10 Ιουνίου 2024
Είναι η 162η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 204 ημέρες για τη λήξη του.
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:02 – Δύση ήλιου: 20:47
Διάρκεια ημέρας: 14 ώρες 45 λεπτά
🌒 Σελήνη 3.9 ημερών
Γεγονότα
1877 – Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός ιδρύθηκε στις 10 Ιουνίου του 1877 με πρωτοβουλία της βασίλισσας Όλγας και πρώτο πρόεδρο τον Μάρκο Ρενιέρη. Αποτελεί μέρος του Διεθνούς Κινήματος Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου. Θεωρείται ο μεγαλύτερος μη κυβερνητικός οργανισμός στον ελλαδικό χώρο. Το έργο του είναι σύνθετο και βασίζεται στην άμεση ανταπόκριση και την εθελοντική προσφορά και δράση των πολιτών. Έχει βασικό στόχο την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου σε περιόδους πολέμου και ειρήνης, στηρίζοντας τραυματίες, ασθενείς, ηλικιωμένους, πρόσφυγες, ανθρώπους που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες και γενικά όσους ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.
Σε επίπεδο εθελοντών, ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός διαιρείται σε τρία κύρια Σώματα: Το Σώμα Εθελοντών Νοσηλευτικής, το Σώμα Εθελοντών Κοινωνικής Πρόνοιας και το Σώμα Εθελοντών Σαμαρειτών, Διασωστών και Ναυαγοσωστών. Κάθε Σώμα έχει διαφορετική αρμοδιότητα σε καιρό ειρήνης και πολέμου, καθώς επίσης παρέχει διαφορετική εκπαίδευση στους εθελοντές του. Όλα τα Σώματα συνεργάζονται σε διάφορα επίπεδα, προκειμένου να προάγουν το ανθρωπιστικό έργο του Κινήματος.
1915 – Ιδρύεται το Σώμα Ελληνίδων Προσκόπων, το οποίο αργότερα θα μετονομαστεί σε Σώμα Ελληνίδων Οδηγών. Τον Μάϊο του 1914 έλαβε χώρα η πρώτη επίδειξη των Προσκόπων στο Παναθηναϊκό Στάδιο, παρουσία του πρωθυπουργού, των αρχών και 20.000 θεατών που επευφημούσαν τους Προσκόπους. Οι εισπράξεις της επίδειξης διατέθηκαν προς τους αγωνιστές και τα θύματα του Βορειηπειρωτικού αγώνα. Κατά την επίδειξη εκείνη εμφανίστηκαν για πρώτη φορά και οι Ελληνίδες Πρόσκοποι των οποίων οι πρώτες Ομάδες οργανώθηκαν στο Λύκειο Η. Κωνσταντινίδου το 1913. Το Σώμα Ελληνίδων Προσκόπων ιδρύθηκε επίσημα το 1915 από το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων στο οποίο και υπαγόταν αρχικά. Διαλύθηκε όμως τον επόμενο χρόνο (1916) για να ανασυσταθεί σαν ανεξάρτητη του ΣΕΠ κίνηση, πράγμα το οποίο πραγματοποιήθηκε 16 χρόνια αργότερα. Το 1932 ιδρύεται το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών συνεχίζοντας την προσκοπική παράδοση μεταξύ των νεαρών Ελληνίδων. Με την πάροδο των χρόνων ο Προσκοπισμός διαδίδεται σε όλη τη χώρα με ρυθμό σχετικά περιορισμένο και χωρίς πολλά έμπειρα στελέχη. Οργανώνεται τότε στην Αθήνα η εκπαίδευση των Βαθμοφόρων και οι πολύμορφες δράσεις και εκδηλώσεις των Προσκόπων επεκτείνονται. Το 1916 ιδρύεται από τους Προσκόπους Σώμα Επίκουρων Νοσοκόμων και Τραυματιοφορέων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Οι Πρόσκοποι προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στην επιδημία της χολέρας στην Κέρκυρα και στις συγκρούσεις με τα συμμαχικά αγήματα του Νοεμβρίου 1916.
1944 – Οι Ναζί κατακτητές καταστρέφουν το Δίστομο και σκοτώνουν 218 κατοίκους του. Στις 10 Ιουνίου του 1944 ο εικοσιεξάχρονος τότε Φριτς Λάουτενμπαχ, λοχαγός των SS του 2ου λόχου του 1ου τάγματος του 7ου τεθωρακισμένου συντάγματος της αστυνομίας SS, έλαβε διαταγή να μετακινήσει το λόχο του από τη Λειβαδιά προς τα χωριά Δίστομο, Στείρι και Κυριάκι με σκοπό τον εντοπισμό ανταρτών στη δυτική πλευρά του Ελικώνα. Σα δόλωμα οι Γερμανοί είχαν δύο επιταγμένα Ελληνικά φορτηγά γεμάτα με άνδρες των SS μεταμφιεσμένους σε χωρικούς, που προπορεύονταν της κύριας φάλαγγας. Ταυτόχρονα ο 10ος και 11ος λόχος του 3ου τάγματος από την Άμφισσα κατευθύνονταν προς το Δίστομο για να συναντήσουν το 2ο λόχο. Οι τρεις λόχοι συναντήθηκαν χωρίς να έχουν εντοπίσει αντάρτες εκτός από 18 παιδιά που κρύβονταν σε γύρω στάνες. Έξι από τα παιδιά που προσπάθησαν να δραπετεύσουν εκτελέστηκαν. Οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και εκφοβίζοντας τους χωρικούς έμαθαν ότι υπήρχαν αντάρτες στο Στείρι. Ο 2ος λόχος κατευθύνθηκε προς τα εκεί και στη θέση Λιθαράκι, περιοχή του Στειρίου, έπεσε σε ενέδρα ανταρτών του 11ου λόχου του 3ου τάγματος του 34ου συντάγματος του ΕΛΑΣ. Η μάχη του Στειρίου ήταν σκληρή και κράτησε περίπου μέχρι τις δύο το μεσημέρι αναγκάζοντας τους Γερμανούς σε οπισθοχώρηση. Δείτε περισσότερα στο link που ακολουθεί: Η Σφαγή του Διστόμου
1956 – Η κυβέρνηση Καραμανλή αποφασίζει την τουριστική αξιοποίηση του Λυκαβηττού, με την κατασκευή τελεφερίκ και πολυτελούς αναψυκτηρίου. Το Τελεφερίκ Λυκαβηττού (αναφερόμενο παλαιότερα επισήμως ως «σχοινοκίνητος σιδηρόδρομος» του Λυκαβηττού) είναι επίγειο καλωδιοκίνητο σιδηροδρομικό μέσο με μεγάλη κλίση, που συνδέει το Κολωνάκι με την κορυφή του Λυκαβηττού.
Κατασκευάστηκε από τον Ε.Ο.Τ. τη δεκαετία του 1960. Εγκαινιάστηκε στις 18 Απριλίου 1965, ενώ η λειτουργία του ξεκίνησε την επόμενη μέρα. Από το Δεκέμβριο του 2012, ο χώρος του τελεφερίκ αναπλάστηκε από μια ομάδα Ελλήνων και διεθνών δημιουργών (Jeff Van Dyck, Τάσος Μπουλμέτης, κ.ά.) με τη χρήση βίντεο, κολάζ, φωτιστικών εφέ και ζωγραφικής αναμόρφωσης. Η ανάπλαση έγινε με την υποστήριξη του Οίκου Μεταξά. Η αφετηρία του βρίσκεται στη συμβολή των οδών Πλουτάρχου και Αριστίππου και το τέρμα του στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου (στην κορυφή του λόφου). Έχει δυο βαγόνια και μπορεί να μεταφέρει 34 άτομα σε κάθε βαγόνι. Η γραμμή του είναι μονή, ενώ στο μέσον της διαδρομής υπάρχει πλάτωμα στο οποίο διασταυρώνονται το ανερχόμενο και το κατερχόμενο όχημα. Η συχνότητα των δρομολογίων είναι ανά ημίωρο από τις 9 το πρωί ως τις 2.30 τα ξημερώματα και στις ώρες αιχμής ανά δεκάλεπτο.
1967 – Λήγει ο Πόλεμος των Έξι Ημερών. Με τον περιγραφικό αυτό όρο εννοούμε τον πόλεμο που ξέσπασε στις 5 Ιουνίου 1967 μεταξύ Ισραήλ και των γειτονικών του αραβικών χωρών (Αιγύπτου, Συρίας και Ιορδανίας). Το Ισραήλ, 19 χρόνια μετά την ίδρυσή του, πάλευε ακόμα για την ύπαρξή του, ενώ οι Άραβες επιδίωκαν την εξαφάνισή του. Οι εχθροπραξίες περατώθηκαν πέντε μέρες αργότερα, στις 10 Ιουνίου, με θρίαμβο των Ισραηλινών, που τριπλασίασαν τα εδάφη τους, κατακτώντας το Σινά, τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα Υψίπεδα του Γκολάν.
Ο «Πόλεμος των Έξι Ημερών» κράτησε στην πραγματικότητα 132 ώρες και 30 λεπτά, λιγότερο κι από έξι ημέρες. Απο πλευράς Ισραηλινών ενεπλάκησαν στις επιχειρήσεις 264.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων και των εφέδρων. Η Αίγυπτος παρέταξε 150.000 άνδρες, η Ιορδανία 55.000 και η Συρία 75.000 άνδρες. Οι απώλειες για τους Ισραηλινούς ανήλθαν σε 679 νεκρούς και 2.563, ενώ οι Άραβες είχαν κατά προσέγγιση 21.000 νεκρούς και 45.000 τραυματίες.
Το Ισραήλ ένοιωθε, πλέον, καλά στα πόδια του και είχε τα αναγκαία εδάφη για να διαπραγματευθεί την απόκτηση ειρήνης και ασφάλειας με τους άραβες γείτονές του. Μεγάλος ηττημένος του πολέμου υπήρξε ο αιγύπτιος πρόεδρος Νάσερ, που είδε τις φιλοδοξίες του να ηγηθεί του αραβικού κόσμου, να καταρρέουν.
Στον «Πόλεμο των Έξι Ημερών» έλαβαν μέρος στρατιωτικοί, που πρωταγωνίστησαν στις κατοπινές πολιτικές εξελίξεις της Μέσης Ανατολής. Αρχηγός του γενικού επιτελείου του Ισραήλ ήταν ο Γιτζάκ Ραμπίν, μετέπειτα πρωθυπουργός, που δολοφονήθηκε από ακροδεξιό το 1995. Της επίθεσης των Ισραηλινών στο Σινά, ηγήθηκε ο Αριέλ Σαρόν, τέως πρωθυπουργός και αυτός. Των συριακών δυνάμεων ηγήθηκε ο Χαφέζ Ελ Ασαντ, πρόεδρος της Συρίας ως το θάνατό του το 2000.
Γεννήσεις
1915 – Σολ Μπέλοου, εβραϊκής καταγωγής, ήταν Καναδός λογοτέχνης, τιμημένος με το Βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας το 1976. Επιπλέον, είναι ο μοναδικός συγγραφέας που έχει κερδίσει τρεις φορές το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου για έργο μυθοπλασίας. Καταγόταν από οικογένεια Εβραίων της Λιθουανίας.
Κατά τη σουηδική επιτροπή των Βραβείων Νόμπελ, η γραφή του διαθέτει «το μίγμα του πλούσιου περιπετειώδους μυθιστορήματος και της λεπτής αναλύσεως του πολιτισμού μας, της ψυχαγωγίας, των σημαντικών και τραγικών επεισοδίων σε γρήγορη διαδοχή, με τη φιλοσοφική συζήτηση, αναπτυσσόμενα όλα από έναν σχολιαστή με έξυπνη γλώσσα και διεισδυτικό βλέμμα στις εσωτερικές και εξωτερικές πολύπλοκες διαδικασίες που μας οδηγούν στις πράξεις μας, ή που μας αποτρέπουν από το να δράσουμε, και αυτό μπορεί να αποκληθεί το δίλημμα της εποχής μας».
Ο Μπέλοου έχει δηλώσει ότι από όλους τους ήρωές του ο Γιουτζήν Χέντερσον (του βιβλίου «Χέντερσον, ο βασιλιάς της βροχής») ήταν εκείνος που του έμοιαζε περισσότερο[7]. Ο Μπέλοου μεγάλωσε ως ένα αγενές παιδί της φτωχογειτονιάς, ένας σκληροτράχηλος μετανάστης από το Κεμπέκ. Κατά τον Κρίστοφερ Χίτσενς η λογοτεχνία του Μπέλοου και οι κύριοι ήρωές του αντανακλούν τον δικό του πόθο για την υπέρβαση, μία μάχη να «υπερβεί όχι απλώς τις συνθήκες, αλλά και τις ψυχώσεις του γκέτο»[8][9]. Οι πρωταγωνιστές του Μπέλοου, με τη μία μορφή ή την άλλη παλεύουν όλοι με αυτό που ο ήρωάς του Κόρντ αποκαλεί «οι μεγάλης κλίμακας παραλογισμοί του 20ού αιώνα» Αυτή η υπέρβαση επιτυγχάνεται, αν γίνεται, μόνο μέσα από μία «θηριώδη αφομοίωση γνώσεων και μορφώσεως» (Χίτσενς) και μία έμφαση στην αρχοντιά.
1922 – Τζούντι Γκάρλαντ, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Φράνσις Ίθελ Γκαμ ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Ήταν φημισμένη για τη φωνή της και προσέλκυσε τη διεθνή προσοχή καθ’ όλην τη διάρκεια της καριέρας της, η οποία διήρκεσε πάνω από σαράντα χρόνια, ως μια ηθοποιός σε μουσικούς και δραματικούς ρόλους στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Έλαβε ένα Βραβείο Όσκαρ για νεώτερη ηθοποιό και κέρδισε μια Χρυσή Σφαίρα, καθώς και ένα βραβείο Γκράμι και ένα ειδικό βραβείο Τόνι.
Προτάθηκε για Βραβείο Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου για τον ρόλο της στο ριμέικ Ένα Αστέρι Γεννιέται και για Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία του 1961 Τα απόρρητα της Νυρεμβέργης. Παραμένει μέχρι σήμερα η νεότερη νικήτρια (στο τριακοστό ένατο έτος της ηλικίας της τότε) του Βραβείου Σέσιλ Ντε Μιλ για Ισόβιο Επίτευγμα στη βιομηχανία του κινηματογράφου.
Παρά τις επαγγελματικές τις επιτυχίες, η ίδια πάλεψε υπερβολικά στην προσωπική της ζωή, ξεκινώντας από την παιδική της ηλικία. Παντρεύτηκε πέντε φορές, με τους τέσσερις γάμους να καταλήγουν σε διαζύγιο. Επίσης πάλεψε με τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, τα οποία την οδήγησαν στον θάνατο, στην ηλικία των 47 ετών.
1931 – Ζοάο Ζιλμπέρτο. Ο Ζοάο Ζιλμπέρτο Πράντο Περέιρα ντε Ολιβέιρα, γνωστός ως Ζοάο Ζιλμπέρτο (Πορτογαλικά: ʒuˈɐ̃w ʒiwˈbɛʁtu; 10 Ιουνίου 1931 – 6 Ιουλίου 2019), ήταν Βραζιλιάνος τραγουδιστής, τραγουδοποιός και κιθαρίστας. Πρωτοστάτησε στο μουσικό είδος της μπόσα νόβα στα τέλη της δεκαετίας του 1950.
Γεννήθηκε στο Ζουαζέιρο της Μπαία, γιος του Ζοβινιάνο Ντομίνγκος ντε Ολιβέιρα, ενός πλούσιου εμπόρου, και της Μαρτίνια ντο Πράντο Περέιρα ντε Ολιβέιρα. Έζησε στη γενέτειρά του μέχρι το 1942 όταν άρχισε να σπουδάζει στο Αρακαζού του Σερζίπε, επιστρέφοντας στο Ζουαζέιρο το 1946. Στην ηλικία των 14 ετών, ο πατέρας του αγόρασε την πρώτη του κιθάρα. Στο Ζουαζέιρο ίδρυσε το πρώτο του συγκρότημα με τίτλο “Εναμοράντος ντου Ρίτμου”. Μετακόμισε στο Σαλβαδόρ το 1947. Κατά τη διάρκεια της τρίχρονης παραμονής του στην πόλη, παράτησε τις σπουδές του για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη μουσική και σε ηλικία 18 ετών ξεκίνησε την καλλιτεχνική του καριέρα ως τραγουδιστής στην Εταιρεία Ραδιοφώνου της Πολιτείας.
Οι πρώτες ηχογραφήσεις του Ζιλμπέρτο κυκλοφόρησαν σε δύο δίσκους το 1951-1959. Στη δεκαετία του 1960 τα βραζιλιάνικα σινγκλ εξελίχθηκαν σε “διπλή συμπαγή” μορφή, ενώ ο Ζοάο κυκλοφόρησε μερικά ΕΡ σε αυτή τη νέα μορφή.
Λίγο αργότερα, ο πατέρας του Ζιλμπέρτο, αναστατώθηκε από το παράξενο στυλ του και την άρνηση του να εργαστεί σε κάποια “κανονική” δουλειά. Έτσι τον έκλεισε στο ψυχιατρείο. Σε μια συνέντευξη εκεί, ο Ζιλμπέρτο κοίταξε έξω από το παράθυρο και παρατήρησε: “Κοίτα τον αέρα που χτυπά τα δέντρα.” Ο ψυχολόγος απάντησε “αλλά τα δέντρα δεν έχουν μαλλιά, Ζοάο” για να του απαντήσει ότι “και υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν καμία ποίηση.” Αφέθηκε ελεύθερος μετά από μια εβδομάδα. Το επόμενο έτος (1956), επέστρεψε στο Ρίο και γνώρισε διάφορα πρόσωπα της βραζιλιάνικης μουσικής βιομηχανίας, όπως τον Αντόνιο Κάρλος Ζομπίμ, συνθέτης, παραγωγός της Odeon Records. Ο Ζομπίμ εντυπωσιάστηκε από το στυλ του Ζιλμπέρτο και άρχισε τη προσπάθεια να βρει το κατάλληλο τραγούδι για να ταιριάξει με το στυλ της εταιρείας του.
Ο Ζιλμπέρτο ήταν γνωστός για την απαιτητική ακουστική και τα πρότυπα ελέγχου θορύβου. Κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του τραγουδιού “Ρόζα Μορένα”, χρειάστηκαν 28 φορές για να προφέρει σωστά το ο στη λέξη Ρόζα.
Θάνατοι
1580 – Λουίς Ντε Καμόενς, ο εθνικός ποιητής της Πορτογαλίας και ένας από τους σπουδαιότερους λυρικούς ποιητές της Ευρώπης. Με το επικό του ποίημα «Os Lusiadas» («Οι Λουσιάδες» ή «Οι Λουζιτανοί»), που ολοκλήρωσε το 1572, συνεισέφερε τα μέγιστα στην ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των Πορτογάλων.
Ο Λουίς Βαζ ντε Καμόενς (Luís Vaz de Camões) γεννήθηκε το 1524 ή 1525 στην Λισαβώνα ή στην Κοίμπρα και ήταν γιος ενός ξεπεσμένου αριστοκράτη, του Σιμάο Βαζ ντε Καμόενς. Απέκτησε ευρεία μόρφωση, σπουδάζοντας αρχικά σε μοναστήρια με Ιησουίτες μοναχούς και στη συνέχεια στο πανεπιστήμιο της Κοίμπρα, από το οποίο δεν φαίνεται να έλαβε πτυχίο. Γνώριζε πολύ καλά και από το πρωτότυπο τους αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς.
Ως χαρακτήρας ήταν ευθύς, οξύθυμος, ενθουσιώδης και εχθρός της αδικίας, την οποία καυτηρίαζε. Οι ιδιότητές του αυτές του στοίχισαν πολλές περιπέτειες, καταδιώξεις και δυστυχίες. Υπηρετώντας τον βασιλιά Ζοάο Γ’ (Ιωάννη Γ’) φαίνεται ότι μπλέχτηκε σε ερωτικές περιπέτειες με την κυρία επί των τιμών Αικατερίνη και την αδελφή του βασιλιά Μαρία, με αποτέλεσμα να βρεθεί να πολεμά του μουσουλμάνους στη Θέουτα του σημερινού Μαρόκου. Το 1549 σε μία μάχη έχασε το δεξί του μάτι.
H 10η Ιουνίου, ημερομηνία θανάτου του Καμόενς, έχει καθιερωθεί ως Εθνική Εορτή στην Πορτογαλία.
1982 – Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (γερμανικά: Rainer Werner Fassbinder, 31 Μαΐου 1945 – 10 Ιουνίου 1982) ήταν Γερμανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός. Γεννήθηκε το 1945 στο Μόναχο. Η ζωή του ήταν σύντομη, αλλά ταραχώδης, καθώς η ροπή του στα ναρκωτικά και η δυσκολία αποδοχής της σεξουαλικής του ταυτότητας ήταν παράγοντες που του προκάλεσαν διαταραχές και δυστυχία. Αν και ομοφυλόφιλος, νυμφεύθηκε την Ίνγκριντ Κάβεν (1970-1972) και είχε σχέση με τη Γιουλιάνε Λόρεντς. Πέθανε από υπερβολική δόση το 1982 στο Μόναχο και δίπλα του βρέθηκε το σενάριο με θέμα τη ζωή της Ρόζα Λούξεμπουργκ, το οποίο προόριζε για τη Ρόμι Σνάιντερ. Ήταν οπαδός της Μπάγερν Μονάχου.
Είναι ο πιο παραγωγικός σκηνοθέτης στην ιστορία του κινηματογράφου, καθώς μέσα σε 13 χρόνια, κατάφερε να δημιουργήσει 41 ταινίες μεγάλου μήκους. Στα έργα του πραγματευόταν ζητήματα όπως η ηθική πτώση της μεταπολεμικής Γερμανίας, η βία, οι διαπροσωπικές σχέσεις, τα ναρκωτικά, η ομοφυλοφιλία, η προδοσία και η ζωή στο περιθώριο. Πολλοί άσκησαν κριτική στις ταινίες του και τον κατηγόρησαν για αντισημιτισμό, αντικομμουνισμό και μισογυνισμό. To 1982 κέρδισε την Χρυσή Άρκτο για την ταινία Βερόνικα Φος. Θεωρείται ένας από τους εκπροσώπους του ρεύματος του Νέου Γερμανικού Κινηματογράφου
2004 – Ρέι Τσαρλς Ρόμπινσον (Ray Charles Robinson, 23 Σεπτεμβρίου 1930[10] – 10 Ιουνίου 2004), γνωστότερος ως Ρέι Τσαρλς, ήταν Αμερικανός μουσικός, τραγουδιστής και συνθέτης της σόουλ. Το περιοδικό Rolling Stone τον κατέταξε δεύτερο, στη λίστα του με τους 100 καλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών. Τα σημαντικότερα κομμάτια του είναι τα: “‘A Song for You'”, “Busted”,”I Can’t Stop Loving You” και “Hit the Road Jack”.
Ο Τσαρλς γεννήθηκε στο Ώλμπανυ της Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών, από μια πολύ φτωχή οικογένεια, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1930 και μεγάλωσε στο Γκρίνβιλ της Καλιφόρνια. Παρουσίασε προβλήματα όρασης από τα δύο του χρόνια και έμεινε από την ηλικία των έξι ετών τυφλός, λόγω γλαυκώματος. Στα 15 του έχασε τους γονείς του. Έτσι, ξεκίνησε την περιπλάνησή του στον αμερικανικό νότο, ως μουσικός.
Από τα τρία του χρόνια είχε αρχίσει να παίζει πιάνο. Έτσι, ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική, το 1950, παίζοντας πιάνο και σαξόφωνο, συνδυάζοντας πολλά μουσικά είδη. Η πρώτη του επιτυχία ήλθε ένα χρόνο μετά, με το κομμάτι “Baby, Let Me Hold Your Hand”. To 1952, υπέγραψε στην Atlantic Records, μια δισκογραφική εταιρεία, στην οποία βρίσκονταν οι καλύτεροι Αφροαμερικανοί μουσικοί. Το 1959, υπέγραψε στην ABC Records, με τη δημοτικότητά του να ανεβαίνει στα ύψη. Οι αρχές της δεκαετίας του 60’ ήταν η πιο επιτυχημένη περίοδος της καριέρας του. Η τελευταία ζωντανή του εμφάνιση έγινε το Μάιο του 2003, στο Λος Άντζελες.
Ο Τσαρλς είχε συνεργαστεί κατά καιρούς με μουσικούς, όπως ο Μπι Μπι Κινγκ, ο Γουΐλυ Νέλσον και ο Τζέιμς Τέυλορ.Είχε πολλά προβλήματα στη ζωή του, κυρίως με τα ναρκωτικά και τις γυναίκες. To 1986, ίδρυσε το Ray Charles, ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα, το οποίο παρέχει βοήθεια και υποστήριξη σε άτομα με προβλήματα ακοής.
Πέθανε στις 10 Ιουνίου του 2004, στο Λος Άντζελες, από ασθένεια του ήπατος, δύο μήνες πριν την κυκλοφορία του τελευταίου του άλμπουμ (5 εκατομμύρια πωλήσεις, κέρδισε 8 βραβεία Γκράμμυ).