Κυβέλη Αδριανού
Μια ζωή σε αυλαία
στη σκηνή της τέχνης και της ιστορίας
Η αθάνατη πρωταγωνίστρια του ελληνικού θεάτρου|
Στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου, λίγες μορφές διακρίνονται τόσο έντονα όσο η Κυβέλη. Μια γυναίκα που έζησε τη σκηνή σαν δεύτερο δέρμα της και την Ιστορία σαν σκηνικό που άλλοτε την οδηγούσε στη δόξα κι άλλοτε στη συντριβή. Η ζωή της, γεμάτη αντιφάσεις και δράματα, είναι ένας καθρέφτης της Ελλάδας του 20ού αιώνα, γεμάτη από προσφυγιά, πολιτικές συγκρούσεις, τέχνη και προσωπικές θυσίες.
Ήταν γύρω στο 1890 όταν μια μικρή, εγκαταλελειμμένη στην αυλή ενός σπιτιού στη Σμύρνη, βρέθηκε με ένα μενταγιόν περασμένο στον λαιμό. Το μενταγιόν έγραφε μόνο ένα όνομα: Κυβέλη. Η τύχη της στάθηκε περίεργα γενναιόδωρη. Την πήραν υπό την προστασία τους ο Δημήτριος Λεονάρδος, ανώτερος δημόσιος υπάλληλος, και κυρίως το ζεύγος Αδριανού – ο Αναστάσιος, παπουτσής στο επάγγελμα, και η σύζυγός του Μαρία, οικιακή βοηθός στην οικία Λεονάρδου. Εκείνοι έγιναν οι θετοί της γονείς. Ένα άγνωστο κορίτσι, έκθετο στην αρχή, αλλά όχι αθέατο από τη μοίρα. Στο σπίτι τους, η μικρή Κυβέλη βρήκε καταφύγιο – και σταδιακά άρχισε να δείχνει σημάδια ενός φυσικού θεατρικού ταλέντου. Με κάθε μιμητισμό, κάθε πρόβα αυτοσχέδιας παράστασης στο σαλόνι, προσπαθούσε να ζωντανέψει ξανά τα χαμόγελα στους θετούς της γονείς, που είχαν χάσει τον μοναχογιό τους στη Βραζιλία. Και κάπως έτσι ξεκίνησε το όνειρο.
Ήταν Μάρτιος του 1901 όταν ο καθηγητής ορθοφωνίας Μ. Σιγάλας την είδε στο σπίτι των Αδριανών. Της παρέδωσε μαθήματα απαγγελίας και σε μια επίδειξη των μαθητριών του, η μικρή Κυβέλη ξεχώρισε αμέσως: απέσπασε το πρώτο βραβείο. Οι γονείς της, που είχαν στο μυαλό τους να τη δουν μοδίστρα, άρχισαν να βλέπουν αλλιώς το μέλλον της. Την ίδια χρονιά, μόλις 15 ετών, γράφεται στη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου. Όμως το όνειρο φαινόταν να διακόπτεται πρόωρα: η σχολή έκλεισε λίγους μήνες μετά. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος την εντάσσει στον θεατρικό όμιλο της Νέας Σκηνής, ένα φιλόδοξο εγχείρημα νέων ερασιτεχνών, ανάμεσά τους και ονόματα που έμελλε να σημαδέψουν τα ελληνικά γράμματα — Σικελιανός, Μυράτ, Σκίπης.
Η πρώτη της εμφάνιση ήταν και το βάπτισμα του πυρός: πρωταγωνιστικός ρόλος ως Ιουλιέτα στη γνωστή σκηνή του κήπου του Σαίξπηρ, στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, σε εκδήλωση προς τιμή Ρουμάνων φοιτητών. Κι αυτό ήταν μόλις η αρχή. Ακολούθησαν σπουδαίοι ρόλοι, σε έργα του Ίψεν, του Ευριπίδη, του Γκολντόνι — πάντα με την ίδια θεατρική λάμψη. Στην Άλκηστη του Ευριπίδη έλαμψε, ενώ στην Αγριόπαπια ερμήνευσε με εσωτερική ένταση τον ρόλο της Εδβίγης. Και στη Λοκαντιέρα του Γκολντόνι, η Κυβέλη ξεδίπλωσε το κωμικό της ταλέντο. Το κοινό και οι κριτικοί ήταν ομόφωνα ενθουσιώδεις: ένα νέο αστέρι είχε γεννηθεί. Η Νέα Σκηνή έγινε το δεύτερο σπίτι της και ο ρόλος της Αρλεζιάνας, του Αλφόνς Ντωντέ, τον Ιούλιο του 1902, τη μεταμόρφωσε οριστικά από ανερχόμενη ταλαντούχα ηθοποιό σε πρωταγωνίστρια πρώτου μεγέθους. Από εκείνη τη στιγμή, η Κυβέλη δεν σταμάτησε να μεσουρανεί.
Το 1906 δημιούργησε δικό της θίασο με τον Κωνσταντίνο Σαγιώρ, που διαλύθηκε σε λίγους μήνες λόγω αναχώρησής της στο Παρίσι. Με την επιστροφή της και μετά από μικρή συνεργασία με τον Σαγιώρ, δημιούργησε αποκλειστικά δικό της θίασο. Μέχρι το 1932 η Κυβέλη ως θιασάρχισσα και πρωταγωνίστρια ανέβασε πολλά έργα σημαντικών συγγραφέων, Ελλήνων και ξένων, μεταξύ των οποίων των Γρηγορίου Ξενόπουλου, Σωτήρη Σκίπη, Σπύρου Μελά, Δημητρίου Κορομηλά, Δημητρίου Ταγκόπουλου, του πρίγκιπα Νικολάου, Θεόδωρου Συναδινού, Παντελή Χορν, Ιωάννη Πολέμη, Δημήτρη Μπόγρη, Αριστομένη Προβελέγγιου, Νικολάου Λάσκαρη, Μιλτιάδη Λιδωρίκη, Χένρικ Ίψεν, Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο, Μωρίς Μαίτερλινκ, Μαξίμ Γκόρκι.
Το 1932 και το 1934 συνεργάσθηκε με την καθιερωμένη αντίπαλό της Μαρίκα Κοτοπούλη, ως καλλιτεχνική αντίδραση στη δημιουργία του Εθνικού Θεάτρου που είχε ιδρύσει ο τότε υπουργός Παιδείας και μετέπειτα σύζυγός της, Γεώργιος Παπανδρέου και στη συνέχεια για οικογενειακούς λόγους αποσύρθηκε από τη σκηνή με μία μόνο έκτακτη εμφάνιση το 1942 σε παραστάσεις του έργου του Σπύρου Μελά, Πίσω στη Γη.
Τον Απρίλιο του 1943 διέφυγε με καΐκι στη Μέση Ανατολή, ακολουθώντας το σύζυγό της Γεώργιο Παπανδρέου στον Λίβανο, στην Αίγυπτο και στην Ιταλία, για να γυρίσει μετά την απελευθέρωση στην Αθήνα το 1944. Με την επιστροφή της και από το καλοκαίρι του 1950 συνεργάστηκε πάλι με τη Μαρίκα Κοτοπούλη στο έργο, Τα παιδιά του Εδουάρδου και στη συνέχεια με το Εθνικό Θέατρο στο έργο, Δάφνη Λορεόλα. Το 1952 ξαναεμφανίζεται με τη Μαρίκα Κοτοπούλη στο έργο του Ζαν Κοκτώ, Τρομεροί γονείς.

Κυβέλη και Κοτοπούλη επί σκηνής
Πολιτική, προσφυγιά και προσωπικές θυσίες
Η Κυβέλη δεν υπήρξε απλώς ηθοποιός. Υπήρξε μια προσωπικότητα βαθιά πολιτικοποιημένη. Η σχέση της με τον πολιτικό χώρο ενισχύθηκε όταν παντρεύτηκε τον Γεώργιο Παπανδρέου, έναν από τους πλέον επιδραστικούς πολιτικούς της εποχής. Αυτός ο δεσμός δεν έμεινε μόνο στη σφαίρα της οικογενειακής ζωής αλλά την έθεσε και στο επίκεντρο κρίσιμων ιστορικών γεγονότων. Η μικρασιατική καταστροφή του 1922 υπήρξε σημείο καμπής. Ως κόρη προσφύγων από τη Σμύρνη, η Κυβέλη βίωσε έντονα τη βαθιά πληγή της προσφυγιάς. Το 1926 περιόδευσε με τον θίασό της στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια, κρατώντας άσβεστη τη μνήμη της ελληνικότητας και της τέχνης σε τόπους όπου οι Έλληνες ένιωθαν ξεριζωμένοι. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου, βρέθηκε εκτεθειμένη – όχι μόνο λόγω του συζύγου της αλλά και λόγω της δικής της ελευθεροστομίας. Υπέστη προσωπικές θυσίες, όπως κοινωνική απομόνωση και πολιτική στοχοποίηση. Η ίδια όμως δεν σιώπησε ποτέ. Χρησιμοποίησε τη φωνή και την παρουσία της για να αντισταθεί, όπως μπορούσε, στην καθεστηκυία τάξη.
Ο χρόνος υπήρξε για την Κυβέλη ταυτόχρονα φίλος και εχθρός. Έζησε σχεδόν έναν αιώνα (1888–1978), βιώνοντας τρεις πολέμους, δύο προσφυγικές κρίσεις και πολυάριθμες κοινωνικές αναταράξεις. Το θέατρο της εποχής της άλλαζε – από τον κλασικισμό στο μοντέρνο δράμα, από το εθνικό θέατρο στις ιδιωτικές σκηνές, κι εκείνη δεν έπαψε να προσαρμόζεται. Παρά τον χρόνο που περνούσε, η Κυβέλη διατήρησε την αρχοντική της παρουσία. Δεν αρνήθηκε τη φθορά, μα την έκανε μέρος της ερμηνευτικής της ωριμότητας. Ήταν πάντοτε «παρούσα» — είτε στα νέα ρεύματα είτε στα μεγάλα εθνικά ζητήματα, αποδεικνύοντας πως η τέχνη, όταν είναι αληθινή, δεν γερνά. Ο χρόνος δεν ήταν αντίπαλος, αλλά συνομιλητής. Με τη ματιά της να διαπερνά εποχές, ρεύματα και ανθρώπους, κατάφερε να σταθεί ως σημείο αναφοράς για όλες τις γενιές των ηθοποιών και των θεατρόφιλων.
Μνήμη, κληρονομιά και πολιτισμικό αποτύπωμα
Η Κυβέλη δεν υπήρξε απλώς ηθοποιός. Ήταν θεσμός. Το όνομά της έγινε συνώνυμο με την υποκριτική τέχνη στην Ελλάδα, ενώ οι παραστάσεις της θεωρήθηκαν σχολείο για τους νεότερους ηθοποιούς. Το Θέατρο Κυβέλης στην Πανεπιστημίου, όπως και οι αναμνήσεις της κόρης της Μιράντας και της εγγονής της Έλλης Παππά, μαρτυρούν μια δυναστεία που διέσχισε τέσσερις γενιές. Η προσωπική της ζωή, με τις εντάσεις και τις αντιφάσεις της, δεν επισκίασε το πολιτιστικό της έργο· το ανέδειξε. Ακόμα και σήμερα, η φιγούρα της εμπνέει. Σε μια εποχή όπου οι γυναίκες ηθοποιοί σπάνια είχαν φωνή, εκείνη ύψωσε το ανάστημά της όχι μόνο στη σκηνή αλλά και στην κοινωνία. Η Κυβέλη υπήρξε σύμβολο, της δύναμης της γυναίκας, της αντοχής της τέχνης στον χρόνο και της σχέσης της πολιτικής με τον πολιτισμό. Η φωνή της αντηχεί ακόμα, όχι μόνο από τις σκηνές που ανέβηκε, αλλά κι από τις σελίδες της μνήμης ενός ολόκληρου έθνους.
Το Ινστιτούτο Κυβέλη στη Σύρο
Το Ινστιτούτο Κυβέλη αποτελεί έναν πολιτιστικό φορέα αφιερωμένο στη διατήρηση και ανάδειξη της θεατρικής κληρονομιάς της Ελλάδας, με επίκεντρο τη ζωή και το έργο της μεγάλης ηθοποιού Κυβέλης Αδριανού. Η έδρα του στην Ερμούπολη της Σύρου δεν είναι τυχαία· η πόλη αυτή αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στην καριέρα της Κυβέλης, καθώς το 1904 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο ιστορικό θέατρο “Απόλλων” δίπλα στον σύζυγό της, Μήτσο Μυράτ, με τον θίασο του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου.
- Τα ιδρυτικά μέλη – εταίροι: Κυβέλη Θεοχάρη-Ζωγραφίδη, Μιχάλης Μακρουλάκης, Θάνος Μικρούτσικος, Αλέξανδρος Μυράτ, Αδαμάντιος Πεπελάσης, Πέτρος Ποταμιάνος, Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου.
- Διοικητικό Συμβούλιο: Πρόεδρος: Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου, Αντιπρόεδρος & Καλλιτεχνικός Διευθυντής: Georges Vafias, Γραμματέας: Κώστας Μελίδης, Ταμίας: Πέτρος Ποταμιάνος, Μέλος: Ιωάννα Σαπφώ Πεπελάση.
Η “Οικία Κυβέλη”, ένα αστικό σπίτι του 1870 στην Ερμούπολη, στεγάζει το Κέντρο Έρευνας, Τεκμηρίωσης και Φιλοξενίας του Ινστιτούτου. Το κτίριο αυτό, με την πλούσια ιστορία του, φιλοξενεί εκθέσεις που παρουσιάζουν φωτογραφίες από παραστάσεις, αλληλογραφία, βίντεο και αναμνηστικά, προσφέροντας στους επισκέπτες μια βιωματική εμπειρία της ζωής και του έργου της Κυβέλης.
Το Ινστιτούτο συνεργάζεται με τοπικούς φορείς, όπως το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Σύρου-Ερμούπολης και το ιστορικό θέατρο “Απόλλων”, συμμετέχοντας σε πολιτιστικές εκδηλώσεις και προβάλλοντας εκθέματα από τις συλλογές του . Επιπλέον, έχει αναπτύξει εκπαιδευτικά προγράμματα σε συνεργασία με σχολεία της Σύρου, προωθώντας τη θεατρική παιδεία και την καλλιέργεια θεατρικής συνείδησης. Η συμβολή του Ινστιτούτου Κυβέλη στην πολιτιστική ζωή της Σύρου είναι πολυδιάστατη, διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη της Κυβέλης και προωθώντας την πολιτιστική αποκέντρωση με άξονα το Αιγαίο.
——–——————————————————–——————————————————–—————————————
Με πληροφορίες και φωτογραφίες: Κυβέλη (Ηθοποιός) από https://el.wikipedia.org | Κυβέλη Ανδριανού από https://www.sansimera.gr | Στην Οικία Κυβέλη στη Σύρο με ξεναγό τη δισέγγονη της θρυλικής ηθοποιού από https://www.documentonews.gr/ | Ινστιτούτου Κυβέλη από https://kyveli.eu/ | Η γυναίκα ανάμεσα στον Ανδρέα και στον πατέρα του από https://www.protagon.gr/ | Κυβέλη Ανδριανού: Η συναρπαστική ζωή και ο μεγάλος έρωτας με τον Γεώργιο Παπανδρέου από https://www.ekriti.gr/
——–————————————————
Επιμέλεια: Lef.T