Καπνεργάτες στα οδοφράγματα το 1929 – Παραμονές εξέγερσης

Καπνεργάτες στα οδοφράγματα
Οι παραμονές της εξέγερσης
- του Λευτέρη Τηλιγάδα
2 Οκτωβρίου 1929
Ένα τηλεγράφημα του Εμπορικού Συλλόγου Αγρινίου
Δύο μέρες αργότερα, ο Παναγιώτης (Πότης) Τσιμπίδαρος, διευθυντής εκείνη την εποχή του πολιτικού γραφείου του Βενιζέλου, συναντήθηκε με τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, Ανδρέα Μιχαλακόπουλο, όπου, μεταξύ άλλων, του έθεσε υπόψη ένα τηλεγράφημα του Εμπορικού Συλλόγου Αγρινίου, με το οποίο οι έμποροι της πόλης ζητούσαν από την κυβέρνηση του Βενιζέλου να ενισχύσει τη δύναμη της Χωροφυλακής της πόλης και να διατάξουν τη μεταστάθμευση στην πόλη ενός λόχου πεζικού, γιατί, όπως ανέφεραν, η κατάσταση ήταν εξαιρετικά κρίσιμη «λόγω της επικρατούσης εξεγέρσεως των καπνεργατών»[ 1].
Αμέσως μετά, ο Τσιμπίδαρος συναντήθηκε στο αρχηγείο της Χωροφυλακής με τον υποστράτηγο και αρχηγό της σώματος Δημήτρη Κατσώνα, τον οποίο ενημέρωσε για το πρόβλημα, καθώς και για τη θέση του Μιχαλακόπουλου πάνω σ’ αυτό. Ο αρχηγός της Χωροφυλακής τον βεβαίωσε ότι θα στείλει στο Αγρίνιο ικανή και αρκετή δύναμη για να διατηρηθεί στην πόλη η τάξη και η ασφάλεια.
Κατόπιν ο Τσιμπίδαρος επισκέφθηκε τον υποστράτηγο Αλέξανδρο Μερεντίτη (υπαρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, που εκείνη την περίοδο εκτελούσε χρέη αρχηγού), ο οποίος τον διαβεβαίωσε, ότι με την πρώτη ευκαιρία θα αποσταλεί στο Αγρίνιο όλη η υπάρχουσα στο Μεσολόγγι δύναμη του Στρατού και της χωροφυλακής.
3 Οκτωβρίου 1929
Ο Παναγής Βουρλούμης και Στυλιανός Γονατάς στο Αγρίνιο
Την επομένη έφθασε στο Αγρίνιο ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Παναγής Βουρλούμης, μαζί με το γερουσιαστή Στυλιανό Γονατά[2]. Οι καπνεργάτες συγκεντρώθηκαν πάλι σε συλλαλητήριο και μία επιτροπή συναντήθηκε με τους δύο κυβερνητικούς άντρες για να συζητήσουν το πρόβλημα. Στο τέλος της συζήτησης απαίτησαν το άνοιγμα του Ταμείου σύμφωνα με τις προτάσεις της ΚΟΕ, δίνοντας ή την επιστροφή των χρημάτων τους ή την υλοποίηση των αιτημάτων τους σε 40 ώρες.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε, ότι το Ταμείο είχε το 1929 περίπου 50.000 ασφαλισμένους καπνεργάτες, και κρατούσε από τον καθένα 13% του μεροκάματου για την ασφάλισή τους και τη λειτουργία του. Οι καπνεργάτες όμως θεωρούσαν, ότι πέρα από τα προβλήματα στον τομέα της υγείας με το επιστημονικό υπαλληλικό προσωπικό του Ταμείου, τα οποία προαναφέραμε, τα λειτουργικά του έξοδα ήταν στην πραγματικότητα πολύ λιγότερα από αυτά που εμφανίζονταν στους ισολογισμούς καταγγέλλοντας κλοπή των χρημάτων τους. Την άποψη αυτή υποστήριζε και προπαγάνδιζε στις τάξεις των εργατών με σειρά άρθρων του ο Ριζοσπάστης με αποτέλεσμα το εργατικό δυναμικό των καπναποθηκών σε όλη τη χώρα να είναι διαρκώς σε κίνηση.
Ο Βουρλούμης αναγνώρισε «το δίκαιο των αιτημάτων τους», ως συνήθως συμβαίνει με τους πολιτικούς και στη συνέχεια συναντήθηκε με το διοικητή του τοπικού υποκαταστήματος του ΤΑΚ Αλεξόπουλο, ζητώντας του να ανοίξει αμέσως το υποκατάστημα και μαζί με το Γονατά έφυγε για την Αθήνα. Ο Αλεξόπουλος όμως παρά την εντολή του υπουργού συνέχισε να κρατάει κλειστό το υποκατάστημα, γεγονός που εξόργισε ακόμα πιο πολύ τον καπνεργατικό κόσμο της πόλης.
7 Οκτωβρίου 1929
Συνέλευση των καπνεργατών στην Εργατική Λέσχη
Στις 7 Οκτωβρίου 1929 πραγματοποιήθηκε άλλη μία συνέλευση των καπνεργατών στην Εργατική Λέσχη κατά τη διάρκεια της οποίας η Χωροφυλακή διοίκηση της πόλης κάλεσε για συζήτηση μια επιτροπή καπνεργατών πάνω σε ζητήματα τάξης και ασφάλειας, εκφράζοντας καταρχάς τις ανησυχίες της για την σύγκληση των συνελεύσεων των καπνεργατών χωρίς προηγούμενη άδεια από την αστυνομία.
Ταυτόχρονα τους συνέστησε να κάνουν λίγο υπομονή μέχρις ότου αναλάβει τη λειτουργία του τοπικού υποκαταστήματος του ΤΑΚ το νέο υπαλληλικό προσωπικό. Όλα αυτά η επιτροπή τα κοινοποίησε στη συνέλευση η οποία αποφάσισε να επιδοθεί ένα υπόμνημα προς το νέο διοικητή του υποκαταστήματος, όταν αναλάβει την υπηρεσία του. Το υπόμνημα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί σ’ αυτό καταγράφονται με ιδιαίτερη σαφήνεια και ακρίβεια τα αιτήματα των Καπνεργατών μετόχων του Ταμείου.
Οι τρεις πρώτες παράγραφοι αναφέρονται στα επιδόματα ανεργίας, τα οποία οι καπνεργάτες ζητούν να δίνονται σε όλους τους α-νέργους και ανεξάρτητα από τα μεροκάματα που έκαναν, απαιτώντας ταυτόχρονα το ποσό της αποζημίωσης να είναι ίσο με τα ¾ του κανονικού μεροκάματου. Το ίδιο επίδομα απαιτούν να παίρνουν και οι καπνεργάτες της Ματαράγκας, του Αιτωλικού και του Αστακού, καθώς και οι καπνεργάτριες, εφόσον και αυτές φορολογήθηκαν με 6% σε ολόκληρο κατά το διάστημα της εργασίας τους. Ζητούν επίσης κατάργηση των ημερών αναμονής και χορήγηση επιδομάτων για όλες τις εργάσιμες μέρες της ανεργίας, ελεύθερη εκλογή γιατρών και φαρμακείων, αντικατάσταση του υπαλληλικού προσωπικού του υποκαταστήματος Αγρινίου με υπαλλήλους μετόχους του ΤΑΚ της εμπιστοσύνης τους, τους οποίους θα ορίζονται από την καπνεργατική οργάνωση, την πλήρη αποδοχή των αιτημάτων της ΚΟΕ και την επιστροφή των εισφορών πίσω στους μετόχους αν δεν γίνουν αποδεκτά τα αιτήματά τους.