Κρατήστε τώρα γερά το Καρπενήσι!

Το Καρπενήσι ήταν η πρωτεύουσα
του ΕΑΜικού κράτους στην κατοχή

«Αποστολή του ΔΣΕ είναι να αποκαταστήσει στην Ελλάδα
τη λαϊκή δημοκρατική εσωτερική τάξη και εθνική ανεξαρτησία.
Η καθοδήγηση του ΔΣΕ ποτέ δεν πρέπει να ξεχνά
τη βασική αυτή αποστολή του ΔΣΕ και κάθε ενέργεια,

πολιτική και στρατιωτική πρέπει να υποτάσσεται σ’ αυτή την αποστολή…
Πολιτικά ο ΔΣΕ σε δύο βασικά ζητήματα πρέπει παντού
και πάντοτε να δείχνει έντονα το πρόσωπό του και την καθαρή γραμμή του:
στην Εθνική Ανεξαρτησία και στη Λαϊκή Δημοκρατία»
Ν. Ζαχαριάδης – Γ. Ιωαννίδης[1]

 

του Γιώργου Πετρόπουλου

 

Αργά το βράδυ της 19ης Γενάρη του 1949 τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, κατάλληλα προετοιμασμένα, προσέβαλαν την πρωτεύουσα της Ευρυτανίας, την ιστορική πρωτεύουσα της Ελεύθερης Ελλάδας κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, το Καρπενήσι. Στην επιχείρηση, από μέρους του ΔΣΕ, πήραν μέρος η 1η Μεραρχία με διοικητή τον Χ. Φλωράκη (Γιώτη), η 2η Μεραρχία με διοικητή τον Γ. Αλεξάνδρου (Διαμαντή), η σχολή αξιωματικών του ΚΓΑΝΕ (Κλιμάκιο Γενικού Αρχηγείου Νοτίου Ελλάδας), ένα ανεξάρτητο τάγμα και μια διλοχία. Συνολική δύναμη, δηλαδή, περί τους 3.000 αντάρτες.

Αντίπαλες, στους αντάρτες, δυνάμεις, στην εξωτερική οχυρωμένη περίμετρο της πόλης και μέσα σ’ αυτή ήταν δύο ελαφρά τάγματα Πεζικού (το 5ο και το 7ο), 80 χωροφύλακες, 100 μαυροσκούφηδες κι ένα Τάγμα Εθνικής Ασφαλείας (ΤΕΑ) αποτελούμενο από 300 άνδρες. Συνολική δύναμη δηλαδή, περί τους 1.500 άνδρες. Αν και ο συσχετισμός, βάσει των αριθμών και μόνο, ήταν ευνοϊκός για τους αντάρτες, εντούτοις η επιχείρηση ήταν αρκετά δύσκολη δεδομένου ότι η αμυντική διάταξη της πόλης, σύμφωνα με όσα γράφει ο στρατηγός Δ. Ζαφειρόπουλος[2] «εστηρίζετο εις την ισχυράν κατοχήν και αμυντικήν οργάνωσιν των πέριξ της πόλεως υψωμάτων Αγ. Δημητρίου – Ροβιές – Αγ. Σωτήρος και της αντηρίδος Προφ. Ηλία, άτινα είναι φύσει οχυρά, δεσπόζουν και ελέγχουν την πόλιν και η μεταξύ των απόστασις επιτρέπει τη δημιουργίαν ισχυρών και πυκνών συνεχών φραγμών πυρών Πεζικού, και εις την αμυντικήν οργάνωσιν του εσωτερικού της πόλεως».

Η σημασία της επιχείρησης

Τι σημασία, όμως, είχε για το Δημοκρατικό Στρατό να καταλάβει το Καρπενήσι; Σ’ αυτό το ερώτημα, με άρθρο δημοσιευμένο εκείνη την εποχή, ο Χ. Φλωράκης απαντάει[3]: «Η επιχείρηση του Καρπενησιού είχε γενικότερη πολιτικοστρατιωτική σημασία. 1) Ο μοναρχοφασισμός θα έχανε μία πόλη -δεύτερη μέσα στον ίδιο μήνα- πρωτεύουσα νομού, γνωστή και έξω από τα ελληνικά σύνορα απ’ την ιστορία της κατά τον αγώνα της κατοχής. 2) Γιατί η πόλη αυτή βρίσκεται πολύ μακριά απ’ τα σύνορα και σε περιοχή που ο μοναρχοφασισμός ισχυρίζεται ότι ξεκαθάρισε από το ΔΣ. 3) Γιατί ο μοναρχοφασισμός θα δεχόταν ένα τέτοιο γερό χτύπημα τις μέρες που διατυμπάνιζε ότι με την τοποθέτηση του Παπάγου σαν αρχιστράτηγου θα διορθώνονταν τα πράγματα. 4) θα έχανε την πιο βαθιά προωθημένη βάση του, που είχε για τις εκστρατείες του στη Ρούμελη και τη Δυτική Θεσσαλία».

Στο ίδιο άρθρο του ο Χ. Φλωράκης προσθέτει ότι ο ΔΣΕ με την κατάληψη του Καρπενησιού επιδίωκε, ακόμη, να στρατολογήσει νέες δυνάμεις στις γραμμές του, να αποκομίσει πολύτιμα πολεμικά εφόδια και άλλο υλικό ζωτικής σημασίας στη δράση του, να αποκαταστήσει μια εδαφική ενότητα στον κεντρικό και νότιο κορμό της Πίνδου και, τέλος, να αναγκάσει τον εχθρό να συγκεντρώσει δυνάμεις στο χώρο της Θεσσαλίας και της Ρούμελης αποσύροντάς τες από την Πελοπόννησο με στόχο την ανακούφιση των ανταρτικών τμημάτων της Πελοποννήσου που βρίσκονταν υπό απηνή διωγμό.

Από την αντίπαλη προς το ΔΣΕ πλευρά, ο στρατηγός Θρ. Τσακαλώτος περιορίζει τη σημασία της επιχείρησης του Καρπενησιού εμφανίζοντάς την αποκλειστικά ως έναν αντιπερισπασμό των ανταρτών για τα όσα συνέβαιναν τότε στην Πελοπόννησο. Παρ’ όλα αυτά οι επισημάνσεις του στο σύνολό τους έχουν γενικότερο ενδιαφέρον.

«Οι συμμορίται -γράφει[4]- προς αντιπερισπασμόν διά τη διαφαινόμενην επιτυχία της εκκαθαρίσεως Πελοποννήσου, η οποία θα ηλευθέρωνε σημαντικάς εθνικάς δυνάμεις, κατέβαλον πράγματι εντόνους προσπαθείας και εσημείωσαν εντυπωσιακάς επιτυχίας. Βάσις ενεργείας των είνε ο αιφνιδιασμός και η ακριβής πληροφορία. Διά σύντονων πορειών, κυρίως νυχτερινών, κατορθώνουν να συγκεντρωθούν πότε εις τη μίαν περιοχήν και πότε εις την άλλην, να προσβάλλουν με ισχυράς δυνάμεις και μετά το αποτέλεσμα να απομακρύνονται ταχέως από τους χώρους όπου ανέμενον ως βεβαία την άφιξη των Εθνικών Στρατευμάτων. Εις τοιαύτας γενικότερας ενεργείας, οι Κ.Σ. (σ.σ. κομμουνιστοσυμμορίτες) λαμβάνουν εξαιρετικά μέτρα καλύψεως εκ των κατευθύνσεων, εκ των οποίων λόγω γνώσεως της διατάξεως των Εθνικών Δυνάμεων και της φύσεως των δρομολογίων, γνωρίζουν ότι θα κινηθούν αι Εθνικαί Δυνάμεις… Κλασσικόν παράδειγμα ενεργείας των συμμοριτών, είνε η επίθεσις και κατάληψις υπ’ αυτών της πόλεως Καρπενησίου. Οι συμμορίται συγκέντρωσαν τας δυνάμεις των εις χώρους μη ελεγχόμενους υπό του Εθνικού Στρατού. Ησαν ακριβέστατα πληροφορημένοι επί της διατάξεως των δυνάμεων και του ηθικού των Εθνικών Μονάδων Καρπενησίου. Κατέλαβον εγκαίρως τη στενωπόν Τυμφρηστού – Αγίου Γεωργίου, από όπου διέρχεται η μοναδική οδός από Λαμίας, όπου υπάρχουσαι εφεδρείαι Εθνικών Δυνάμεων, γνωσταί εις τους Κ.Σ., θα σπεύσουν εις βοήθειαν. Μετά τα πραγματικώς ευφυέστατα ταύτα μέτρα, οι συμμορίται προσβάλλουν αιφνιδιαστικώς τη νύκτα 20-21 Ιανουαρίου, εξ όλων των πλευρών το Καρπενήσι».

Το Καρπενήσι στα χέρια των ανταρτών: ο αντίκτυπος

Ξημερώνοντας η 21η Γενάρη 1949 το Καρπενήσι βρισκόταν στα χέρια των ανταρτών και οι ηγέτες τους, ο Χ. Φλωράκης και ο Γ. Αλεξάνδρου, τιμήθηκαν από την ηγεσία του ΔΣΕ με το παράσημο Πολεμικής Αξίας. Η επιτυχία της επιχείρησης, μάλιστα, συμπληρώθηκε, με την κατάρριψη, το πρωί της ίδιας ημέρας, ενός αναγνωριστικού αεροπλάνου τύπου «Χάρβαρντ», στο οποίο επέβαινε και ο Αμερικανός αντισυνταγματάρχης Εντνερ[5]. Ηταν και αυτό μια επιπλέον επιβεβαίωση του ρόλου που έπαιζε ο αμερικανικός παράγοντας στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο.

Η είδηση της «πτώσης» του Καρπενησιού χωρίς αμφιβολία τάραξε το καθεστώς των Αθηνών, το οποίο αντιλαμβανόμενο την αξία του αντικτύπου της ήττας προσπάθησε να αποκρύψει και στη συνέχεια να υποβαθμίζει το γεγονός, αναγνωρίζοντάς το έμμεσα. «Στις 21 Ιανουαρίου -γράφει ο Α. Ζαούσης[6]- οι εφημερίδες μιλούσαν ακόμα για τη γενναία αντίσταση της φρουράς και την απόκρουση των επιθέσεων. Στις 22 Ιανουαρίου έπεσε ο κεραυνός. Το Γενικό Επιτελείο ανακοίνωσε ότι αγνοείται η τύχη της Φρουράς. Την άλλη μέρα το ΓΕΣ παραδέχτηκε εμμέσως την απώλεια της πόλεως». Το πόσο ενοχλήθηκε το καθεστώς των Αθηνών από την ήττα του στο Καρπενήσι, αλλά και το πόσο φοβήθηκε για τυχόν επιπτώσεις από τον αντίκτυπο, αποδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι το Γενικό Επιτελείο Στρατού και προσωπικά ο Αλ. Παπάγος -που μόλις είχε αναλάβει αρχιστράτηγος με απεριόριστες εξουσίες- προέβησαν σε διώξεις κι έστησαν ακόμη και στρατοδικεία για τους στρατιωτικούς που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι[7].

 

 

Πώς όμως πέρασε το γεγονός στην κοινή γνώμη;

«Η είδησις εκείνη -γράφει ο Φ. Γρηγοριάδης[8]- κατατάραξε τον κόσμο της Δεξιάς. Γι’ αυτόν, όπως και για της Αριστεράς τον κόσμο, το Καρπενήσι ήταν η πρωτεύουσα του ΕΑΜικού κράτους στην κατοχή. Και ό,τι θύμιζε κατοχή, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ αποτελούσε εφιάλτη για τη Δεξιά, ενώ αναπτέρωνε το ηθικό του κόσμου της Αριστεράς».

Ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στο καθεστώς των Αθηνών και στην κοινή γνώμη της χώρας είχε το γεγονός ότι ο ΔΣΕ κατάφερε να κρατήσει απελευθερωμένη την πρωτεύουσα της Ευρυτανίας για 18 ολόκληρες ημέρες. «Καθ’ όλον τον μέχρι τότε αντισυμμοριακόν αγώνα -γράφει ο Τσακαλώτος[9]-, ήτο η πρώτη φορά, κατά την οποίαν οι συμμορίται διετήρουν επί τόσον μακρόν χρονικόν διάστημα μίαν πόλιν και μάλιστα εις το κέντρον της χώρας». Και ο Ευαγγ. Αβέρωφ συμπληρώνει[10]: «Η ψυχολογική πλευρά ήταν εξαιρετικής σημασίας, γιατί ο αξιόλογος αυτός οικισμός έμεινε υπό την κατοχή των ανταρτών από τις 20 Ιανουαρίου έως τις 8 Φεβρουαρίου. Καθ’ όλη τη διάρκεια του συμμοριτοπολέμου δεν είχε παρατηρηθή κατάληψη κωμοπόλεως επί τόσο διάστημα».

Δημοκρατικός και Κυβερνητικός Στρατός: μια σύγκριση
«Διαμαντής» (Γιάννης Αλεξάνδρου) και «Γιώτης» (Χαρίλαος Φλωράκης) στο Καρπενήσι

Η επιχείρηση του Καρπενησιού στο σύνολο της, με την κατάληψη της πόλης από τους αντάρτες και την ανακατάληψή της από τον κυβερνητικό στρατό, προσφέρεται για ενδιαφέρουσες συγκρίσεις και εξαγωγή σημαντικών συμπερασμάτων, όσον αφορά τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα του ελληνικού εμφυλίου πολέμου 1946-1949. Θα σταθούμε μοναχά σε ένα παράδειγμα κι ο αναγνώστης ας βγάλει μόνος του τα συμπεράσματα.

Οταν καταλήφθηκε το Καρπενήσι από το ΔΣΕ ο Ν. Ζαχαριάδης έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα, εκ μέρους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στα αντάρτικά τμήματα και στην ηγεσία τους, γράφοντας μεταξύ άλλων[11]: «Γράψατε σήμερα μια από τις λαμπρότερες σελίδες του λαϊκοαπελευθερωτικού μας αγώνα. Κρατήστε τώρα γερά το Καρπενήσι! Δεν πρέπει να το ξαναπάρει ο εχθρός! Οργανώστε καλά την επιθετική σας άμυνα. Σταθεροποιείστε τη λαϊκοδημοκρατική ζωή μέσα στην πόλη! Αποκαλύψτε και χτυπήστε κάθε πλιάτσικο. Δεθείτε γερά με το λαό. Πείστε τον με τα έργα σας ότι ο ΔΣΕ είναι λαϊκοαπελευθερωτικός στρατός και ότι φέρνει στο λαό την απολύτρωση… Φερθείτε αδελφικά στους αιχμαλώτους. Δείξτε σ’ όλους πως είσαστε φορείς ανώτατου λαϊκού πολιτισμού».

Η επιχείρηση ανακατάληψης του Καρπενησιού ανατέθηκε, στις 2 Φεβρουαρίου 1949, στο Α’ Σώμα του Κυβερνητικού Στρατού, επικεφαλής του οποίου ήταν ο στρατηγός Θρ. Τσακαλώτος. Στην ημερήσια διαταγή που εξέδωσε την ίδια ημέρα και απηύθυνε προς τις δυνάμεις που διοικούσε, ο Τσακαλώτος έγραφε ανάμεσα σε άλλα[12]:

Θρασύβουλος Ι. Τσακαλώτος

«Ξεύρω ότι ευρίσκεσθε στο χιόνι με μία επιθυμία, την ελευθέρωσιν του ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΟΥ. Τούτο σε λίγο θα ελευθερωθή αλλά δεν αρκεί. Αλλη μια φορά θα ιδήτε στο ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ το πέρασμα των ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ. Θα αντλήσωμεν από το ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ όλη την αγανάκτηση που θα δίδει το φτερούγισμα στα πόδια. Θα τους κυνηγάμε όπου και αν πάνε. Στην ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ επί 40 μέρες τα τμήματά μας τους κυνήγησαν και τους κυνηγούν χωρίς ανάπαυλα. Το κυνήγημα αυτό τους ετσάκισε και παραδίδονται καθημερινώς… Από μας εξαρτάται και θα γίνη να μην υπάρξη άλλος ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟΣ βραχνάς. Καθαρίστε όλοι οι Διοικηταί άνευ οίκτου τα μετόπισθεν. Κάθε ύποπτος βοηθείας πρέπει να εκλείψη… στην τελική συντριβή των Εαμοβουλγάρων και τη Νίκην όλες αι δυνάμεις του Εθνους Επεστρατεύθησαν. Το ΣΣ έχει την υπέρτατη τιμή να είναι πρωτοπόρον…».

Συγκρίνοντας κανείς τα όσα τηλεγραφεί ο Ζαχαριάδης στους αντάρτες του ΔΣΕ, με τα όσα διατάζει τους στρατιώτες του ο Τσακαλώτος, ασφαλώς δεν μπορεί να μη διακρίνει την πολιτική, την ιδεολογική, την πολιτιστική, αλλά και την ανθρώπινη – ηθική υπεροχή του Δημοκρατικού Στρατού έναντι των αντιπάλων του. Προξενεί δε αποτροπιασμό, ακόμη και σήμερα, το γεγονός ότι ο Τσακαλώτος καλεί τους διοικητές των μονάδων να εκκαθαρίσουν χωρίς οίκτο τα μετόπισθεν, ώστε να εκλείψει κάθε ύποπτος. Πρόκειται για μια βάρβαρη τακτική που ο ίδιος και τα στρατεύματά του εφάρμοσαν στην Πελοπόννησο, με αποτέλεσμα ο λαός να τους ονομάσει Μπραήμηδες, συγκρίνοντάς τους με τον Ιμπραήμ Πασά από τον οποίο στέναξε ολόκληρος ο Μοριάς απ’ άκρη σ’ άκρη τον καιρό της εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης του 1821.

Το Καρπενήσι πέρασε και πάλι στα χέρια του κυβερνητικού στρατού στις 8 Φλεβάρη του 1949, αφού οι δυνάμεις του ΔΣΕ υποχώρησαν κάτω από το βάρος υπέρτερων δυνάμεων του αντιπάλου. Ως πόλη σύμβολο όμως, συνδεδεμένη με την ιστορία της Εθνικής Αντίστασης και την ιστορία του ΔΣΕ, θα είναι πάντοτε ταυτισμένο με την υλοποίηση των πιο ελεύθερων ονείρων, των πιο μεγάλων οραμάτων, των πιο υψηλών ιδανικών του ελληνικού λαού.

 

1. Απόρρητες οδηγίες στον Μάρκο Βαφειάδη, 17/4/1947. Βλέπε αναλυτικά: «Η τρίχρονη Εποποιία του ΔΣΕ», εκδόσεις «Ριζοσπάστης» – Σ.Ε., σελ. 616-620 | 2. Δ. Ζαφειρόπουλου: «Ο Αντισυμμοριακός Αγών 1945-1949», Αθήναι 1956, σελ. 549 | 3. Χ. Φλωράκη (Γιώτη): «Επιχείρηση Καρπενησιού», Περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός», τεύχος 5, Μάης 1949, Ανατύπωση – επανέκδοση από το «Ριζοσπάστη», Αθήνα 1996, τόμος Β’, σελ. 303-306 | 4. Θρ. Τσακαλώτος: «40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος», Αθήναι 1960 τόμος β’, σελ. 222-223 | 5. Β. Αποστολόπουλου: «Το χρονικό μιας εποποιίας – Ο ΔΣΕ στη Ρούμελη», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 184 | 6. Αλ. Ζαούση: «Η τραγική αναμέτρηση 1945-1949», εκδόσεις Ωκεανίδα, τόμος β’, σελ. 179 | 7. Ν. Ζιάγκου: «Νέες σελίδες από τον εμφύλιο πόλεμο 1945-1949», εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, τόμος β’, σελ. 400 και Αλ. Ζαούση, στο ίδιο, σελ. 191-192 | 8. Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία του εμφυλίου πολέμου 1945-1949», εκδόσεις Καμαρινόπουλος, τόμος 4ος, σελ. 1.253-1.254 | 9. Θρ. Τσακαλώτος, «40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος», Αθήναι 1960 τόμος β’, σελ. 223 | 10. Ευάγγελου Αβέρωφ – Τοσίτσα: «Φωτιά και τσεκούρι», σελ. 425 | 11. «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος 6ος, σελ. 321 | 12. Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού: «Αρχεία Εμφυλίου πολέμου»: τόμος 12ος, έγγραφο 60ό, σελ. 554-555
Πηγή
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Της ημέρας
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Της Ημέρας