Η νεκροφόρα του Δήμου έφερε τρεις σκοτωμένους

«Θυμάμαι μια μέρα που ήμουνα στο νεκροταφείο
μαζί με άλλα παιδιά της ηλικίας μου
η νεκροφόρα του Δήμου,
έφερε τρεις σκοτωμένους, νέους στην ηλικία

Ένας από αυτούς ήταν ο Κ. Κορόζος»

 

Μαρτυρία
Χρήστου Χατζηαγάπη*

 

Το έτος 1943 υπήρξε σταθμός για την έκβαση του πολέμου. Οι σύμμαχοι σ’ όλα τα μέτωπα ανέκοψαν την προέλαση των δυνάμεων του άξονα και σε πολλές περιπτώσεις όπως στο Στάλινγκραντ οι Ρώσοι και στο Ελ-Αλαμέιν της Αφρικής οι Άγγλοι πέτυχαν περιφανείς νίκες που έκριναν την τύχη του πολέμου.

Οι συνέπειες αυτών δεν άργησαν να φανούν:

  • καταρρίφθηκε ο μύθος για το αήττητο του γερμανικού στρατού,
  • αποσύρθηκε το εκστρατευτικό σώμα με το στρατηγό Ρόμελ απ’ την  Αφρική, και  σπουδαιότερο:
  • η συνθηκολόγηση της Ιταλίας.

Ο Χίτλερ αισθανόμενος ότι χάνει πλέον τον πόλεμο, καταλήφθηκε από αμόκ εκδίκησης, ύστερα μάλιστα από τη δολοφονική απόπειρα εναντίον του που τραυματίστηκε και το φούντωμα των κινημάτων αντίστασης στις κατεχόμενες χώρες όπως η πατρίδα μας. Έτσι έβαλε σε εφαρμογή το έτοιμο από χρόνια σχέδιο εξόντωσης του εβραϊκού πληθυσμού.

Με το πρόσχημα ότι θα τους μεταφέρουν στην Γερμανία για να εργαστούν σε εργοστάσια, μετέφεραν όλους τους Εβραίους  ανεξαρτήτου ηλικίας σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (Άουσβιτς, Νταχάου κ.α) όπου εκατομμύρια άνθρωποι βρήκαν οικτρό θάνατο στα κρεματόρια.

Γλύτωσαν μόνο όσοι πρόλαβαν και πήγαν τότε στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές (απ΄ τον «ΕΛΑΣ»).

Θυμάμαι το καλοκαίρι της χρονιάς αυτής (1943) μια φάλαγγα με φορτηγά γερμανικά αυτοκίνητα μεταφέροντας Εβραίους από την Πελοπόννησο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σταμάτησε μπροστά στο σπίτι μας (στη Χαρίλαου Τρικούπη) και μερικοί κατέβηκαν για να πιούν νερό από το πηγάδι μας. Ήταν νέοι καλοντυμένοι με κουστούμια και γραβάτες αλλά κάτασπροι από τη σκόνη του χωματόδρομου και κατεβαίνοντας τίναζαν τα ρούχα τους. Οι Γερμανοί φρουροί τους ανάγκασαν να ανέβουν στα φορτηγά χωρίς να πιούν όλοι νερό.

Εδώ στην πόλη μας οι ταγματασφαλίτες με διοικητή τον αιμοσταγή Τολιόπουλο, προέβαιναν σε συλλήψεις αθώων πολιτών και τους μετέφεραν με κλειστά φορτηγά στη «Γκεστάπο», όπου κουκουλοφόροι ντόπιοι προδότες, με κούνημα της κεφαλής τους έδειχναν ποιους θα κρατήσουν και ποιους θα αφήσουν. Όσους κρατούσαν τους φυλάκιζαν στις φυλακές που ήταν τότε κοντά στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Εκεί στα υπόγεια πολλούς «τους έφαγε το σκοτάδι» ύστερα από φρικτά βασανιστήρια.

Θυμάμαι μια μέρα που ήμουνα στο νεκροταφείο μαζί με άλλα παιδιά της ηλικίας μου (βοσκούσαμε τις γίδες μας) η νεκροφόρα του Δήμου, έφερε τρεις σκοτωμένους, νέους στην ηλικία. Ο ένας από αυτούς ήταν ο Κ. Κορόζος (Κορόζης), που τον γνώριζα γιατί ερχόταν στο μαγαζί του πατέρα μου. Όπως λέγανε οι μεγάλοι, τους σκότωσε ο ίδιος ο Τολιόπουλος γιατί ήταν στην οργάνωση του ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Μετά τη δολοφονία του αδελφού τους, οι τρεις αδελφές του Κορόζου (ήταν μοναχογιός) πήγαν στο αντάρτικο του “ΕΛΑΣ” και όταν ο “ΕΛΑΣ” μπήκε στο Αγρίνιο στις 14-9-1944, μια από αυτές, την Όλγα, που ήταν ρωμαλέα και όμορφη, την είδα ντυμένη στρατιωτικά και με αρμάθες τα φυσίγγια σταυρωτά να είναι στις γραμμές του «ΕΛΑΣ» που παρήλασε στην πλατεία του Αγρινίου.

Με την ευκαιρία που αναφέρομαι στα γεγονότα που συνέβησαν το έτος 1943, δε θα παραλείψω να αναφέρω και ένα γεγονός που παραλίγο να μου στοιχίσει τη ζωή, γιατί πραγματικά γλύτωσα απ΄ του χάρου τα δόντια.

Το σχολείο μας, 3ο Δημοτικό, το είχαν επιτάξει τα στρατεύματα κατοχής. Μαθήματα κάναμε τότε σε μια αχυροκαλύβα στα Καπέϊκα κοντά στο Γηροκομείο. Η ύλη των μαθημάτων ήταν: ανάγνωση, αντιγραφή απ΄ το αναγνωστικό και αριθμητική. Δηλαδή η προετοιμασία για την άλλη μέρα δεν μας έπαιρνε πολύ χρόνο, εκτός κι αν είχαμε να μάθουμε ποίημα απ’ έξω. Έτσι μας έμενε αρκετός χρόνος για παιχνίδι.

Ένα απόγευμα του Μάη του 1943, βγήκα από το σπίτι στη Χαρίλαου Τρικούπη έχοντας στο χέρι μου μια φέτα ψωμί και τρώγοντας πήρα κατεύθυνση προς τη «Πεταλούδα», να βρω τους φίλους μου για να παίξουμε.

Βγαίνοντας στο δρόμο κανονικά έπρεπε να ακολουθήσω την αριστερή πλευρά του δρόμου. Επειδή όμως είδα από το μέρος της “Πεταλούδας” να έρχεται ένα γερμανικό αυτοκίνητο, που είχε πίσω και ρυμούλκα δεύτερο αυτοκίνητο, με μεγάλη ταχύτητα και να σηκώνει σύννεφο από σκόνη, γιατί τότε ο δρόμος ήτανε χωματόδρομος και όλο λακκούβες, για να μην με κάνει άσπρο η σκόνη, (γιατί ο αέρας φυσούσε από ανατολικά), πέρασα απέναντι στο δεξιό μέρος του δρόμου.

Αυτό με γλύτωσε από βέβαιο θάνατο γιατί όταν το αυτοκίνητο έφτασε στο ύψος που ήμουν εγώ, μπροστά από το σπίτι του Ζαχείλα, φεύγει το δεύτερο αυτοκίνητο που ήταν ρυμούλκα προς το αριστερό μέρος του δρόμου και με μεγάλη ταχύτητα περνάει το αυλάκι, σπάει το φράχτη με αγκαθόσυρμα που ήταν φραγμένο το χωράφι του «Ρήκα» (ήταν σπαρμένο με στάρι) και σταμάτησε στη μέση του χωραφιού. Έτσι ο αέρας φύλακας άγγελός μου οδήγησε τα βήματά μου στη σωτηρία.

 

*Γραπτή μαρτυρία του Χρήστου Χατζηαγάπη για το »αρχείον Αγρινίου»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *