Ιωάννης Ξυθάλης και Υιοί – Οι φωτογράφοι της πόλης

Εισαγωγή
Από τον Μο Τι στον Γιάννη Ξυθάλη
- του Λευτέρη Τηλιγάδα
Υπάρχει ένας φυσικός νόμος, γνωστός από την πρώτη εικόνα που είδε κάθε ζωντανός οργανισμός που διαθέτει όραση: το φως ταξιδεύει πάντα σε ευθεία γραμμή και όταν οι ακτίνες του συναντήσουν ένα αντικείμενο, αντανακλώνται πάνω σ’ αυτό, με αποτέλεσμα, εάν περάσουν από μια μικρή τρύπα ενός σχετικά λεπτού αντικειμένου μέσα σε έναν σκοτεινό χώρο, δημιουργούν μια ανάποδη εικόνα του αντικειμένου στην επιφάνεια που βρίσκεται παράλληλα και απέναντι από την τρύπα. Αυτός ο νόμος της οπτικής ήταν γνωστός στην αρχαιότητα και ο πρώτος άνθρωπος που περιέγραψε αυτή τη λειτουργία, ήταν ο Κινέζος φιλόσοφος Μο-Tι, τον 5ο π.Κ.Χ. αιώνα[1]. Ο Μο-Τι ονόμασε αυτό το σκοτεινό δωμάτιο «τόπο συλλογής» ή «κλειδωμένο δωμάτιο του θησαυρού».
Ακολούθησε ο Αριστοτέλης, ο οποίος, έναν αιώνα αργότερα περίπου, κατανόησε την οπτική αρχή του «σκοτεινού θαλάμου» κατά τη διάρκεια μίας έκλειψης του ηλίου. Καθώς ο ήλιος ήταν μερικώς καλυμμένος από τη σελήνη, παρατήρησε το σχήμα ημισελήνου του ήλιου, που προβαλλόταν στο έδαφος μέσα από τις τρύπες ενός κόσκινου, ανάμεσα στα σκιερά κενά μεταξύ των φύλλων ενός πλατάνου, καταγράφοντας ουσιαστικά την πρώτη φωτογραφική αποτύπωση της έκλειψής του[2].
Η φωτογραφία στον Ελλαδικό χώρο
Από την εποχή του Μι-Το και του Αριστοτέλη μέχρι το 1826, που ο Nicéphore Niépce (Νικηφόρος Νιέπς) κατάφερε να καταγράψει με τη βοήθεια του φωτός και να διατηρήσει την πρώτη φωτογραφία πέρασαν αρκετοί αιώνες και χρειάστηκε πολύ παρατήρηση και γνώση. Για την αποτύπωση της φωτογραφίας αυτής απαιτήθηκε έκθεση στο φως για διάστημα οκτώ ωρών και το θέμα της ήταν οι στέγες των παραθύρων του χωριού Chalon-sur-Saone της Γαλλίας. Ο ίδιος ο Νιέπς ονόμασε την τεχνική του ηλιογραφία και προσπάθησε – χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία – να τη διαδώσει.
Παράλληλα με τον Niépce, ο αυτοαποκαλούμενος ζωγράφος Λουΐ Ζακ Μαντ Νταγκέρ (Louis Jacques Mande Daguerre), πειραματιζόταν επίσης με την τεχνική της φωτογραφίας και ήταν ο ίδιος που πρότεινε στο Νιέπς να συνεργαστούν εμπορικά. Αν και ο Νταγκέρ δεν είχε ιδιαίτερες επιστημονικές γνώσεις, μετά το θάνατο του Νιέπς, το 1833, επιδόθηκε στην τελειοποίηση της μεθόδου του και στις 19 Αυγούστου του 1839 ανακοίνωσε επίσημα στην Ακαδημία Επιστημών και στην Ακαδημία Καλών Τεχνών τη μέθοδο της νταγκεροτυπίας, την οποία είχε ανακαλύψει.
Δύο μήνες μετά, στις 22 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, ο Καναδός Πιερ-Γκασπάρ Γκυστάβ Ζολύ ντε Λοτμπινιέρ (Pierre-Gaspard Gusta-ve Joly de Lotbiniere)[3] έστησε τη φωτογραφική του μηχανή απέναντι από την Ακρόπολη της Αθήνας και κράτησε στα χέρια του την πρώτη θετική εικόνα των Προπυλαίων του Παρθενώνα.
Μετά τον Λοτμπινιέρ επισκέφθηκαν τη χώρα μια σειρά ξένων φωτογράφων, με σημαντικότερους τον Joseph-Filibert Girault de Pran-gey, το 1842 και τον Philibert Perraud, το 1846. Ο τελευταίος μάλιστα ήταν εκείνος, που μύησε και καθοδήγησε το ζωγράφο και καθηγητή του Σχολείου των Τεχνών (σημερινό Πολυτεχνείο), Φίλιππο Μάργαρη, στην τέχνη της φωτογραφίας. Ο Μάργαρης, το 1848, θα ανοίξει στην αυλή του σπιτιού του το πρώτο φωτογραφείο στην Ελλάδα και θα προσλάβει ως βοηθό του το Γιάννη Λαμπάκη, ο οποίος στη συνέχεια θα γίνει συνεταίρος του[4]. Ο Λαμπάκης ήταν ο φωτογράφος, που φωτογράφισε τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, το 1896, και στη συνέχεια εξέδωσε το μοναδικό γνωστό λεύκωμα, που έχει κυκλοφορήσει για τους αγώνες αυτούς.
Πολλοί νεώτεροι φωτογράφοι ήταν εκείνοι που έμαθαν την τέχνη της φωτογραφίας στο πλευρό του. Ανάμεσα σε αυτούς ξεχωριστή θέση κατέχουν ο Γιώργος Στεργιάκης, ο Παναγιώτης Κόντος, ο Ευστάθιος Μπούκας, ο Δημήτρης Δημητριάδης, ο Αντώνης Γαζιάδης και τέλος ένας φωτογράφος, o οποίος ταύτισε τόσο πολύ την προσωπική και οικογενειακή φωτογραφική του ιστορία με την ιστορία της πόλης του Αγρινίου, που αν μπορούσε κάποιος να αφαιρέσει το έργο του από αυτή, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή θα στερούνταν το μεγαλύτερο κομμάτι της αποτυπωμένης μνήμης της. Αυτός ο φωτογράφος ήταν ο Γιάννης Ξυθάλης[5].
Τη Δευτέρα, 11 Φεβρουαρίου 2019, παρουσιάστηκε στο Παπαστράτειο Μέγαρο Αγρινίου μια εκδήλωση της Σχολής Τοπικής Ιστορίας και Πολιτισμού «Αθανάσιος Παλιούρας», που λειτουργεί στο πλαίσιο του τμήματος Πνευματικών και Καλλιτεχνικών εκδηλώσεων της Γυμναστικής Εταιρείας Αγρινίου, η ιστορία της οικογένειας Ξυθάλη από τον Κώστα Πατρώνη πολιτικό μηχανικό – ερευνητή, ο οποίος αναφέρθηκε στα πρώτα βήματα της επαγγελματικής φωτογραφίας στο Αγρίνιο μέσα από φωτογραφίες και ιστορικά στοιχεία της οικογένειας Ξυθάλη.
Στην εκδήλωση αυτή παραβρέθηκαν αρκετά μέλη της σημαντικής αυτής φωτογραφικής οικογένειας της πόλης, καθώς και πολλοί συμπολίτες μας.
Το κείμενο αυτής της παρουσίασης, που υπογράφει ο Κώστας Πατρώνης και δημοσιεύτηκε στο 21 τεύχος του «αρχείου Αγρινίου» μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν, θα αναρτηθούν αύριο στην ίδια στήλη, αφού αποτελεί την πρώτη, συνοπτική ίσως, αλλά με αρκετές πληροφορίες, καταγραφή των αρχών της φωτογραφικής ιστορίας της πόλης.
Η συνέχεια ΕΔΩ