Οικογένεια Στάϊκου: Οι ρίζες – Τα πρόσωπα

Οι Στάϊκοι υπήρξαν Οικογένεια σλαβικής καταγωγής
και η κάθοδός τους στην περιοχή του Βλοχού ανάγεται στον 14ο αιώνα

Γράφει ο Πέτρος Στ. Μακρής-Στάϊκος*
Δικηγόρος και συγγραφέας
Πηγή: Η Νέα Εποχή

I. Η αρχή

Οι Στάϊκοι υπήρξαν οικογένεια σλαβικής καταγωγής και η κάθοδός τους στην περιοχή του Βλοχού ανάγεται στον 14ο αιώνα. Αρχική τους έδρα αποτέλεσε η Βελάουστα, το σημερινό Πυργί, όπου υπήρχε η λεγόμενη Κούλια του Στάϊκου. Από τα ερείπια του κάστρου χτίστηκε αργότερα μεγάλο τμήμα των σπιτιών του χωριού. Στην Βελάουστα, επίσης, οι Στάϊκοι είχαν κτίσει τον ναό του Αγίου Αθανασίου, με πολύτιμες βυζαντινές τοιχογραφίες. Σύμφωνα με μαρτυρία του Χρήστου Ευαγγελάτου,[1] στον ναό υπήρχε η επιγραφή υπό Αθανασίου Στάϊκου 1408. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο πατέρας μου είχε επισκεφθεί τον ναό με τον γνωστό φωτογράφο Σπύρο Ξυθάλη και στο οικογενειακό αρχείο υπάρχουν ακόμα οι φωτογραφίες από τους τοίχους, με τμήματα των εικονογραφιών, σχεδόν κατεστραμμένα.[2]

Στο Αγρίνιο, τα προεπαναστατικά σπίτια της οικογένειας ήταν δύο. Το πρώτο βρισκόταν στον αριθμό 7 της οδού Ιω. Σταΐκου και, σύμφωνα με τον πατέρα μου, τα ταβάνια του ήταν καλυμμένα με περίτεχνες, ξυλόγλυπτες κατασκευές. Ακατοίκητο από το 1932, στη διάρκεια της Κατοχής επιτάχθηκε από τους Ιταλούς και έγινε Λέσχη Αξιωματικών. Μετά την Απελευθέρωση λεηλατήθηκε άγρια. Στις αρχές τις δεκαετίας του ’50 χαρακτηρίστηκε ετοιμόρροπο και επειδή οι όροι “διατηρητέο” και “αναπαλαίωση” ήταν τότε άγνωστοι, κατεδαφίστηκε. Στη θέση του οικοδομήθηκε η Στοά Μακρή. Το δεύτερο σπίτι βρισκόταν στην οδό Διονυσίου Σταΐκου.

II. Η συνέχεια

Ένα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό των Σταϊκαίων αποτελεί η παντελής απουσία ιδιωτικών τους αρχείων, σχετικών με την ιστορία τους. Έτσι, πολλά από τα πεπραγμένα τους, εκτός από την προφορική παράδοση, προκύπτουν από δευτερεύουσες πηγές, προϊόντα νεώτερης ιστορικής έρευνας.

Στην Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς μνημονεύονται 18 ονόματα επιφανών μελών της οικογένειας Σταΐκου, που ανήκουν και στους τρεις κλάδους της, δηλαδή εκείνους του Αγρινίου, της Αμφιλοχίας και του Μεσολογγίου. Το όνομα Αθανάσιος Στάϊκος απουσιάζει, ενώ για τους 16ο και 17ο αιώνες υπάρχει απόλυτο ιστορικό κενό. Έτσι, ως γενάρχης εμφανίζεται ο Στάϊκος Στάϊκος, προεστώς του Βλοχού στις αρχές του 18ου αιώνα. Στο σημείο αυτό ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα απόσπασμα από κείμενο της Ελένης Γιαννακοπούλου, με πηγή τα “μηνιαία” της Μονής Μυρτιάς:[3] Εις τους χίλιους επτακόσιους πενήντα έγιναν τα σκάνδαλα αναμέσον του έπαρχου του Κάρλελι και των γερόντων και έγινε ο αφανισμός των χριστιανών εις το χωρίο Ζευγάριον. Εις τους 1740 Σεπτ. 20 εχάλασε το ζευγάρι η Παντάνασσα από το πολύ χαράτσι από αφορμή των καταραμένων γερόντων Στάικου από Βελάουστα και Γεωργάκη από Βλοχό. Χωρίς άλλα ιστορικά στοιχεία το κείμενο μοιάζει ακατανόητο, όμως ο χαρακτηρισμός είναι σαφής.

Τον Στάϊκο Στάϊκο ακολουθεί ο γιός του, Αναγνώστης Στάϊκος. Για εκείνον είναι γνωστή η ευεργετική του για το Βραχώρι δράση: Ως Βεκίλης του Κάρλελι[4] πήγε το 1793 στην Κωνσταντινούπολη όπου, με την μεσολάβηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πέτυχε την μείωση των βαρέων φόρων. Πέτυχε επίσης την έκδοση σουλτανικού διατάγματος που ρύθμιζε διαφορές ανάμεσα στους Βραχωρίτες και τους Σπαχήδες.[5] Στο σπίτι μας σώζονται δύο πιάτα τουρκικά, από μείγμα μολύβδου και αργύρου. Και τα δύο φέρουν, χαραγμένη με βυζαντινούς χαρακτήρες, την επιγραφή Αναγνώστη Στάϊκου και τις χρονολογίες 1789 και 1793, αντίστοιχα. Σώζεται, επίσης, μια εικόνα της Παναγίας με το Θείο Βρέφος. Ολόκληρη, εκτός από τα πρόσωπα, είναι επικαλυμμένη με χρυσό και ασημένιο ανάθημα (“πουκάμισο”), ιδιαίτερης τέχνης και ομορφιάς. Σύμφωνα με ειδικούς, η εικόνα και το ανάθημα έχουν φιλοτεχνηθεί κατά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα.

Ο Αναγνώστης Στάϊκος απέκτησε τέσσερις γιούς, τους Ευστάθιο, Χρήστο, Κωνσταντίνο και Ιωάννη. Κατά περίεργη συνήθεια, όλοι τους αναφέρονται με τα χαϊδευτικά τους ονόματα. Επιφανέστερος όλων υπήρξε ο Γιαννάκης Στάϊκος που ανακηρύσσεται Καπετάνιος το 1819.[6] Επικεφαλής ισχυρού τμήματος ανδρών λαβαίνει μέρος στην β’ πολιορκία του Μεσολογγίου, ενώ κατά την Έξοδο ηγείται του σώματος του γυναικαδελφού του Ανδρέα Ίσκου, ο οποίος έχει αποσταλεί στο Ναύπλιο. Μετά την απελευθέρωση υπηρετεί στον τακτικό στρατό και προάγεται μέχρι τον βαθμό του υποστρατήγου. Ως πληρεξούσιος του Βλοχού συμμετέχει στις Εθνοσυνελεύσεις του Άργους (1829) και του Ναυπλίου (1832), ενώ επί Όθωνος εκλέγεται βουλευτής και Γερουσιαστής (1849) διατελεί δε και υπουργός των Στρατιωτικών στην κυβέρνηση του Αντωνίου Κριεζή. Πεθαίνει το 1865, ενώ στην τοπική Ιστορία θα μείνει ζωντανή και η διαμάχη του με τον Αλεξάκη Βλαχόπουλο, σχετικά με το αρματωλίκι του Βλοχού. Το φαινόμενο είναι ευεξήγητο για την εποχή, όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει, πιστεύω, να ληφθεί υπ’ όψιν και το γεγονός ότι οι Βλαχόπουλοι δεν ήταν Βραχωρίτες αλλά Σαρακατσαναίοι βλαχοποιμένες -μετέπειτα αρματωλοί- στην Ευρυτανία, ενώ η κάθοδός τους στον Βλοχό ανάγεται στα μέσα του 18ου αιώνα.

Από πλευράς αξιωμάτων έπεται ο Ζαχαρίας Στάϊκος.[7] Ονομάστηκε αντιστράτηγος το 1825 και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες στην Δυτική Ελλάδα, ενώ κατά την β’ πολιορκία του Μεσολογγίου ακρωτηριάστηκε. Ως πληρεξούσιος του Βλοχού συμμετέσχε στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνος (1827).

[…]

 

Δείτε ολόκληρο το κείμενο καθώς επίσης τις φωτογραφίες και τις παραπομπές του στην πηγή του


AgrinioStories