Κίνα, χρυσός και crypto η… απάντηση Πούτιν στην οικονομική ασφυξία της Δύσης
Οι σκληρές οικονομικές κυρώσεις και ο αποκλεισμός ορισμένων ρωσικών τραπεζών από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT, που σύσσωμη η Δύση επέβαλε στη Μόσχα μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, αναγκάζουν το Κρεμλίνο να βρει άλλες διεξόδους για να συγκρατήσει την οικονομία της χώρας. Κι ενώ η Δύση αποκλείει οικονομικά τη Ρωσία, επιτρέπει το Ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο να ρέει τόσο προς την Ευρώπη όσο και στις υπόλοιπες αγορές γεγονός που επιτρέπει στον Πούτιν να στηριχθεί σε μεγάλο βαθμό σε αυτό αν και δεν είναι το μόνο.
Δυτικοί αξιωματούχοι, ειδικοί σε θέματα οικονομικών κυρώσεων, τους οποίους επικαλείται το Γαλλικό πρακτορείο Afp υποστηρίζουν, ότι ο Πούτιν αναμένεται να βρει διεξόδους στην οικονομική ασφυξία της Δύσης: Μεταφορά κεφαλαίων μέσω μικρότερων τραπεζών και τραπεζικών λογαριασμών ολιγαρχών, τα ονόματα των οποίων δεν έχουν συμπεριληφθεί ακόμη στις κυρώσεις,
Συναλλαγές μέσω κρυπτονομισμάτων
Χρήση του Διασυνοριακού Διατραπεζικού Συστήματος Πληρωμών της Κίνας (CIPs) κάνοντας πλέον συναλλαγές σε Γιουάν. Αναλυτές της China Securities Co ανέφεραν ότι ήδη αρκετές ρωσικές τράπεζες συνδέονται με το CIPs.
Παράλληλα, η Κεντρική τράπεζα τη Ρωσίας στρέφεται εκ νέου μετά από μια δεκαετία, στην αγορά χρυσού καθώς δεν επηρεάζεται από τις κυρώσεις. Να σημειωθεί ότι η Ρωσία έχει τεράστια αποθέματα χρυσού τα οποία συσσωρεύει εντατικά τα τελευταία χρόνια.
Αυτή τη στιγμή, «οι δύο επιλογές που έχει η Ρωσία είναι η Κίνα και η ενέργεια», δηλώνει ο Τζον Σμιθ, πρώην διευθυντής του τμήματος χρηματοοικονομικών πληροφοριών του Αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών.
Τον περασμένο μήνα, η Ρωσία και η Κίνα υπέγραψαν μια 30ετή συμφωνία που θα επιτρέψει στη Ρωσία να στρέψει μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου στην Κίνα, αν και οι αγωγοί για τη μεταφορά του θα ολοκληρωθούν στα επόμενα τουλάχιστον τρία χρόνια. Επιπλέον, η Κίνα ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι θα επιτρέψει τις εισαγωγές σιταριού από όλα τα μέρη της Ρωσίας για πρώτη φορά.
Στροφή στο κινεζικό CIPS
Χθες, οι κινεζικές μετοχές που σχετίζονται με συστήματα πληρωμών εκτινάχθηκαν στα ύψη καθώς οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η έξοδος ρωσικών τραπεζών από το σύστημα SWIFT θα ωφελούσε το σύστημα διασυνοριακών πληρωμών της Κίνας, CIPS, και θα επιτάχυνε την ανάπτυξη του ψηφιακού νομίσματος της χώρας, του e-CNY το οποίο η Κίνα προσπαθούσε εδώ και καιρό να προωθήσει ώστε οι υπάρχει ανεξαρτησία στις διασυνοριακές πληρωμές. Όμως η χρήση του Cips, που δημιουργήθηκε από την Λαϊκή τράπεζα τη Κίνας το 2015, είναι περιορισμένη στις διεθνείς πληρωμές καθώς κατέχει μόλις το 2% σε Γιουάν, την ώρα που το δολάριο ΗΠΑ παραμένει κυρίαρχο στις παγκόσμιες πληρωμές με μερίδιο περίπου 40%.
Το 2021 ωστόσο ήταν μια χρονιά σημαντικής ανόδου καθώς το CIPS επεξεργάστηκε περίπου 80 τρισεκατομμύρια Γιουάν (12,68 τρισεκατομμύρια δολάρια) μια αύξηση της τάξης του 75% σε σχέση με το 2020, σύμφωνα με την κρατική εφημερίδα Jiefang Daily. Ενώ στις αρχές του 2022, η CIPS ανέφερε ότι περίπου 1.280 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε 103 χώρες έχουν συνδεθεί στο σύστημα. Ανάμεσά τους 30 τράπεζες στην Ιαπωνία, 23 τράπεζες στη Ρωσία και 31 τράπεζες από αφρικανικά έθνη που λαμβάνουν κεφάλαια Γιουάν μέσω έργων υποδομής στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Belt and Road του Πεκίνου.
Η CIPS μετρά πολλές ξένες τράπεζες ως μετόχους, συμπεριλαμβανομένων των HSBC, Standard Chartered, Bank of East Asia, DBS Bank, Citi, Australia and New Zealand Banking Group και BNP Paribas, σύμφωνα με στοιχεία του Qichacha, ενός παρόχου πληροφοριών που χρησιμοποιεί επίσημες πηγές εγγραφής εταιρειών. Για τις κινεζικές τράπεζες και εταιρείες, το CIPS μπορεί να χρησιμεύσει ως σύστημα ανταλλαγής μηνυμάτων χωρίς τον κίνδυνο να εκτεθούν πληροφορίες συναλλαγών στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανέφερε η BOC International σε έκθεσή της το 2020.
Το Ρωσικό SPFS
Από το 2014 η Ρωσία έχει προσπαθήσει να οχυρώσει την οικονομία της στο ενδεχόμενο περαιτέρω δυτικών κυρώσεων. Στο πλαίσιο αυτό αύξησε τις εμπορικές σχέσεις της με την Κίνα, ενώ οι ψηφιακές πληρωμές μεταξύ των δύο χωρών έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έχει επενδύσει σε σημαντικά κινεζικά περιουσιακά στοιχεία, μειώνοντας την έκθεσή της σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Παράλληλα, δημιούργησε τη δική της τοπική εναλλακτική, το SPFS το οποίο η ρωσική κεντρική τράπεζα δημιούργησε μετά την εισβολή στην Κριμαία και την επιβολή περιορισμένων οικονομικών κυρώσεων στη Μόσχα. Σε αυτό ωστόσο, συμμετέχουν σήμερα μόλις 20 ξένες τράπεζες γεγονός που δεν το καθιστά ισχυρό τρόπο διεθνών συναλλαγών.
Διέξοδος τα κρυπτονομίσματα
Τα κρυπτονομίσματα θα είναι η επόμενη εναλλακτική του Πούτιν. Όπως εκτιμά ο David Szakonyi, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο George Washington, η Ρωσία αναπόφευκτα θα οδηγηθεί σε αυξημένη εξάρτηση από τα κρυπτονομίσματα για να στηρίξει τις οικονομικές της συναλλαγές, αν και όπως υποστηρίζει «είναι απίθανο να χρησιμεύσει ως υποκατάστατο των εταιρικών συναλλαγών για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Αξιωματούχος του Λευκού Οίκου αποκάλυψε στο Γαλλικό πρακτορείο ότι «καθώς το 80% σχεδόν των οικονομικών συναλλαγών της Ρωσίας είχαν γίνει μέχρι σήμερα σε δολάρια, το Αμερικανικό Υπουργείου Οικονομικών εντείνει τις προσπάθειες του για να «καταπολεμήσει επιθετικά» την κατάχρηση κρυπτονομισμάτων από τη Ρωσία τα οποία δεν υπόκεινται στις κυρώσεις.
Όπως αναφέρει ωστόσο ενδέχεται στο επόμενο διάστημα η κυβέρνηση Μπάιντεν εκτός από τις κυρώσεις σε ενεργειακό επίπεδο να επιβάλλει κυρώσεις και στην ανταλλαγή κρυπτονομισμάτων. Αλώστε οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει κυρώσεις στη ρωσική SUEX και σε 25 συνδεδεμένες επιχειρήσεις κρυπτονομισμάτων, επειδή φέρεται ότι βοήθησαν «εγκληματικές οργανώσει» σε ξέπλυμα χρήματος.
Ανοδος-έκπληξη για το ρούβλι
Tο ρούβλι κάλυψε το σύνολο σχεδόν των μεγάλων απωλειών που είχε χθες, ενώ και ευρύτερα οι αγορές συναλλάγματος ήταν σχετικά ήρεμες εν μέσω της ουκρανικής κρίσης, με το δολάριο να υποχωρεί ελαφρά. Ορισμένοι αναλυτές απέδωσαν την ηρεμία στις συζητήσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας παρά το γεγονός ότι δεν οδήγησαν σε αποτέλεσμα. Η ισοτιμία του ρωσικού νομίσματος διαμορφωνόταν στα 93,4 ρούβλια ανά δολάριο έχοντας καλύψει σχεδόν όλη τη χθεσινή πτώση του, με τη βοήθεια της έκτακτης αύξησης του βασικού επιτοκίου της κεντρικής τράπεζας μετά την υποχώρηση της ισοτιμίας στο χαμηλό επίπεδο – ρεκόρ των 120 ρουβλιών ανά δολάριο. Ωστόσο, το ρούβλι κινείται σε επίπεδα 30% χαμηλότερα σε σχέση με τα υψηλά επίπεδα του 2021.
Οι ενεργειακές συνεργασίες με την Κίνα
Η ενέργεια είναι ο τρίτος μεγάλος πυλώνας στον οποίο η Ρωσία θα βασιστεί. Στο πλαίσιο αυτό ο ρωσικός πετρελαϊκός κολοσσός Gazprom προχώρησε χθες στο μεγαλύτερο deal προμήθειας φυσικού αερίου προς την Κίνα.
Σύμφωνα με το Bloomberg, υπέγραψε συμβόλαιο για τον αγωγό Soyuz Vostok που θα φτάνει στην Κίνα μέσω Μογγολίας, ο οποίος θα μεταφέρει 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου το χρόνο στην Κίνα. Η νέα συμφωνία με την Κίνα θα επιτρέψει στην Gazprom να κατασκευάσει έναν σύνδεσμο μεταξύ των αγωγών της στη Δύση και την Ανατολή, με αποτέλεσμα να μπορεί να ανακατευθύνει προς την Κίνα το φυσικό αέριο που τροφοδοτεί τώρα μόνο την Ευρώπη. Αυτό θα μπορούσε να μετριάσει σημαντικά την εξάρτηση της Gazprom από την αγορά της γηραιάς ηπείρου που είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού φυσικού αερίου στον κόσμο. Η σημερινή συμφωνία για τον ρωσοκινεζικό αγωγό έρχεται την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ, μαζί με χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς και η Ιαπωνία πιέζουν ασφυκτικά με οικονομικές κυρώσεις την Ρωσία.
Οι κλιμακούμενες κυρώσεις έχουν – μεταξύ πολλών άλλων – κόψει και την πρόσβαση της Ρωσίας στο «μαξιλάρι» των 640 δισ δολαρίων που έχει χτίσει η χώρα και βρίσκεται σε αποθεματικά της Τράπεζας της Ρωσίας εκτός ρωσικών συνόρων. Το 2014, η Gazprom είχε υπέγραψε συμφωνία 30 ετών, αξίας 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την απευθείας προμήθεια έως και 38 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου ετησίως στην Κίνα μέσω της διασύνδεσης Power of Siberia, μέσω της οποίας οι παραδόσεις ξεκίνησαν στα τέλη του 2019. Σύμφωνα με το Bloomberg, τους τελευταίους μήνες, όταν οι ροές της Gazprom προς την Ευρώπη περιορίστηκαν, οι ροές προς την Κίνα υπερέβαιναν τακτικά τον ημερήσιο όγκο των συμβολαίων.
Στις αρχές Φεβρουαρίου, η Ρωσία κατέληξε σε μια μικρότερη συμφωνία για την προμήθεια φυσικού αερίου προς την Κίνα για 25ετείς άμεσες προμήθειες έως και 10 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ετησίως από κοιτάσματα στην Άπω Ανατολή.