Αμπελοφύλακες – Τα ρουσφέτια του Ρουπακιά

Με την υπογραφή ανθρώπων
που δεν ήταν κτηματίες του Ρουπακιά
εκλέχτηκαν αμπελοφύλακες ευνοούμενοι της Θεοτοκικής φατρίας

  • του Λευτέρη Τηλιγάδα

Το Μάη του 1901 πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, όχι γιατί το κόμμα του ήταν το πρώτο κόμμα στη Βουλή, αλλά επειδή έτσι το ήθελε ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Α΄, καθώς και τα βολικά «όρια της ανοχής» του προηγούμενου πρωθυπουργού, Γιώργου Θεοτόκη, που είχε την πλειοψηφία[1]. Τα πράγματα βέβαια ήταν πολύ πιο σύνθετα από αυτή την εξόχως αφαιρετική συμπύκνωση, αλλά η οικονομία της ανάρτησης δεν μας επιτρέπει μεγαλύτερη ανάλυση εδώ και τώρα. Ας κρατήσουμε μόνο ως δεδομένο το στερεότυπο εκείνο που λέει ότι «η δημοκρατία», ακόμα περισσότερο δε, η βασιλευομένη δημοκρατία, «δεν έχει αδιέξοδα»… μόνο έξοδα έχει.

Δήμαρχος στο Αγρίνιο εκείνη τη χρονιά ήταν ο Γιώργος Μπαϊμπάς, νομάρχης ο Λέοντας Μεσσηνέζης και αντιπρόσωποι επαρχίας Τριχωνίας στο Κοινοβούλιο ο Αντρέας Σκαλτσοδήμος (Τρικουπικός και μετέπειτα Δεληγιαννικός) από τη μια, και ο Δημήτρης Καστανάς με τον Θεοτόκη από την άλλη.

Τα οικονομικά συμφέροντα, ως γνωστόν, από πάντα μέχρι και σήμερα διαμόρφωναν πολιτικά «τζάκια» κι αυτά με τη σειρά τους, πολιτικές «φατρίες», που επιδίωκαν με ασίγαστους αγώνες «τα καλά και συμφέροντα», της ομάδας τους. Κάθε φορά που η εξουσία άλλαζε χέρια, εξελίσσονταν, όπως και στις μέρες μας άλλωστε, μια ισχυρή μάχη χαρακωμάτων ρεβανσιστικού χαρακτήρα, η οποία όλες τις φορές έφερνε στο φως «πράγματα και θάματα» για το βίο και την πολιτεία των φορέων της εξουσίας. Με μια τέτοια περίπτωση θα ασχοληθούμε σήμερα.

Στις 7 του Μάη, εκατόν ογδόντα περίπου κτηματίες της περιοχής του «Ρουπακιά»[2], με επιστολή τους στην εφημερίδα «Σκριπ»[3] απάντησαν ουσιαστικά σε μια επιστολή των «φίλων» του Δηλιγιάννη στο Αγρίνιο, για ένα μαζικό ρουσφέτι του Δημήτρη Κατσάνου (βουλευτή του κόμματος του Θεοτόκη), ο οποίος τοποθέτησε στην αγροφυλακή, σύμφωνα με την καταγγελία των πρώτων στην αθηναϊκή εφημερίδα «Πρωία»[4], τα δικά του παιδιά.

Το ενδιαφέρον όμως αυτών των δύο επιστολών σήμερα έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι μας κάνουν γνωστά με απτό και κατανοητό τρόπο ήθη, έθιμα και καταστάσεις μιας άλλης εποχής, η οποία, αν και απέχει κάμποσο από τη δική μας, αναδεικνύει ανάγλυφα τις τραγικές παθογένειες και συνήθειες του ελληνικού κράτους για πολλά χρόνια.

«Το κακό έφτασε στο απροχώρητο», αναφέρει η πρώτη ανακοίνωση στην «Πρωία». «Ληστείαι, εκβιάσεις, φόνοι τραυματισμοί, απαγωγαί και παντός είδους αποτρόπαια εγκλήματα, εξ όλων των σημείων καθ’ εκάστην, αναγγέλονται μαρτυρούντα πλήρην αναρχίαν».

Ο αριθμός των ζωοκλοπών και των ζωοκτονιών μικρών και μεγάλων ζώων είναι απίστευτος, αναφέρουν. Πείνα και απόγνωση μαστίζουν τους αγροτικούς πληθυσμούς της υπαίθρου,  αφού την προηγούμενη χρονιά τα σιτάρια καταστράφηκαν, ο περονόσπορος εξαφάνισε τα σταφύλια και τα ποίμνια αποδεκατίστηκαν. Αξιόπιστος μάρτυρας όλων αυτών, υποστηρίζουν, είναι η αγορά των Αθηνών, η οποία, ενώ τα προηγούμενα χρόνια κατανάλωνε σε εξαμηνιαία βάση δεκάδες χιλιάδες αρνιά Αγρινίου, εκείνη την χρονιά «ελαχίστους αμνούς είδε και τούτους κακής ποιότητος».

Η ανομβρία, λένε, απειλεί όλη την παραγωγή και κρατάει όλους τους παραγωγούς σε απερίγραπτη απόγνωση. Η είσπραξη των δημοσίων φόρων γίνεται με ανελέητο τρόπο και απόδειξη γι αυτό είναι η αγορά της Πάτρας, για την οποία εκείνη την εποχή η περιοχή της Τριχωνίας ήταν «αληθής Πακτωλός». Και ενώ από αυτά τα δεινά πάσχει ο τόπος μας, οι υπουργοί της εμπιστοσύνης του βασιλιά «κοιμώνται μακαρίως», παραδίδοντας τη χώρα στα χέρια των κατά τόπους φίλων του Βουλευτών, οι οποίοι «την κατέστησαν θεραπαινίδα πάσης ασέμνου ορέξεως».

Για τον Θεοτόκη γράφουν ότι είναι «ο προσωπικός διευθύνων τα ηνία της διοικήσεως, νομιζόμενος μέχρι τινός άψογος και αμερόληπτος εν τη διοικήσει και αξιοπρεπή οπωσδήποτε απέναντι των αντιπάλων του, καταφωράται ο ταπεινότερος των θεραπόντων πάσης συναλλαγής, τα μάλιστα αναξιοπρεπή πράττων, προ πάντων δια την Τριχωνίαν, όπως εκδικηθή φαίνεται τον κ. Σκαλτσοδήμον διότι δεν έστερξεν να ακολουθήση αυτόν εν τη κατωφερεία της διοικήσεως του και εν τη φορομανία του υποπρωθυπουργού του». Στην συνέχεια παραθέτουν διάφορα «μαργαριτάρια», όπως τα αποκαλούν, της διοίκησης του Θεοτόκη: Υπογράφτηκε, αναφέρουν, πριν από πολλούς μήνες ένα δάνειο μεταξύ του Δημάρχου Αγρινίου και της Εθνικής Τράπεζας, το οποίο όμως ποτέ ο Δήμος δεν το εισέπραξε, γιατί ο Θεοτόκης ως πρωθυπουργός, σκόπιμα δεν εισηγήθηκε το απαιτούμενο βασιλικό διάταγμα, την ώρα μάλιστα που παρόμοια δάνεια δόθηκαν άμεσα και στο Αιτωλικό και στο Μεσολόγγι. Παραγγέλθηκε επίσης στο νομάρχη και σε όλες τις υπόλοιπες αρχές του τόπου να αντιπολιτεύονται το Δήμαρχο. Ο νομάρχης[5] όμως, αρνήθηκε να είναι υπηρέτης «ακολάστων ορέξεων» και μετατέθηκε, όπως ακριβώς συνέβη και με τον Αστυνόμο του Αγρινίου Ζέρβα. «Αποθρασύνονται δε και εξωθούνται, άτακτα της φατρίας στοιχεία εις προσωπικάς κατά του κ. Δημάρχου επιθέσεις, ως βανδαλικότητα συνέβη χθες, εν μέση αγορά και εν πλήρη μεσημβρία».

«Αλλά είναι επικαιρότερον», συνεχίζουν, «να περιγράψουμε με συντομία κάποιες ενέργειες του κ. Μεσσηνέζη, ο οποίος λησμονεί την οικογενειακή του παράδοση και εκτίθεται σε πράγματα, που δεν τιμούν καθόλου το αξίωμα του, επιλέγοντας να γίνει «υπόδειγμα υπαλλήλου ευπηθούς εις πάσαν άθεσμον αξίωσιν  της εν ισχύι φατρίας».

Προσδιορίστηκε, όπως αναφέρουν, η εκλογή αμπελοφυλάκων της μεγάλης κτηματικής περιφέρειας του Ρουπακιά Αγρινίου, για την 4η Μαρτίου και αμέσως ξεσηκώθηκαν κάποια ψευδή παράπονα, ότι δήθεν η εκλογή έγινε μεροληπτικά, με αποτέλεσμα, ο νομάρχης, να διατάξει την αναβολή της για οκτώ μέρες.

Αφού πείσθηκε για το ψευδές της καταγγελίας, διέταξε τηλεγραφικά την εκλογή και αφού ενέκρινε το αποτέλεσμά της, προχώρησε στο διορισμό των εκλεγμένων αμπελοφυλάκων, τους οποίους όρκισε και ανέλαβαν τα καθήκοντά τους. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε την κυβερνητική «φατρία» και απέστειλε στην Αθήνα με τον Βουλευτή Κατσάνο μια αναφορά, με την οποία απαιτούσε την ακύρωση της εκλογής.

Η αναφορά στάλθηκε στο νομάρχη και αυτός διέταξε τη διενέργεια ανάκρισης στο γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αγρινίου, ρουσφέτι του Κατσάνου και με αυτό ως πρόσχημα ανακάλεσε την προηγούμενη διαταγή του, διατάσσοντας παράλληλα την απόλυση των αγροφυλάκων. Μετά από αυτό όρισε νέα ημέρα εκλογής διατάσσοντας ταυτόχρονα την εγγραφή στους οριστικούς καταλόγους των εκλογέων, παραπάνω από 200 καινούργιων κτηματιών, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν άγνωστοι. Υπέδειξε μάλιστα με τηλεγράφημα στο Δήμαρχο ότι, δεν είναι απαραίτητη η παρουσία του και ανέθεσε την επίβλεψη της διαδικασίας στον προαναφερόμενο γραμματέα του Ειρηνοδικείου και τον αστυνόμο του Αγρινίου, έτσι ώστε να γίνει αντιληπτή από όλους η επιθυμία της Κυβέρνησης.

Μετά από αυτή την εκλογή και με την υπογραφή ανθρώπων που δεν ήταν κτηματίες του Ρουπακιά εκλέχτηκαν όλοι οι ευνοούμενοι της Θεοτοκικής φατρίας. Μάλιστα επειδή ο Δήμαρχος καθυστέρησε για λίγες μέρες να υποβάλλει το πρακτικό της εκλογής, ελέγχοντας την ταυτότητα και την ύπαρξη ή μη, όσων το υπέγραψαν, ο νομάρχης προχώρησε στην ορκωμοσία των νέων αγροφυλάκων, υπακούοντας στην αξίωση του Κατσάνου, ο οποίος πήγε για το λόγο αυτό μέχρι το Μεσολόγγι. Για την ενέργεια του αυτή στηρίχτηκε σε έκθεση πρακτικών του γραμματέα του Ειρηνοδικείου, απειλώντας ταυτόχρονα το Δήμαρχο με τον καταλογισμό άρνησης καθήκοντος

Τις ενέργειες αυτές του νομάρχη, τις γνώριζε ο Θεοτόκης και μένει να μάθουμε, αν έχει την ίδια άποψη για την τήρηση των νόμων κι αυτός.

Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Μόλις έμαθε ότι ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Δεληγιάννης σχεδίαζε εκδρομή στο Θέρμο και ότι θα περάσει από το Μεσολόγγι και το Αγρίνιο, «γύρισε κάθε πέτρα», για να ματαιώσει τις εκδηλώσεις του λαού. Απέστειλε ακόμα και τους βουλευτές του και άλλους πιστούς του,  ιδιαίτερα δε το δεξί του χέρι βουλευτή Ευρυτανίας, Ζώτο, σε καθέναν που μπορούσε να συμβάλλει σ’ αυτό. Όμως πρέπει να ξέρει, ο Θεοτόκης, καταλήγει η επιστολή, ότι δεν υπάρχει περίπτωση, να μην δεξιωθούν οι κάτοικοι των περιοχών αυτών τον λαοφιλέστατο αρχηγό της αντιπολίτευσης Δεληγιάννη όπως του αρμόζει, την ώρα μάλιστα που έχει δηλώσει ότι η εκδρομή του αυτή δεν έχει πολιτικό χαρακτήρα.

Την απάντηση της ομάδας του Θεοτόκη σε τοπικό επίπεδο την υπέγραψαν πάνω από 200 κτηματίες του Ρουπακιά και την έστειλαν στο «φίλα» προσκείμενο προς αυτούς ΣΚΡΙΠ, αναδεικνύοντας τη δική τους άποψη. Όπως υποστηρίζουν μεταξύ άλλων, όσοι υπογράφουν την ανακοίνωση, ο γνωστός για την επιπολαιότητα, αμάθεια και άγνοια, Γεώργιος Μπαϊμπάς «προβαίνει εις πάσαν αυθαιρεσίαν και παρανομίαν, τυφλούμενος υπό της επιθυμίας να διορισθούν αγροφύλακες φίλα αυτώ φρονούντες, άλλ’ αγνοών τα νόμιμα μέσα και τους περιορισμούς των νόμων, προσδιώρισεν ακαίρως εκλογήν αγροφυλάκων της κτηματικής περιφερείας, εδώθι Ρουπακιά του Αγρινίου» αποκλείοντας όλους, όσους δεν ήταν φίλοι του.

Όταν οι κτηματίες διαμαρτυρήθηκαν στον προηγούμενο Νομάρχη Προβελέγγιο, αυτός ανεγνώρισε το δίκιο τους, αλλά επειδή ήταν στενοχωρημένος με την μετάθεση του άφησε στον αγαπητό του Μπαϊμπά κάθε περιθώριο για να οργιάσει. Έτσι πραγματοποιήθηκε η εκλογή από το Δήμαρχο.

Όπως ήταν φυσικό όλοι οι πραγματικοί κτηματίες πραγματοποίησαν παράσταση για όλα αυτά στο Υπουργείο των Εσωτερικών, το οποίο διέταξε τον όπως είχε υποχρέωση από το νόμο να κάνει την εξέταση των πραγμάτων με αποτέλεσμα ο Μεσηννέζης να διατάξει νέα εκλογή με την συμπλήρωση των καταλόγων των εκλογέων. Το αποτέλεσμα της νέας εκλογής δεν άρεσε στο Δήμαρχο γιατί οι κτηματίες του Αγρινίου προτίμησαν να εκλέξουν αυτούς που νόμιζαν καταλληλότερους, αδιαφορώντας, αν αυτοί που εκλεγήκαν θα συμμερίζονται τα πολιτικά φρονήματα του Δημάρχου και της αντιπολίτευσης.

«Αλλ’ οι κύριοι εντεύθεν», καταλήγει η ανακοίνωση, «επεθύμουν Κυβέρνησιν επικροτούσαν εις πάσαν παρανομίαν Νομάρχην συντελούντα εις καταπάτησιν των νόμων και πάντας τους λειτουργούς των νόμων επικουρικούς εις πάσας τας σκέψεις των, αίτινες πάντοτε υπήρξαν αντικείμεναι προς τε τους νόμους και την χρηστήν διοίκησιν εξ αδυναμίας προς σύλληψιν αρτίως τοιούτων. Υποσημειώμεθα ευσεβάστως». (Ακολουθούν γύρω στις 200 υπογραφές).

 

 

1.Η Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1901 (Νοέμβριος 1901 – Νοέμβριος 1902) σχηματίστηκε με βασιλική πρωτοβουλία, μετά την παραίτηση της προηγούμενης κυβέρνησης Θεοτόκη, όπως προαναφέραμε., Ο βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος ο Α΄, από το Σύνταγμα, δύο επιλογές: ή να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές, ή να σχηματίσει κυβέρνηση από τα κόμματα της μειοψηφίας. Προτίμησε να ακολουθήσει την δεύτερη οδό, αλλά αντί να καλέσει τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση και είχε 48 έδρες, για του δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, κάλεσε τον τρίτο σε ψήφους πολιτικό αρχηγό, τον Αλέξανδρο Ζαΐμη που τότε διέθετε μόνο 14 έδρες στο κοινοβούλιο. Όταν η Βουλή άνοιξε πάλι, η νέα κυβέρνηση πήρε «ψήφο ανοχής» από το κόμμα του Γεωργίου Θεοτόκη και με αυτό τον τρόπο συγκέντρωσε την πλειοψηφία των απαραίτητων εδρών για να κυβερνήσει. | 2.Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν οι: Ευάγγελος Τασούλης, Ανδρέας Παπασάικας, Όθωνας Παπαθανασίου, Ανδρέας Δαβαρούκας, Στέφανος Μουστακλάς, Απόστολος Ιωάννου, Αθανάσιος Καρακίτσος, Περικλής ΜατραλήςΛεωνίδας Γιαννοσπύρος, Γεώργιος Νουμάνης, Σπύρος Σωτηρόπουλος, Πάνος Παπαντελέος, Χρήστος Μπαμνιώτης, Πάνος Μεταξάς, Μάρκος Κασάρας, κ.ά.  | 3. «Σκριπ» Τρίτη 8/5/1901, Έτος 6ο Αρ. Φύλ. 2058, σελ. 4.  | 4.  «Πρωία», Τρίτη 1/5/1901, Έτος 18ο, Περίοδος Β΄Αρ. Φύλ. 1706, σελ. 2 & 3 | 5. Νομάρχης μέχρι το 1989 ήταν ο Γεώργιος Προβελέγγιος. Στη Νομαρχία τον διαδέχθηκε ο Λέοντας Μεσσηνέζης.
Φωτογραφία ανάρτησης: Αγροφύλακες τη δεκεατία του ’50

AgrinioStories