράικι είπε για τον Γεώργιο Ιβάνοφ: «Είναι επί του παρόντος ο καλύτερος επιθετικός παίκτης υδατοσφαίρισης στην Πολωνία. Κρίμα που θα τον χάσει η Α.Ζ.Σ. σύντομα, επειδή θα πρέπει να μεταβεί στο Παρίσι για περαιτέρω σπουδές».
Μετά τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Ινστιτούτο Αποικιακής Γεωπονίας στο Παρίσι επέστρεψε στη δεύτερη πατρίδα του, την Ελλάδα. Με την κατάληψη της Πολωνίας και της Ελλάδας από τους Ναζί φούντωσε μέσα του ο εθνικός παλμός να πολεμήσει για τις δύο πατρίδες του.
Θάνατοι
1799 – Τζορτζ Ουάσινγκτον (αγγλικά: George Washington, προφέρεται: [ˈwɒʃɪŋtən] ( ακούστε), 22 Φεβρουαρίου 1732 – 14 Δεκεμβρίου 1799) ήταν ο πρώτος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (1789-1797), διοικητής του Γενικού Επιτελείου του Ηπειρωτικού Στρατού κατά τη διάρκεια της Αμερικανικής Επανάστασης και ένας από τους ιδρυτές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Προήδρευσε της συνέλευσης που συνέταξε το Σύνταγμα, το οποίο αντικατέστησε τα άρθρα της Συνομοσπονδίας και καθόρισε τη θέση του Προέδρου.
Ο Ουάσιγκτον εξελέγη Πρόεδρος με ομόφωνη επιλογή των 69 εκλογέων το 1788, και υπηρέτησε δύο θητείες. Φρόντισε για τη δημιουργία μιας ισχυρής, καλά χρηματοδοτούμενης εθνικής κυβέρνησης που θα διατηρούσε την ουδετερότητα στους πολέμους που θα μαίνονταν στην Ευρώπη, θα κατέστειλε εξεγέρσεις, και θα κέρδιζε την αποδοχή μεταξύ των Αμερικανών όλων των τύπων. Το στυλ ηγεσίας του εγκαθίδρυσε πολλές μορφές και τελετουργικά της κυβέρνησης που έχουν χρησιμοποιηθεί, όπως η χρήση ενός συστήματος υπουργικού συμβουλίου και την παροχή ομιλίας κατά την ορκωμοσία. Ακόμα, η ειρηνική μετάβαση από την προεδρία του στην προεδρία του Τζον Άνταμς δημιούργησε μια παράδοση που συνεχίζεται στον 21ο αιώνα. Ο Ουάσιγκτον χαρακτηρίστηκε ως εθνοπατέρας, ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον γεννήθηκε από αγροτική αριστοκρατική οικογένεια της Βιρτζίνια. Η οικογένειά του είχε στην κατοχή της καπνοκαλλιέργειες και δούλους. Αφότου πέθαναν ο πατέρας και ο μεγαλύτερος αδερφός του, όταν ήταν νέος, συνδέθηκε προσωπικά με τον ισχυρό Ουίλιαμ Φαίρφαξ, ο οποίος τον προώθησε ως τοπογράφο και στρατιώτη. Έγινε γρήγορα ανώτερος αξιωματικός των αποικιακών δυνάμεων κατά την διάρκεια των πρώτων σταδίων του Πολέμου Γάλλων και Ινδιάνων. Επιλέχθηκε από το Δεύτερο Ηπειρωτικό Κογκρέσο το 1775 να γίνει διοικητής του Γενικού Επιτελείου του Ηπειρωτικού Στρατού στην Αμερικανική Επανάσταση. Ο Ουάσινγκτον κατάφερε να εκδιώξει τους Βρετανούς από τη Βοστώνη το 1776, όμως ηττήθηκε και παρ΄ολίγο αιχμαλωτίσθηκε το ίδιο έτος, όταν έχασε την Νέα Υόρκη. Μετά την διάσχιση του ποταμού Ντελάγουερ κατά τη διάρκεια ενός βαρύ χειμώνα, νίκησε τους Βρετανούς σε δύο μάχες και ανακατέλαβε το Νιου Τζέρσεϊ.
1989 – Αντρέι Ζαχάροφ (ρωσικά: Андре́й Дми́триевич Са́харов, ΔΦΑ: [ɐnˈdrʲej ˈsaxərəf] 21 Μαΐου 1921 – 14 Δεκεμβρίου 1989) ήταν Ρώσος πυρηνικός φυσικός, ένας από τους επιστήμονες που δημιούργησαν την πρώτη σοβιετική βόμβα υδρογόνου, συγγραφέας του Συντάγματος της Ένωσης Σοβιετικών Δημοκρατιών της Ευρώπης και της Ασίας, βουλευτής της ΕΣΣΔ, Νομπελίστας Ειρήνης για το έτος 1975, αντιφρονών και ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Για την προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων είχε στερηθεί όλων των σοβιετικών διακρίσεων και βραβείων και εξορίστηκε από τη Μόσχα.
Ήταν γιος του Ρώσου καθηγητή φυσικής Ντμίτρι Ιβάνοβιτς Σάχαροβ και Σοφιάνο-Σάχαροβα, κόρης του στρατιωτικού Αλεξίου Σοφιάνο. Ο πατρικός παππούς του ήταν ο Ιβάν Σάχαροβ, διάσημος Ρώσος δικηγόρος και πολιτικός. Την παιδική ηλικία του την πέρασε στη Μόσχα. Ο Σάχαροβ έλαβε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στην οικία του. Άρχισε να φοιτά για πρώτη φορά στο σχολείο στην έβδομη τάξη (Α΄Γυμνασίου). Αφού αποφοίτησε το 1938, ο Σάχαροβ ξεκίνησε να σπουδάζει στο Τμήμα Φυσικής του Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, που λόγω του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρθηκε στο Τουρκμενιστάν όπου και αποφοίτησε. Γύρισε στη Μόσχα το 1945 για σπουδές στο Ινστιτούτο Φυσικής στη Σοβιετική Ακαδημία Επιστημών.
Όταν κατέκρινε δημόσια την εισβολή των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν το 1980 εξορίστηκε στην πόλη Γκόρκι του Νίζνι Νόβγκοροντ, όπου μαζί με τη σύζυγό του διαμαρτυρήθηκαν με μια σειρά απεργιών πείνας. Τον Δεκέμβριο του 1986 απελευθερώθηκε και τάχθηκε υπέρ της περεστρόικα. Εκλέχθηκε στο Κογκρέσο Λαϊκών Αντιπροσώπων και από τη θέση εκείνη συνέχισε τον αγώνα του για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ΕΣΣΔ αναπτύσσοντας έντονη δραστηριότητα μέχρι το τέλος της ζωής του. Είχε καταστεί εθνικό σύμβολο θάρρους και αλήθειας. Από το 1988 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απονέμει κάθε χρόνο το Βραβείο Σάχαροβ σε πρόσωπα ή οργανισμούς για τη διά βίου αφοσίωσή τους στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών.
Το 1943 νυμφεύθηκε την Κλαούντια Βιχέροβα, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά – δύο κόρες και ένα γιο την Τατιάνα, την Λιουμπόβ και τον Ντμίτρι. Το 1970 συνάντησε την Έλενα Μπονέρ, την οποία νυμφεύθηκε δύο χρόνια αργότερα.
Πέθανε το βράδυ της 14ης Δεκεμβρίου 1989 από καρδιακή προσβολή στο διαμέρισμά του στην οδό Τσκάλοφ. Θάφτηκε στο νεκροταφείο στη Μόσχα.
2013 – Πίτερ Ο’ Τουλ. Ο Πήτερ Ο’ Τουλ γεννήθηκε το 1932, με μερικές πηγές να δίνουν ως τόπο γέννησής του την Κονεμάρα της Ιρλανδίας και άλλες το Λιντς της Αγγλίας, όπου μεγάλωσε. Ο ίδιος δεν ήταν βέβαιος για τον τόπο ή την ημερομηνία γέννησής του, σημειώνοντας στην αυτοβιογραφία του ότι, ενώ δέχεται ως ημερομηνία γέννησής του την 2 Αυγούστου, κατέχει πιστοποιητικά γέννησης και από τις δύο χώρες, με το ιρλανδικό να αναφέρει ως ημερομηνία γέννησής του τον Ιούνιο του 1932.
Μητέρα του ήταν η Κόνστανς Τζέιν (πατρικό Φέργκιουσον), νοσοκόμα σκωτικής καταγωγής, και πατέρας του ο Πάτρικ Τζόζεφ Ο’ Τουλ, ένας Ιρλανδός μεταλλουργός, παίκτης ποδοσφαίρου και πράκτορας στοιχημάτων ιπποδρόμου. Όταν ήταν ενός έτους, η οικογένειά του ξεκίνησε μια πενταετή περιήγηση στις κυριότερες πόλεις της Βόρειας Αγγλίας, στις οποίες διεξάγονταν ιπποδρομιακοί αγώνες. Στις αρχές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου μεταφέρθηκε για ασφάλεια από το Λιντς και παρακολούθησε ένα καθολικό σχολείο για επτά ή οκτώ χρόνια, όπου υποχρεώθηκε να γίνει δεξιόχειρας.
Όταν τελείωσε το σχολείο, άρχισε να εργάζεται ως εκπαιδευόμενος δημοσιογράφος και φωτογράφος στην εφημερίδα Yorkshire Evening Post, έως ότου κλήθηκε να υπηρετήσει τη θητεία του ως σηματωρός στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό. Ο ίδιος είχε δηλώσει, σε συνέντευξη το 2006, ότι το όνειρό του ήταν να γίνει ποιητής ή ηθοποιός. Παρακολούθησε με υποτροφία μαθήματα υποκριτικής στη Βασιλική Ακαδημία της Δραματικής Τέχνης, από το 1952 έως το 1954, αφού νωρίτερα είχε απορριφθεί από τη σχολή δραματικής τέχνης του Θεάτρου Abbey, από τον διευθυντή Έρνεστ Μπλάιθ, επειδή δεν μπορούσε να μιλήσει Ιρλανδικά. Συμφοιτητές του στην Ακαδημία ήταν οι Άλμπερτ Φίνεϊ, Άλαν Μπέιτς και Μπράιαν Μπέντφορντ.
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia