Δυο μύθοι για τους αδελφούς Λυμιέρ

Οι μύθοι υπάρχουν μεταξύ άλλων και για να δίνουν νέα ζωή στη μυθολογία,
διαψευδόμενοι και συνεχώς ανανεούμενοι.

  • Κείμενο: Χρήστος Γραμματίδης

Και το σινεμά, το πιο πετυχημένο εργοστάσιο παραγωγής μύθων μετά την οργανωμένη θρησκεία, έχει πολλά να μας πει εν προκειμένω. Δυο διαδομένοι μύθοι για τους αδελφούς Λυμιέρ με ενδιαφέρουν, με αφορμή και τα 120 χρόνια του κινηματογράφου που συμπληρώθηκαν το 2015. Ο πρώτος έχει να κάνει με το ότι οι Λυμιέρ εφηύραν τον κινηματογράφο, έτσι γενικά. Δεν ισχύει: οι Γάλλοι εφευρέτες, χωρίς αυτό να μειώνει την τεράστια συνεισφορά τους, ήταν δύο μόνο από τους πάμπολλους, που στη Δύση του 19ου αιώνα έκαναν κάτι για να φτάσουμε σε αυτό που λέμε Σινεμά.

Αυτό που έγινε το 1895 στο Παρίσι, ήταν η πρώτη πετυχημένη δημόσια κινηματογραφική προβολή, όχι η ανακάλυψη των κινούμενων εικόνων.

Η καταγραφή και η αποτύπωση της κίνησης είναι μια πανάρχαια προσπάθεια του ανθρώπου (ξεκινά ακόμη από την εποχή των σπηλαίων) και η εφεύρεση του μηχανήματος που λέγεται «Cinématographe» δεν έγινε ούτε τόσο ξαφνικά, ούτε από το πουθενά. Ο Άγγλος Έντουαρτ Μέιμπριτζ, ο Γάλλος Ετιέν Μαρέ, ο Ουίλλιαμ Ντίκσον και ο Τόμας Έντισον με το κινητοσκόπιο, όλοι αυτοί πρωτοτύπησαν και άνοιξαν το δρόμο – και κυρίως ο Τζωρτζ Ήστμαν που εφηύρε το φιλμ. Οι αδελφοί Λυμιέρ συνεισέφεραν, όχι βέβαια στη λήψη και την εκτύπωση του φιλμ, αλλά στην προβολή του. Αυτό που έγινε το 1895 στο Παρίσι, ήταν η πρώτη πετυχημένη δημόσια κινηματογραφική προβολή, όχι η ανακάλυψη των κινούμενων εικόνων.

 

Στιγμιότυπο από την ταινία «L’arrivée d’un train en gare de La Ciotat»

Αυτά είναι εύκολο να τα βρει κανείς στο Google, ή σε σχετική βιβλιογραφία. Η διάψευση του δεύτερου μύθου είναι άλλης τάξης υπόθεση. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ο Λουί Λυμιέρ ήταν βέβαια εφευρέτης, αλλά δεν έχει καμία σχέση με την τέχνη του σινεμά, με αυτό που έγινε στα κατοπινά χρόνια ο κινηματογράφος. Τα ταινιάκια του είναι μικρά παράδοξα, καμωμένα για να τρομάξουν, να μαγέψουν, να σοκάρουν το κοινό (που φημολογείται ότι άρχισε να τρέχει την πρώτη φορά που είδε ένα τρένο να έρχεται κατά πάνω του, νομίζοντας ότι είναι αληθινό). Αλλά δεν είναι καλλιτέχνης, δεν είναι σκηνοθέτης. Για όσους είδαμε στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών το φιλμ «Lumière!», μια συρραφή 98 συντηρημένων και αποκατεστημένων ταινιών του Λουί Λυμιέρ και των οπερατέρ του, από το 1895 έως το 1905, με την υπέροχη συνοδευτική παρουσίαση του Τιερί Φρεμό, διευθυντή του Φεστιβάλ Καννών, ο μύθος αυτός διαψεύστηκε εύκολα και γρήγορα.

 

Στιγμιότυπο από την ταινία «La Sortie des Usines Lumiere»

 

Στα φιλμ του Λυμιέρ είδαμε τη ζωή, στις λιγότερο ελεγχόμενες και πιο ασυνείδητες στιγμές της, ένα συνονθύλευμα από φευγαλέα στιγμιότυπα προσβάσιμα μόνο στην κάμερα.

Ο Λυμιέρ αποδεικνύεται πράγματι ο πρώτος «άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή», όχι μόνο επειδή λέει ιστορίες μυθοπλασίας με εικόνες (για να πάρουμε τον πιο παιδαριώδη ορισμό του σινεμά), αλλά επειδή βλέπει μέσα από την κάμερα, με τρόπο που θα έκανε τον Αντρέ Μπαζέν περήφανο.

Με ταπεινοφροσύνη και υπολογισμένη αφέλεια, ο Λυμιέρ είναι ο πρώτος άνθρωπος στην καταγεγραμμένη ιστορία που στήνει το περιεχόμενο του κάδρου, διαλέγει την οπτική γωνία της κάμερας, αποφασίζει να κάνει την κάμερα να κινηθεί, γυρίζει το πρώτο τράβελινγκ, κάνει τα πρώτα κινηματογραφικά εφέ. Το μόνο που λείπει για να φτάσουμε στους πρώτους μεγάλους δημιουργούς του παγκόσμιου σινεμά, είναι η έννοια του μοντάζ.

 

 

Σε πολύ γενικές γραμμές, η δύναμη των εικόνων του Λυμιέρ βρίσκεται στο πώς η καινοτομία που είχε στη διάθεσή του (η προβολή κινούμενων εικόνων) δίνει ένα ορισμένο επιπλέον βάρος και βάθος στην τέχνη της αναπαράστασης (στα πρώτα της βήματα κάθε τέχνη, πλην ίσως της μουσικής, είναι αναπαραστατική).

Αυτό το ωμό και αρχέγονο, πρωτεϊκό σινεμά, σαν τις τρεις µποµπίνες φιλµ των αδελφών Μανάκη που αναζητά ο Αγγελόπουλος στο «Βλέμμα του Οδυσσέα», είναι πέρα από την απλή αναπαράσταση του παρελθόντος χρόνου: είναι η κιβωτός του πριν, του τώρα και του αύριο.

Αυτήν την κιβωτό παρέδωσαν οι Λυμιέρ για να περάσει στο Μελιές, τον Γκρίφιθ, τον Αιζενστάιν, τον Γουέλς, τον Κουροσάβα, τον Γκοντάρ, τον Μπέργκμαν, τον Αντονιόνι, το Φελίνι, τον Κόπολα, το Σκορτσέζε, τον Σπήλμπεργκ – και η σκυταλοδρομία συνεχίζεται.

 


AgrinioStories | Πηγή