Ισίδωρος Ζουργός: Περί της εαυτού ψυχής

Νέο μυθιστόρημα από τον Ισίδωρο Ζουργό: Περί της εαυτού ψυχής
Ο Ισίδωρος Ζουργός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964
Έχει γράψει τα µυθιστορήµατα: Φράουστ (Νέα Σύνορα – Α.Α Λιβάνη, 1995, νέα, αναθεωρηµένη έκδοση από τις Εκδ. Πατάκη, 2010), Αποσπάσµατα από το βιβλίο του ωκεανού (Εκδ. Πατάκη, 2000, νέα έκδοση από τις Εκδ. Πατάκη, 2007), Η ψίχα εκείνου του καλοκαιριού (Εκδ. Πατάκη, 2002), Στη σκιά της πεταλούδας (Εκδ. Πατάκη, 2005), Η αηδονόπιτα (Εκδ. Πατάκη, 2008), Ανεµώλια (Εκδ. Πατάκη, 2011, Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου), Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλµοσίνο (Εκδ. Πατάκη, 2014, Ειδικό Βραβείο βιβλιοπωλείων Public 2015), Λίγες και μία νύχτες (Εκδ. Πατάκη, 2017, Βραβείο περιοδικού Κλεψύδρα 2017), Οι ρετσίνες του βασιλιά (Εκδ. Πατάκη, 2019).
Επίσης συνέγραψε µε τον σκηνοθέτη Πάνο Καρκανεβάτο το σενάριο της µεγάλου µήκους ταινίας Όχθες που προβλήθηκε τον Μάρτιο του 2015. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.
Τον προηγοιύμενο μήνα (Οκτώβριος του 2021) κυκλοφόρησε το νέο του μυθιστόρημα με τίτλο, Περί της εαυτού ψυχής (Εκδ. Πατάκη 2021)
Τα εκδοτικά χαρακτηριστικά του βιβλίου είναι:
Eκδόσεις Πατάκη – Σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία
Πεζογραφία | Ισίδωρος Ζουργός, Περί της εαυτού ψυχής
Yπεύθυνος έκδοσης: Kώστας Γιαννόπουλος | Σχεδιασμός εξωφύλλου: Θανάσης Γεωργίου
Διορθώσεις: Γιάννης Κοτσιφός | Σελιδοποίηση: Κωνσταντίνος Καπένης
Copyright© Σ. Πατάκης AEEΔE (Eκδόσεις Πατάκη) και Ισίδωρος Ζουργός, Aθήνα, 2021
Πρώτη έκδοση από τις Eκδόσεις Πατάκη, Aθήνα, Οκτώβριος 2021
ISBN 978-960-16-9800-7
Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού, σε μια ερημική ακτή της Προποντίδας, ο Σταυράκιος Κλαδάς αναθυμάται τη μακρόχρονη ζωή του. Νοτάριος και αντιγραφέας ο ίδιος όλα του τα χρόνια, έχοντας μεταγράψει εκατοντάδες συγγράμματα αγίων και ελλόγιμων ανδρών, αποφασίζει, ελεύθερος πια, να συντάξει τη δική του χρονογραφία.
Γεννήθηκα στη σκιά εκείνης της καστροπολιτείας που ήταν για αιώνες θαυμασία και καύχημα. Το όνομά της υπάρχει σε χειρόγραφα, λόγους, ιστορίες, χρονογραφίες, μόνο το όνομά της πια.
Θυμάμαι, όπως έγερνε ο ήλιος τα απογεύματα, τους πύργους της, τους τρούλους, τα ψηλά τείχη, όλα να χαράζουν με τις
σκιές τους είδωλα στο οργωμένο χώμα των χωραφιών. Αυτός ο κάμπος με το τεντωμένο δέρμα, που έμοιαζε με περγαμηνή, τότε ήταν γόνιμος απ’ τα νερά και τις αξίνες των χωρικών.
Ο κάμπος βρίσκεται ακόμη εκεί, όμως μου λένε πως τώρα όλα γύρω είναι χέρσα, έγιναν βοσκοτόπια, γιατί κανένα χέρι δε σκαλίζει πια τη γη. Κανένα αμπέλι ή σταροχώραφο, κανένας μεταξοσκώληκας στη θαλπωρή της μουριάς, κανένας αργαλειός. Η πολιτεία είναι ξεθεμελιωμένη και τα ερείπιά της φιλοξενούν μόνο σκηνές νομάδων. Οι θερμές πηγές και τα λουτρά με τα μωσαϊκά δάπεδα είναι πια χαλάσματα. Σε όλο τον κάμπο ακούγονται μόνο βελάσματα προβάτων και τα βράδια σκύλων υλακές, που διώχνουν μακριά τα πνεύματα των πεθαμένων, όπως είναι η μάνα μου, ο πατέρας μου…
«Γεννήθηκα από νοικοκυραίους του εύφορου κάμπου, όμως δεν άργησαν να καταφτάσουν τα χρόνια του χάους ή, για να το πω καλύτερα, η μεθόριος χάους και αβύσσου. Ήρθαν τέτοιες εποχές που τη ζωή σου πια δεν την όριζες. Σπίτια, σιτοβολώνες, κοπάδια, όλα ήταν κοινό κτήμα της τύχης ή μάλλον της μαύρης μοίρας. Ανομία και φόβος. Άλλοτε ορμούσαν συμμορίες από φυγόστρατους μισθοφόρους κι άλλοτε Τουρκομάνοι νομάδες από μακρινές ερημιές, αλιβάνιστοι οι πάντες. Οι επιδρομείς έρχονταν από την ίδια άκρη του ορίζοντα, απ’ την ανατολή, από τη μεριά της γαστέρας του ήλιου, από κει που η κάθε μέρα κοιλοπονούσε το φως.»