Κινημ/κή Λέσχη – Drive My Car

Drive My Car

του Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι

Ενα διήγημα 24 σελίδων του Χαρούκι Μουρακάμι βάζει βενζίνη σε μία ταινία δρόμου 180 λεπτών,
όπου ο Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι μάς προσκαλεί να κοιτάμε από το παράθυρο και μέσα μας.
Εκεί όπου κρύβεται το τραύμα που κουβαλάμε και στο δικό μας πορτ μπαγκάζ.
Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας και Βραβείο σεναρίου στις Κάννες.

 

Από την Κινηματογραφική Λέσχη στις 16 Ιανουαρίου 2024,
στο Δημοτικό Κινηματογράφο ΑΝΕΣΙΣ | Ώρα προβολής: 9:30 μ.μ.

Γενική είσοδος: 4 ευρώ
Μαθητικό, Φοιτητικό, Ανέργων, Πολυτέκνων, Αμεα: Δωρεάν

 

 

Ιαπωνία, 2021 | Παραγωγή: Τσουγιόσι Γκόρο, Μισάκι Καουαμούρα, Οσάμου Κουμπότα,
Σάτσιο Ματσουσίτα, Γιοσίτι Νακάμπε, Κέιτζι Οκουμούρα, Τζιν Σουζούκι, Ακιχίσα Γιαμαμότο
Σκηνοθεσία: Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι | Σενάριο: Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι, Τακαμάσα Οε
Φωτογραφία: Χιντετόσι Σινομίγια | Μοντάζ: Αζούσα Γιαμασάκι
Μουσική: Εϊκο Ισιμπάσι | Πρωταγωνιστούν: Χιντεντόσι Νισιζίμα
Διάρκεια: 179 λεπτά | Διανομή: Ama Films

 

Ο Ιάπωνας σκηνοθέτης Ριγιουσούκε Χαμαγκούτσι («Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας») , μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη ένα διήγημα του Χαρούκι Μουρακάμι – δίνοντας όμως στους ήρωες παρελθόν, ενισχύοντας την αφήγηση με δευτεροχαρακτήρες, κι ανοίγοντας το χάρτη της διαδρομής σε νέα μέρη. Το αποτέλεσμα είναι ένα διήγημα 24 σελίδων να βάλει βενζίνη σε μία ταινία 180 λεπτών. Η ιστορία έχει ανάγκη και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Αν κάτι μπορεί να κάνει το σινεμά καλύτερα από τη λογοτεχνία είναι να αποδώσει και να δικαιώσει την έννοια του χρόνου. Δεν σου επιτρέπει να κλείσεις το βιβλίο, αλλά σου επιβάλει να δεθείς με τη ζώνη του συνοδηγού και να εμπιστευτείς το σκηνοθέτη να σε πάει από την παλιά Εθνική, με 60 χιλιόμετρα. Χειρότερη άσφαλτος, στροφές, χαμένος χρόνος; Μόνο κερδισμένος, γιατί μόνο έτσι αναγκάζεσαι να δεις τη θέα. Να κοιτάξεις μέσα σου και, επιτέλους, να αντιμετωπίσεις το πένθος.

Ο Χαμαγκούτσι έχει έναν μοναδικό τρόπο να φωτίζει με τρυφερότητα και ανθρωπιά απρόσιτους χαρακτήρες, στις πιο κακοφωτισμένες στιγμές της ζωής τους, όταν είναι πνιγμένοι από τα λάθη και τα πάθη τους. Οριακά τους αντιπαθείς, αλλά εκείνος, υπομονετικά, προσεχτικά ξεφλουδίζει τις προστατευτικές επιδερμίδες τους, μέχρι που αναγνωρίζεις στα γυμνά κόκκαλα, στις ατέλειες, στις ανασφάλειες, στις τύψεις τους, μία πολύ οικεία αντανάκλαση.

Ποιητής της εικόνας (σκηνή ανθολογίας όταν οι δυο ήρωες θα μοιραστούν ένα τσιγάρο, ανοίγοντας την ηλιοροφή του αυτοκινήτου), αλλά κυρίως φιλόσοφος που σκάβει βαθιά, αλλά ψιθυρίζει τα ευρήματά του, ο Χαμαγκούτσι χρησιμοποιεί σύμβολα. Οχι μόνο το ίδιο το θεατρικό του Τσέχοφ που ακούγεται σαν χορός αρχαίας τραγωδίας. Αλλά και η επιλογή της πολύγλωσσης θεατρικής μεταφοράς του είναι σημαδιακή: η γλώσσα δεν επικοινωνεί από μόνη της, αν δεν θες να ακούσεις. Οι (Ιάπωνες, Κορεάτες, Κινέζοι, κωφοί) ηθοποιοί του Καφούκου δεν καταλαβαίνουν ο ένας τις ατάκες του άλλου, αλλά οι λέξεις δεν έχουν σημασία όσο η καρδιά του κειμένου. Οσο κάνουν πρόβες, όσο η φωνή της Οτο το απαγγέλει μέσα σ’ ένα αμάξι που τρέχει, ο Καφούκου πρέπει να ξεκολλήσει από την κινούμενη άμμο του θυμού. Να αναμετρηθεί με το «θα ζήσουμε, θείε Βάνια», ακόμα και με την απογοήτευσή μας.

Φυσικά, και η εικόνα του «αυτοκίνητου στον ανοιχτό δρόμο» έχει γράψει χιλιόμετρα στην ιστορία του σινεμά, όπως και του rock ’n’ roll. Ακολουθώντας την «Αλίκη στις Πόλεις» του Βιμ Βέντερς, σκαρφαλώνοντας δικάβαλο στην τσοπεριά του Ντένις Χόπερ, χάνοντας τον προσανατολισμό στις λεωφόρους του Ντέιβιντ Λιντς, ή μπαίνοντας νύχτα στη Chevrolet του Μπρους Σπρίνγκστιν, όλοι κάπου πάνε. Αλλά, κυρίως, όλοι από κάτι φεύγουν.

Με το αμάξι του ο Καφούκου δραπέτευε από το γάμο του, έβρισκε ασφάλεια να μελετά τη δουλειά του, έπειθε τον εαυτό του ότι είχε προορισμό. Με τη Μισάκι οδηγό, το αμάξι μεταμορφώθηκε σε ψυχαναλυτικό καναπέ, εξομολογητήριο, καταφύγιο.

Οταν ο φακός καταγράφει το κατακόκκινο SAAB με φόντο το λευκό χιόνι, ο Χαμαγκούτσι ξεκλειδώνει το τραύμα και ανοίγει την πόρτα για να βγούμε. Επρεπε να φτάσουμε, επιστρέφοντας σε ό,τι πληγώνει. εν γίνεται να κόψεις δρόμο στην εξιλέωση. Και μόνο αν συγχωρήσουμε τους εαυτούς μας θα ζήσουμε, θείε Βάνια.

 

Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα
με click στο Posted in Πολιτισμός