Για τις εκλογές και την επόμενη μέρα

Να τα ξαναπούμε μετά τις εκλογές
Το μέλλον διαρκεί πολύ

  • του Χάρη Γολέμη

Στις εκλογές, τα μέλη αριστερών κομμάτων που συμμετέχουν, βρίσκονται σε σχετικά εύκολη θέση: ακόμα και αν διαφωνούν με την ηγεσία ή την πολιτική γραμμή του πολιτικού τους φορέα, ρίχνουν στην κάλπη το ψηφοδέλτιό του, βάζοντας σταυρό στα πρόσωπα που βρίσκονται πιο κοντά στις δικές τους απόψεις. Έτσι πορευτήκαμε επί δεκαετίες πολλοί και πολλές, καταπίνοντας κι εγώ δεν ξέρω πόσες καμήλες, χωρίς ποτέ να πέσουμε στον πειρασμό να ψηφίσουμε ΠΑΣΟΚ για να φύγει, ή για να μην έρθει, η Δεξιά.

Αντίθετα, οι ανένταχτοι αριστεροί άνθρωποι δεν έχουν αυτήν την πολυτέλεια: αποφασίζουν τη στάση τους κατά μόνας και κατά περίπτωση — αν και, για ένα τμήμα αυτού του κόσμου, η κριτική συμπόρευση με κάποιο κόμμα, άρα και η ψήφισή του, ήταν κάποτε περίπου μόνιμη επιλογή. Το πιο γνωστό παράδειγμα, στους αριστερούς της δικής μου γενιάς και πολιτικής παράδοσης, ήταν η, μετά την μεταπολίτευση και επί δεκαετίαε, υπερψήφιση του ΚΚΕ εσωτερικού από τον κύκλο του περιοδικού Ο Πολίτης, που γενικότερα στήριζε κριτικά αυτό το κόμμα — ασκώντας δημόσια δριμεία κριτική σε διάφορες πλευρές της πολιτικής του, ή ακόμα και του στρατηγικού του προσανατολισμού. Την κάλπη του ΚΚΕ εσωτερικού προτίμησαν αρκετές φορές, τα ίδια χρόνια, χωρίς να το δηλώνουν δημόσια, και κάποια μέλη του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα περιστατικό εκείνης της μακρινής περιόδου, που εξακολουθεί να παραμένει ζωντανό στην μνήμη μου. Αφορά τη στάση του ανένταχτου –από το 1973– κομμουνιστή διανοούμενου Άγγελου Ελεφάντη στις εκλογές του 1993. Λίγο πριν από τις εκλογές εκείνες, ο εμβληματικός εκδότης του προαναφερθέντος Πολίτη έγραψε δύο άρθρα στην Εποχή: η εφημερίδα, θυμίζω, ιδρύθηκε μετά την αποκομμουνιστικοποίηση του ΚΚΕ εσωτερικού, το 1987, και μετά τη δημιουργία της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ). Ιδρύθηκε από εκείνα τα μέλη του ΚΚΕ εσωτερικού που, διαφωνώντας με την απόφαση, αποχώρησαν από το κόμμα, και δημιούργησαν μαζί με άλλους, ανένταχτους μέχρι τότε αριστερούς (και με την καθοριστική συμβολή του Ελεφάντη), το ΚΚΕ εσωτερικού-Ανανεωτική Αριστερά.

Στο πρώτο, λοιπόν, από αυτά τα άρθρα ο Άγγελος κατακεραύνωνε τον Συνασπισμό (δηλαδή τη συμμαχία ΚΚΕ-ΕΑΡ), με τον οποίο ήταν εξ αρχής αντίθετος, ενώ στο δεύτερο –με τον ίδιο να έχει επιστρέψει στον ανένταχτο χώρο, έχοντας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, μετά και την συντριβή (με ποσοστό 0,13%) του ΚΚΕ εσωτερικού-Ανανεωτική Αριστερά στις εκλογές του 1990, είχε χαθεί οριστικά το στοίχημα της κομμουνιστικής ανανέωσης–, ενημέρωνε το αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας ότι θα τον στηρίξει με την ψήφο του, θεωρώντας τον ως τον «δημόσιο χώρο της Αριστεράς». Η ενόχληση που προκάλεσε στην ΑΚΟΑ, όπως είχε μετονομαστεί πια το ΚΚΕ εσ.-ΑΝΑΡ, αυτή η δημόσια δήλωση ενός από τους συνιδρυτές της εφημερίδας ήταν μεγάλη, και εκφράστηκε σε τουλάχιστον δύο, αν θυμάμαι καλά, θυμωμένα άρθρα συντρόφων, που δεν υπάρχει λόγος να αναφέρω εδώ τα ονόματά τους.

Σήμερα για κάποιους/ες από εμάς που έχουμε την εμπειρία εκείνης της περιόδου και ζήσαμε τη συνέχειά της η κατάσταση είναι περισσότερο περίπλοκη. Ένα μέρος των ανένταχτων ανθρώπων της δημοκρατικής, ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς (όσο με αφορά τα τρία επίθετα προσδιορίζουν, όλα μαζί, την Αριστερά στην οποία ανήκει αυτός ο κόσμος, με το «ριζοσπαστική» να έχει αντικαταστήσει το «κομμουνιστική»), δεν θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως τον αριστερό «δημόσιο χώρο», παρά το γεγονός ότι σ’ αυτόν εξακολουθούν να μετέχουν πολλοί ριζοσπάστες αριστεροί αγωνιστές και αριστερές αγωνίστριες.

Αυτός λοιπόν ο ανένταχτος αριστερός κόσμος , που το μέγεθός του δεν είναι μικρό, βρίσκεται σε δίλημμα. Από τη μια πλευρά, προφανώς φρίττει με το ενδεχόμενο να συνεχιστεί η διακυβέρνηση της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία, ένα κόμμα της αυταρχικής, νεοφιλελεύθερης και εθνικιστικής Δεξιάς που αποτελεί κίνδυνο για την δημοκρατία και καταστρέφει τη ζωή της πλειοψηφίας των κατοίκων της χώρας μας. Από την άλλη, δυσκολεύεται να εκφράσει, τουλάχιστον δημόσια, και μάλιστα με συλλογικό τρόπο, την κριτική στήριξή του σε κάποια από τα κόμματα που, με βάση τις συνεδριακές τους θέσεις, ανήκουν στην Αριστερά, λόγω των μεγάλων διαφορών που τον χωρίζουν από αυτά σε διάφορα επίπεδα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για εκείνο το τμήμα των ανένταχτων αριστερών που θήτευσαν στο παρελθόν στον ΣΥΡΙΖΑ και τον εγκατέλειψαν, είτε μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, είτε εξ αιτίας της κεντρώας στροφής του ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του 2019, καθώς και κυρίως της εξωτερικής πολιτικής του που όχι μόνο ακολουθεί πιστά τις επιλογές της κυβέρνησης, αλλά και της ασκεί κριτική από τα δεξιά.

Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο, λίγα εικοσιτετράωρα πριν τις εκλογές, ο αριθμός των αναποφάσιστων ανένταχτων αριστερών στις δημοσκοπήσεις ήταν ασυνήθιστα υψηλός. Η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων δεν συνηθίζει-αν και κάποιοι/ες το έχουν πράξει, τουλάχιστον μία φορά στο παρελθόν-να εκφράζει την απογοήτευση ή τον θυμό της για τις εξελίξεις στον ευρύτερο αριστερό χώρο καταφεύγοντας στην αποχή, στο λευκό ή στο άκυρο. Με αυτό το δεδομένο, έχοντας συμμετάσχει εδώ και μερικούς μήνες σε διάφορες συζητήσεις, η γνώμη μου είναι ότι ο περισσότερο ανεκτός τρόπος αντιμετώπισης του προαναφερθέντος διλήμματος είναι να ψηφίσουμε στις εκλογές με τη λογική του μικρότερου κακού, έχοντας πάντα στο μυαλό μας την επόμενη ημέρα. Η άποψή μου είναι ότι αυτό σημαίνει να στείλουμε στη βουλή, χωρίς αυταπάτες ή μεγάλες προσδοκίες, έναν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό αριστερών βουλευτών και βουλευτριών που θα μπορούσαν να στηρίξουν με την ψήφο τους ή την ανοχή τους μια αντιδεξιά κυβέρνηση.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, προσωπικά θεωρώ, ως αναποφάσιστος ο ίδιος ακόμα και σήμερα (!), ότι η καλύτερη επιλογή για τον ανένταχτο αριστερό κόσμο είναι να ρίξει στην κάλπη τα ψηφοδέλτια ή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ή της λίστας ΜΕΡΑ 25-Συμμαχία για τη Ρήξη, βάζοντας σταυρό στους υποψήφιους και τις υποψήφιες που οι θέσεις τους είναι πιο κοντά στις δικές του. Η ενδεχόμενη επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σχετίζεται με την παρουσία σ’ αυτόν αριστερών συντρόφων και συντροφισσών με τους οποίους/ες συμπορευόμαστε πολιτικά, επί πολλά  χρόνια, αλλά βασίζεται επίσης στις υποσχέσεις αυτού του κόμματος για την εφαρμογή ενός κοινωνικά ευαίσθητου, αν και όχι ρηξιακού προγράμματος, μεταξύ άλλων στους τομείς της υγείας, της παιδείας, των δικαιωμάτων και της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, το οποία στο επίπεδο της εξαγγελίας είναι πολύ διαφορετικό-σε επίπεδο εξαγγελιών, επαναλαμβάνω-από αυτό της ΝΔ, όσα και να λέει το ΚΚΕ.

Ως προς την στήριξη του ΜΕΡΑ 25-Συμμαχία για τη Ρήξη, οι λόγοι της ενδεχόμενης επιλογής του σχετίζονται με κάποιες καινοτόμες και ριζοσπαστικές θέσεις του, κυρίως στα ζητήματα των εξορύξεων, των πλειστηριασμών, της ενέργειας και σε μια πολιτική κατευνασμού στις σχέσεις με την Τουρκία. Επιπλέον, έχω την πεποίθηση ότι μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, η οποία δεν έχει την ανάγκη στήριξης ή ανοχής από μια κοινοβουλευτική δύναμη, όπως η συμμαχία ΜΕΡΑ25-ΛΑΕ, που βρίσκεται στα αριστερά αυτών των δύο εταίρων,  παρ’ ό,τι προτιμότερη από μια νέα κυβέρνηση της Δεξιάς, θα είχε λιγότερες αναστολές ως προς την απόλυτη συμμόρφωση με τις φιλοπόλεμες πρωτοβουλίες του ΝΑΤΟ και την ένταξη της Ελλάδας σε αντιδραστικές περιφερειακές συμμαχίες, ενώ θα προσαρμοζόταν χωρίς κάποια αντίρρηση ακόμα και στις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές της υπαρκτής Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δυστυχώς, τα πράγματα –με ευθύνη όλων, και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ–, δεν εξελίχθηκαν όπως κάποιοι/ες θα επιθυμούσαμε στη βάση των μειωμένων προσδοκιών μας, με αποτέλεσμα σήμερα το ενδεχόμενο ακόμα και μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, με την ανοχή του ΜΕΡΑ25, να φαίνεται ότι έχει σχεδόν εντελώς απομακρυνθεί — και όχι μόνο λόγω των προβλεπόμενων δυσμενών αριθμητικών δεδομένων. Έτσι, προβλέπω ότι η τελική μας επιλογή στην κάλπη της Κυριακής θα γίνει μετά από διαβούλευση με τον εαυτό μας, χωρίς βέβαια να υποκύπτουμε σε ηθικούς εκβιασμούς, αλλά και χωρίς αντιπαλότητα απέναντι σε εκείνο το τμήμα των ανένταχτων αριστερών, που με ένα διαφορετικό σκεπτικό θα στηρίξουν με την ψήφο τους άλλες αριστερές λίστες, ή θα τηρήσουν μια «ουδέτερη» στάση απέναντι στο προαναφερθέν δίλημμα, απέχοντας από τις εκλογές ή επιλέγοντας να ρίξουν στην κάλπη λευκό ή άκυρο ψηφοδέλτιο.

Εν πάση περιπτώσει, ανεξάρτητα από τη ψήφο μας, εξακολουθώ να θεωρώ ότι η μείωση της εκλογικής δύναμης της Δεξιάς στην επόμενη βουλή αποτελεί πολιτική προτεραιότητα του ανένταχτου αριστερού κόσμου, ίσως και γιατί προβλέπω πως η δυσαρέσκεια που θα προκύψει μετά την αναμενόμενη με σιγουριά νέα οικονομική κρίση θα ενισχύσει μάλλον την Ακροδεξιά παρά την Αριστερά. Πάντως, όποιο κι αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα, αυτό που υποστηρίζω ότι οφείλουμε να κάνουμε μετά τις εκλογές είναι να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την επανίδρυση της ελληνικής δημοκρατικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, παρά τις μεταξύ μας υπαρκτές διαφορές.

Κάποιοι/ες από εμάς τους ανένταχτους αριστερούς ανθρώπους εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι καθημερινές κοινωνικές και πολιτικές διεκδικήσεις πρέπει να εντάσσονται στον δημοκρατικό δρόμο προς έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία, στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο. Και, για να ξαναθυμηθούμε τα παλιά, αυτός ο δρόμος θα προωθεί διαρθρωτικές αλλαγές και ρήξεις σε όλα τα επίπεδα: σε θέματα δημοκρατίας, οικονομίας, εργατικού ελέγχου, ενίσχυσης συμμετοχικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, προστασίας του περιβάλλοντος και των δικαιωμάτων των προσφύγων και των μεταναστών και όλων των μειονοτήτων, διαγραφής ενός μεγάλου μέρους του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, χωρισμού εκκλησίας-κράτους, δημιουργίας εθνικών και ευρωπαϊκών κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών για την αντιμετώπιση των πολιτικών της ΕΕ, εφαρμογής μιας αντιεθνικιστικής εξωτερικής πολιτικής. Σ’ αυτήν την προσπάθεια κυρίαρχο ρόλο, φυσικά, θα έχει η νέα γενιά των αγωνιστριών και αγωνιστών.

Να τα ξαναπούμε, λοιπόν, μετά τις εκλογές. Το μέλλον διαρκεί πολύ.

 

 

Υστερόγραφο: Αυτή η προσωπική εξομολόγηση δεν θα γραφόταν, ακριβώς γιατί είναι προσωπική, αν δεν μου είχε ζητηθεί από ένα πρόσωπο που αγαπώ και εκτιμώ απεριόριστα για την αγωνιστικότητα και την ανιδιοτέλειά του, παρά τις ιδεολογικές διαφορές που μας χωρίζουν.

Πηγή

Τα ενυπόγραφα άρθρα που αναδημοσιεύουμε εκφράζουν τον συντάκτη τους,
χωρίς να συμπίπτουν κατ’ ανάγκη και εξ ολοκλήρου  με την άποψη μας

AgrinioStories