Αποχαιρετισμός στο Αφγανιστάν

Σήμερα στο Αφγανιστάν συγκρούονται δύο σχέδια
Από την μία οι Ταλιμπάν,
από την άλλη το Ισλαμικό Κράτος

Ξεκινώντας μεσημέρι από το Μαζάρ-ε-Σαρίφ, θα έπρεπε να φτάσουμε στον προορισμό μας, την Καμπούλ, το αργότερο  γύρω στα μεσάνυχτα(η απόσταση είναι 428 χιλιόμετρα). Τελικά δεν θα φτάναμε παρά την επομένη και αφού είχε πια ξημερώσει. Άρχιζε να νυχτώνει όταν αφήσαμε πίσω μας τις τελευταίες πόλεις του Βορρά. Ο στενός δρόμος (η «εθνική») έγινε ανηφορικός. Η Καμπούλ απείχε πλέον λιγότερο από 200 χιλιόμετρα, τα 100 ορεινή διαδρομή μέσα από τον Ινδικό Καύκασο. Η κυκλοφορία από νταλίκες πύκνωνε ολοένα. Σχηματίζοντας μια ατέλειωτη σειρά, αγκομαχώντας ανέβαιναν το βουνό κατάφωτες, στολισμένες η κάθε μια με τον δικό της τρόπο, έχοντας την δική της φυσιογνωμία. Καθώς μεγάλωνε το υψόμετρο το κρύο γινόταν δυνατό.

 

Μαγειρείο στην εθνική οδό Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Μερικοί αγρότες  ταξίδευαν με ξεσκέπαστα αγροτικά μηχανήματα τυλιγμένοι με κουβέρτες. Κάποιοι Ταλιμπάν που μας έκαναν έλεγχο επέμεναν  να κάτσουμε να δειπνήσουμε μαζί τους. Αρνηθήκαμε ευγενικά. Κάναμε μια σύντομη στάση για φαγητό μερικά χιλιόμετρα αργότερα. Τελικά φάνηκε ή είσοδος του τούνελ Salang. Η κυκλοφορία γινόταν πλέον με μεγάλη δυσκολία. Μπήκαμε στο τούνελ. Δύο στενές λωρίδες κυκλοφορίας, ανύπαρκτα πεζοδρόμια και εξαερισμός,  τα φορτηγά που διασταυρώνονταν απείχαν μεταξύ τους λίγα εκατοστά, ενώ τα επιβατικά προσπαθούσαν να χωθούν στα διάκενα για να κερδίσουν λίγες δεκάδες μέτρα και οι νεαροί Ταλιμπάν έτρεχαν πάνω κάτω ανάμεσα στα αυτοκίνητα προσπαθώντας να επιβάλλουν μια τάξη.

Περίπου στη μέση του τούνελ(το μήκος του είναι 2, 6 χιλιόμετρα) ακινητοποιηθήκαμε για πάνω από τρεις ώρες. Ούτε μπρος ούτε πίσω. Οι νταλίκες είχαν αναμμένες τις μηχανές τους καίγοντας κακής ποιότητας ντίζελ. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνιχτική , τα μάτια μας έτρεχαν όπως με τα δακρυγόνα στις διαδηλώσεις, ο λαιμός μας έκαιγε. Βγήκα έξω από το αυτοκίνητο, αισθάνθηκα να ζαλίζομαι και ξαναμπήκα μέσα. Φορέσαμε τις μάσκες μας διπλές, ήταν το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε. Μάθαμε τι έγινε.

 

Παγιδευμένοι στο τούνελ Salang. Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Μία νταλίκα, τρία τέσσερα μόνο φορτηγά μπροστά από εμάς,  έλιωσε κυριολεκτικά έναν από τους νεαρούς πολιτοφύλακες που προσπαθούσαν να ρυθμίσουν την κυκλοφορία. Κάποια στιγμή, καθώς έφτανε το ασθενοφόρο, απεγκλωβιστήκαμε. Προσπεράσαμε το πτώμα καλυμμένο με μια κουβέρτα. Σε λίγο αναπνέαμε τον καθαρό,  παγωμένο, βουνίσιο αέρα του Ινδικού Καυκάσου. Τα αυτοκίνητα μας επιταχύνοντας άρχισαν να κατεβαίνουν τον άδειο πλέον χωματόδρομο. Ναι! ο κύριος οδικός άξονας της χώρας είναι χωματόδρομος με δύο μόνο λωρίδες κυκλοφορίας, μία  σε κάθε κατεύθυνση!!!  Σκεφτόμουν το παιδί που χάθηκε, κάποιο σαν κι αυτά που ζητούσαν όλες αυτές τις μέρες να φωτογραφηθούν μαζί μας, και ένοιωσα την οργή να με πλημμυρίζει. Πόσο έωλο είναι πια σήμερα το εκπολιτιστικό επιχείρημα της Δύσης (και πόσο ξεφτιλισμένη αυτή η Αριστερά που το αποδέχεται και το υποστηρίζει)! Είκοσι ολόκληρα χρόνια έμειναν σε αυτή την έρημη χώρα οι Αμερικάνοι, θα μπορούσαν να έχουν αφήσει πίσω τους τέσσερα πέντε βασικά έργα υποδομής. Δύο δεκαετίες κυβέρνησαν την χώρα με την υποστήριξη τους οι δωσίλογοι της λεγόμενης «Βόρειας συμμαχίας» και ο αλφαβητισμός στον άνω των δεκαπέντε ετών γενικό πληθυσμό είναι μόλις 38,2%( 52% για τους άνδρες, 24,2% για τις γυναίκες, στοιχεία της CIA, 2019).

Το ότι  λίγοι Αφγανοί μιλούν σήμερα αγγλικά δείχνει το πόσο περιορισμένη ήταν η διείσδυση των δυνάμεων κατοχής στην τοπική κοινωνία και κατ’ επέκταση την πλήρη απουσία ενδιαφέροντος εκ μέρους τους για την ανάπτυξη μιας γηγενούς παραγωγικής μεσαίας τάξης που θα μπορούσε να αναλάβει το έργο του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού της χώρας(αν βέβαια υποθέσουμε πως για τους Αμερικάνους υπήρξε ποτέ αυτό το ζητούμενο). Είδαμε τους αγρότες σε όλη την έκταση της χώρας να συνεχίζουν να οργώνουν την γη με τα βόδια και το αλέτρι, να θερίζουν με τα δρεπάνια, να λιχνίζουν κ.λπ., ακολουθώντας δηλαδή τους πατροπαράδοτους εδώ και χιλιετηρίδες  τρόπους. Ο εκσυγχρονισμός  ήταν γι’ αυτούς,  μόνο η φωτιά και το σίδερο. Πόσο αξιόπιστοι μπορούν να είναι όσοι στελέχωναν το καθεστώς που κατέρρευσε τον Αύγουστο 2021 σαν πύργος από τραπουλόχαρτα, όταν ζώντας πλέον στην Ευρώπη και την Αμερική  παριστάνουν τους τιμητές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Το πρωί φτάσαμε επιτέλους στο ξενοδοχείο μας στην Καμπούλ. Δεν υπήρχε καιρός για ξεκούραση, μόνο για ένα μπάνιο στα γρήγορα. Ήταν η τελευταία μας μέρα στην χώρα, την επομένη πετούσαμε για το Αμπού Ντάμπι, και δεν είχαμε καταφέρει ακόμα να δούμε το Εθνικό Μουσείο.

 

Η είσοδος του Εθνικού Μουσείου της Καμπούλ Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Εξαρχής (από την Ελλάδα, όταν καταστρώναμε το πρόγραμμα) δώσαμε μεγάλη σημασία στην επίσκεψή μας σε αυτό το φημισμένο μουσείο, αλλά μας περίμενε μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις αυτού του ταξιδιού. Το μουσείο, που κάποτε εθεωρείτο το πιο σημαντικό της Κεντρικής Ασίας,  ήταν απογυμνωμένο από τα πιο γνωστά εκθέματα του. Δεν έλειπε μόνο ο περίφημος  «χρυσός της Βακτριανής», τον οποίο ανακάλυψε ο Σαρηγιαννίδης στο Tillya Tepe και απαρτίζεται από περισσότερα από 20000 κομμάτια (έχει εξαφανιστεί από τον Σεπτέμβριο του 2021).

 

Εθνικό μουσείο, Καμπούλ Αϊ- Κχανούμ, γλυπτό. Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Δεν είδαμε ούτε την επιγραφή της Κανταχάρ(περιέχει το έδικτο του αυτοκράτορα Ασόκα γραμμένο σε τρείς γλώσσες: ελληνικά, σανσκριτικά, αραμαϊκά ), ούτε την επιγραφή με τα δελφικά παραγγέλματα από την Ai Khanum, που λέγεται πως χάραξε ο Κλέαρχος ο Σολεύς, ούτε την τελετουργική πλάκα, η οποία αναπαριστά την Κυβέλη (και αποτελεί για τους σύγχρονους το έμβλημα της πόλης της Ai Khanum).

Τα ξύλινα τοτέμ από τους Ashkun Kafirs του Nuristan, τα οποία χρονολογούνται τον 18ο και 19ο αιώνα, συγκαταλέγονται  μαζί με τα ινδο-βακτριανά ελληνικά νομίσματα στα πιο αξιόλογα μεταξύ των λιγοστών εκθεμάτων που απέμειναν στο μουσείο.

 

Ελληνοβακτριανά και ελληνοϊνδικά νομίσματα. Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Υποτίθεται πως οι αρχαιολόγοι έχουν κρύψει τα εκθέματα για να τα σώσουν από την καταστροφή. Μια καχυποψία για τις προθέσεις των Ταλιμπάν δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητη, αν λάβει κανείς υπόψη του τις βαρβαρότητες που διέπραξαν σε βάρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας πριν την αμερικάνικη εισβολή. Ωστόσο σήμερα νεαροί Ταλιμπάν πολιτοφύλακες είναι αυτοί που προστατεύουν το μουσείο (την μεγάλη συμβολική σημασία του γεγονότος επισημαίνει ο Fazelminallah Qazizai σε άρθρο του στο αμερικάνικο NPR με χαρακτηριστικό τίτλο The Taliban now guard Afghanistan’s National Museum, where they once smashed objects).

 

Ταλιμπάν φρουρούν το εθνικό μουσείο. Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Το Εμιράτο έχει ήδη πάρει δρακόντεια μέτρα εναντίον της αρχαιοκαπηλίας, την αυστηρότητα των οποίων θα διαπιστώναμε την επομένη κατά την αναχώρηση μας στο αεροδρόμιο της Καμπούλ υφιστάμενοι εξονυχιστικούς, μέχρι υπερβολής, ελέγχους. Συνομιλήσαμε αυτές τις τρεις εβδομάδες με πολλούς από τους τοπικούς διευθυντές για την πληροφόρηση και τον πολιτισμό. Ήταν όλοι τους ευγενείς και καλλιεργημένοι άνθρωποι. Έδειχναν πραγματικό ενδιαφέρον και συχνά αγωνία για την διάσωση αλλά και την ανάδειξη των προϊσλαμικών μνημείων  του Αφγανιστάν. Πάντως μια επιφυλακτικότητα επιβάλλεται γιατί η κατάσταση στο Αφγανιστάν παραμένει ρευστή και δεν μπορούν να αποκλειστούν ριζικές μεταστροφές στην πολιτική του Εμιράτου. Οι Ταλιμπάν είναι ένα ζωντανό κίνημα το οποίο, για το καλύτερο και το χειρότερο, καθώς βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία μετασχηματισμού.

Στο μέτρο λοιπόν που οι Ταλιμπάν επιμείνουν στην σημερινή τους πολιτική όσον αφορά τον πολιτισμό,  θα πρέπει σταδιακά να περιμένουμε να αρχίσουν να επανεμφανίζονται και τα εκθέματα; Αυτό δυστυχώς είναι μόνο ένα πολύ αισιόδοξο σενάριο. Δεν μπορεί, κάθε άλλο μάλιστα, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο πως με πρόσχημα την διάσωση τους, οι θησαυροί του Αφγανιστάν έχουν πάρει το δρόμο για τις ιδιωτικές συλλογές και τα μουσεία του εξωτερικού – ένα ακόμη επεισόδιο στην λεηλασία της πολύπαθης χώρας.

Ξοδέψαμε  την υπόλοιπη μέρα και το πρωϊνό της επόμενης στην Chicken Street, τον δρόμο με τα παλαιοπωλεία και τα μαγαζιά με τα προϊόντα της τοπικής χειροτεχνίας. Εδώ βρίσκεται μια σημαντική αγορά για τους αφγανικούς ημιπολύτιμους λίθους. Από το Αφγανιστάν προμηθευόταν οι Φαραώ  το λάπις λάζουλι   που θαυμάζουμε  στα κοσμήματα που βρέθηκαν στους τάφους τους.

 

Αντίκες και κοσμήματα στα παλιατζίδικα (Chicken street). Φωτό: Γιώργος Λιερός

 

Όσο φτωχό είναι το έδαφος αυτής της χώρας τόσο πλούσιο είναι το υπέδαφος και όχι μόνο σε ημιπολίτιμους λίθους, αλλά και σε σπάνιες γαίες, χαλκό, ουράνιο κ.λπ. Με αυτό τον πλούτο φιλοδοξούν οι Ταλιμπάν να χρηματοδοτήσουν το εγχείρημα ανόρθωσης της χώρας που έχουν αναλάβει.

 

Παλαιοπώλης στην Chicken street. Φωτό: Αγγελική Τσίγκου

 

Για την ώρα  απολαμβάνουν, επίσης, την υποστήριξη του πληθυσμού. Ένας δημοσιογράφος συνομιλητής μας  μας πληροφόρησε πως σύμφωνα με μια δημοσκόπηση το 1/3 του πληθυσμού είναι ρητά υπέρ των Ταλιμπάν, το 1/3 τους υποστηρίζει αλλά κριτικά, το 1/3 είναι ενάντιο και το 1/10 υποστηρίζει την ένοπλη πάλη εναντίον τους(που διεξάγει κυρίως το Ισλαμικό Κράτος). Δεν μπορέσαμε να βρούμε την δημοσκόπηση αλλά η αίσθηση πού έχουμε συμπίπτει με τα ευρήματα που μας ανέφερε ο δημοσιογράφος. Έχοντας αυτά τα πλεονεκτήματα οι Ταλιμπάν προσπαθούν  να εκσυγχρονίσουν την χώρα τουλάχιστον τεχνολογικά και οικονομικά. Αν τα καταφέρουν θα προκαλέσουν μια κοινωνική δυναμική που θα θέσει εν αμφιβόλω την προσήλωση τους σε μερικές από τις πιο προβληματικές  εγχώριες παραδόσεις ή και αυτούς τους ίδιους.

Δύο ήταν τα αξιόλογα εκσυγχρονιστικά εγχειρήματα που είχαν αναληφθεί στο Αφγανιστάν πριν την αμερικάνικη εισβολή. Το πρώτο ανέλαβε μετά το 1919 ο νεαρός βασιλιάς Αμανουλάχ ο οποίος είχε επηρεαστεί από τις μεταρρυθμίσεις του Ατατούρκ και την Ρωσική Επανάσταση. Θέσπισε Σύνταγμα που προέβλεπε την ψήφο των γυναικών, εξάγγειλε  αγροτική μεταρρύθμιση και ζήτησε την βοήθεια της ΕΣΣΔ. Ο T. E. Lawrence(ο γνωστός και ως Λώρενς  της Αραβίας) ανέλαβε για λογαριασμό των Βρετανών δράση εναντίον του βασιλιά υποκινώντας την θρησκευτική αντιπολίτευση και εξαγοράζοντας τους φυλάρχους. Τελικά το 1929 ένα στρατιωτικό πραξικόπημα ανέτρεψε τον Αμανουλάχ. Η δεύτερη απόπειρα εκσυγχρονισμού επιχειρήθηκε την δεκαετία του 1970 από τους κομμουνιστές. Αυτοί δεν είχαν πραγματική κοινωνική βάση έξω από την Καμπούλ και η δύναμη τους στηριζόταν στην επιρροή που ασκούσαν στον στρατό. Επιπλέον σπαράσσονταν από σφοδρές εσωτερικές αντιθέσεις τις οποίες έλυναν με τα όπλα. Επέβαλλαν τις αλλαγές αυταρχικά και από τα πάνω προκαλώντας την έντονη αντίδραση του πληθυσμού. Οι αποτυχίες τους και το αλληλοφάγωμα τους οδήγησαν στην σοβιετική εισβολή. Είναι ωστόσο αξιοσημείωτο ότι οι σημερινοί Αφγανοί, ακόμα και άνθρωποι των Ταλιμπάν, αρχίζουν να αναγνωρίζουν τα θετικά αυτής της περιόδου. Άλλωστε το Εμιράτο θεωρεί την Μόσχα φιλική δύναμη και προσβλέπει στην βοήθεια της.

Η πολιτική του Εμιράτου είναι αξιοκατάκριτη σε πολλά σημεία: αναστολή της πρόσβασης των κοριτσιών στην μέση εκπαίδευση, αυστηροί περιορισμοί στον συγχρωτισμό αγοριών και κοριτσιών, απαγόρευση της μουσικής (επιτρέπεται μόνο το τραγούδι χωρίς συνοδεία οργάνων, ενώ περιορισμένη χρήση μουσικών οργάνων είναι αποδεκτή μόνο στους γάμους, ωστόσο σε πολλές πόλεις είδαμε μαγαζιά να βάζουν δυνατά μουσική χωρίς να τα ενοχλεί κανένας) κ.λπ. Δεν συναντήσαμε γυναίκες να οδηγούν αυτοκίνητα, ενώ η παρουσία γυναικών μεταξύ των κρατικών λειτουργών είναι περιορισμένη  στα εντελώς απαραίτητα (γιατρίνες, μαίες, αστυνομικοί, αεροσυνοδοί κ.α.).

Όμως δεν πρέπει να αγνοούμε πως ο πουριτανισμός των Ταλιμπάν (οι πουριτανοί στον καιρό τους ήταν επαναστατικό κίνημα) συνάδει με τον βαθύτατο συντηρητισμό της αφγανικής κοινωνίας, η έκταση του οποίου πραγματικά μας εντυπωσίασε. Δεν πρόκειται απλά για εσφαλμένες απόψεις ή ξεπερασμένες προκαταλήψεις, αλλά για την ιδεολογική πλευρά ενός βαθιά ριζωμένου υλικού συστήματος σχέσεων, που δεν μπορεί να αλλάξει μόνο με παραινέσεις, διατάγματα και ευχολόγια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι γαμήλιες ανταλλαγές που βασίζονται στην τεράστια προίκα (μισθοί τουλάχιστον δέκα ετών), η οποία πρέπει να καταβληθεί από την οικογένεια του γαμπρού σε αυτή της νύφης δημιουργώντας ένα περίπλοκο πλέγμα αλληλεξαρτήσεων, που κατά την γνώμη μου βρίσκεται στην καρδία του αφγανικού συντηρητισμού. Καμιά χειραφέτηση γυναικών (ή των παιδιών από την γονεϊκή εξουσία) δεν μπορεί να υπάρξει όσο ο θεσμός αυτός παραμένει ενεργός και μόνο η πολύπλευρη ανάκαμψη της αφγανικής κοινωνίας θα μπορούσε να τον κλονίσει.

Σήμερα στο Αφγανιστάν συγκρούονται δύο σχέδια. Από την μία οι Ταλιμπάν επιχειρούν ένα ιδιότυπο εκσυγχρονισμό τόσο με ισλαμιστικά όσο και με ενδογενή χαρακτηριστικά. Εάν τα καταφέρουν, οι αλλαγές στις κοινωνικές και οικονομικές δομές θα επιβάλουν ανατροπές σε πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα ακλόνητα εδώ και αιώνες. Θα δημιουργηθεί επομένως η υλική βάση για την ανάπτυξη κινημάτων που θα διεκδικήσουν την χειραφέτηση όχι μόνο για τις γυναίκες μιας ισχνής μεσαίας τάξης αλλά για το μισό του έθνους, δηλαδή το σύνολο του γυναικείου πληθυσμού. Το αντίθετο σχέδιο το προωθεί το Ισλαμικό Κράτος σε συμμαχία με τα υπολείμματα των μυστικών υπηρεσιών του παλιού  καθεστώτος. Αυτό το σχέδιο προβλέπει μια ζώνη χάους στη θέση του σημερινού Αφγανιστάν ικανή να αποσταθεροποιήσει τις πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στο Ξινγιάνγκ  της Κίνας.

Φτάσαμε βράδυ στο Αμπού Ντάμπι και το επόμενο πρωί φύγαμε για την Αθήνα. Έχουν περάσει πια δυο τρεις μέρες και είναι ακόμα πολύ νωρίς  για να αφομοιώσουμε την εμπειρία των τελευταίων τριών εβδομάδων. Ήταν πρώτα πρώτα το τοπίο, πράγματι «σκληρό σαν την σιωπή»: Τα άγρια, κατάξερα και αγέρωχα  βουνά , οι κακοτράχαλοι δρόμοι, οι άνυδρες πεδιάδες, τα χωμάτινα σπίτια, ο αέρας που σήκωνε σύννεφα σκόνης. Έπειτα ήταν αυτοί οι περήφανοι, γενναίοι και τόσο φιλόξενοι και ανοιχτόκαρδοι άνθρωποι. Τα κατάφεραν και κέρδισαν ένα πόλεμο, μόνοι τους, χωρίς καμιά ξένη βοήθεια.

Τώρα έχουν μπροστά τους να δώσουν την πιο δύσκολη μάχη,  αυτή της ειρήνης. Ελευθέρωσαν ήδη το μισό έθνος, τι αξίζει όμως αυτή η νίκη αν δεν χειραφετηθεί και το άλλο μισό έθνος, οι γυναίκες;

 

 

 


AgrinioStories