...
Ο γέγονε… Γέγονε|
Γεγονότα
776 π.Χ. – Χρονολογία-ορόσημο για την έναρξη των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαία Ολυμπία, ένα γεγονός που θεωρείται η απαρχή του επίσημου αθλητικού θεσμού στον ελληνικό κόσμο. Εκείνη τη χρονιά, καταγράφηκε για πρώτη φορά το όνομα του νικητή – ήταν ο Ηλείος Κοροίβος, που νίκησε στο «στάδιον», τον μοναδικό τότε αγώνα δρόμου, μήκους περίπου 192 μέτρων. Η επιγραφή του ονόματός του αποτέλεσε το πρώτο καταγεγραμμένο αποτέλεσμα των Αγώνων και χρησιμοποιήθηκε αργότερα ως σημείο αναφοράς για τη χρονολόγηση των ιστορικών γεγονότων της αρχαίας Ελλάδας.
Οι Αγώνες είχαν θρησκευτικό και πανελλήνιο χαρακτήρα. Τελούνταν προς τιμήν του Δία και τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια (Ολυμπιάδες) στον ιερό χώρο της Ολυμπίας, όπου υπήρχε ο περίφημος ναός του Διός με το χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού – έργο του Φειδία. Κατά τη διάρκεια των Αγώνων, οι εχθροπραξίες μεταξύ των ελληνικών πόλεων-κρατών σταματούσαν, σε ένα είδος ιερής εκεχειρίας (εκεχειρία της Ολυμπίας), ώστε οι αθλητές και οι θεατές να μετακινηθούν με ασφάλεια.
Με την πάροδο των αιώνων, το πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων επεκτάθηκε με νέα αθλήματα, όπως η πάλη, ο δίσκος, ο ακοντισμός, το πένταθλο και η αρματοδρομία. Ωστόσο, το 776 π.Χ. παραμένει το ιστορικό σημείο εκκίνησης ενός θεσμού που ανέδειξε την έννοια της ευγενούς άμιλλας και της τιμής μέσω της σωματικής αρετής, εμπνέοντας τον σύγχρονο Ολυμπισμό αιώνες αργότερα.
1833 – Με βασιλικό διάταγμα, η Εκκλησία της Ελλάδος ανακηρύσσεται αυτοκέφαλη και υπάγεται στο κράτος. Η μονομερής αυτή ενέργεια δεν αναγνωρίζεται από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ένα από τα πρώτα μέτρα των Βαυαρών ήταν η μονομερής ανακήρυξη του αυτοκέφαλου της ελληνικής εκκλησίας. Το διάταγμα προέβλεπε πως κεφαλή της Εκκλησίας θα ήταν πλέον ο Βασιλιάς, από τον οποίο θα διορίζονταν και οι επίσκοποι, το κλείσιμο πολλών μοναστηριών και τη δήμευση των περιουσιών τους, ενώ έθετε γραμματέα της Ιεράς Συνόδου τον Θ. Φαρμακίδη.
Τα νεωτερικά αυτά μέτρα προκάλεσαν την αντίδραση των συντηρητικών κύκλων και ιδιαίτερα του ρωσικού κόμματος, και υπήρξε η αιτία της ανάδυσης νέων συγκρούσεων.
Έπαιξε ακόμα ρόλο στη σύγκρουση των Βαυαρών με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο για συνωμοσία εναντίον του Βασιλιά. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο καταδίκασε το αυτοκέφαλο, ενώ ο συμβιβασμός θα έρθει το 1850 με την αναγνώριση της διοικητικής ανεξαρτησίας της Εκκλησίας της Ελλάδας, η οποία όμως θα παρέμενε δογματικά ενωμένη με το Πατριαρχείο.
1912 – Ο Ραλφ Βον Ουίλιαμς παρουσιάζει τη σουίτα «The Wasps», με τη μουσική που έγραψε για τις «Σφήκες» του Αριστοφάνη.
Μουσική του Άγγλου συνθέτη Ραλφ Βον Γουίλιαμς (1872-1958) για την κωμωδία του Αριστοφάνη Σφήκες, η οποία σατιρίζει με καυστικό τρόπο τη δικομανία των αρχαίων Αθηναίων.
Το 1909, ο 37χρονος Ραλφ Βον Ουίλιαμς, ο άνθρωπος που έθεσε τις βάσεις της σοβαρής μουσικής στα βρετανικά νησιά, έχοντας επιστρέψει στην Αγγλία από το Παρίσι μετά από τρίμηνη μαθητεία κοντά στον Γάλλο συνθέτη Μορίς Ραβέλ, συνέθεσε τη μουσική για την παράσταση της κωμωδίας του Αριστοφάνη Σφήκες (The Wasps στα αγγλικά), που θα ανέβαζαν οι φοιτητές στο Τρίνιτι Κόλετζ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
Το έργο γράφτηκε για βαρύτονο, ανδρική χορωδία και ορχήστρα και διαρκούσε γύρω στη μία ώρα και 45 λεπτά.
Λόγω της μεγάλης του διάρκειας το έργο δεν παιζόταν συχνά και ο Βον Ουίλιαμς τρία χρόνια αργότερα παρουσίασε μια αρκετά συνεπτυγμένη εκδοχή της μουσικής του αυτής, με τη μορφή σουίτας, η οποία πρωτοπαρουσιάσθηκε στις 23 Ιουλίου του 1912. Η νέα μορφή του έργου, που διαρκεί γύρω στα 26 λεπτά, αποτελείται από πέντε μέρη: Overture, Entr’acte, March Past of the Kitchen Utensils, Entr’acte, Ballet and Final Tableau.
Με το πέρασμα του χρόνου, η εννιάλεπτη «Εισαγωγή» («Overture») αυτονομήθηκε από το υπόλοιπο έργο και σήμερα ακούγεται συχνότερα στις αίθουσες συναυλιών ως ανεξάρτητο έργο.
1952 – Στην Αίγυπτο, ο συνταγματάρχης Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ ανατρέπει τον βασιλιά Φαρούκ και αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας.
Γιος ταχυδρομικού υπαλλήλου, γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1918 και σπούδασε στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία του Καΐρου, από την οποία και αποφοίτησε το 1938, ενώ διακρίθηκε στον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ το 1948. Υπήρξε ένας από τους βασικούς ιδρυτές της παραστρατιωτικής οργάνωσης των «Ελεύθερων Αξιωματικών», η οποία, εκμεταλλευόμενη τη πικρία του λαού εκ του πολέμου με το Ισραήλ, ανέτρεψε την αιγυπτιακή δυναστεία του Βασιλιά Φαρούκ Α΄ στις 23 Ιουλίου 1952 και το 1953 ανακήρυξε την Αίγυπτο δημοκρατία ισλαμικού τύπου.
Στη συνέχεια το 1954 ο Νάσερ ανέτρεψε και τον πρώτο πρόεδρο της Αιγυπτιακής Δημοκρατίας συνταγματάρχη Μουχάμαντ Ναγκίμπ θέτοντάς τον σε κατ’ οίκον περιορισμό (με αιτιολογία τη μετριοπαθή στάση του απέναντι στο Σουδάν) και ανέλαβε την προεδρία κατόπιν ανελεύθερων εκλογών το 1956 υπό την (αφανή) διπλωματική προστασία της Σοβιετικής Ένωσης.
Τον ίδιο χρόνο η Αγγλία και οι ΗΠΑ συνομολογούν με την Αίγυπτο για την (βοήθεια) στη κατασκευή του μεγάλου φράγματος του Ασουάν και παράλληλα ο Νάσερ ζήτησε μεγάλες στρατιωτικές προμήθειες για τον στρατιωτικό εξοπλισμό της χώρας. Μοίρασε την εθνική γη στους ακτήμονες και εθνικοποίησε πολλές ξένες επιχειρήσεις, με πρώτη τη διαχείριση της διώρυγας του Σουέζ. Τότε ξέσπασε οξύτατη κρίση και μάλιστα μετά την ανάληψη εκ μέρους της Αγγλίας και Γαλλίας συνεπικουρούμενη και από το Ισραήλ μεγάλης στρατιωτικής επέμβασης την οποία τελικά τα Ηνωμένα Έθνη καταδίκασαν ως παράνομη και οι δύο Δυνάμεις αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν. Η εξέλιξη αυτή έκανε τον Νάσερ να φαντάζει ως ήρωας.
Γεννήσεις
1888 – Ρέιμοντ Τσάντλερ. Ήταν Αμερικανός συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας και ένας από τους θεμελιωτές του λεγόμενου hard-boiled είδους, που ανέδειξε έναν πιο ρεαλιστικό, τραχύ και κυνικό κόσμο εγκλήματος. Το όνομά του έγινε συνώνυμο με τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου, τον εμβληματικό του ήρωα, που πρωταγωνιστεί σε μυθιστορήματα όπως The Big Sleep (1939), Farewell, My Lovely (1940) και The Long Goodbye (1953).
Ο Τσάντλερ γεννήθηκε στο Σικάγο αλλά μεγάλωσε στην Αγγλία, όπου σπούδασε σε κλασικά σχολεία, και αργότερα εργάστηκε ως δημοσιογράφος και λογιστής. Στη δεκαετία του ’30, όταν έχασε τη δουλειά του κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, στράφηκε στη συγγραφή και πρωτοδημοσίευσε διηγήματα στο περιοδικό Black Mask. Ο λογοτεχνικός του κόσμος ήταν σκοτεινός, βίαιος και διαποτισμένος από διαφθορά, αλλά ταυτόχρονα διακρινόταν από λυρισμό, φιλοσοφικό στοχασμό και μια βαθιά μελαγχολία.
Η γραφή του ξεχώρισε για την κοφτή, ποιητική γλώσσα, τις καυστικές ατάκες και τη μοναδική ικανότητα να αποτυπώνει τη σκοτεινή όψη της αστικής ζωής στο Λος Άντζελες. Εκτός από συγγραφέας, υπήρξε και σεναριογράφος στο Χόλιγουντ, συμβάλλοντας στο σενάριο του Double Indemnity (1944) και γράφοντας το The Blue Dahlia (1946).
Ο Τσάντλερ δεν έγραψε πολλά μυθιστορήματα, όμως η επίδρασή του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι τεράστια. Ο ίδιος θεωρούσε το αστυνομικό μυθιστόρημα μέσο υψηλής τέχνης — και με τον Μάρλοου, έναν έντιμο άνδρα μέσα σε έναν διεφθαρμένο κόσμο, κατάφερε να του δώσει διαστάσεις αληθινά λογοτεχνικές.
1920 – Αμάλια Ροντρίγκεζ. Υυπήρξε ένας θρύλος της πορτογαλικής μουσικής, η μνήμη της οποίας παραμένει άσβεστη μέσα από την δράση των επιγόνων της. Ερμηνεύτρια των παραδοσιακών πορτογαλικών τραγουδιών, γνωστά με την ονομασία φάντο, συνέβαλε καθοριστικά στην διάδοσή τους σε όλο τον κόσμο. Δικαίως της έχει αποδοθεί ο τίτλος «βασίλισσα των φάντο».
Η Αμάλια Ροντρίγκες, η λατρεμένη Αμάλια των Πορτογάλων, γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου 1920 στην Λισαβόνα από μια φτωχή πολυμελή οικογένεια με εννέα παιδιά. Άρχισε να εμφανίζεται στις ταβέρνες και τα κλαμπ της Λισαβόνας το 1939 και σύντομα ξεχώρισε με το ρεπερτόριο της και την εκφραστική δύναμη της φωνής της. Παράλληλα συμμετείχε σε πορτογαλικές ταινίες και θεατρικές παραστάσεις.
Οι ηχογραφήσεις της αλλά και οι συμμετοχές της σε δεκάδες ταινίες θα την κάνουν κεντρική φυσιογνωμία όχι μόνο του φάντο αλλά και της σύγχρονης πορτογαλικής μουσικής. Η βαθιά γνώση της παράδοσης, αλλά και οι νεωτεριστικές της απόψεις θα γίνουν η πηγή έμπνευσης για τις καινούργιες φωνές του είδους. Η Μίσια, η Ντούλτσε Πόντες αλλά και η Κριστίνα Μπράνκο συνέχισαν το δρόμο που άνοιξε η Αμάλια Ροντρίγκες, και κατάφεραν να κρατήσουν το φάντο έξω από τα στενά σύνορα της Πορτογαλίας.
Η λέξη «φάντο» (fado), προέρχεται από τη λατινική λέξη fatum που σημαίνει πεπρωμένο. Το τραγούδι αυτό που έχει αστική προέλευση είναι συνδεδεμένο με τα δεινά της φτώχειας, του χωρισμού, και του αβέβαιου αύριο.
Θάνατοι
2011 – Έιμι Γουάινχαουζ (Amy Jade Winehouse, 14 Σεπτεμβρίου 1983-23 Ιουλίου 2011) ήταν Αγγλίδα τραγουδίστρια και συνθέτρια, γνωστή για τα δυναμικά της κοντράλτο φωνητικά και την εκλεκτική μίξη διάφορων μουσικών ειδών, συμπεριλαμβανομένων της σόουλ, τζαζ και Rhythm n Blues μουσικής σκηνής. Το πρώτο της άλμπουμ της, Frank, απέσπασε θετικές κριτικές στο Ηνωμένο Βασίλειο και προτάθηκε για βραβείο Μέρκιουρι.
Το επόμενο άλμπουμ της Back To Black, που κυκλοφόρησε το 2006, προτάθηκε για έξι υποψηφιότητες των βραβείων Γκράμι και κέρδισε πέντε βραβεία, κατακτώντας το ρεκόρ για τις περισσότερες νίκες από γυναίκα καλλιτέχνιδα σε μία βραδιά, και κάνοντας έτσι την Γουάινχαουζ την πρώτη Βρετανίδα καλλιτέχνιδα η οποία κέρδισε πέντε βραβεία Γκράμι, συμπεριλαμβανομένων τριών βραβείων της κατηγορίας Μπιγκ Φορ (Big Four, μουσικός όρος για τα τέσσερα πιο σημαντικά βραβεία Γκράμι: βραβείο για τον Δίσκο Της Χρονιάς, βραβείο για την Ερμηνεία Της Χρονιάς, βραβείο για τον Καλύτερο Πρωτοεμφανιζόμενο Καλλιτέχνη και βραβείο για το Τραγούδι Της Χρονιάς).
Στις 14 Φεβρουαρίου 2007, κέρδισε ένα βραβείο Μπριτ, αυτό της Καλύτερης Βρετανίδας Γυναίκας Καλλιτέχνιδας, ενώ είχε προταθεί επίσης για το βραβείο Καλύτερου Βρετανικού Άλμπουμ. Έχει κερδίσει τρεις φορές το βραβείο Ίβορ Νοβέλλο, μία φορά το 2004 για το Καλύτερο Εναλλακτικό Τραγούδι (σε μουσική και στίχους) για το τραγούδι Stronger Than Me, μία φορά το 2007 για το Καλύτερο Εναλλακτικό Τραγούδι για το τραγούδι Rehab, και μία φορά το 2008 για το Καλύτερο Τραγούδι (σε στίχους και μουσική) για το τραγούδι Love Is A Losing Game, μεταξύ άλλων σημαντικών διακρίσεων. Η Γουάινχαουζ έχει αναγνωριστεί ως επιρροή για την ανάπτυξη της καριέρας πολλών γυναικών καλλιτεχνών της σόουλ μουσικής, καθώς και για την ανανέωση της Βρετανικής μουσικής.
Η Γουάινχαουζ βρέθηκε νεκρή στις 23 Ιουλίου 2011 στο σπίτι της στο Λονδίνο. Αιτία του θανάτου σύμφωνα με τους ιατροδικαστές ήταν υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μετά από περίοδο αποτοξίνωσης, ενώ είχε καταναλώσει και ηρωίνη [11]. Η οικογένεια της Γουάινχαουζ και φίλοι της παραβρέθηκαν στην κηδεία της στις 26 Ιουλίου. Το 2011, το άλμπουμ της Back To Black έγινε το πιο επιτυχημένο άλμπουμ του 21ου αιώνα σε πωλήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο.
2012 – Σάλι Ράιντ. Αμερικανίδα φυσικός και αστροναύτισσα, η πρώτη Αμερικανίδα που ταξίδεψε στο διάστημα. Αμερικανίδα φυσικός και αστροναύτισσα, η πρώτη Αμερικανίδα που ταξίδεψε στο διάστημα. Η Σάλι Κρίστεν Ράιντ (Sally Kristen Ride) γεννήθηκε στις 26 Μαΐου 1951 στο Λος Άντζελες. Σπούδασε φυσική στα πανεπιστήμια UCLA και Στάνφορντ, από το οποίο έλαβε το διδακτορικό της.
Το 1978 προσελήφθη στη NASA ανάμεσα σε 8.000 υποψηφίους και εκπαιδεύτηκε ως αστροναύτισσα. Στις 18 Ιουνίου 1983 έγινε η πρώτη Αμερικανίδα που ταξίδεψε στο διάστημα ως μέλος του πληρώματος του διαστημικού λεωφορείου «Τσάλεντσερ», σε μία εξαήμερη αποστολή, κατά την οποία τέθηκαν σε τροχιά δύο δορυφόροι. Επανέλαβε τη διαστημική πτήση ένα χρόνο αργότερα, στις 5 Οκτωβρίου 1984.
Η Ράιντ με χάρη και επαγγελματισμό έσπασε τα εμπόδια που υπήρχαν για τις γυναίκες όσον αφορά στις πτήσεις στο διάστημα και ουσιαστικά άλλαξε το πρόσωπο του διαστημικού προγράμματος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μετά την αποχώρησή της από τη NASA το 1989, έγινε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο και επιδίωξε να ενθαρρύνει τα νεαρά κορίτσια να συνεχίσουν στο δικό της διαστημικό δρόμο. Υπηρέτησε, επίσης, στις ομάδες έρευνας που εξέτασαν τις συνθήκες συντριβής των διαστημικών λεωφορείων «Τσάλεντζερ» (18 Ιανουαρίου 1986) και «Κολούμπια» (1 Φεβρουαρίου 2003).
Η Σάλι Ράιντ πέθανε στις 23 Ιουλίου 2012 στην πόλη Λα Χόγια της Καλιφόρνιας, σε ηλικία 61 ετών, μετά από 17μηνη μάχη με τον καρκίνο του παγκρέατος.
————————————————————————
Επιμέλεια Lef.T | Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia

