Δημήτρης Χορν: «Είχα έναν έρωτα…»

Δημήτρης Χορν:
«Είχα έναν έρωτα με το θέατρο
από μικρό παιδί. Έζησα μες στο θέατρο»

«Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου
και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω
.
Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό»

Ο Δημήτρης-Ελευθέριος Χορν γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου 1921 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν, μητέρα του η ποντιακής καταγωγής Ευτέρπη Αποστολίδου από την Τραπεζούντα και νονά του η ίδια η Κυβέλη! Ο μικρός Τάκης –όπως τον φώναζαν– μεγαλώνει πάνω στο σανίδι και παρακολουθεί πρόβες και παραστάσεις πολύ πριν καταλάβει τον εαυτό του.

«Είχα έναν έρωτα με το θέατρο από μικρό παιδί», θα έλεγε αργότερα. «Έζησα μες στο θέατρο. Την πρώτη φορά που βγήκα στη σκηνή ήμουν δύο ετών, σε ένα έργο του πατέρα μου, με την Κυβέλη… Θυμάμαι έντονα τον κόσμο κάτω στην πλατεία. Τη δεύτερη φορά έπαιξα, πάλι με την Κυβέλη. Ήμουν τεσσάρων ετών τότε και έκανα ένα από τα παιδιά της στη Νόρα του Ίψεν», συμπλήρωνε.

Αν και είχε από μικρός το αριστοκρατικό προφίλ, δεν σημαίνει ότι η ζωή του ήταν μέσα στα πλούτη. Παρά τη φήμη που απολάμβανε ο πατέρας του, η ζωή της οικογένειας δεν ήταν πάντα άνετη. Ο Χορν εξομολογούνταν συχνά ότι όταν ο πατέρας του έκανε επιτυχία έμεναν στη «Μεγάλη Βρετάνια», όταν όμως το έργο πάτωνε εισπρακτικά, η φαμίλια μετακόμιζε σε ένα φτηνό δωματιάκι στο Μεταξουργείο.

Ο Χορν με την μητέρα του

Το 1937 εισάγεται στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με το ποίημα του Βάρναλη «Οι μοιραίοι». Αποφοιτά το 1940 και συμμετέχει για πρώτη φορά επαγγελματικά, στην «Νυχτερίδα» του Γιόχαν Στράους με τον θίασο του Εθνικού θεάτρου στη Θεσσαλονίκη.

Το 1942 και σε ηλικία μόλις 21 ετών, θα κάνει τον πρώτο του γάμο, με την Ρίτα Φιλίππου. Τα επόμενα χρόνια θα συνεργαστεί με το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, και της Κατερίνας. Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο με τη Μαίρη Αρώνη και αργότερα με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1943 θα πάρει μέρος στην πρώτη του κινηματογραφική ταινία, Η φωνή της καρδιάς σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Η ταινία είναι η πρώτη ταινία που γυρίστηκε μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα και είναι επίσης και η πρώτη παραγωγή της Φίνος Φιλμ. Τον αμέσως επόμενο χρόνο, το 1944 θα πάρει μέρος στην ταινία τα Χειροκροτήματα του Γιώργου Τζαβέλλα.

Το 1945 συνεργάστηκε με το θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου στο έργο «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» του Όσκαρ Ουάιλντ. Από το 1946 έως το 1950 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο. Το 1950 θα παίξει στην τρίτη του ταινία, τον Μεθύστακα του Γιώργου Τζαβέλλα, ταινία στην πρωταγωνιστεί ο Ορέστης Μακρής.

Το 1951 φεύγει με υποτροφία ενός έτους του Βρετανικού Ινστιτούτου για την Αγγλία. Μετά την Αγγλία φεύγει για την Αμερική, όπου και ενημερώνεται για την παγκόσμια θεατρική κίνηση.

Γυρίζοντας, το 1952 συγκροτεί θίασο με τον Γιώργο Παππά και την Έλλη Λαμπέτη. Από εδώ χρονολογείται ο έρωτας και η σχέση του με την Έλλη Λαμπέτη, που θα κρατήσει για τα επόμενα 7 χρόνια. Η επαγγελματική συνεργασία του με την Λαμπέτη περιλαμβάνει τη δημιουργία δικού τους θιάσου, αλλά και την κοινή τους εμφάνιση σε ταινίες που άφησαν εποχή: το Κυριακάτικο ξύπνημα του Μιχάλη Κακογιάννη το 1954, την Κάλπικη λίρα του Γιώργου Τζαβέλλα το 1955 και το Το κορίτσι με τα μαύρα και πάλι του Μιχάλη Κακογιάννη το 1956.

Δημοφιλής ήταν και η ραδιοφωνική εκπομπή του με τίτλο «Ο ταχυδρόμος έφτασε». Με μια σουρεαλιστική ειρωνεία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών, σε κείμενα του Κώστα Πρετεντέρη. Ενώ συμμετείχε και σε πολλά ραδιοφωνικά θεατρικά έργα.

Το 1958 γυρίζει την επόμενη μεγάλη επιτυχία του στον κινηματογράφο, την ταινία Μια ζωή την έχουμε σε σενάριο και σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα. Το 1959 χωρίζει από την Έλλη Λαμπέτη και συνεχίζει την θεατρική του πορεία μόνος. Το 1960 γυρίζει την ταινία Μια του κλέφτη σε σενάριο και σκηνοθεσία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου και με συμπρωταγωνίστρια την Κάκια Αναλυτή. Με την ερμηνεία του στην ταινία αποσπά το βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά. Το 1961 κερδίζει και το δεύτερο βραβείο του – Α’ ανδρικού ρόλου – στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την ταινία Αλίμονο στους νέους του Αλέκου Σακελλάριου, ενώ το 1962 συμμετέχει στην ταινία (ένα είδος ντοκιμαντέρ) Η Αθήνα τη νύχτα.

Το 1967 νυμφεύθηκε την Άννα Γουλανδρή, η οποία μόλις είχε χωρίσει από τον πρώτο σύζυγό της, τον Λεωνίδα Παπάγο. Έζησαν μαζί μέχρι τον θάνατο της το 1988. Με τη σύζυγό του ίδρυσαν το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού.

Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής του ΕΙΡΤ από τον Αύγουστο έως το Νοέμβριο του 1974. Υπήρξε στενότατος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με το μετάλλιο του Χρυσού Σταυρού Γεωργίου Α΄.

Ο Δημήτρης Χορν τα τελευταία τέσσερα χρόνια (απ’ το 1994), έπασχε από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τελικά, πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 1998, από καρκίνο. Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Το 2000 καθιερώθηκε στη μνήμη του το Βραβείο Χορν, το οποίο απονέμεται στους καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους άνδρες ηθοποιούς κάθε χρονιάς.

 

 

Δημήτρης Χορν
Σε πρώτο πρόσωπο

Γεννήθηκα το 1921, στις 9 Μαρτίου, στην Αθήνα, Ο πατέρας μου λεγόταν Παντελής και η μητέρα μου Ευτέρπη. Έχω έναν αδελφό, τον Γιάννη, δέκα χρόνια μεγαλύτερό μου. Εγώ ήρθα στη ζωή μετά το θάνατο του μοναδικού κοριτσιού που είχαν οι γονείς μου, της Νανάς. Ο Γιάννης και η Νανά είχαν διαφορά ενός έτους. Όταν πέθανε η Νανά, σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας και η μητέρα θέλησαν να την αντικαταστήσουν. Περίμεναν, λοιπόν, ότι το παιδί που θα ‘ρθει θα είναι κορίτσι. Δυστυχώς, δεν ήταν. Ήμουν εγώ!

Πολλοί με ρωτούν αν το Χορν είναι το πραγματικό μου όνομα ή αν είναι ψευδώνυμο. Ομολογώ ότι αυτή η ερώτηση μ’ έχει πολύ ταλαιπωρήσει. Είναι, όμως φυσικό να γεννιέται αυτή απορία στους ανθρώπους, αφού το όνομα Χορν δε μοιάζει καθόλου ελληνικό, Ναι, η καταγωγή μου από τη μεριά του πατέρα μου δεν είναι ελληνική. Ο παππούς μου ήταν Αυστριακός. Οι Χορν δεν είμαστε από τους Βαυαρούς που ήρθαν με τον Όθωνα. Ο πατέρας του πατέρα μου ήρθε πολύ αργότερα στην Ελλάδα. Ερωτεύτηκε τη γιαγιά μου, βέρα Ελληνοπούλα, και την παντρεύτηκε. Τα πρώτα χρόνια μετά το γάμο τους έζησαν στην Τεργέστη, Εκεί γεννήθηκαν και οι πατέρας μου και ο αδελφός του.

Θυμάμαι ότι υπήρχε μια εποχή που τρυπούσαν τα παπούτσια μου και έβαζα χαρτόνια από τσιγάρα για να τα κλείσω. Πιστέψτε με, δε με έβλαψε σε τίποτα αυτό

Όταν ήμουν δεκατεσσάρων χρονών (…), στο θερινό θέατρο Παρκ, της οδού Χέυδεν, όπου ήταν εγκατεστημένος ο θίασος της μεγάλης Μαρίκας, ανέβασαν τη “Μαμά Κολιμπρί” του Μπατάιγ. Το έργο ήθελε κι ένα νέο της τότε ηλικίας μου και πήγα. Αυτή μάλιστα η εμφάνισή μου ενίσχυσε αφάνταστα τη διάθεση που είχα ήδη αρχίσει να έχω αναφορικά με το θέατρο. Και θα μου μείνει αξέχαστη αυτή η πρώτη μου επικοινωνία από τη σκηνή με το κοινό», είχε πει ενθυμούμενος τα πρώτα του βήματα στο θεατρικό σανίδι.

 

Θα ‘λεγα πως ήμουν ερωτευμένος με τον έρωτα…

 

Βγήκα στο θέατρο, γιατί μια μέρα τρώγαμε στο σπίτι μου κι ο πατέρας μου αγαπούσε πολύ τον μεσημεριανό του ύπνο. Μου λέει: “Αχ, αύριο το μεσημέρι δε θα κοιμηθώ. Πρέπει να πάω στη Δραματική Σχολή”. Ήταν Πρόεδρος της Επιτροπής Εισαγωγικών Εξετάσεων. “Μ’ έχουν βάλει Πρόεδρο στην Επιτροπή την Εξεταστική… Γι’ αυτούς που θέλουν να γίνουν ηθοποιοί”.

Μια και δυο πηγαίνω εγώ, ήταν ο Συναδινός Διευθυντής στη σχολή, να υποβάλω μια αίτηση για να δώσω εισαγωγικές. Και μου λέει, έχει λήξει η προθεσμία, αλλά επειδή είσαι γιος του Παντελή θα κάνουμε μια εξαίρεση. Το είπα λοιπόν του πατέρα μου και μου λέει: “Σ’ ευχαριστώ παιδί μου. Δε θα χάσω το μεσημεριανό μου ύπνο, διότι δε θα πάω. Δεν μπορώ να είμαι Πρόεδρος της Επιτροπής και να δίνεις εσύ εξετάσεις”.

Όταν ήμουν μικρός κι έβλεπα επιθεωρήσεις, διασκέδαζα πάρα πολύ κι ονειρευόμουν να κάνω κι εγώ κάτι ανάλογο κάποτε. Ο Μάνος Χατζιδάκις, που τον θαυμάζω και ως μεγάλο ταλέντο και ως σπουδαίο μυαλό, μου ‘δωσε αυτήν την ευκαιρία. Και διασκέδασα πραγματικά πάρα πολύ. Η “Οδός Ονείρων” είχε το στοιχείο της αναζητήσεως. Και ήταν αυτό πολύ σημαντικό. Αν γραφτεί ποτέ η ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, ο ιστορικός πρέπει να σταθεί στην “Οδό Ονείρων”

Aπό τα έξι χρόνια μου και μετά δεν μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου να μην είναι ερωτευμένος, δηλαδή συγκινημένος με κάποιο πρόσωπο. Θα ‘λεγα πως ήμουν ερωτευμένος με τον έρωτα… Eνώ δηλαδή ήμουν ένα πολύ κεφάτο παιδί, ξαφνικά, μελαγχολούσα φοβερά κι έγραφα θλιμμένα ποιήματα. Mε μελαγχολούσαν αυτοί οι έρωτες… Ή η ζωή

 

Πηγές: tvxs.gr, el.wikipedia.org
Επιμέλεια: Λ.Τ.
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα
με click στο Posted in Προσωπα