Chrissie Hynde: Μια rock and roll γυναίκα

Chrissie Hynde: Μια από τα αγόρια ή φαμ φατάλ;
Προβοκάτορας ή προστάτης;
Ευαίσθητη καλλιτέχνης ή  κακό κορίτσι της rock;
Σόλο καριερίστα ή αρχηγός του γκρουπ;  Μήπως όλα αυτά μαζί;

 

Η ιστορία αποδεικνύει πως η Κρίσι Χάιντ έχει το ταλέντο να συνδυάζει τα φαινομενικά αταίριαστα,  χωρίς να χάνει πουθενά.

Στην Κρίσι Χάιντ πάντα άρεσε να ζει στην κόψη. Στις αρχές των  70’s εγκαταλείπει την μικροαστική Αμερικάνικη γενέτειρα της για τη Λονδρέζικη γη της ροκ επαγγελίας, οπού εργάζεται ως μουσικοκριτικός, παρτάρει με τους Sex Pistols και κάνει πρόβες με μια εμβρυακή εκδοχή των Clash, πριν δημιουργήσει τους Pretenders το 1978. Τα σκληρά και ταυτόχρονα τρυφερά τραγούδια της και το χαρακτηριστικό ανδρόγυνο look της, με τα στενά τζιν, τη μακριά φράντζα και τα βαμμένα μάτια-σαν την ομορφότερη αδελφή του Κιθ Ρίτσαρντς, την μετατρέπουν σε θρύλο της ποπ-ροκ και σύμβολο του φεμινισμού, δύο χαρακτηρισμούς που η ίδια  απεχθάνεται. Η αρχηγός των Pretenders και μαχητική ακτιβίστρια, δεν μασάει τα λόγια της, ούτε κωλώνει στις πράξεις της εδώ και 30 χρόνια.  Πλησιάζοντας στα 60, μήπως νιώθει την ανάγκη να «μαλακώσει»; Μάλλον απίθανο λένε όσοι τη γνωρίζουν. Με τα λόγια του Νιλ Γιανγκ: «Είναι μια  ροκ ν ρολ γυναίκα. Το έχει μέσα στην καρδιά της.  Θα ροκάρει μέχρι την τελευταία της πνοή».

Η απροσάρμοστη

H Κρίστιν Έλεν Ηάιντ, γεννιέται στις 7/9/1951 στην «πρωτεύουσα των ελαστικών», το Έικρον του Οχάιο. Είναι η κόρη ενός υπαλλήλου εταιρίας τηλεφωνικού καταλόγου και μιας part-time γραμματέως. Αργότερα θα πει πως το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ήταν  ένα «πολύ άχρωμο, μικροαστικό, μέτριο, τίποτα». Αποφοιτώντας από το τοπικό λύκειο, παραδέχεται «ποτέ δεν μ’ ενδιέφερε ιδιαίτερα το σχολείο. Ποτέ δεν πήγα σε ένα χορό, ποτέ δεν βγήκα ραντεβού, ποτέ δεν τα έφτιαξα με κανέναν. Ήταν απαίσια για μένα. Εκτός, φυσικά, από το ότι μπορούσα να βλέπω μπάντες να παίζουν. Αυτό ήταν η χαρά μου. Πήγαινα στο Κλήβελαντ για να δω οποιοδήποτε γκρουπ. Οπότε ήμουν ερωτευμένη τον περισσότερο καιρό, αλλά κυρίως με αγόρια συγκροτημάτων που δεν τα είχα γνωρίσει ποτέ. Το ότι ήξερα πως ο Μπράιαν Τζόουνς και αργότερα ο Ίγκι Ποπ είναι εκεί έξω, το έκανε πολύ δύσκολο να ενδιαφερθώ για τα αγόρια που βρίσκονταν κοντά μου. Είχα μεγαλύτερα πράγματα υπόψη». Τελικά δικαιώνεται, αφού το πρώτο της φιλί το ανταλλάσσει με ροκ σταρ. Βρίσκεται  σε μια συναυλία του  Τζάκι Γουίλσον και το συνήθειο είναι να τραβάνε τα κορίτσια στη σκηνή. Από κάτω όλες τσιρίζουν για να τις προσέξουν, αλλά η Κρίσι ξεχωρίζει. Είναι η μόνη λευκή ανάμεσα στους μαύρους φαν. Ένας τύπος την ανεβάζει επάνω και εκεί ο Τζάκι την φιλάει στο στόμα. «Ήταν πολύ cool», θα πει.

Η Κρίσι όμως δεν είναι σαν τα περισσότερα κορίτσια της γενιάς της, που απλώς τα φτιάχνουν με μουσικούς. Θέλει και η ίδια να γίνει μια από αυτούς.  Παίρνει την πρώτη της κιθάρα στα 14. «Ήμουν περισσότερο σαν αγόρι, κλεινόμουν στο δωμάτιο μου και  έκανα μανιωδώς πρόβες», λέει για την εφηβεία της. Μετά το σχολείο η Χάιντ πειραματίζεται με την κουλτούρα των χίπις, τα ναρκωτικά και τις ανατολικές φιλοσοφίες ενώ γίνεται φανατική vegetarian. Συμμετέχει στους «Sat. Sun. Mat.», ενώ παράλληλα σπουδάζει τέχνη στο Kent State. Τελικά αυτό που μαθαίνει είναι για τον ακτιβισμό, όταν το 1970 λαμβάνει μέρος σε μια αντιπολεμική διαδήλωση για το Βιετνάμ και σοκαρισμένη παρακολουθεί τους εθνοφρουρούς να ανοίγουν πυρ, σκοτώνοντας τέσσερεις φοιτητές. Έναν χρόνο αργότερα παρατάει τη σχολή και λίγο μετά και τη δουλειά της ως σερβιτόρα: «ήταν αηδιαστικό να σερβίρω κρέας» θα δηλώσει.

Έχοντας μαζέψει κάποια χρήματα το 1973 αγοράζει ένα εισιτήριο άνευ επιστροφής για τη «Μέκκα» του ροκ, το Λονδίνο. Έχει μεγάλα όνειρα. Της παίρνει πέντε χρόνια για να τα πραγματοποιήσει. Εντωμεταξύ βρίσκει τον εαυτό της: «Δεν ήξερα κανέναν όταν έφτασα εδώ. Μπορούσα να κάνω, να πω και να σκεφτώ ότι ήθελα. Μπορούσα να ανακαλύψω ποια πραγματικά είμαι», λέει . Εκείνη την περίοδο η Χάιντ κάνει διαφορές δουλειές. Εργάζεται σε αρχιτεκτονικό γραφείο, ως μουσικοκριτικός στο περιοδικό NME, ακόμα και ως καθαρίστρια του Κιθ Ρίτσαρντς. Προσλαμβάνεται στη μπουτίκ SEX της Βίβιαν Γουέστγουντ και του Μάλκομ Μακλάρεν. Αλλά και από εκεί γρήγορα την απολύουν, εξαιτίας ενός καυγά, κατά τη διάρκεια του οποίου,  η Χάιντ τις «τρώει» με μια ζώνη από έναν πελάτη του μαγαζιού. Περνάει δύσκολα: μένει σε καταλήψεις και πηδάει τις μπάρες του μετρό για να γλυτώσει το εισιτήριο. Ταυτόχρονα κάνει παρέα με τους πανκ της εποχής. Παραδίδει μαθήματα κιθάρας στον Τζονι Ρότεν ενώ κάποια στιγμή γίνεται  παραλίγο κα. Βίσιους. Η συμφωνία είναι να πληρώσει τον Σιντ δυο λίρες για να παντρευτούν προκειμένου να αποκτήσει Βρετανική υπηκοότητα. Αυτός όμως τελικά αδυνατεί να παραστεί στο δημαρχείο γιατί «είχε να πάει στο δικαστήριο επειδή έβγαλε το μάτι κάποιου με ένα γυαλί ή κάτι τέτοιο», θυμάται η Χάιντ. Κι’ όμως μιλάει για τον Σιντ με τρυφερότητα: « ήταν φιλαράκι. Ήταν σαν μικρό παιδί. Όντως γινόταν επιθετικός όταν ήταν χάι. Αλλά όλοι έπιναν πολύ λάγκερ και έπαιρναν σπιντ. Αν τα συνδυάσεις αυτά με μια αλυσίδα κάτω από το τζάκετ σου, συνήθως είναι η συνταγή της καταστροφής σε ένα γεμάτο κλαμπ». Με τον μεν Βίσιους δεν αποκτά ποτέ ερωτική σχέση, αλλά κάνει περιστασιακό σεξ με τον κιθαρίστα των Sex Pistols, Στηβ Τζόουνς. Σε ένα πάρτι το κάνουν στο μπάνιο. Τότε είναι και η τελευταία φορά που η Χάιντ τρώει κοτόπουλο. Πάει εντελώς κόντρα στα πιστεύω της, αλλά πεινάει τρομερά. Αργότερα θα πει πως έχοντας μόλις κάνει στοματικό έρωτα στον Τζόουνς, σκέφτεται ότι το κοτόπουλο δεν είναι τίποτα μπροστά στον «άνδρα στο κάτω πάτωμα», εννοώντας τα γεννητικά όργανα του παρτενέρ της …

Μπορεί να είναι κολλητή με τους Sex Pistols, όμως μουσικά δεν συνδέεται μαζί τους. Συνεργάζεται με διαφόρους, όπως τον Μικ Τζόουνς των Clash, τον Captain Sensible  και τους Masters of the Backside, αλλά δεν καταφέρνει τίποτα ιδιαίτερο. Όταν ο Μικ Τζόουνς την καλεί να συνοδεύει το συγκρότημα του στην περιοδεία τους στη Βρετανία, η Χαίντ θυμάται : « Ήταν καταπληκτικά, αλλά η καρδιά μου σπάραζε. Ήθελα να είμαι σε ένα συγκρότημα τόσο πολύ. Και το ότι πήγαινα σε όλες τις συναυλίες και τα έβλεπα όλα από τόσο κοντά, το ότι ζούσα μέσα σε αυτό αλλά δεν είχα γκρουπ, με συνέτριβε. Όταν έφυγα, είπα ‘ευχαριστώ πολύ που με αφήσατε να έρθω μαζί σας’ και γύρισα πίσω κλαίγοντας σε όλο το μετρό του Λονδίνου. Όλοι οι άνθρωποι που ήξερα ήταν σε συγκροτήματα. Και εγώ ήμουν η εντελώς αποτυχημένη.»

 

 

Sex, drugs & rock n roll

Είναι πλέον 26 χρονών, όταν τελικά το 1978 γνωρίζεται με τον μπασίστα Πιτ Φαρντον, τον κιθαρίστα Τζέιμς Χανιμαν-Σκοτ και τον ντράμερ Μάρτιν Τσέιμπερς. Οι Pretenders γεννιούνται. Το πρώτο τους σινγκλ ,«Stop Your Sobbing/The Wait», λανσάρετε τον Ιανουάριο του 1979 και σύντομα ανεβαίνει στο top 30 των Βρετανικών charts. Το συγκρότημα που παίρνει το όνομα του από το «The Great Pretender» των Platters,γίνετε πασίγνωστο. Ανάμεσα στις πρώτες επιτυχίες τους είναι τα  Brass in Pocket,  Talk of the Town και Message of Love. Στις αρχές των 80’s η Χάιντ «παρτάρει» τόσο σκληρά όσο και τα αγόρια. Σε μια περιοδεία στο Μέμφις συλλαμβάνεται για μέθη και ανάρμοστη συμπεριφορά. Εκείνη κλωτσάει το παράθυρο του περιπολικού ενώσω οι αστυνομικοί προσπαθούν να τη βάλουν στο πίσω κάθισμα και περνάει τη νύχτα στη φυλακή. Ωστόσο ηρεμεί κάπως, όταν γνωρίζει τον εφηβικό της έρωτα, τον Ρέι Ντέιβις των Kinks. Ο Ντέιβις θέλει να χωρίσει με τη γυναίκα του και την παντρευτεί, όμως το αγοροκόριτσο μέσα της κλωτσάει: «Η ιδέα του να είμαι μια χοντρή, τεράστια έγκυος, με μεγάλα βυζιά ήταν φρικιαστική. Δεν μπορούσα να σχετιστώ μαζί της. Πάντοτε θεωρούσα τον εαυτό μου αγόρι», θα πει σε μια συνέντευξη της στο περιοδικό Rolling Stone. Τελικά το ζευγάρι αποφασίζει να παντρευτεί τον Απρίλιο του ’82. Ωστόσο ο ληξίαρχος αρνείται να τους παραχωρήσει την άδεια γιατί τσακώνονται αγρίως στο γραφείο του. Αργότερα η Χάιντ θα περιγράψει τη σχέση τους σαν «παραμυθένιο ρομάντζο που έγραψε ο Αλφρεντ Χίτσκοκ».

Το καλοκαίρι του ’82 είναι έγκυος από τον Ντέιβις, όταν χτυπάει η τραγωδία. Ο Χάνιμαν-Σκοτ πεθαίνει από καρδιακή ανεπάρκεια λόγω κατάχρησης κοκαΐνης, δυο μόλις μέρες μετά την απόλυση του Φάρντον εξαιτίας του εθισμού του στα ναρκωτικά. Σε 10 μήνες και αυτός θα ακολουθήσει τη μοίρα του πρώην συναδέλφου του, πεθαίνοντας από υπερβολική δόση ηρωίνης. Η Χάιντ με την κοιλιά στο στόμα πασχίζει να  τα βγάλει πέρα με την απώλεια αλλά και να σώσει το γκρουπ. Μαζί με τον άλλον εναπομείναντα «Pretender»,  Μάρτιν Τσέιμπερς, τα καταφέρνουν και τον Σεπτέμβριο του 1982 κυκλοφορούν το πλέον διάσημο «Back on the Chain Gang».

 

 

 Χαρές και λύπες

Η γέννηση της Νάταλι, τον Ιανουάριο του 1983, μετατρέπει την Χάιντ «από ροκ’ν’ ρολ θεά σε σπασικλάκι. Από λεχρίτη σε οικογενειάρχισσα, σε 15 δευτερόλεπτα».  «Ποτέ δεν είχα κρατήσει ένα μωρό πριν κάνω το δικό μου. Θεωρούσα πως είναι ένα μάτσο Αρειανοί που δεν έχουν τίποτα να κάνουν με εμένα» λέει. « Ήταν σαν να μυήθηκα σε έναν μυστικό σύλλογο». Για περίπου ένα χρόνο η «μεταμορφωμένη» Χάιντ, εξαφανίζεται από τα μουσικά δρώμενα, για να αφοσιωθεί στην κόρη της. Επανακάμπτει το 1984 με ένα νέο LP,  το «Learning to Crawl». Κατά τη διάρκεια της συνοδευτικής περιοδείας στην Αυστραλία, γνωρίζει τον Τζιμ Κερ, τον τραγουδιστή των Simple Minds, στο ασανσέρ ενός ξενοδοχείου. Η σχέση της με τον Ντέιβις έχει μόλις τελειώσει. Αυτή και ο Κερ παντρεύονται μέσα σε  λίγους μήνες πάνω σε μια άμαξα στη Νέα Υόρκη. «Είναι πραγματικά ο πιο μετριόφρων άνθρωπος που έχω γνωρίσει. Δεν έχει ιδέα πόσο φοβερή είναι», λέει ο κατά οκτώ χρόνια νεότερος της Κερ. Και αυτή απαντάει «Ο Τζιμ είναι εκ φύσεως πολύ σταθερός και αισιόδοξος, σε αντίθεση με τον δικό μου σκοτεινό πεσιμισμό. Πραγματικά με ανεβάζει.». Ο κεραυνοβόλος έρωτας τους όμως δεν θα κρατήσει πολύ. Αν και το 1985 αποκτούν μια κόρη, τη Γιασμίν, το 1990 ο Κερ τις εγκαταλείπει για χάρη της Πάτσι Κένζιτ.   Η Χάιντ ξαφνικά γίνεται single μητέρα με δυο παιδιά: «δυστυχώς δεν τα σχεδίασα έτσι, αλλά το καταδιασκέδασα με τις κόρες μου», παραδέχεται. Αργότερα, το 1997, ερωτεύεται και παντρεύεται τον 14 χρόνια νεότερο της Κολομβιανό μουσικό και γλύπτη Λούτσο Μπρίβα. Μετά τον πολιτικό γάμο, το ζευγάρι και οι καλεσμένοι του μαζεύονται στην πιτσαρία της γειτονιάς για να το γιορτάσουν. Εννοείτε πως το πεπερόνι απουσιάζει από το μενού. Ωστόσο το 2002 η Χάιντ παίρνει διαζύγιο και από τον Μπρίβα. «Είμαι εξπέρ στους χωρισμούς και την απώλεια. Αυτό είναι το φόρτε μου. Δεν νομίζω ότι είμαι φτιαγμένη για σύζυγος, για να είμαι ειλικρινής. Ίσως είναι δικό μου το λάθος» λέει. Και συμπληρώνει «οποιοσδήποτε έχει την ευκαιρία να περάσει τέσσερα ή πέντε χρόνια μαζί μου, θα πρέπει να ευχαριστεί τα τυχερά του αστέρια».

 

Οι θεές του πανκ σε μια φωτογραφία: Deborah Harry, Viv Albertine, Siouxsie Sioux (πάνω), Chrissie Hynde, Poly Styrene, Pauline Black, Λονδίνο 1979

Οι γυναίκες στα συγκροτήματα

Όπως δηλώνει σε συνέντευξη που παραχώρησε στον Independent, υπάρχει ένα μόνιμο ερώτημα που την βασανίζει μετά από τέσσερις και πλέον δεκαετίες μουσικής καριέρας: «Γιατί δεν υπήρξαν πιο πολλές γυναίκες στα συγκροτήματα;» Και επιχειρώντας να δώσει μόνη της απάντηση, λέει: «Κάποιες θα πουν “επειδή κανείς δεν μας ενθάρρυνε”. Αυτό όμως ήταν όλο το νόημα του να φτιάξεις ή να ενταχθείς σε μια μπάντα αν ήσουν κορίτσι. Το ότι κανείς δεν σε ενθάρρυνε! Το ότι έπρεπε να σκεφτείς “άντε γαμηθείτε, θα το κάνω μόνη μου!”. Και κάθομαι και σκέφτομαι, “γιατί κορίτσι μου δεν έπιασες μια κιθάρα; Γιατί δεν χώθηκες σε μια μπάντα;” Τόσα πολλά κορίτσια θα μπορούσαν να είναι σε μπάντες αν το ήθελαν…»

 

 

Εργασιοθεραπεία

Εν μέσω της ασταθούς της προσωπικής ζωής, αυτό που παραμένει στάνταρντ είναι η αγάπη της για τη μουσική. Η Χάιντ που δηλώνει «δεν είμαι τίποτα χωρίς συγκρότημα», στα 80’s, τα  90’s αλλά και τα 00’s προσλαμβάνει διάφορους επαγγελματίες μουσικούς και κρατώντας το όνομα Pretenders, συνεχίζει να βγάζει επιτυχίες όπως τα  «Don’t Get Me Wrong», «Middle of the Road» και «I’ll Stand by You». Ταυτόχρονα, μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, συνεργάζεται  με καλλιτέχνες όπως οι UB40, INXS,  Φρανκ Σινάτρα,  Γκλόρια Εστεφάν,  Νιλ Γιάνγκ  και  Μόρισει. Το 2009 κάνει μάλιστα και ένα πετυχημένο ντουέτο με τον πρώην της,  Ρέι Ντέιβις.

 

 

Στις επάλξεις

Σήμερα η Χάιντ είναι σχεδόν 60. Όχι ότι παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Παραμένει αντικομφορμίστρια, ενίοτε και ταραχοποιός. Είναι φανατική υποστηρίκτρια των δικαιωμάτων των ζώων, ενώ οι  πεποιθήσεις της, την φέρνουν συχνά αντιμέτωπη με το νόμο. Το 2000 συλλαμβάνεται με άλλα μέλη της οργάνωσης PETA (People for the Ethical Treatment of Animals) γιατί εφορμά σε ένα κατάστημα GAP στη Νέα Υόρκη, μαχαιρώνοντας τα δερμάτινα είδη σαν ένδειξη διαμαρτυρίας.  Αντίστοιχα το 2003 μπαίνει στο κρατητήριο επειδή πετάει κόκκινη μπογιά στα παράθυρα των KFC στο Παρίσι. Πάντως δεν πτοείτε και δηλώνει έτοιμη να πολεμήσει για τους σκοπούς της, όποτε χρειαστεί. Από τα πρόσφατα «πράσινα» πρότζεκτ της Χάιντ είναι και το «VegiTerranean», ένα χορτοφαγικό εστιατόριο που άνοιξε στην πατρίδα της το Έικρον, ενώ σχεδιάζει σύντομα να εγκαινιάσει και δεύτερο στη Νέα Υόρκη. Η ροκ σταρ που κάποτε έκλεισε μια συναυλία της φωνάζοντας στο κοινό «Ευχαριστώ όλους τους vegetarian ανάμεσα σας. Όσο για τους κρεατοφάγους; Μπορείτε να πάτε να γ…τε !», πλέον θεωρεί τον εαυτό της «πρωτίστως ακτιβίστρια» και τη μουσική «περισσότερο ως χόμπι» που της δίνει «μια πλατφόρμα για να αγωνιστεί».  Με αυτό το σκεπτικό άλλαξε και τη διαθήκη της, εξουσιοδοτώντας την PETA να «αξιοποιήσει μετά  θάνατον,  την εικόνα της με όποιο τρόπο θεωρεί αρμόζον». Η διαθήκη επίσης προβλέπει πως όταν πεθάνει ,η PETA θα βγάλει μια διαφήμιση με τη φωτογραφία της που να αναφέρει: «Το πεθαμένο κρέας πρέπει να θάβετε, όχι να τρώγεται. Ακούστε την Κρίσι Χάιντ».  Φαίνετε τελικά πως το ίδιο πείσμα που την οδήγησε στην κορυφή της ανδροκρατούμενης ροκ σκηνής, χαρακτηρίζει την κάθε της ενέργεια…

 

 

Πηγή


AgrinioStories