Δώδεκα έγγραφα από το αρχείο των εγγράφων
των αδελφών Εμμανουήλ και Θεόδωρου Ξένου
που αφορούν στην περίοδο 18 Μαΐου 1824 με 25 Δεκεμβρίου 1825
Τα δώδεκα έγγραφα στα οποία στηρίζεται η παρούσα μελέτη, σχετική με την πολιορκία του Μεσολογγίου, προέρχονται από το αρχείο των εγγράφων των αδελφών Εμμανουήλ και Θεόδωρου Ξένου, εμπόρων της Ζακύνθου, αφορούν δε στην περίοδο 18 Μαΐου 1824 με 25 Δεκεμβρίου 1825. Από το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων προκύπτει ότι οι αδελφοί Ξένου υπήρξαν οι βασικότεροι προμηθευτές όχι μόνο σε τρόφιμα και άλλα εφόδια, αλλά και σε προμήθεια πυρίτιδας και μολύβδου των υπερασπιστών του Μεσολογγίου, κατά την ανωτέρω χρονική περίοδο.
Τα εν λόγω έγγραφα και άλλα, κατείχε ο κάτοικος της Νάουσας Εμμανουήλ Βλάχος με καταγωγή από το χωριό Κάτω Μερόπη (Φραστανά) Πωγωνίου της Ηπείρου. Εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στη Νάουσα κατά τον Μεσοπόλεμο. Μετά το θάνατό του περιήλθαν στην κατοχή του μεγαλύτερου από τους δύο γιους του, του Χριστόφορου Βλάχου.Δώδεκα πρωτότυπα έγγραφα από το προμνημονευόμενο αρχείο, ο Χριστόφορος Βλάχος τα έδωσε προσωρινά σε κάποιον Ναουσαίο, απόφοιτο Γυμνασίου, να τα διαβάσει και να του θέσει υπ’ όψιν το περιεχόμενό τους, επειδή ο ίδιος, σαν απόφοιτος Δημοτικού, αδυνατούσε να το πράξει. Ο τελευταίος, λόγω της μεγάλης δυσκολίας που εμφάνιζε η ανάγνωση των κειμένων τους, κατέφυγε σε μένα και με παρακάλεσε να προσπαθήσω να τα διαβάσω. Ασχολήθηκα αρκετό καιρό με αυτά.
Τελικά, πλην ορισμένων περιπτώσεων κατά τις οποίες πολλά μέρη των κειμένων των εγγράφων ήταν δυσανάγνωστα, κατόρθωσα να τα διαβάσω και να δακτυλογραφήσω το περιεχόμενό τους. Επέστρεψα τα πρωτότυπα έγγραφα σ’ αυτόν που μου τα έδωσε, δίνοντάς του, συγχρόνως και δακτυλογραφημένο αντίγραφο από το καθένα. Προηγουμένως έκανα φωτοτυπίες από τα πρωτότυπα για το αρχείο μου, με σκοπό τη συγγραφή, εν ευθέτω χρόνω, σχετικής μελέτης.
Ως γνωστόν, η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου άρχισε τον Απρίλιο του 1825, όταν μπροστά από αυτό εμφανίστηκαν οι εμπροσθοφυλακές της μεγάλης τουρκικής στρατιάς, η οποία κατέρχονταν για να καταλάβει την πόλη. Περί τα τέλη αυτού του μηνός όλη στρατιά του Ρεσίτ πασά Κιουταχή, αριθμητικής δύναμης 20.000 ανδρών, έφθασε σε απόσταση βολής από το Μεσολόγγι, ενώ από τις πρώτες ημέρες του Μαΐου άρχισε ο συστηματικός κανονιοβολισμός κατά της πόλης και των οχυρών θέσεών της. Τέσσερα από τα ανωτέρω δώδεκα έγγραφα (1 – 4) αφορούν στο προ της έναρξης της δεύτερης πολιορκίας χρονικό διάστημα (18 Μαΐου 1824 – αρχές μηνός Ιουλίου 1824), ενώ τα υπόλοιπα οκτώ (5 – 12) σ’ αυτό της δεύτερης πολιορκίας (21 Μαΐου 1825 – 25 Δεκεμβρίου 1825).
Τελικά, πλην ορισμένων περιπτώσεων κατά τις οποίες πολλά μέρη των κειμένων των εγγράφων ήταν δυσανάγνωστα, κατόρθωσα να τα διαβάσω και να δακτυλογραφήσω το περιεχόμενό τους. Επέστρεψα τα πρωτότυπα έγγραφα σ’ αυτόν που μου τα έδωσε, δίνοντάς του, συγχρόνως και δακτυλογραφημένο αντίγραφο από το καθένα. Προηγουμένως έκανα φωτοτυπίες από τα πρωτότυπα για το αρχείο μου, με σκοπό τη συγγραφή, εν ευθέτω χρόνω, σχετικής μελέτης.
Ως γνωστόν, η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου άρχισε τον Απρίλιο του 1825, όταν μπροστά από αυτό εμφανίστηκαν οι εμπροσθοφυλακές της μεγάλης τουρκικής στρατιάς, η οποία κατέρχονταν για να καταλάβει την πόλη.
Περί τα τέλη αυτού του μηνός όλη στρατιά του Ρεσίτ πασά Κιουταχή, αριθμητικής δύναμης 20.000 ανδρών, έφθασε σε απόσταση βολής από το Μεσολόγγι, ενώ από τις πρώτες ημέρες του Μαΐου άρχισε ο συστηματικός κανονιοβολισμός κατά της πόλης και των οχυρών θέσεών της. Τέσσερα από τα ανωτέρω δώδεκα έγγραφα (1 – 4) αφορούν στο προ της έναρξης της δεύτερης πολιορκίας χρονικό διάστημα (18 Μαΐου 1824 – αρχές μηνός Ιουλίου 1824), ενώ τα υπόλοιπα οκτώ (5 – 12) σ’ αυτό της δεύτερης πολιορκίας (21 Μαΐου 1825 – 25 Δεκεμβρίου 1825).
Τα εν λόγω έγγραφα δεν φέρουν αρίθμηση. Η αρίθμησή τους στην παρούσα μελέτη τέθηκε από εμένα για να διακρίνονται. Παραθέτω ενημερωτικά στοιχεία για τα βασικότερα θέματα, τα οποία ενυπάρχουν στο περιεχόμενο του κάθε εγγράφου
ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
Έγγραφο 1ο
Επιστολή του Εκτελεστικού Σώματος της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδας με έδρα τους Μύλους Ναυπλίου, συνταχθείσα την 18η Μαϊου 1824, Περίοδος Β΄, υπ’ αριθ. πρωτ. 1513, απευθυνόμενη προς τον Εμμανουήλ Ξένο (1) έμπορο ή προς τον Επίτροπο αυτού, στη Ζάκυνθο. Υπογράφεται από τον πρόεδρο του Εκτελεστικού Σώματος Γεώργιο Κουντουριώτη (2),
Γεώργιος Κουντουριώτης, Πρόεδρος Εκτελεστικού Σώματος (https://hellenic-college.gr/wp-content/uploads/works/1821/heroes/georgios_kountouriotis/index.htm
από τα μέλη Παναγιώτη Μπόταση (3) και Ιωάννη Κωλέτη (4), καθώς και από τον γενικό γραμματέα του Σώματος. Την επιστολή αυτή ανέλαβε να παραδώσει ιδιοχείρως προς τον έμπορο Εμμανουήλ Ξένο ή στον Επίτροπό του στη Ζάκυνθο, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της Προσωρινής Διοίκησης Αθανάσιος Μαρζέλλος από τα Μέγαρα, με την ιδιότητά του ως φροντιστής των στρατευμάτων που βρίσκονται στα Δερβενοχώρια (5).
Με την επιστολή αυτή δαβιβάζεται παραγγελία στον Εμμανουήλ Ξένο να παραδώσει στον Αθανάσιο Μαρζέλλο τετρακόσιες (400) οκάδες μολύβδου και τριακόσιες (300) οκάδες μπαρουτιού. Μετά την παραλαβή των ποσοτήτων του ανωτέρω πολεμικού υλικού ο Μαρζέλλος εντέλλεται να παραδώσει προς τον ανωτέρω προμηθευτή σχετική απόδειξη παραλαβής υπογεγραμμένη από αυτόν (6).
Παραπομπές στο έγγραφο 1
(1) Αδελφοί Εμμανουήλ και Θεόδωρος Ξένος, μεγαλέμποροι, με έδρα τη Ζάκυνθο.
(2) Ο Γεώργιος Κουντουριώτης, πρόκριτος και πλοιοκτήτης από την Ύδρα, αδελφός του Λάζαρου Κουντουριώτη. Με προτροπή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου έγινε μέλος του Εκτελεστικού Σώματος το Δεκέμβριο του 1823 και ακολούθως, τον Ιανουάριο του 1824, ανέλαβε την προεδρία του. Χρησιμοποιώντας αφειδώς τα χρήματά του, αλλά και την πρώτη δόση από το συναφθέν αγγλικό δάνειο, απέκτησε ουσιαστική υπεροχή έναντι των αντιπάλων του. Επακόλουθο της αυτοδιάλυσης της κυβέρνησης του Π. Μαυρομιχάλη ήταν να επικρατήσει οριστικά στο πολιτικό σκηνικό. Μετά τις αιματηρές αδελφοκτόνες συγκρούσεις οι οποίες προηγήθηκαν, την 12η Ιουνίου 1824 εγκαταστάθηκε με την κυβέρνησή του στο Ναύπλιο.
(3) Παναγιώτης Μπότασης, πρόκριτος των Σπετσών, αδελφός του Γκίκα Μπόταση. Το 1823 διορίστηκε μέλος του Εκτελεστικού Σώματος, ενώ αργότερα ανέλαβε και χρέη αντιπροέδρου του ιδίου Σώματος.
(4) Ιωάννης Κωλέτης, καταγόμενος από το Συράκο Ιωαννίνων, σημαίνον πολιτικό πρόσωπο κατά την επανάσταση του 1821. Υπηρέτησε αρχικά στην αυλή του Αλή Πασά Τεπελενλή. Μετά τον θάνατο του τελευταίου κατέφυγε στην Πελοπόννησο, συμπεριληφθείς στη χορεία των πολιτικών ανδρών, όπου διακρίθηκε για την μόρφωση, τη γλωσσομάθεια και τις πολιτικές του ικανότητες. Το 1824 υπήρξε μέλος του υπό τον Γεώργιο Κουντουριώτη Εκτελεστικού Σώματος. Αργότερα, έγινε πρωθυπουργός της Ελλάδας και αρχηγός της Γαλλικής πολιτικής μερίδας.
(5) Δερβενοχώρια ονομάζονταν τα χωριά Πύλη, Δάφνη, Σκούρτα, Στεφάνη κ.ά. που βρίσκονταν στο οροπέδιο της Σκούρτας στην περιοχή των Θηβών.
(6) Το παραληφθέν πολεμικό υλικό προορίζονταν για τον εφοδιασμό των στρατευμάτων που υπερασπίζονταν το Μεσολόγγι.
Έγγραφο 2
Την 20ή Μαϊου 1824 ο Αθανάσιος Μαρζέλλος χορηγεί στον Εμμανουήλ Ξένο απόδειξη παραλαβής πολεμικού υλικού, το πλήρες κείμενο της οποίας έχει ως ακολούθως: «Κατά διαταγήν της σεβαστής Διοικήσεως υπ’ αριθ, 1513 παρέλαβον ο κάτωθι υπογεγραμμένος Αθανάσιος Μαρζέλλος εκ Μεγάρων παρά του κυρίου Εμμανουήλ Ξένου μολύβι οκάδας τριακοσίας ενενήντα τέσσαρες και δράμια διακόσια (394:200) και μπαρούτι οκάδας διακοσίας ενενήντα οκτώ και δράμια πενήντα (298:50) και εις ένδειξιν έδωσα εις μπαρουτάμι (1) απόδειξιν.
20 Μαΐου 1824.
Έδωσα ιδιοχείρως δια … Αθανάσιος Μαρζέλλος, έλαβον τα άνωθεν.
Παραπομπές στο έγγραφο 2
(1) Πιθανότατα η λέξη «μπαρουτάμι» σημαίνει «αποθηκάριος μπαρουτιού» η «αποθήκη μπαρουτιού».
Έγγραφο 3
Επιστολή με ημερομηνία 22 Ιουνίου 1824 του Λάζαρου Κουντουριώτη (1), αδελφού του Γεωργίου Κουντουριώτη, προκρίτου και πλοιοκτήτη από την Ύδρα, απευθυνόμενη προς τον έμπορο της Ζακύνθου Εμμανουήλ Ξένο, Νικόλαο Καλλέργη (2) κ.ά. με την οποία τους γνωρίζει ότι έλαβε την επιστολή τους. Λυπήθηκε όμως που η Επιτροπή της Διοίκησης και ο εκεί επίτροπός του αναχώρησαν από τη Ζάκυνθο, με επακόλουθο να σημειώνεται αργοπορία στη διαδικασία της χορήγησης των αγγλικών δανείων προς την Ελλάδα.
Χάρηκε, όμως, μαθαίνοντας πως ο Γκόρντον (3) έφθασε στην Μασσαλία, από όπου θα επέστρεφε την 30ή του παρελθόντος Μαΐου. Εύχεται να έχουν ευοδωθεί από τη Θεία Πρόνοια οι προσπάθειες του τελευταίου για να καλυφθούν έγκαιρα οι μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες του μαχόμενου ελληνικού έθνους. Επικροτεί τις πατριωτικές παραινέσεις του Μανουήλ Ξένου προς αυτόν με τις υποδείξεις που διατυπώνει να εφοδιάζονται τα ελληνικά στρατεύματα με το απαραίτητο πολεμικό υλικό για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του κινδύνου της απώλειας της ανεξαρτησίας της χώρας, τώρα που, όχι μόνο η Ευρώπη, αλλά και ολόκληρος ο πολιτισμένος κόσμος είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν την ελληνική ανεξαρτησία.
Τους γνωρίζει ότι ο αδελφός του Γεώργιος σύντομα θα τους πληροφορήσει ότι, τόσο αυτός, όσο και οι λοιποί συμπατριώτες του, έκαναν ότι ήταν δυνατόν ώστε η πρώτη Μοίρα του Υδραϊκού στόλου να αποπλεύσει προ ημερών, η δε άλλη να είναι έτοιμη και αυτή προς απόπλουν οπωσδήποτε αύριο ή την Τρίτη. Επίσης τους γνωρίζει ότι έχει απόλυτη ανάγκη από τις εκδουλεύσεις τους, κυρίως του Εμμανουήλ Ξένου, στου οποίου βασίζεται τον ειλικρινή πατριωτισμό, βέβαιος ων ότι θα επιμείνει μέχρι τέλους να αγωνίζεται με τον ίδιο ζήλο, προβαίνοντας σε κάθε αναγκαία ενέργεια και πηγαίνοντας εκεί που το απαιτεί η περίσταση, για να υπάρξει η δυνατότητα να ληφθούν τα απαραίτητα για την σωτηρία της Ελλάδας χρήματα του αγλικού δανείου.
Τους αποστέλλει και αντίγραφο της επιστολής την οποία απέστειλε προς τον Επίτροπό του στη Ζάκυνθο με τον καπετάν Πόροβικ (4). Τέλος, σε υστερόγραφο, ο Λάζαρος Κουντουριώτης εφιστά την προσοχή του Εμμανουήλ Ξένου να μην παραπέσει η επιστολή του.
Παραπομπές στο έγγραφο 3
(1) Ο Λάζαρος Κουντουριώτης, αδελφός του Γεωργίου Κουντουριώτη, όπως προαναφέρθηκε, πλοιοκτήτης κι αυτός, υπήρξε σημαίνων και ένας από τους πλουσιότερους προκρίτους της Ύδρας. Όπως είναι γνωστό, αρχικά, όλοι οι πλούσιοι πρόκριτοι της Ύδρας και κυρίως οι πλοιοκτήτες, δεν ήθελαν την ελληνική επανάσταση, την οποία θεωρούσαν πρόωρη. Όμως, η εξέγερση του Υδραϊκού λαού με επικεφαλής τον πλοίαρχο Αντώνιο Οικονόμου, τους υποχρέωσε να συνεισφέρουν και αυτοί στον αγώνα.
Το 1823 του έγινε πρόταση να αναλάβει την προεδρία του Βουλευτικού την οποία αρνήθηκε, όπως αρνήθηκε συστηματικά και όλα τα άλλα αξιώματα που κατά καιρούς του προσφέρθηκαν. Προτιμούσε να επηρεάζει και να διευθύνει την ελληνική πολιτική ζωή από τα παρασκήνια. Με δική του υπόδειξη προς τη Διοίκηση ο αδελφός του Γεώργιος Κουντουριώτης έγινε πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώματος. Ως προς το θέμα της σύναψης του αγγλικού δανείου και την εν συνεχεία διαχείριση των χρημάτων του, ο ρόλος του Λάζαρου Κουντουριώτη υπήρξε πρωταγωνιστικός.
Γεγονός είναι ότι μέχρι την παραίτηση του αδελφού του τον Απρίλιο του 1826, ουσιαστικός κυβερνήτης της Ελλάδας ήταν ο Λάζαρος Κουντουριώτης. Ο ίδιος φέρει σοβαρότατες ευθύνες, όχι μόνο για τα δεινά που επισώρευσε στη χώρα ο εμφύλιος πόλεμος, αλλά και για τον ελλιπή εφοδιασμό σε πολεμοφόδια και τρόφιμα των επαναστατικών δυνάμεων, που υπερασπίζονταν το Μεσολόγγι.
(2) Ο Νικόλαος Καλλέργης είναι αδελφός του Εμμανουήλ Καλλέργη, από την μεγάλη οικογένεια των Καλλέργηδων της Κρήτης. Μετά την περάτωση των σπουδών του στη Ρωσία, κατατάχτηκε στον ρωσικό στρατό φτάνοντας μέχρι τον βαθμό του Ταγματάρχη. Κατά την έναρξη της επανάστασης του 1821 ήλθε στην Ελλάδα όπου χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες διοικητικές υπηρεσίες στην Κρήτη, στην Πελοπόννησο και αλλού.
(3) Ο σερ Τόμας Γκόρντον υπήρξε Σκώτος Στρατηγός και φιλέλληνας που έλαβε μέρος στην επανάσταση του 1821. Μάλιστα, έγραψε και σχετικό ιστορικό του Αγώνα. Μετά την έναρξη της επανάστασης του 1821, απέπλευσε από τον λιμένα της Μασσαλίας για την Ελλάδα με δικό του πλοίο φορτωμένο με ποσότητα πολεμοφοδίων, μεταξύ των οποίων 600 λογχοφόρα όπλα, 3 βομβοβόλα, μολύβι κ.ά. τα οποία προορίζονταν για το στρατόπεδο των Τρικόρφων. Έγινε μέλος της επιτροπής του Λονδίνου για την ενίσχυση της ελληνικής επανάστασης με χρήματα και όπλα.
(4) Ο Πόροβικ (αγνώστων λοιπών στοιχείων) αυστριακής καταγωγής, ήταν πλοίαρχος σε εμπορικό πλοίο, ο οποίος, όπως φαίνεται, ήταν φιλέλληνας και εξυπηρετούσε κατά καιρούς τη Διοίκηση της χώρας, μεταφέροντας όχι μόνο αλληλογραφία, αλλά, όπως τεκμαίρεται, τρόφιμα και πολεμοφόδια στις επαναστατικές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων και σ’ αυτές που αμύνονταν στο Μεσολόγγι.
Έγγραφο 4
Επιστολή με ημερομηνία σύνταξης (όπως τεκμαίρεται) αρχές Ιουλίου 1824 του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (1) απευθυνόμενη προς τους Εμμανουήλ Ξένο και Νικόλαο Καλλέργη, με την οποία τους καθιστά γνωστό ότι έλαβε από την Διοίκηση δύο διαταγές πληρωμής, ήτοι, την υπ’ αριθ. 5191 με ημερομηνία … Ιουνίου (αριθμός δυσανάγνωστος) για να του μετρήσουν 4.000 τάλιρα προοριζόμενα για τα οχυρωματικά έργα του Μεσολογγίου και την υπ’ αριθ. 3208 με ημερομηνία 3 Ιουνίου, για να του μετρήσουν έτερα 20.000 τάλιρα για τις ανάγκες του αγώνα της λοιπής Ελλάδας, προερχόμενα από την Β΄ δόση του αγγλικού δανείου.
Γνωρίζει ότι βρίσκονται στη Ζάκυνθο οι επίτροποι της Διοίκησης Φραγκίσκος Καρβελάς (2) και Στέφανος … (3) (δυσανάγνωστο επώνυμο) που είναι εξουσιοδοτημένοι να παραλάβουν αντί αυτού τα χρήματα της Β΄ δόσης του δανείου και να τα παραδώσουν σ’ αυτήν, όμως για να μην υπάρξει αργοπορία, έκρινε εύλογο να στείλει στη Ζάκυνθο τον Σταμάτιο Λεβίδη (4), τον οποίο εφοδίασε με σχετική εξουσιοδότηση να παραλάβει από τους ως άνω επιτρόπους το ανωτέρω ποσό των 24.000 ταλίρων και να του το παραδώσει.
Είναι βέβαιος ότι θα συμφωνήσουν και αυτοί με αυτόν τον τρόπο ενέργειας, γιατί, αλλιώς, θα υπάρξει αργοπορία, από την οποία θα προκύψουν απροσδόκητα εμπόδια και αναμφισβήτητη βλάβη στην υπόθεση του αγώνα. Επίσης, τους πληροφορεί ότι ο Ομέρ … πασάς (5) πήγε να στρατοπεδεύσει στην Άρτα, έξω από την πόλη, οπότε δίνεται η ευκαιρία να ενισχυθούν τα οχυρωματικά έργα του Μεσολογγίου και του Ανατολικού (6), τα οποία απειλούνται από τον εχθρό. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου απαραίτητη κρίνεται η άφιξη των ανωτέρω χρημάτων για την αγορά όλων των αναγκαίων για τα οχυρωματικά έργα υλικών, προκειμένου να διαλυθούν όλα τα σχέδια των Τουρκοφρόνων (7). Την επιστολή αυτή την αποστέλλει με τον Σταμάτιο Λεβίδη από τον οποίο θα ενημερωθούν για οποιοδήποτε θέμα έχει σχέση με την είσπραξη του ανωτέρω χρηματικού ποσού.
Παραπομπές στο έγγραφο 4
(1) Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος υπήρξε από τις πιο αξιόλογες πολιτικές φυσιογνωμίες κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 και μετέπειτα. Από την Πίζα της Ιταλίας όπου βρίσκονταν ήλθε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1821 και αποβιβάστηκε στο Μεσολόγγι μαζί με ομάδα Ελλήνων της Διασποράς. Επιδόθηκε αμέσως στην πολιτική οργάνωση του Αγώνα. Στην πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου η συμβολή του στη νομική διατύπωση του «Προσωρινού Πολιτεύματος» υπήρξε σημαντική. Την 15η Ιανουαρίου 1822 εξελέγη πρόεδρος του Εκτελεστικού Σώματος. Στη δεύτερη Εθνική Συνέλευση (έτος 1823) διακρίθηκε επίσης για τη συμβολή του σ’ αυτήν.
Ακολούθως, την 27η Απριλίου 1823 διορίστηκε γραμματέας του Εκτελεστικού Σώματος και πρόεδρος του Βουλευτικού Σώματος. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αντέδρασε άμεσα γι’ αυτούς τους διορισμούς με αποτέλεσμα να παραιτηθεί ο Μαυροκορδάτος από τις θέσεις αυτές και να επανέλθει στη Δυτική Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο του 1825 επέστρεψε πάλι στην Πελοπόννησο και διορίστηκε γενικός γραμματέας του Εκτελεστικού και υπουργός επί των Εξωτερικών.
Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος πίστευε ότι από τις τότε μεγάλες δυνάμεις μόνο η Αγγλία ήταν σε θέση να βοηθήσει αποτελεσματικά την ελληνική επανάσταση. Ένεκα της «αγγλοφιλίας του» αναδείχτηκε σε ηγέτη του αγγλικού κόμματος στην Ελλάδα. Τον τίτλο αυτό θα εξακολουθήσει να διατηρεί ακόμα και όταν επί βασιλείας Όθωνος θα αναδειχθεί σε πρωθυπουργό επί κεφαλής κυβέρνησης, στην οποία μετείχαν αντιπρόσωποι των «τριών ξενικών κομμάτων», ήτοι, του γαλλικού, του αγγλικού και του ρωσικού.
(2) Ο Φραγκίσκος Καρβελάς κατάγονταν από την Ζάκυνθο. Σπούδασε την Ιατρική στο πανεπιστήμιο της Πάδουας και μετά τις σπουδές του επέστρεψε στη γενέτειρά του στην οποία, μάλιστα, ίδρυσε ιατρική εταιρεία. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και με τη σειρά του μύησε σ’ αυτήν και τον Διονύσιο Σολωμό. Χρημάτισε επίτροπος της Διοίκησης κατά την επανάσταση του 1821 αναλαμβάνοντας διάφορες σημαντικές αποστολές. Πέραν τούτου, ενίσχυσε και οικονομικά τον αγώνα.
(3) Δεν είναι εφικτή η παράθεση βιογραφικών και λοιπών στοιχείων για τον αναφερόμενο στο κείμενο Στέφανο, δεδομένου ότι το επώνυμό του είναι δυσανάγνωστο.
(4) Ο Σταμάτιος Λεβίδης κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη. Λόγω των διώξεων και της σφαγής μελών της οικογένειάς του από τους Τούρκους κατέφυγε στην Οδησσό. Από την Οδησσό, μέσω Παρισίων, κατήλθε στην Ελλάδα και έλαβε μέρος στην Επανάσταση του 1821. Μεγάλες υπηρεσίες προσέφερε κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου. Μάλιστα, από έρανο που πραγματοποίησε το έτος 1822, συνέλεξε σημαντικό χρηματικό ποσό το οποίο διέθεσε για την ίδρυση οχυρωματικού έργου (φρούριο) για την άμυνα αυτής της πόλης. Επίσης, το 1825 διετέλεσε μέλος της Επιτροπής Λειών και το 1827 φροντιστής του στρατοπέδου Φαλήρου. Έλαβε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις, όπως στο Μεσολόγγι, στην Αττική, στη Σφακτηρία κ.α.
(5) Πρόκειται για τον Αλβανό στρατιωτικό Ομέρ Βρυώνη, ο οποίος αρχικά υπηρέτησε στο στρατό του Αλή πασά Τεπελενλή. Ακολούθως, κατέφυγε στην Αίγυπτο στον Μωχάμετ Άλη, τον οποίο βοήθησε να εδραιώσει την εξουσία του επί των Μαμελούκων. Διορίστηκε από τους Τούρκους πασάς του Βερατίου. Τον Οκτώβριο του 1822, μαζί με τον Ρεσίτ πασά Κιουταχή έλαβε μέρος στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου. Το Νοέμβριο του 1824 μη θέλοντας να βοηθήσει τους Τούρκους πασάδες στις διάφορες εκστρατείες τους, διέλυσε το στρατόπεδό του. Ακολούθως, αποσύρθηκε στα Ιωάννινα. Το έτος 1826 διορίστηκε βαλής της Θεσσαλονίκης και το επόμενο έτος της Λάρισας.
(6) Το Ανατολικό ή Αιτωλικό είναι κωμόπολη στο νομό Ακαρνανίας και Αιτωλίας. Βρίσκεται στην ομώνυμη νησίδα που χωρίζει τις λιμνοθάλασσες του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού και συγκοινωνεί με την μία και την άλλη όχθη της λιμνοθάλασσας. Την 11η Απριλίου 1825 οι δυνάμεις του Ρεσίτ πασά Κιουταχή που κατευθύνονταν στο Μεσολόγγι πολιόρκησαν το Ανατολικό. Η πολιορκία έγινε στενότερη το Δεκέμβριο του ιδίου έτους όταν οι πολιορκητές ενισχύθηκαν σημαντικά από το στρατό και το στόλο του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου. Ο ελληνικός στόλος εφοδίασε κατ’ επανάληψη τους Ανατολικιώτες με τρόφιμα και πολεμοφόδια. Τελικά, μετά την κατάληψη του Ντολμά από τους εχθρούς, ο οποίος ήταν προπύργιο του Ανατολικού, η παράδοση των πολιορκημένων στις δυνάμεις του Ιμπραήμ κατέστη αναπόφευκτη.
(7) Κατά την άποψή μου, ο όρος «Τουρκόφρονοι», πέραν των Τούρκων, υπονοεί και όλους εκείνους οι οποίοι τους βοηθούσαν στρατιωτικά, δηλαδή, τους Αλβανούς μισθοφόρους, καθώς και τα αιγυπτιακά στρατεύματα του Ιμπραήμ.
Έγγραφο 5
Επιστολή του Δημητρίου Θέμελη (1), μέλους της Διευθυντικής Επιτροπής Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, με ημερομηνία σύνταξης την 21η Μαΐου 1825, απευθυνόμενη προς τον έμπορο της Ζακύνθου Εμμανουήλ Ξένο, με την οποία του καθιστά γνωστή την κατάσταση που επικρατεί στο Μεσολόγγι, πενήντα σχεδόν ημέρες μετά την άφιξή του την 12η Απριλίου 1825 σ’ αυτό. Κατ’ αρχήν, τον ενημερώνει ότι έλαβε τις αποσταλείσες προς αυτόν επιστολές του με ημερομηνία 25 Απριλίου 1825 και 9-13 Μαΐου 1825 και ότι αναμένει και τις άλλες τις οποίες δεν έλαβε ακόμα. Του αποστέλλει φύλλα εφημερίδων, τα οποία αναφέρονται στην κατάσταση που επικρατεί στο Μεσολόγγι, όμως πέραν των όσων γράφει ο τύπος, αυτός θεωρεί σκόπιμο να του εκθέσει και προσωπικά την πραγματική κατάσταση. Όλα, κατά τη γνώμη του, βαίνουν από το κακό στο χειρότερο στο Μεσολόγγι.
Οι στρατιωτικοί (2), από τον μικρότερο μέχρι τον μεγαλύτερο, κατάντησαν «ανοικονόμητοι», κατά τη δική του έκφραση. Δεν βλέπει πλέον άνθρωπο, ο οποίος να έχει πατριωτισμό και να είναι αποφασισμένος να θυσιασθεί για την πατρίδα. Απεναντίας μάλιστα, οι πιο γνωστοί Στρατηγοί και οι άλλοι αξιωματικοί φροντίζουν πάντα για την καλοζωία τους, επιδίδονται σε αισχροκέρδεια, θεωρεί ότι δεν είναι ανδρείοι και ότι διακατέχονται από «απαραδειγμάτιστον ψυχικόν φόβον». Κατόπιν τούτου, οι απλοί στρατιώτες βλέποντας την κατάσταση των αρχηγών τους, έπεσαν κι οι ίδιοι σε τέτοια «κατάντια» την οποία αδυνατεί κανείς να περιγράψει. Λιποτακτούν κάθε ημέρα με την πρόφαση ότι θέλουν τακτικά τα σιτηρέσιά τους και πέραν τούτου, προβάλλουν και διάφορα άλλα παράλογα αιτήματα.
Ο ίδιος και οι δύο άλλοι της Διευθυντικής Επιτροπής, κάνουν ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να μην κυριευθούν οι δύο πόλεις (Μεσολόγγι και Ανατολικό ή Αιτωλικό) που είναι ακόμα ελεύθερες. Παρά ταύτα, η στρατιωτική ηγεσία δεν φαίνεται να συμμορφώνεται. Όπως γράφουν και οι εφημερίδες που του αποστέλλει, ο εχθρός έχει πλησιάσει προς το φρούριο του Μεσολογγίου, σκάβει ημέρα και νύχτα χαντάκια και τους πλησιάζει όλο και περισσότερο.
Σκοπός του είναι να μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι αμυνόμενοι τα κανόνια του κάστρου. Οι αρμόδιοι στρατιωτικοί δεν αποφάσισαν ακόμα τίποτα, ούτε αποφασίζουν να στείλουν πεντακόσιους στρατιώτες έξω για να εμποδίσουν τους εχθρούς, παρά κάθονται κλεισμένοι στο κάστρο, κάνοντας διάφορα σχέδια. Έχει τη γνώμη ότι μάλλον θέλουν να φύγουν μακριά από τη Ρούμελη, να επιδοθούν στο πλιάτσικο, να γδύσουν τους αδελφούς των χριστιανούς από κάποιο καλό ρούχο ή άλλο πράγμα που τους έχει μείνει, που δεν το έχουν πάρει οι εχθροί. Επομένως, ποια ελπίδα μπορεί να έχει κανείς από τέτοιους ανθρώπους και πώς μπορεί να στηριχθεί σ’ αυτούς; Σχεδόν, καμιά.
Σημειώνει ότι η κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί αυτή εφέτος (1825), είναι πολύ κρίσιμη για την πατρίδα. Γράφει: «Είθε, ο θεός να γίνει ίλεως και να λυπηθή τον αθώον λαόν», ωστόσο, όπως βλέπει, «πλέον και αυτός μας εβαρέθηκε». Τον ενημερώνει, επίσης, ότι την ίδια ημέρα που γράφει την επιστολή του προς αυτόν, την ίδια ημέρα όλοι οι οπλαρχηγοί και πολιτικοί του Μεσολογγίου έγραψαν επιστολή απευθυνόμενη προς τη Διοίκηση με την οποία ζητούν να σταλεί στο Μεσολόγγι ο Νικήτας (3) μαζί με Πελοποννήσιους στρατιώτες.
Αν τελικά η Διοίκηση δεχθεί το αίτημα αυτό και ενεργήσει όσον το δυνατόν ταχύτερα και όχι με την συνηθισμένη αδράνεια που τη διακρίνει, ελπίζει ότι θα αντέξουν στην πολιορκία οι δύο προαναφερόμενες πόλεις, άλλιώς, αυτό καθίσταται αδύνατο. Επανέρχεται στο θέμα της σωτηρίας της πόλης του Μεσολογγίου από τον θεό, γράφοντας ότι «ο θεός, ο άγιος, ας εξοικονομήση το ωφελιμότερον». Συγχρόνως, υποβάλλει και μια προσωπική παράκληση προς τον Εμμανουήλ Ξένο που έχει σχέση με τον γιο του.
Του γράφει ότι, μετά από όσα συμβαίνουν στο Μεσολόγγι, τα οποία περιγράφει λεπτομερώς στην επιστολή του και ύστερα από συμβουλές πολλών φίλων του, αποφάσισε να στείλει το γιο του στη Ζάκυνθο να τον έχει υπό την προστασία του, γιατί αν αυτός κινδυνεύσει, τουλάχιστον ο γιος του ας είναι ασφαλής εκεί για μερικές ημέρες, μέχρι να αναχωρήσει για το Ναύπλιο. Αν όμως ασθενήσει στο Ναύπλιο, ας φύγει για την Πάτμο, αν αυτό κρίνεται αναγκαίο.
Του γνωρίζει, επίσης, ότι τις επιστολές τις οποίες έλαβε από τον κοινό φίλο τους Γκίκα (4) τις απέστειλε με ασφάλεια στη Ζάκυνθο, του δε Πατρολάκη (Πετρολάκη;) (5) στη Γαστούνη και επί πλέον, ότι την 18η και 19η Μαΐου έγραψε σε κάποιους στη Ζάκυνθο να του εμβάσουν 50 τάλιρα Ισπανίας και να τα χρεώσουν στο λογαριασμό του. Με την ευκαιρία αυτή, στέλλει τους χαιρετισμούς του προς τον Θεόδωρο Ξένο, αδελφό του Εμμανουήλ, και προς όλη την οικογένειά του. Απορεί πώς μέχρι σήμερα οι κ.κ. Τζιώται 6) δεν έχουν πληρώσει το χρέος τους. Φαίνεται ότι στον κόσμο αυτό σε κανένα πλέον δεν πρέπει να έχει κανείς εμπιστοσύνη.
Επί πλέον, του γράφει ότι είπε στον «εφημεριδογράφο» (ενδεχομένως με τη λέξη αυτή να εννοεί τον ιδιοκτήτη της κατωτέρω εφημερίδας Ιωάννη- Ιάκωβο Μάγερ ή κάποιο δημοσιογράφο) να του κρατεί τακτικά φύλλα από τα «Ελληνικά Χρονικά» (7), για να του τα αποστέλλει κι’ αυτός με τη σειρά του στη Ζάκυνθο, εφόσον, βέβαια, θα εξακολουθήσει να είναι ελεύθερο ακόμα το Μεσολόγγι. Του εσωκλείει και κάποιο άλλο σημείωμα στην επιστολή και τον παρακαλεί να το αποστείλει στην Πάτμο. Τέλος, σε υστερόγραφο, του διαβιβάζει τους χαιρετισμούς και των άλλων δύο μελών της Διευθυντικής Επιτροπής Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου (8) και Γεωργίου Κανναβού (9).